ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ρωμ. ιβ΄14).
«Εὐλογεῖτε τοὺς διώκοντας ὑμᾶς, εὐλογεῖτε καὶ μὴ καταρᾶσθε».
Ἡ φωνὴ τοῦ διδασκάλου μας ἀποστόλου Παύλου μᾶς καθοδηγεῖ στὸν χριστιανικὸ τρόπο ζωῆς μὲ κορύφωση τὴν ἀνωτέρω φράση. Πρέπει –μᾶςλέγει- νὰ προσευχόμεθα καὶ νὰ παρακαλοῦμε τὸν Θεὸ γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων ποὺ μᾶς καταδιώκουν, μᾶς θέτουν ἐμπόδια καὶ μᾶς διαβάλλουν μὲ κάθε τρόπο. Ὄχι μὀνο νὰ μὴν μᾶς ξεφεύγει κάποιος κακός λόγος, ἀλλὰ νὰ λέγουμε γιὰ αὐτοὺς πάντοτε τὰ καλύτερα λόγια, χωρὶς νὰ ἀγανακτοῦμε ἐναντίον τους, ὁμοιάζοντες μὲ τοὺς κοσμικοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἐξαπολύουν κατάρες καὶ ὕβρεις δι’ ἀσάμαντον ἀφορμήν.
Ὁ Προφήτης Δαυΐδ γράφει: «Πρέπει νὰ προσέχω τὴν συμπεριφορά μου, ἰδιαίτερα ὅταν συναντῶμαι μὲ κάποιον ἁμαρτωλόν, ὥστε νὰ μὴν τοῦ δώσω τὸ δικαίωμα νὰ κατηγορήσει τὸν Θεὸν ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ μὲ προστατεύσει» (Ψαλμ. λη’ 1).
Στὶς σελίδες τοῦ γεροντικοῦ ἀναφέρεται ἕνα σχετικὸ περιστατικὸ μὲ τὸν Ἀββᾶ Μακάριο τὸν Αἰγύπτιο. Ὁ μεγάλος αὐτὸς πατέρας συνοδοιποροῦσε μὲ τὸν μαθητὴ του, τὸν ὁποῖο καὶ παρεκάλεσε νὰ προπορευθεῖ. Ὁ μαθητὴς του προπορευόμενος συνάντησε ἕναν ἱερέα εἰδωλολάτρη καὶ τοῦ φώναξε ἐπιτακτικά: «Δαίμονα ποῦ τρέχεις;». Ἐκεῖνος ἐξαγριώθηκε τόσο πολύ ποὺ τὸν κτύπησε, μέχρι ποὺ ἔμεινε ἀναίσθητος. Περπατώντας λόγο πιό κάτω ὁ εἰδωλολάτρης συναντᾶ τὸν Ἀββᾶ Μακάριο καὶ τοῦ εἶπε: «Μακάρι νὰ σωθεῖς κουρασμένε!». Ἐκεῖνος ρώτησε τὸν Ἀββᾶ: «Τὶ τὸ καλὸ εἶδες σ’ ἐμένα καὶ μοῦ μίλησες ἔτσι ὡραῖα;». «Σὲ εἶδα κουρασμένο καὶ ἤθελα νὰ σὲ βοηθήσω νὰ μὴν κοπιάζεις μάταια», τοῦ ἀπάντησε ὁ Ἀββᾶς Μακάριος. Ἐκεῖνος τότε τοῦ εἶπε: «Μὲ ἐνθουσίασε ὁ χαιρετισμὸς σου καὶ κατάλαβα ὅτι εἶσαι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ἕνας ἄλλος μοναχὸς μὲ ἔβρισε καὶ ἐγὼ τὸν κτύπησα. Δὲν φεύγ λοιπὸν ἀπὸ κοντὰ σου, ἄν δὲν μὲ κάνεις μοναχὸ». Τὰ λόγια τοῦ Ἀββᾶ Μακαρίου «ἀρτυμένα» μὲ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ εἶχαν ὡς ἀποτέλεσμα ὁ εἰδωλολάτρης ἱερέας νὰ γίνει Χριστιανὸς Ὀρθόδοξος Μοναχός.
Μὲ τὸ θέμα τῆς προσοχῆς καὶ τοῦ φραγμοῦ στὰ λόγια μας ἀσχολεῖται καὶ ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος στὴν Καθολικὴ ἐπιστολὴ του (βλ. κεφ. γ΄ 2-12). Γράφει ὅτι ὅποιος δὲν μιλάει μὲ ἄσχημο καὶ κακὸ τρόπο ἀλλὰ ἔχει τὴν δύναμη νὰ συγκρατεῖ τὴν γλώσσα του, εἶναι ὁλοκληρωμένος ἂνθρωπος καὶ αὐτὸς μπορεῖ νὰ συγκρατεῖ καὶ νὰ χαλιναγωγεῖ ὁλόκληρο τὸν ἑαυτὸ του. Ἕνα ἀπὸ τὰ δύο παραδείγματα ποὺ χρησιμοποιεῖ ἐν συνεχείᾳ εἶναι τὰ μεγάλα πλοῖα τὰ ὁποῖα γιὰ νὰ μὴν παρασύρονται ἀπὸ τοὺς σφοδροὺς ἀνέμους, κυβερνῶνται ἀπὸ ἕνα πολὺ μικρὸ -ὡς πρὸς τὸ μέγεθος- ὄργανο πλεύσεως, τὸ πηδάλιο. Μὲ αὐτὸ ὁ πηδαλιοῦχος τὰ ὁδηγεῖ μὲ ἀσφάλεια στὸν προορισμὸ τους. Καὶ ἡ γλώσσα εἶναι ἕνα πολὺ μικρὸ μέλος τοῦ σώματος, μὲ τὸ ὁποῖο εἶναι δυνατὸν νὰ προκαλουμε μεγάλες συμφορὲς, νὰ μολύνουμε ὅλο τὸ σῶμας μας, νὰ ἀνάβουμε τεράστια πυργαγιά, ὅταν τὴν χρησιμοποιοῦμε μὲ ἀλαζονεία,δολιότητα καὶ ἀκρισία. Μὲ τὴν γλώσσα δοξολογοῦμε τὸν Θεὸ καὶ Πατέρα μας καὶ μὲ αὐτὴ δίνουμε κατάρες στοὺς συναθρώπους μας, ποὺ πλάσθηκαν καθ’ ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ. Δὲν πρέπει ἀπὸ τὸ ἴδιο στόμα νὰ ἐξέρχονται εὐλογίες καὶ κατάρες. Πῶς εἶναι δυνατὸν ἀπὸ τὴν ἴδια πηγὴ νὰ ἀναβλύζει νερὸ γλυκὸ καὶ νερὸ πόσιμο;
Ὁ πρωτοκορυφαῖος τῶν Ἀποπστόλων Πέτρος μᾶς συμβουλεύει στὴν Α΄ Καθολικὴ ἐπιστολὴ του (βλ. κεφ. γ΄ 10-12) γιὰ νὰ ζήσουμε ἤσυχη καὶ εἰρηνικὴ ζωή, νὰ ἀκινητοποιήσουμε τὴν γλώσσα μας, ἐὰν πρόκειται νὰ ἐκφρασθεῖ μὲ δολιότητα, ψέμα καὶ ἀπάτη. Νὰ ἐπιδιώξουμε τὴν εἰρήνη, γνωρίζοντας ὅτι ὁ Κύριος ἔχει στραμμένους τοὺς ὀφθαλμούς Του στοὺς δικαίους καὶ τὰ αὐτιὰ Του ἀνοικτὰ, ἕτοιμα νὰ ἀκούσουν τὴν προσευχὴ τους.
Ὁ καθηγητὴς τῆς ἐρήμου Μέγας Ἀντώνιος συμβούλευε τὸν Ἀββᾶ Παμβὼ νὰ εἶναι πάντοτε ἐγκρατὴς στὴν γλώσσα. Ἐπίσης ὁ Ἀββᾶς Σισώης προσευχόμενος στὴν ἔρημο παρακαλοῦσε: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ σκέπασέ με ἀπὸ τὴν γλώσσα μου».
Ὁ φιλάνθρωπος καὶ φιλεύσπλαχνος Κύριός μας παραγγέλλει νὰ ἀγαπᾶμε τοὺς ἐχθροὺς μας, νὰ εὐλογοῦμε αὐτοὺς ποὺ μᾶς καταρῶνται νὰ εὐεργετοῦμε αὐτοὺς ποὺ μᾶς μισοῦν καὶ νὰ προσευχόμεθα γιὰ αὐτοὺς ποὺ μᾶς συκοφαντοῦν, μᾶς ὑβρίζουν καὶ μᾶς διώκουν. (Ματθ. ε΄ 44).
Ἴσως μᾶς παραξενεύει ὁ Θεῖος Λόγος, μᾶς ἐκπλήσσουν οἱ Ἀποστολικὲς συμβουλές, μᾶς προβληματίζουν οἱ Ἁγιοπατερικὲς διδασκαλίες. Ἄς κάνουμε ὅμως μία μικρὴ ἀρχὴ μὲ τὰ ρήματα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσορρήμονος: «Γιατὶ λοιπὸν καταρᾶσαι καὶ ἀναθεματίζεις τὸν ἀδελφὸ σου; Δὲν ἔχεις διακαίωμα νὰ παραδίδεις στὰ χέρια τοῦ διαβόλου, ὁποιονδήποτε σὲ ἐνοχλεῖ στερώντας του ἔτσι τὴν δυνατότητα τῆς σωτηρίας. Μὴν στέλνεις στὸν διάβολο κάποιον γιὰ νὰ τὸν ἀπομακρύνεις ἀπὸ τὸν Σωτήρα μας.
Νὰ μία πολὺ καλὴ ἀρχή.
«Εὐλογεῖτε τοὺς διώκοντας ὑμᾶς, εὐλογεῖτε καὶ μὴ καταρᾶσθε».
Ἡ φωνὴ τοῦ διδασκάλου μας ἀποστόλου Παύλου μᾶς καθοδηγεῖ στὸν χριστιανικὸ τρόπο ζωῆς μὲ κορύφωση τὴν ἀνωτέρω φράση. Πρέπει –μᾶςλέγει- νὰ προσευχόμεθα καὶ νὰ παρακαλοῦμε τὸν Θεὸ γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων ποὺ μᾶς καταδιώκουν, μᾶς θέτουν ἐμπόδια καὶ μᾶς διαβάλλουν μὲ κάθε τρόπο. Ὄχι μὀνο νὰ μὴν μᾶς ξεφεύγει κάποιος κακός λόγος, ἀλλὰ νὰ λέγουμε γιὰ αὐτοὺς πάντοτε τὰ καλύτερα λόγια, χωρὶς νὰ ἀγανακτοῦμε ἐναντίον τους, ὁμοιάζοντες μὲ τοὺς κοσμικοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἐξαπολύουν κατάρες καὶ ὕβρεις δι’ ἀσάμαντον ἀφορμήν.
Ὁ Προφήτης Δαυΐδ γράφει: «Πρέπει νὰ προσέχω τὴν συμπεριφορά μου, ἰδιαίτερα ὅταν συναντῶμαι μὲ κάποιον ἁμαρτωλόν, ὥστε νὰ μὴν τοῦ δώσω τὸ δικαίωμα νὰ κατηγορήσει τὸν Θεὸν ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ μὲ προστατεύσει» (Ψαλμ. λη’ 1).
Στὶς σελίδες τοῦ γεροντικοῦ ἀναφέρεται ἕνα σχετικὸ περιστατικὸ μὲ τὸν Ἀββᾶ Μακάριο τὸν Αἰγύπτιο. Ὁ μεγάλος αὐτὸς πατέρας συνοδοιποροῦσε μὲ τὸν μαθητὴ του, τὸν ὁποῖο καὶ παρεκάλεσε νὰ προπορευθεῖ. Ὁ μαθητὴς του προπορευόμενος συνάντησε ἕναν ἱερέα εἰδωλολάτρη καὶ τοῦ φώναξε ἐπιτακτικά: «Δαίμονα ποῦ τρέχεις;». Ἐκεῖνος ἐξαγριώθηκε τόσο πολύ ποὺ τὸν κτύπησε, μέχρι ποὺ ἔμεινε ἀναίσθητος. Περπατώντας λόγο πιό κάτω ὁ εἰδωλολάτρης συναντᾶ τὸν Ἀββᾶ Μακάριο καὶ τοῦ εἶπε: «Μακάρι νὰ σωθεῖς κουρασμένε!». Ἐκεῖνος ρώτησε τὸν Ἀββᾶ: «Τὶ τὸ καλὸ εἶδες σ’ ἐμένα καὶ μοῦ μίλησες ἔτσι ὡραῖα;». «Σὲ εἶδα κουρασμένο καὶ ἤθελα νὰ σὲ βοηθήσω νὰ μὴν κοπιάζεις μάταια», τοῦ ἀπάντησε ὁ Ἀββᾶς Μακάριος. Ἐκεῖνος τότε τοῦ εἶπε: «Μὲ ἐνθουσίασε ὁ χαιρετισμὸς σου καὶ κατάλαβα ὅτι εἶσαι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ἕνας ἄλλος μοναχὸς μὲ ἔβρισε καὶ ἐγὼ τὸν κτύπησα. Δὲν φεύγ λοιπὸν ἀπὸ κοντὰ σου, ἄν δὲν μὲ κάνεις μοναχὸ». Τὰ λόγια τοῦ Ἀββᾶ Μακαρίου «ἀρτυμένα» μὲ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ εἶχαν ὡς ἀποτέλεσμα ὁ εἰδωλολάτρης ἱερέας νὰ γίνει Χριστιανὸς Ὀρθόδοξος Μοναχός.
Μὲ τὸ θέμα τῆς προσοχῆς καὶ τοῦ φραγμοῦ στὰ λόγια μας ἀσχολεῖται καὶ ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος στὴν Καθολικὴ ἐπιστολὴ του (βλ. κεφ. γ΄ 2-12). Γράφει ὅτι ὅποιος δὲν μιλάει μὲ ἄσχημο καὶ κακὸ τρόπο ἀλλὰ ἔχει τὴν δύναμη νὰ συγκρατεῖ τὴν γλώσσα του, εἶναι ὁλοκληρωμένος ἂνθρωπος καὶ αὐτὸς μπορεῖ νὰ συγκρατεῖ καὶ νὰ χαλιναγωγεῖ ὁλόκληρο τὸν ἑαυτὸ του. Ἕνα ἀπὸ τὰ δύο παραδείγματα ποὺ χρησιμοποιεῖ ἐν συνεχείᾳ εἶναι τὰ μεγάλα πλοῖα τὰ ὁποῖα γιὰ νὰ μὴν παρασύρονται ἀπὸ τοὺς σφοδροὺς ἀνέμους, κυβερνῶνται ἀπὸ ἕνα πολὺ μικρὸ -ὡς πρὸς τὸ μέγεθος- ὄργανο πλεύσεως, τὸ πηδάλιο. Μὲ αὐτὸ ὁ πηδαλιοῦχος τὰ ὁδηγεῖ μὲ ἀσφάλεια στὸν προορισμὸ τους. Καὶ ἡ γλώσσα εἶναι ἕνα πολὺ μικρὸ μέλος τοῦ σώματος, μὲ τὸ ὁποῖο εἶναι δυνατὸν νὰ προκαλουμε μεγάλες συμφορὲς, νὰ μολύνουμε ὅλο τὸ σῶμας μας, νὰ ἀνάβουμε τεράστια πυργαγιά, ὅταν τὴν χρησιμοποιοῦμε μὲ ἀλαζονεία,δολιότητα καὶ ἀκρισία. Μὲ τὴν γλώσσα δοξολογοῦμε τὸν Θεὸ καὶ Πατέρα μας καὶ μὲ αὐτὴ δίνουμε κατάρες στοὺς συναθρώπους μας, ποὺ πλάσθηκαν καθ’ ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ. Δὲν πρέπει ἀπὸ τὸ ἴδιο στόμα νὰ ἐξέρχονται εὐλογίες καὶ κατάρες. Πῶς εἶναι δυνατὸν ἀπὸ τὴν ἴδια πηγὴ νὰ ἀναβλύζει νερὸ γλυκὸ καὶ νερὸ πόσιμο;
Ὁ πρωτοκορυφαῖος τῶν Ἀποπστόλων Πέτρος μᾶς συμβουλεύει στὴν Α΄ Καθολικὴ ἐπιστολὴ του (βλ. κεφ. γ΄ 10-12) γιὰ νὰ ζήσουμε ἤσυχη καὶ εἰρηνικὴ ζωή, νὰ ἀκινητοποιήσουμε τὴν γλώσσα μας, ἐὰν πρόκειται νὰ ἐκφρασθεῖ μὲ δολιότητα, ψέμα καὶ ἀπάτη. Νὰ ἐπιδιώξουμε τὴν εἰρήνη, γνωρίζοντας ὅτι ὁ Κύριος ἔχει στραμμένους τοὺς ὀφθαλμούς Του στοὺς δικαίους καὶ τὰ αὐτιὰ Του ἀνοικτὰ, ἕτοιμα νὰ ἀκούσουν τὴν προσευχὴ τους.
Ὁ καθηγητὴς τῆς ἐρήμου Μέγας Ἀντώνιος συμβούλευε τὸν Ἀββᾶ Παμβὼ νὰ εἶναι πάντοτε ἐγκρατὴς στὴν γλώσσα. Ἐπίσης ὁ Ἀββᾶς Σισώης προσευχόμενος στὴν ἔρημο παρακαλοῦσε: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ σκέπασέ με ἀπὸ τὴν γλώσσα μου».
Ὁ φιλάνθρωπος καὶ φιλεύσπλαχνος Κύριός μας παραγγέλλει νὰ ἀγαπᾶμε τοὺς ἐχθροὺς μας, νὰ εὐλογοῦμε αὐτοὺς ποὺ μᾶς καταρῶνται νὰ εὐεργετοῦμε αὐτοὺς ποὺ μᾶς μισοῦν καὶ νὰ προσευχόμεθα γιὰ αὐτοὺς ποὺ μᾶς συκοφαντοῦν, μᾶς ὑβρίζουν καὶ μᾶς διώκουν. (Ματθ. ε΄ 44).
Ἴσως μᾶς παραξενεύει ὁ Θεῖος Λόγος, μᾶς ἐκπλήσσουν οἱ Ἀποστολικὲς συμβουλές, μᾶς προβληματίζουν οἱ Ἁγιοπατερικὲς διδασκαλίες. Ἄς κάνουμε ὅμως μία μικρὴ ἀρχὴ μὲ τὰ ρήματα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσορρήμονος: «Γιατὶ λοιπὸν καταρᾶσαι καὶ ἀναθεματίζεις τὸν ἀδελφὸ σου; Δὲν ἔχεις διακαίωμα νὰ παραδίδεις στὰ χέρια τοῦ διαβόλου, ὁποιονδήποτε σὲ ἐνοχλεῖ στερώντας του ἔτσι τὴν δυνατότητα τῆς σωτηρίας. Μὴν στέλνεις στὸν διάβολο κάποιον γιὰ νὰ τὸν ἀπομακρύνεις ἀπὸ τὸν Σωτήρα μας.
Νὰ μία πολὺ καλὴ ἀρχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου