Κυριακή ΙΔ΄ Ματθαίου – Θεία δίκη
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ : Ματθ. κβ’ 2-14
ΘΕΙΑ ΔΙΚΗ
Ποιά δίκη; Ἡ σημερινή καταδίκη. Ἡ δίκη καί καταδίκη τῶν προσκεκλημένων τῆς παραβολῆς τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ βασιλιάς τῆς παραβολῆς τούς κάλεσε στούς γάμους τοῦ υἱοῦ του. Ἦταν ὑψίστη γι’ αὐτούς ἡ τιμή, μεγίστη ἡ εὐτυχία. Καί ἔπρεπε νά σπεύσουν∙ νά ἑτοιμασθοῦν καί νά σπεύσουν∙ λαμπροφορεμένοι νά σπεύσουν∙ νά σπεύσουν στούς γάμους καί νά χαροῦν, νά εὐφρανθοῦν, νά φάγουν, νά χορεύσουν. Καί αὐτοί ὅμως ἔκαναν τό πᾶν, γιά νά ἀποφύγουν∙ νά ἀποφύγουν καί νά κακουργήσουν.
Ἄλλοι ἀμέλησαν, λέγει ή παραβολή. Ἄλλοι τράβηξαν στίς δουλειές τους. Καί κάποιοι —τί φοβερό! — ἔπιασαν τούς ἀπεσταλμένους του βασιλιά καί τούς κατέσφαξαν. Τί νά κάνει καί ὁ βασιλιάς; Ἀμετανόητοι ἔμειναν, καί τούς τιμώρησε. «Ἀκούσας», λέγει ή παραβολή, « ὁ βασιλεὺς ἐκεῖνος ὠργίσθη, καὶ πέμψας τὰ στρατεύματα αὐτοῦ ἀπώλεσε τοὺς φονεῖς ἐκείνους καὶ τὴν πόλιν αὐτῶν ἐνέπρησε». Φόνευσε αύτούς, καί κατέκαψε τήν πόλη τους. Σκληρή καταδίκη. Ἀλλά ὅπως τούς ἄξιζε. Καί τόν ἄλλον ὅμως πού πήγε ἀτημέλητος, χωρίς ἔνδυμα γάμου καί αὐτόν τόν κατεδίκασε. «Εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον» τόν ἔριξε καί αὐτόν. Ἐπαναλαμβάνουμε. Δίκαιη καταδίκη. Θεία δίκη. Καί ποιοί περνοῦν ἀπό τήν δίκη αὐτή; Ποιοί ὑφίστανται τήν φοβερή καταδίκη;
1. Οἱ ἄθεοι καί ἀρνητές τῆς πίστεως
Καί δέν εἶναι λίγοι αὐτοί. Εἶναι πολλοί∙ πλῆθος μέγα καί δυσμέτρητο ἀπίστων καί ἀθέων. Προσφέρει καί σ’ αὐτούς τήν ἀλήθεια του ὁ Θεός, καλεῖ καί τούτους στήν Ἐπουράνιο Βασιλεία του. Πλάσματά του δέν εἶναι καί αὐτοί; Τούς συμπαθεῖ καί αὐτούς καί τούς ἀγαπᾶ καί τούς καλεῖ τώρα στήν ἁγία του Ἐκκλησία, ὅπου ἡ ἀλήθεια, ἡ ἁγιότητα καί ἡ πίστη, κι ἔπειτα στήν αἰώνια βασιλεία, ὅπου ἡ ἀτελεύτητη δόξα καί χαρά. Τούς καλεῖ, τούς φέρνει περιστάσεις νά μετανοήσουν, τούς δημιουργεῖ εὐκαιρίες νά γνωρίσουν τήν ἀλήθεια καί νά πιστεύσουν∙ τούς γνωρίζει μέ ἀνθρώπους πιστούς, μέ κήρυκες τοῦ θείου λόγου, γιά νά βροῦν καθοδήγηση, νά ἀκούσουν ἀπό τό στόμα τους τήν δική Του ἐ- ξόχως τιμητική πρόσκληση: «δεῦτε εἰς τοὺς γάμους». Ἕτοιμα τά πάντα, ἕτοιμοι καί οἱ γάμοι. Ἐλᾶτε λοιπόν. Ἐλᾶτε νά μετανοήσετε, ἀλλάζοντας τρόπο ζωῆς. Ἐλᾶτε νά πιστεύσετε. Ἐλᾶτε νά χαρεῖτε μέσα στό φῶς τῆς θείας ἀλήθειας. Πόσοι δέν ἀκούουν τό κήρυγμα αὐτο ἤ τό διαβάζουν στά χριστιανικά ἔντυπα καί βιβλία; Δυστυχῶς ὅμως ἀρνοῦνται νά πιστεύσουν καί νά σωθοῦν. Βαπτίσθηκαν κάποτε, καί κόβουν ἔπειτα τόν δεσμόν τους μέ τήν Ἐκκλησία. Κυριεύονται ἀπό τήν ὕλη καί τήν σάρκα. Παραδίδονται στήν λατρεία τοῦ μαμμωνᾶ. Καί καταντοῦν ἄπιστοι ὑλιστές καί σαρκολάτρες, καταντοῦν ἀρνητές. Δέν θέλουμε τόν Θεό, λέγουν, δέν τόν ἔχουμε ἀνάγκη! Βαπτισθήκαμε Χριστιανοί, ἀλλά δέν ἐχουμε καιρό γιά ἐκκλησία καί κοινωνία καί προσευχή. Ἄλλωστε δέν τά πιστεύουμε αὐτά καί γι’ αὐτό δέν τά ἄκολουθοϋμε. Αὐτοί εἶναι οἱ πρώτοι. Οἱ ἄθεοι κι ἀδιάφοροι στήν κλήση τοῦ Θεοῦ.
2. Οἱ ἐχθροί καί διώκτες
Χειρότεροι ἀπό τούς πρώτους αὐτοι. Λαμβάνουν καί αὐτοί τήν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ, ὅπως καί ἐκεῖνοι. Ἀκούουν καί αὐτοί ἀπό τό στόμα τῶν ἀπεσταλμένων τοῦ Θεοῦ τό «δεῦτε εἰς τοὺς γάμους». Ἀλλά θρασύτεροι τῶν πρώτων προχωροῦν ἀπό τήν ἀπιστία στήν ἀσέβεια καί ἀπό τήν ἄρνηση στήν κακουργία. Φαῦλοι στόν βίο καί παράνομοι, ἀκόλαστοι καί πονηροί στήν διάθεση καί τήν καρδιά, μυκτηρίζουν τήν κλήση, ἐμπαίζουν τά θεῖα, καταπατοῦν τά ὅσια, τά ἱερά. Μόνον αὐτά; Αὐτοί ψεύδονται ἀναιδῶς κατά τῶν κηρύκων τοῦ Εὐαγγελίου. Αὐτοί διαβάλλουν, διώκουν, συκοφαντοῦν. Αὐτοι ὁπλισμένοι μέ ἄσβεστο πάθος καί μέ μίσος ἄσπονδο κατά τοῦ Θεοῦ καί τῆς ἁγίας του Ἐκκλησίας, διώκουν ὕπουλα, καταγγέλλουν μέ ἐμπάθεια, στιγματίζουν μέ δόλο, ἐκτοπίζουν καί φυλακίζουν καί κάνουν τό πᾶν γιά νά ἐξοντώσουν κάθε τίμιο καί πιστό Χριστιανό πού τούς ὑπενθυμίζει τήν κλήση καί ἀποστολή τους, κάθε διδάσκαλο τῆς Ἐκκλησίας πού τούς ἐλέγχει τόν ἄνομο βίο καί τούς καλεῖ ἐν ὀνόματι τοῦ ἁγίου Θεοῦ σέ μετάνοια καί ἅγιο βίο καί σωτηρία. Τά ἔκαναν τότε οἱ ἀπιστοῦντες Ἰουδαῖοι φυλακίζοντας καί θανατώνοντας καί σταυρώνοντας προφήτες καί ἀποστόλους. Συνέχισαν ἔπειτα οἱ διῶκτες τοῦ Χριστιανισμοῦ σύροντας σέ φυλακές καί ὅλων τῶν εἰδῶν τά μαρτύρια τούς ὁμολογητές τῆς πίστεως καί κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου. Συνεχίζουν σήμερα ὅλοι οἱ ἄνομοι καί πονηροί πού κατέχουν δύναμη καί ἐξουσία καί ἰσχύ. Τί νά τούς κάνει αὐτούς ὁ Θεός; Καθώς είναι σκληροκάρδιοι, μένουν ἀμετανόητοι. Νά τούς πάρει στήν Βασιλεία Του; Ἀνάξιοι εἶναι. Ἀνάξιοι τῆς Βασιλείας καί ἄξιοι κολάσεως αἰώνιου. Ἐκεῖ θά καταλήξουν.
3. Οἱ πιστοί τῶν ἐξωτερικῶν τύπων καί τῆς θεωρίας
Ἄλλη κατηγορία αὐτοί. Πιστεύουν, ἀλλά δέν μετανοοῦν, δέν ἀλλάζουν βίο, δέν διορθώνονται. Ἐκκλησιάζονται, ἀλλά δέν μεταβάλλονται. Κοινωνοῦν, χωρίς ὅμως νά ἐξομολογηθοῦν. Νηστεύουν. Ἀλλά καί κλέβουν. Βοηθοῦν, ἀλλά καί ἀδικοῦν. Μελετοῦν τήν Γραφή. Δέν συγκινοῦνται ὅμως ἀπό αὐτή. Διαβάζουν βιβλία θεολογικά ἀλλά ἡ ζωή τους παραμένει ἄγευστη θείας χάριτος. Γνωρίζουν τοῦ Θεοῦ τίς ἐντολές. Δέν ἐκτελοῦν ὅμως τίποτε ἀπό αὐτές. Εἶναι οἱ Χριστιανοί τῆς θεωρίας, ὄχι τῆς ἐργασίας. Οἱ ἄνθρωποι τῶν λόγων, ὄχι τῶν ἔργων. Τυπολάτρες καί ὄχι Χριστολάτρες. Ἀκοῦν καί δέν ἐφαρμόζουν. Μένουν κατ’ οὐσίαν ξένοι πρός τόν Χριστό, ξένοι πρός τήν Ἐκκλησία, ξένοι πρός τήν θεία Χάρη, ἀμετανόητοι, ἀδιόρθωτοι, ἄκαταρτιστοι, χωρίς ἀγάπη, χωρίς ἀρετή, χωρίς ἁγιότητα, χωρίς πράξεις καί ἔργα χριστιανικῆς ζωῆς. Ἔτσι ζοῦν καί ἔτσι ἀποθνήσκουν. Ζοῦν χωρίς ἀρετή καί ἀποθνήσκουν χωρίς ἔνδυμα γάμου. Τούς τό προσέφερε σ’ ὅλη τους τήν ζωή ὁ Θεός καί αὐτοί ἀρνοῦνταν νά τό δεχθοῦν. Φεύγουν, λοιπόν, γυμνοί, ἔρημοι ἀπό ἀρετή, ἐλεεινοί. Πῶς νά εἰσέλθουν στήν αἴθουσα τῶν γάμων; Γι’ αὐτό καί ἐπετίμησε ὁ βασιλιάς τῆς παραβολῆς αὐτόν πού δέν εἶχε τό ἔνδυμα τοῦ γάμου. Τόν ἤλεγξε καί τόν ἔριξε «εἰς τό σκότος τό ἐξώτερον». Τί τρομερή καταδίκη!
Χριστιανοί, νά φοβηθοῦμε τήν θείαν δίκη, καί οὔτε ἄπιστοι, οὔτε ἐχθροί, οὔτε ἁπλῶς τῶν τύπων Χριστιανοί νά καταντήσουμε. Ἀλλά πιστοί∙ πιστοί καί θερμοί∙ πιστοί καί στόν Χριστόν μας τελείως ἀφοσιωμένοι. Τοῦτο θά μᾶς σώσει καί θά μᾶς ὁδηγήσει στούς βασιλικούς γάμους τῆς οὐρανίου Βασιλείας.
Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου