Κήρυγμα γιά Κυριακή 25.10.2015
Κυριακή ΣΤ΄ Λουκά (Λουκά η΄ 27-39)
“Ὁ φόβος τῆς κρίσεως”
Ὅπως κι ἄλλη φορά ἔχω γράψει τό Εὐαγγέλιο εἶναι τόσο ἐπίκαιρο ὅσο τίποτε ἄλλο στόν κόσμο. Καί στήν σημερινή Εὐαγγελική περικοπή μᾶς περιγράφεται ἡ θεραπεία ἑνός διαμονισμένου πού ἦταν ὁ φόβος καί ὁ τρόμος τῆς περιοχῆς. Καί ἡ σημερινή ἐποχή μαστίζεται ἀπό μία δαιμονοπληξία, πού ἀναστατώνει τούς ἀνθρώπους τούς γεμίζει μέ φόβο καί ἀγωνία. Τούς αὐξάνει τήν ἀβεβαιότητα καί τούς ἀνοίγει τίς πύλες τοῦ ἀγνώστου καί τοῦ σκότους, ὑψώνοντας μπροστά τους ἕνα τεῖχος πού σχεδόν εἶναι ἀπροσπέλαστο, καθηλώνοντάς τους στήν ἐνοχή καί τόν φόβο. Μέ αὐτό ἀκριβῶς θά ἀσχοληθοῦμε σήμερα μέ τόν φόβο καί τήν ἐνοχή ὅπως εὔστοχα μᾶς τό ἀποκαλύπτει ὁ ἀπόστολος Λουκᾶς. “Φόβῳ μεγάλῳ συνείχοντο”
Μελετώντας κανείς τήν περικοπή τοῦ Εὐαγγελίου ἀνακαλύπτει γιά ἀκόμη μία φορά τήν εὐεργεσία τοῦ Μεγάλου διδασκάλου, πού ὅπως γράφει στίς Πράξεις ὁ ἴδιος Εὐαγγελιστής “Διῆλθεν εὐεργετών καί ἰώμενος”. Πράγματι ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός περιήλθε “τάς πόλεις καί τάς κώμας” δείχνοντας τήν φιλανθρωπία του, τήν εὐεργεσία του, τήν ἀγάπη του, τήν προνοητικότητά του. Ὁ Κύριός μας ἀναλώθηκε καθόλη τήν διάρκεια της ἐπί γῆς ζωῆς του, στό νά ἐκχέει τό ἔλεός του στούς ἀνθρώπους, στό νά τούς ἐξυπηρετεῖ καί νά τούς ὁδηγεῖ μέ ἀσφάλεια πού ἀλλοῦ, στήν Σωτηρία. Ἄρα οἱ πάντες γνωρίζουν γιά τά αἰσθήματα τοῦ Ἰησοῦ, γιά τίς εὐεργεσίες του, γιά τά θαύματα πού καί οἱ ἴδιοι θά εἶχαν δεῖ μέ τά μάτια τους. Τότε πρός τί ὁ φόβος; Γιατί ἄραγε τόσο μεγάλος φόβος πρός τόν εὐεργέτην ὥστε νά θέλουν νά τόν διώξουν καί ἀπό τήν περιοχή τους.
Καί τό θαύμα τοῦ δαιμονισμένου ἦταν μία εὐεργεσία πού δέν ἀφοροῦσε μόνο τόν δαιμονισμένο ἀλλά ὅλους τούς κατοίκους τῆς περιοχῆς. Διότι ἦταν ὅπως, εἶπα καί πρίν, ὁ φόβος καί ὁ τρόμος, ἀπειλοῦσε, ἔσπαγε, κατέστρεφε, ἀπασχολοῦσε ἀνθρώπους γιά νά τόν δέσουν μέ ἁλυσίδες, γυρνοῦσε γυμνός, κατοικοῦσε στά νεκροταφεῖα κ.ο.κ. Ἦταν λοιπόν μιά συνεχής καί ζωντανή ἀπειλή γιά ὅλους ἀπό τήν ὁποία λυτρώθηκαν. Καί τώρα τόν ἔβλεπαν σωφρονούντα καί ἱματισμένον παρά τούς πόδας τοῦ Ἰησοῦ. Αὐτό λοιπόν θά ἔπρεπε νά τούς γεμίσει μέ χαρά καί πίστη καί νά θέλουν νά προσκολληθοῦν στόν Κύριο καί ὄχι νά τόν διώξουν. Ἡ ἀπάντηση σ’ αὐτό τό μυστήριο κρύβεται σέ ἕνα ἄλλο ταυτόχρονο σχεδόν θαῦμα πού ἔγινε ἀπό τόν Κύριο στήν ἀγέλη τῶν χοίρων. Ὁ πνιγμός τῆς ἀγέλης τῶν χοίρων τρόμαξε τήν ἔνοχη συνείδησή τους, πολλῷ δέν μᾶλλον ὅταν θά εἶδαν τά πτώματα τῶν πνιγμένων χοίρων νά ἐπιπλέουν στήν θάλασσα τῆς Τιβεριάδος. Μπορεῖ ἀπό τήν μία νά εἶδαν τό ἔλεος καί τήν εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ πρός τόν δαιμονισμένο ἀλλά ἀπό τήν ἄλλη τήν τιμωρία πρός τόν ἀνομούντα. Οἱ Γαδαρηνοί παρά τήν ἀπαγόρευση ἀπό τόν Μωσαϊκό νόμο ἔτρεφαν χοίρους καί τώρα εἶχαν μπροστά τους τήν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ ἀπέναντι στούς ἀνομούντας. Αὐτοί ἁμάρταναν χωρίς κανένα πρόσχημα καί μέ ἄλλες ἁμαρτίες βρέθηκαν ὡς κατηγορούμενοι μποστά στόν Χριστό συνεχόμενοι ἀπό φόβο, διότι ἡ ἁμαρτία ὡς γνωστόν γεννᾶ τόν φόβον.
Πράγματι ἀδελφοί μου καρπός, συνέπεια τῆς ἁμαρτίας εἶναι ὁ φόβος. Φόβος ἀπέναντι στόν Θεό καί στούς ἀνθρώπους πού ἔχεις ἁμαρτήσει. Ὁ ἁμαρτωλός ἄνθρωπος ζεῖ μέσα στήν ἀγωνία στήν καχυποψία, στήν ἐνοχή. Φοβᾶται γιά τά πάντα. Φοβᾶται τούς ἀνθρώπους, γιά ὅλα ὅσα ἔχει διαπράξει. Για τήν συκοφαντία, γιά τήν ζήλεια, γιά τήν ἀδικία, γιά τήν ἠδονή. Γιά ὅλα ἐκεῖνα πού ἔχει διαπράξει στό σκότος καί σκοτίζουν τήν ψυχή του, τό σῶμα του τόν κόσμο του ὁλόκληρο. Ὁ φόβος καί ἡ ἐνοχή προπορεύονται στήν ζωή του δίχως νά τόν ἀφήνουν νά ἡσυχάσει καί νά ζήσει εὐχαρίστως στόν κόσμο αὐτόν διότι “οὐκ ἔστι κρυπτόν, ὅ οὐ φανερόν γενήσεται, οὐδέ ἀπόκρυφον ὅ οὐ γνωσθήσεται καί εἰς φανερόν ἔλθη” (Λουκᾶ η΄ 1).
Φοβεῖται ὁ ἁμαρτωλός, μήπως μάθουν οἱ ἄλλοι τήν ἁμαρτωλότητά του, τί ἔχει διαπράξει, γι’ αὐτό γίνεται καχύποπτος. Νομίζει ὅτι τόν παρακολουθοῦν, παρεξηγεῖ συμπεριφορές, λόγια, πράξεις. Νομίζει ὅτι ὅλοι τοῦ φέρονται κάπως λόγῳ τῶν ἁμαρτωλῶν πράξεών του. Γεμίζει ἀπό φόβο πρός ὅλους καί πρός ὅλα. Καί ἐάν τά ἁμαρτήματά του εἶναι βαρύτερα, καταχρήσεις ἐξουσίας, χρημάτων, συνειδήσεων, ὁ φόβος γίνεται μεγαλύτερος. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός μπαίνει σέ μία κατάσταση μανιοκαταδιώξεως, φοβᾶται, βλέπει ἐφιάλτες, φανταστικούς κινδύνους, ὅτι γίνονται ἐναντίον του ἀπόπειρες ἐξοντώσεώς του. Γενικῶς περιπίπτει σέ μία φρικώδη κατάσταση συγγενοῦς τοῦ δαιμονισμένου τῆς περικοπῆς. Αὐτός ὁ φόβος κατέλαβε καί τούς ἀνθρώπους τῶν Γαδαρηνῶν γιατί εἶδαν τό παιδευτικό θαῦμα τοῦ Ἰησοῦ τήν κυριαρχία του ἐπί τῶν δαιμονίων καί κατ’ ἐπέκταση πρός τήν ἁμαρτία τήν ὁποία μέ πολύ δυσκολία συνάμα ὅμως μέ δικαιοσύνη μπορεῖ νά τήν πατάξει αὐτοστιγμή. Καί βεβαίως ὅλα αὐτά πού προανέφερα εἶναι φόβος καί ἐνοχές πρός τούς ἀνθρώπους πού μπορεῖ κανείς καί νά τούς ξεπεράσει. Ὁ φόβος ὅμως καί ἡ ἐνοχή πρός τόν Θεό πού σέ ἀκολουθεῖ παντοῦ εἶναι χειρότερα. Διότι ὁ ἄνθρωπος σκέφτεται πολύ σοβαρά τήν δικαιοκρισία τοῦ Θεοῦ. Ὅτι ἀπό τούς ἀνθρώπους μπορεῖς καί νά ξεφύγεις καί νά τούς ξεγελάσεις. Μπροστά ὅμως στόν Κύριο τῆς δόξης οὔτε νά κρυφτεῖς μπορεῖς οὔτε νά τόν ξεγελάσεις, οὔτε κἄν νά δικαιολογηθεῖς. Γι’ αὐτό ἐκεῖνο πού μποροῦμε νά ἐξάγουμε ὡς συμπέρασμα εἶναι ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι αὐτή πού ἀποξενώνει τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν Θεό, πού τοῦ καταστρέφει τήν ζωή καί τήν συνείδηση καί τόν ὁδηγεῖ μέ βεβαιότητα στόν ὄλεθρο καί τήν ἀπώλεια. Καί ἐδῶ θά πρέπει νά θυμηθοῦμε τόν Ρωμαῖο ἡγεμόνα στήν Καισάρεια, τόν Φήλικα, πού ὅταν ἄκουσε τόν ἀπόστολο Παῦλο νά ὁμιλεῖ περί θείας δικαιοσύνης καί μελλούσης κρίσεως ἔγινε ἔμφοβος, κατελήφθη ἀπό μεγάλο φόβο λόγου τῆς ἀδικίας του καί τῆς καταχρήσεως τῆς ἐξουσίας.
Σήμερα ἀδελφοί μου γίναμε μάρτυρες δύο γεγονότων δύο θαυμάτων πού ἔχουν τόν ἀντίκτυπό τους. Τό ἕνα εἶναι ἡ ἀποδαιμονοποίηση μας ἀπό τίς ἁμαρτίες καί τά πάθη μας καί ἀπό τήν ἄλλη ἡ δικαία κρίσις τῆς ἀμετανοησίας μας πού ὁδηγεῖ στόν φόβο στήν ἐνοχή στήν ταραχή, στό σκότος, στήν κόλαση.
Ἄς διαλέξουμε τήν θεραπεία μας καί νά γίνουμε ἱματισμένοι καί σωφρονούντες ζώντας μέ ἀσφάλεια πού ἀλλοῦ παρά τούς πόδας τοῦ Ἰησοῦ. Χωρίς φόβο καί ἐνοχή. Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου