Κυριακὴ Δεκατη Ἕκτη (Β΄ Κορινθ. στ΄1-10)
5 Φεβρουαρίου 1967
Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,
Τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα εἶναι, καθὼς καὶ τὸ ἀκούσαμε πρὶν ἀπὸ λίγο, περικοπὴ ἀπὸ τὴ δεύτερη πρὸς Κορινθίους ἐπιστολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Ὅπως κι ἄλλη φορὰ τὸ εἴπαμε, ὁ θεόπνευστος λόγος τοῦ Ἀποστόλου εἶναι πάντα πυκνὸς καὶ τὸ ὕφος του σ\' ἐτούτη τὴν ἐπιστολὴ παρὰ στὶς ἄλλες εἶναι περισσότερο προσωπικό, γι\' αὐτὸ καὶ δύσκολα μποροῦμε νὰ παρακολουθήσουμε τὴ συνέχεια τοῦ λόγου καὶ νὰ βαθύνουμε στὰ νοήματά του. Ἂς προσπαθήσουμε ὅμως καὶ τώρα νὰ ἀποδώσουμε ὅσο μᾶς εἶναι δυνατὸ πιὸ πιστὰ καὶ πιὸ ζωντανὰ στὴ γλώσσα μας τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ κείμενο.
Ἀδελφοί, ἐπειδὴ ἐμεῖς οἱ Ἀπόστολοι συνεργοῦμε στὴ σωτηρία σας, γι\' αὐτὸ καὶ παρακαλοῦμε νὰ μὴν πάη ἄδικα σὲ σᾶς ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ποὺ δεχθήκατε. Λέγει δὲ ἡ Γραφὴ· «Στὸν καιρὸ τὸν κατάλληλο ἔσκυψα καὶ σὲ ἄκουσα καὶ στὴν ἡμέρα ποὺ ἦταν γιὰ νὰ σωθῆς σὲ βοήθησα». Νά, τώρα εἶναι αὐτὸς ὁ κατάλληλος καιρός· νά, τώρα εἶναι αὐτὴ ἡ ἡμέρα τῆς σωτηρίας. Συνεργοῦμε λοιπὸν καὶ παρακαλοῦμε, καὶ νὰ πῶς. Δὲν δίνομε σὲ κανέναν τὴν παραμικρὴ ἀφορμή, γιὰ νὰ μὴν κατηγορηθῆ τὸ ἔργο τοῦ κηρύγματος, ἀλλὰ σὲ ὅλα παρουσιάζουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ ἀποδείχνουμε πὼς εἴμαστε ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ, μὲ πολλὴ ὑπομονή, μὲ στερήσεις, μὲ στενοχώριες, μὲ ξύλο, μὲ φυλακές, μὲ μετακινήσεις ἐδῶ ἐκεῖ χωρὶς σταμάτημα, μὲ κόπους, μὲ ἀγρυπνίες, μὲ πείνα, μὲ ἁγνότητα, μὲ φρόνηση, μὲ μακροθυμία, μὲ καλωσύνη, μὲ πνεῦμα ἅγιο, μὲ ἀγάπη ἀνυπόκριτη, μὲ τὸ λόγο τῆς ἀλήθειας, μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, μὲ τὰ ὅπλα τῆς δικαιοσύνης τὰ δεξιὰ καὶ τὰ ἀριστερά, μὲ δόξα καὶ μὲ ἀτιμία, μὲ κακὴ καὶ μὲ καλὴ φήμη· σὰν ἀπατεῶνες καὶ σὰν εἰλικρινεῖς, σὰν τελείως ἄγνωστοι καὶ σὰν πολὺ γνωστοί, σὰν καὶ νὰ πεθαίνουμε κι ὅμως νὰ ποὺ ἐμεῖς βρισκόμαστε στὴ ζωὴ· σὰν καὶ νὰ πνιγώμαστε στὴ λύπη, ἐνῶ ἐμεῖς εἴμαστε πάντα γεμάτοι χαρά· σὰν φτωχοί, ἐνῶ ἀπὸ μᾶς πολλοὶ γίνονται πλούσιοι· σὰν καὶ νὰ μὴν ἔχουμε τίποτα, ἐνῶ ἐμεῖς κατέχουμε τὰ πάντα.
Μιλάει λοιπὸν σήμερα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὁ μακάριος Παῦλος γιὰ τὸ ἔργο καὶ γιὰ τὴ θέση τῶν Ἀποστόλων στὸν κόσμο. Γιὰ ἕνα ἔργο, ποὺ σὰν αὐτὸ μεγάλο δὲν εἶν\' ἄλλο. Τί παραπάνω ἀπὸ τὸ νὰ εἶσαι συνεργάτης τοῦ Θεοῦ στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων; Καὶ γιὰ μία θέση, ποὺ σὰν αὐτὴ πιὸ δύσκολη δὲν εἶν\' ἄλλη. Ποιὸς ἀντέχει σ\' ὅλες τὶς δυσκολίες καὶ ποιὸς νικάει ὅλα τὰ ἐμπόδια, ὅπου γι\' αὐτὰ μιλάει σήμερα καὶ γράφει ὁ Ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ; Δὲν πρόκειται βέβαια γιὰ σωματικὴ ἀντοχή, γιατί αὐτὸ εἶναι τὸ λιγώτερο καὶ τὸ τελευταῖο, ὅπου δὲν τὸ ἔχουν ὅλοι οἱ Ἅγιοι καὶ ὅπου περισσότερο ἀπ\' ὅλους δὲν τὸ εἶχε ὁ ἅγιος Παῦλος. Πρόκειται γιὰ εὐψυχία, γιὰ συνείδηση χρέους, γιὰ συναίσθηση εὐθύνης, γιὰ πνεῦμα αὐταπαρνήσεως καὶ θυσίας, γιὰ πίστη στὸ Χριστὸ καὶ στὴν Ἀνάσταση. Χωρὶς αὐτὲς τὶς ἐσωτερικὲς δυνάμεις Ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ καὶ ποιμένας τῆς Ἐκκλησίας δὲν γίνεται. Κι ὅλες αὐτὲς πάλι δὲν εἶναι ἀνθρώπινες δυνάμεις, μὰ εἶναι καρποφορία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸν ἀγρὸ τῆς ἀνθρώπινης προαιρέσεως. Οἱ Ἅγιοι δὲν εἶναι ἁπλῶς ὅ,τι λέμε δυνατοὶ ἄνθρωποι, μὰ εἶναι πήλινα σκεύη τοῦ δυνατοῦ Θεοῦ. Μελετώντας τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ κείμενο, ξαναθυμώμαστε τὶς ἀφορμὲς ποὺ εἶχε ὁ Ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ γράφη ἔτσι στοὺς Χριστιανοὺς τῆς Κορίνθου, καθὼς τὸ ξέρουμε ἀπὸ τὶς δύο ἐπιστολὲς πρὸς Κορινθίους ποὺ ἔχουμε στὴν Καινὴ Διαθήκη. Ἐπειδὴ βέβαια ὁ Ἀπόστολος, καθὼς καὶ ὅλοι οἱ θεόπνευστοι συγγραφεῖς τῆς Ἁγίας Γραφῆς, δὲν ἔγραφε γιὰ νὰ γράψη, μὰ γιατί κάποια σπουδαῖα ζητήματα ἀπασχολοῦσαν τὶς Ἐκκλησίες τοῦ Θεοῦ. Γιατί δὲν ἔφθαναν οἱ κόποι γιὰ νὰ ἱδρυθῆ μόνο μία Ἐκκλησία, ἦταν ἀνάγκη καὶ νὰ ὀργανωθῆ καὶ χρειαζότανε πολλὴ φροντίδα, γιὰ νὰ μποῦν σὲ σειρὰ καὶ τάξη ἐκκλησιαστικὴ ἄνθρωποι ποὺ ἔφερναν μαζί τους πολλὲς κακὲς συνήθειες ἀπὸ τὴν προηγούμενη ζωή τους καὶ ποὺ πρὶν ἀπ\' ὅλα εἶχαν τὴν κακὴ παράδοση τοῦ κομματισμοῦ καὶ ἦσαν καὶ τώρα χωρισμένοι σὲ φατρίες, σὲ σημεῖο ποὺ νὰ φθάνουν μερικοὶ νὰ μὴν ἀναγνωρίζουνε τὸν Παῦλο γιὰ ἀληθινὸ Ἀπόστολο τοῦ Χριστοῦ.
Ἐκεῖνος, γιὰ νὰ στηρίξη τὸ ἀποστολικό του ἀξίωμα, ἀναγκαζότανε νὰ παρακαλῆ καὶ νὰ ἀπολογῆται, καὶ πάσχιζε μὲ κάθε τρόπο νὰ τοὺς δώση νὰ καταλάβουν ποιὸ εἶναι τὸ γνήσιο χριστιανικὸ πνεῦμα, ποιὸ εἶναι τὸ ἔργο τῶν ἀληθινῶν Ἀποστόλων καὶ ποιὰ εἶναι ἡ θέση τους στὸν κόσμο, καὶ τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν χριστιανῶν γενικά. Γιατί καὶ σὲ κεῖνο τὸν καιρὸ καὶ πάντα οἱ πιὸ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους προσέχουνε καὶ θαυμάζουν ὅ,τι βλέπουν στὴν ἐπιφάνεια, καὶ δὲν ἔχουν τὴ δύναμη, γιατί τοὺς λείπει ἡ διάθεση, νὰ βαθύνουνε στὴν οὐσία καὶ στὴν ἀλήθεια τῶν πραγμάτων. Ἔρχονται ὕστερα οἱ δημαγωγοί, εἴτε πολιτικοὶ εἴτε ἐκκλησιαστικοὶ εἶναι αὐτοί, καὶ τοὺς κερδίζουν μὲ φανταχτεροὺς τρόπους καὶ μὲ παχιὰ λόγια, κι αὐτοὶ τότε ἀφήνουνε τοὺς γνήσιους ἀποστόλους, παρατοῦνε τοὺς πραγματικοὺς ποιμένας, διώχνουνε τοὺς ἀληθινοὺς ἡγέτες καὶ τρέχουνε πίσω ἀπὸ κείνους ποὺ καπηλεύουνε κάθε ἱερὸ καὶ ὅσιο· τὴν ἐλευθερία, τὴ δικαιοσύνη, τὴν εἰρήνη, τὴν πίστη κι ὅλα τὰ ἰδανικά.
Οἱ ἀληθινοὶ τότε ἀπόστολοι καὶ ποιμένες τοῦ λαοῦ βρίσκονται σὲ δύσκολη θέση, γιατί αὐτοὶ δὲν ξέρουν καὶ δὲν θέλουνε νὰ χρησιμοποιήσουν τὰ μέσα τῶν δημαγωγῶν. Τότε λοιπὸν ὁπλίζονται μὲ πολλὴ πίστη καὶ μὲ μεγάλη ὑπομονὴ καὶ παρακαλοῦν. Αὐτὸ τὸ «παρακαλοῦμεν», ποὺ γράφει ὁ Ἀπόστολος, εἶναι πιὸ ἀνδρεῖο καὶ πιὸ δυνατὸ ἀπ\' ὅλες τὶς διαταγὲς καὶ τοὺς δικτατορικοὺς ἐξαναγκασμούς, εἴτε τῶν καισάρων εἴτε τοῦ ὄχλου. Γιατί δὲν εἶναι μόνο οἱ καίσαρες ποὺ ἐξαναγκάζουν δικτατορικά τοὺς λαούς, εἶναι καὶ οἱ λαοί, ποὺ ὅταν μεταπέσουν σὲ ὄχλους, ἐπιβάλλουνε τοὺς δικτατορικοὺς των ἐξαναγκασμούς.
Μὰ δὲν ὑπάρχει ἀλήθεια, ἱερώτερη ἀποστολὴ καὶ μεγαλύτερη ἐξουσία καὶ δύναμη παρὰ νὰ συνεργάζεσαι μὲ τὸ Θεὸ γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, κι ὅταν πολλοὶ γύρω τοὺς ἐξαπατοῦν, ἐσὺ νὰ τοὺς παρακαλῆς γιὰ νὰ καταλάβουν τὸ ἀληθινό τους συμφέρον. Ἐδῶ πιὰ δὲν σοῦ χρειάζονται τὰ ὑλικὰ καὶ ἐγκόσμια μέσα, ὅπου μ\' αὐτὰ ἐπιβάλλονται τὰ ἐγκόσμια καθεστῶτα, γιατί ἔχεις βοηθὸ καὶ συνεργό σου τὸ Θεὸ καὶ γιατί δὲν πᾶς νὰ ἐπιβληθῆς, μὰ νὰ ἔχης τὴν ἐλεύθερη συγκατάθεση τῶν ἀνθρώπων.
Ὅμως, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, oἱ ἀληθινοὶ ἀπόστολοι καὶ οἱ γνήσιοι ποιμένες, ὄχι μόνο παρακαλοῦν μὰ καὶ ἀπολογοῦνται. Χαρὰ τους τὸ ἔχουν νὰ βρεθοῦνε στὴν ἀνάγκη ν\' ἀπολογηθοῦν, ἂν καὶ ὅ,τι ἔχουν γιὰ νὰ ποῦν τὸ λένε μὲ πολὺν κόπο. Μία ἀπολογία τοῦ Ἀποστόλου εἶναι καὶ ἡ σημερινὴ περικοπὴ στὴ συνέχεια της μετὰ ἀπὸ τὰ πρῶτα λόγια. Καὶ βλέπουμε σὲ τούτη τὴν ἀπολογία τί, μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, εἶναι οἱ ἀληθινοὶ ἀπόστολοι καὶ πῶς φαίνονται στὰ μάτια τοῦ κόσμου. Αὐτὸς ὁ κόσμος, καὶ τότε ποὺ γράφει ὁ Ἀπόστολος καὶ τώρα, δὲν εἶναι μόνο οἱ ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ἄνθρωποι, οἱ ἐθνικοὶ καὶ οἱ εἰδωλολάτρες, οἱ ἄθεοι καὶ οἱ ἀντίχριστοι. Εἶναι πολλὲς φορὲς καὶ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ μπήκανε στὴν ἱερὴ μάνδρα τοῦ Χριστοῦ καὶ κουβαλᾶνε μαζί τους πολλὲς κακίες τοῦ ἔξω κόσμου καὶ δὲν κατάλαβαν ἀκόμα τί πνεῦμα καὶ τί νοοτροπία πρέπει νὰ \'χουν οἱ χριστιανοί. Οἱ ἔξω στ\' ἀλήθεια ποτὲ δὲν βλάφτουν, γιατί ὅσο αὐτοὶ διώκουνε τόσο καὶ δοξάζεται ἡ Ἐκκλησία. Μὰ οἱ μέσα κάνουν πάντα μεγάλη ζημία καὶ καταστροφή, γιατί γίνονται αἰτία νὰ διχάζεται καὶ νὰ διαιρῆται ἡ Ἐκκλησία, ὅταν φθάνουν ν\' ἀρνιοῦνται τὴ θέση καὶ τὴν πνευματικὴ ἐξουσία τῶν ποιμένων. Τότε ὅλα γίνονται ἀνωκάτω, χάνεται ἡ τάξη, ἡ πειθαρχία καὶ ἡ ἑνότητα καὶ διαλύεται ἡ Ἐκκλησία. Τότε γιὰ τοὺς ἀληθινοὺς ποιμένας δὲν μένει ἄλλο παρὰ νὰ παρακαλοῦν καὶ νὰ ἀπολογοῦνται, καὶ δὲν ὑπάρχει ἄλλη γλώσσα ἀπὸ τούτη ποὺ μιλάει σήμερα ὁ Ἀπόστολος, καὶ ποὺ μακάρι νὰ ἦταν στὴν εὐχάριστη θέση νὰ τὴν μιλᾶνε πάντα ὅλοι οἱ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας, μὲ τὴν ἴδια παρρησία καὶ μὲ τὰ ἴσα δικαιώματα ποὺ τὴν μιλοῦσε ὁ μακάριος Παῦλος. Ὁ ἀληθινὸς ποιμένας, ποὺ καὶ τὴν ἀποστολὴ του ξέρει καὶ τὸ ἔργο του ἀγαπᾶ, ποὺ καὶ τὶς εὐθύνες του αἰσθάνεται καὶ τὸ λαὸ πονάει, ποὺ καὶ γιὰ τὰ δικά του ἁμαρτήματα κλαίει καὶ γιὰ τοῦ λαοῦ τὰ ἁγνοήματα λυπᾶται, ὁ ἀληθινὸς λοιπὸν ποιμένας τῆς Ἐκκλησίας τὴν ἴδια γλώσσα ἔχει νὰ μιλήση καὶ σήμερα πρὸς τοὺς ἐσωτερικὰ ἀπειθάρχητους κι ἐξωτερικὰ σκαιοὺς ἀνθρώπους, παίρνοντας τὰ λόγια του ἀπὸ τὴ γραφὴ τοῦ Ἀποστόλου.
Ἀγαπητέ μου ἀδελφέ, ξέρω τί σοῦ λένε ἐκεῖνοι ποὺ σὲ ξεσηκώνουν, ὅποιοι κι ἂν εἶναι αὐτοὶ κι ὅποια μέσα κι ἂν χρησιμοποιοῦν. Σὲ ὅσα σοῦ λένε ἐκεῖνοι ἐγὼ ἕνα ἔχω νὰ σοῦ πῶ, πὼς ἂν καὶ ἀνάξιος, εἶμαι συνεργάτης τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία σου, καὶ στοὺς τρόπους ποὺ χρησιμοποιοῦν ἐκεῖνοι, ἐγὼ ἕναν τρόπο ἔχω· νὰ σὲ παρακαλῶ. Ἐσὺ μὲ βρίζεις καὶ μὲ λοιδορεῖς· ἐγὼ σὲ παρακαλῶ. Ἐσὺ μὲ κατηγορεῖς καὶ μὲ δυσφημεῖς· ἐγὼ σὲ παρακαλῶ. Ἐσύ μοῦ ἀρνιέσαι πὼς εἶμαι πατέρας σου· ἐγὼ σὲ ξέρω γιὰ παιδί μου καὶ σὲ παρακαλῶ. Ἐσὺ ξυπάζεσαι ἀπὸ τὸ θόρυβο καὶ τὶς φωνὲς ἐκείνων ποὺ γαυριοῦν καὶ λαλοῦν ὑπέρογκα, ἐγὼ φοβοῦμαι καὶ σὲ παρακαλῶ. Σὲ παρακαλῶ γιὰ τὴ σωτηρία σου, ποὺ εἶναι καὶ σωτηρία μου, γιατί ἐγὼ ἐλπίζω πὼς ὅταν ἐσὺ σωθῆς, μαζί σου σώζομαι κι ἐγώ, γιατί δὲν θ\' ἀρνηθῆ τὸ ἔλεός του ὁ Θεὸς καὶ σὲ μένα τὸν ταπεινὸ κι ἁμαρτωλὸ συνεργάτη του.
Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,
Σὰν ἀλλιώτικο ἀκούγεται τὸ σημερινό μας κήρυγμα. Ἀσυνήθιστα καὶ λίγο σκληρὰ εἶναι τὰ λόγια μου σήμερα. Σκληρὰ περισσότερο γιὰ μένα καὶ λιγώτερο γιὰ σᾶς. Μὰ ἐγὼ κρίνω πὼς καὶ τὸ ἀποστολικὸ κείμενο καὶ ἡ κρισιμότητα τῶν καιρῶν ἔτσι μοῦ ἐπιβάλλουν νὰ σᾶς μιλήσω. Ἐδῶ ποὺ ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας ἔφθασαν τὰ πράγματα καὶ στὸν τόπο μας καὶ στὴν Ἐκκλησία μας, δὲν ξέρω τί ἐγὼ πρέπει νὰ σᾶς πῶ καὶ τί ἐσεῖς πρέπει νὰ περιμένετε ν\' ἀκούσετε ἀπὸ μένα. Τὸ κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας μιὰ γλώσσα ξέρει, τὴ γλώσσα τῆς ἀλήθειας· κι εἶναι ἀνάγκη πάντα, μὰ πιὸ πολὺ σήμερα, ν\' ἀκούγεται ἡ ἀλήθεια. Μὰ ὄχι βέβαια ὅπως τὸ κάνουν κάποιοι πού, ὅταν φωνάζουν καὶ γκρεμίζουν, θαρροῦνε πὼς λένε τὴν ἀλήθεια. Γιατί ὁ λόγος ποὺ γκρεμίζει δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ ἀλήθεια, ἐπειδὴ ἡ ἀλήθεια, ἡ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι λόγος παρακλήσεως καὶ οἰκοδομῆς. Στὸν καιρὸ μας κάμποσοι ποὺ τὸ ἔκαμαν δουλειά τους νὰ φωνάζουν, θέλουνε νὰ περάσουν γιὰ ἄνθρωποι πνευματικοί, ὅμως λαλοῦνε ὑπέρογκα καὶ ἄμετρα καὶ ἀντίθετα ἀπ\' ὅ,τι μιλάει ὁ Ἀπόστολος σήμερα. Μὰ ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος, καθὼς τὸ λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης, εἶναι ἄνθρωπος διακρίσεως. Ὅποιος λοιπὸν φωνάζει χωρὶς διάκριση, δὲν μιλάει τὴ γλώσσα τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ σὰν γλώσσα τῆς ἀλήθειας, εἶναι γλώσσα διακρίσεως. Ἂν εἶναι νὰ φωνάξω καὶ νὰ ἐλέγξω τὰ βάζω πρῶτα μὲ τὸν ἑαυτό μου κι ἐλέγχω τὴ συνείδησή μου· κι ἂν εἶναι νὰ σᾶς πῶ δύο λόγια, φροντίζω αὐτὰ νὰ εἶναι λόγια οἰκοδομῆς.
Παρακαλῶ λοιπόν, χριστιανοί μου, παρακαλῶ κι ἐγὼ μαζὶ μὲ τὸν Ἀπόστολο τοῦ Χριστοῦ σήμερα· κρατῆστε καὶ θυμώσαστε ἐτοῦτα τὰ λόγιά μου καὶ ἔχετε τὴν εὐλογία καὶ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν.
5 Φεβρουαρίου 1967
Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,
Τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα εἶναι, καθὼς καὶ τὸ ἀκούσαμε πρὶν ἀπὸ λίγο, περικοπὴ ἀπὸ τὴ δεύτερη πρὸς Κορινθίους ἐπιστολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Ὅπως κι ἄλλη φορὰ τὸ εἴπαμε, ὁ θεόπνευστος λόγος τοῦ Ἀποστόλου εἶναι πάντα πυκνὸς καὶ τὸ ὕφος του σ\' ἐτούτη τὴν ἐπιστολὴ παρὰ στὶς ἄλλες εἶναι περισσότερο προσωπικό, γι\' αὐτὸ καὶ δύσκολα μποροῦμε νὰ παρακολουθήσουμε τὴ συνέχεια τοῦ λόγου καὶ νὰ βαθύνουμε στὰ νοήματά του. Ἂς προσπαθήσουμε ὅμως καὶ τώρα νὰ ἀποδώσουμε ὅσο μᾶς εἶναι δυνατὸ πιὸ πιστὰ καὶ πιὸ ζωντανὰ στὴ γλώσσα μας τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ κείμενο.
Ἀδελφοί, ἐπειδὴ ἐμεῖς οἱ Ἀπόστολοι συνεργοῦμε στὴ σωτηρία σας, γι\' αὐτὸ καὶ παρακαλοῦμε νὰ μὴν πάη ἄδικα σὲ σᾶς ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ποὺ δεχθήκατε. Λέγει δὲ ἡ Γραφὴ· «Στὸν καιρὸ τὸν κατάλληλο ἔσκυψα καὶ σὲ ἄκουσα καὶ στὴν ἡμέρα ποὺ ἦταν γιὰ νὰ σωθῆς σὲ βοήθησα». Νά, τώρα εἶναι αὐτὸς ὁ κατάλληλος καιρός· νά, τώρα εἶναι αὐτὴ ἡ ἡμέρα τῆς σωτηρίας. Συνεργοῦμε λοιπὸν καὶ παρακαλοῦμε, καὶ νὰ πῶς. Δὲν δίνομε σὲ κανέναν τὴν παραμικρὴ ἀφορμή, γιὰ νὰ μὴν κατηγορηθῆ τὸ ἔργο τοῦ κηρύγματος, ἀλλὰ σὲ ὅλα παρουσιάζουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ ἀποδείχνουμε πὼς εἴμαστε ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ, μὲ πολλὴ ὑπομονή, μὲ στερήσεις, μὲ στενοχώριες, μὲ ξύλο, μὲ φυλακές, μὲ μετακινήσεις ἐδῶ ἐκεῖ χωρὶς σταμάτημα, μὲ κόπους, μὲ ἀγρυπνίες, μὲ πείνα, μὲ ἁγνότητα, μὲ φρόνηση, μὲ μακροθυμία, μὲ καλωσύνη, μὲ πνεῦμα ἅγιο, μὲ ἀγάπη ἀνυπόκριτη, μὲ τὸ λόγο τῆς ἀλήθειας, μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, μὲ τὰ ὅπλα τῆς δικαιοσύνης τὰ δεξιὰ καὶ τὰ ἀριστερά, μὲ δόξα καὶ μὲ ἀτιμία, μὲ κακὴ καὶ μὲ καλὴ φήμη· σὰν ἀπατεῶνες καὶ σὰν εἰλικρινεῖς, σὰν τελείως ἄγνωστοι καὶ σὰν πολὺ γνωστοί, σὰν καὶ νὰ πεθαίνουμε κι ὅμως νὰ ποὺ ἐμεῖς βρισκόμαστε στὴ ζωὴ· σὰν καὶ νὰ πνιγώμαστε στὴ λύπη, ἐνῶ ἐμεῖς εἴμαστε πάντα γεμάτοι χαρά· σὰν φτωχοί, ἐνῶ ἀπὸ μᾶς πολλοὶ γίνονται πλούσιοι· σὰν καὶ νὰ μὴν ἔχουμε τίποτα, ἐνῶ ἐμεῖς κατέχουμε τὰ πάντα.
Μιλάει λοιπὸν σήμερα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὁ μακάριος Παῦλος γιὰ τὸ ἔργο καὶ γιὰ τὴ θέση τῶν Ἀποστόλων στὸν κόσμο. Γιὰ ἕνα ἔργο, ποὺ σὰν αὐτὸ μεγάλο δὲν εἶν\' ἄλλο. Τί παραπάνω ἀπὸ τὸ νὰ εἶσαι συνεργάτης τοῦ Θεοῦ στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων; Καὶ γιὰ μία θέση, ποὺ σὰν αὐτὴ πιὸ δύσκολη δὲν εἶν\' ἄλλη. Ποιὸς ἀντέχει σ\' ὅλες τὶς δυσκολίες καὶ ποιὸς νικάει ὅλα τὰ ἐμπόδια, ὅπου γι\' αὐτὰ μιλάει σήμερα καὶ γράφει ὁ Ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ; Δὲν πρόκειται βέβαια γιὰ σωματικὴ ἀντοχή, γιατί αὐτὸ εἶναι τὸ λιγώτερο καὶ τὸ τελευταῖο, ὅπου δὲν τὸ ἔχουν ὅλοι οἱ Ἅγιοι καὶ ὅπου περισσότερο ἀπ\' ὅλους δὲν τὸ εἶχε ὁ ἅγιος Παῦλος. Πρόκειται γιὰ εὐψυχία, γιὰ συνείδηση χρέους, γιὰ συναίσθηση εὐθύνης, γιὰ πνεῦμα αὐταπαρνήσεως καὶ θυσίας, γιὰ πίστη στὸ Χριστὸ καὶ στὴν Ἀνάσταση. Χωρὶς αὐτὲς τὶς ἐσωτερικὲς δυνάμεις Ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ καὶ ποιμένας τῆς Ἐκκλησίας δὲν γίνεται. Κι ὅλες αὐτὲς πάλι δὲν εἶναι ἀνθρώπινες δυνάμεις, μὰ εἶναι καρποφορία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸν ἀγρὸ τῆς ἀνθρώπινης προαιρέσεως. Οἱ Ἅγιοι δὲν εἶναι ἁπλῶς ὅ,τι λέμε δυνατοὶ ἄνθρωποι, μὰ εἶναι πήλινα σκεύη τοῦ δυνατοῦ Θεοῦ. Μελετώντας τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ κείμενο, ξαναθυμώμαστε τὶς ἀφορμὲς ποὺ εἶχε ὁ Ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ γράφη ἔτσι στοὺς Χριστιανοὺς τῆς Κορίνθου, καθὼς τὸ ξέρουμε ἀπὸ τὶς δύο ἐπιστολὲς πρὸς Κορινθίους ποὺ ἔχουμε στὴν Καινὴ Διαθήκη. Ἐπειδὴ βέβαια ὁ Ἀπόστολος, καθὼς καὶ ὅλοι οἱ θεόπνευστοι συγγραφεῖς τῆς Ἁγίας Γραφῆς, δὲν ἔγραφε γιὰ νὰ γράψη, μὰ γιατί κάποια σπουδαῖα ζητήματα ἀπασχολοῦσαν τὶς Ἐκκλησίες τοῦ Θεοῦ. Γιατί δὲν ἔφθαναν οἱ κόποι γιὰ νὰ ἱδρυθῆ μόνο μία Ἐκκλησία, ἦταν ἀνάγκη καὶ νὰ ὀργανωθῆ καὶ χρειαζότανε πολλὴ φροντίδα, γιὰ νὰ μποῦν σὲ σειρὰ καὶ τάξη ἐκκλησιαστικὴ ἄνθρωποι ποὺ ἔφερναν μαζί τους πολλὲς κακὲς συνήθειες ἀπὸ τὴν προηγούμενη ζωή τους καὶ ποὺ πρὶν ἀπ\' ὅλα εἶχαν τὴν κακὴ παράδοση τοῦ κομματισμοῦ καὶ ἦσαν καὶ τώρα χωρισμένοι σὲ φατρίες, σὲ σημεῖο ποὺ νὰ φθάνουν μερικοὶ νὰ μὴν ἀναγνωρίζουνε τὸν Παῦλο γιὰ ἀληθινὸ Ἀπόστολο τοῦ Χριστοῦ.
Ἐκεῖνος, γιὰ νὰ στηρίξη τὸ ἀποστολικό του ἀξίωμα, ἀναγκαζότανε νὰ παρακαλῆ καὶ νὰ ἀπολογῆται, καὶ πάσχιζε μὲ κάθε τρόπο νὰ τοὺς δώση νὰ καταλάβουν ποιὸ εἶναι τὸ γνήσιο χριστιανικὸ πνεῦμα, ποιὸ εἶναι τὸ ἔργο τῶν ἀληθινῶν Ἀποστόλων καὶ ποιὰ εἶναι ἡ θέση τους στὸν κόσμο, καὶ τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν χριστιανῶν γενικά. Γιατί καὶ σὲ κεῖνο τὸν καιρὸ καὶ πάντα οἱ πιὸ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους προσέχουνε καὶ θαυμάζουν ὅ,τι βλέπουν στὴν ἐπιφάνεια, καὶ δὲν ἔχουν τὴ δύναμη, γιατί τοὺς λείπει ἡ διάθεση, νὰ βαθύνουνε στὴν οὐσία καὶ στὴν ἀλήθεια τῶν πραγμάτων. Ἔρχονται ὕστερα οἱ δημαγωγοί, εἴτε πολιτικοὶ εἴτε ἐκκλησιαστικοὶ εἶναι αὐτοί, καὶ τοὺς κερδίζουν μὲ φανταχτεροὺς τρόπους καὶ μὲ παχιὰ λόγια, κι αὐτοὶ τότε ἀφήνουνε τοὺς γνήσιους ἀποστόλους, παρατοῦνε τοὺς πραγματικοὺς ποιμένας, διώχνουνε τοὺς ἀληθινοὺς ἡγέτες καὶ τρέχουνε πίσω ἀπὸ κείνους ποὺ καπηλεύουνε κάθε ἱερὸ καὶ ὅσιο· τὴν ἐλευθερία, τὴ δικαιοσύνη, τὴν εἰρήνη, τὴν πίστη κι ὅλα τὰ ἰδανικά.
Οἱ ἀληθινοὶ τότε ἀπόστολοι καὶ ποιμένες τοῦ λαοῦ βρίσκονται σὲ δύσκολη θέση, γιατί αὐτοὶ δὲν ξέρουν καὶ δὲν θέλουνε νὰ χρησιμοποιήσουν τὰ μέσα τῶν δημαγωγῶν. Τότε λοιπὸν ὁπλίζονται μὲ πολλὴ πίστη καὶ μὲ μεγάλη ὑπομονὴ καὶ παρακαλοῦν. Αὐτὸ τὸ «παρακαλοῦμεν», ποὺ γράφει ὁ Ἀπόστολος, εἶναι πιὸ ἀνδρεῖο καὶ πιὸ δυνατὸ ἀπ\' ὅλες τὶς διαταγὲς καὶ τοὺς δικτατορικοὺς ἐξαναγκασμούς, εἴτε τῶν καισάρων εἴτε τοῦ ὄχλου. Γιατί δὲν εἶναι μόνο οἱ καίσαρες ποὺ ἐξαναγκάζουν δικτατορικά τοὺς λαούς, εἶναι καὶ οἱ λαοί, ποὺ ὅταν μεταπέσουν σὲ ὄχλους, ἐπιβάλλουνε τοὺς δικτατορικοὺς των ἐξαναγκασμούς.
Μὰ δὲν ὑπάρχει ἀλήθεια, ἱερώτερη ἀποστολὴ καὶ μεγαλύτερη ἐξουσία καὶ δύναμη παρὰ νὰ συνεργάζεσαι μὲ τὸ Θεὸ γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, κι ὅταν πολλοὶ γύρω τοὺς ἐξαπατοῦν, ἐσὺ νὰ τοὺς παρακαλῆς γιὰ νὰ καταλάβουν τὸ ἀληθινό τους συμφέρον. Ἐδῶ πιὰ δὲν σοῦ χρειάζονται τὰ ὑλικὰ καὶ ἐγκόσμια μέσα, ὅπου μ\' αὐτὰ ἐπιβάλλονται τὰ ἐγκόσμια καθεστῶτα, γιατί ἔχεις βοηθὸ καὶ συνεργό σου τὸ Θεὸ καὶ γιατί δὲν πᾶς νὰ ἐπιβληθῆς, μὰ νὰ ἔχης τὴν ἐλεύθερη συγκατάθεση τῶν ἀνθρώπων.
Ὅμως, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, oἱ ἀληθινοὶ ἀπόστολοι καὶ οἱ γνήσιοι ποιμένες, ὄχι μόνο παρακαλοῦν μὰ καὶ ἀπολογοῦνται. Χαρὰ τους τὸ ἔχουν νὰ βρεθοῦνε στὴν ἀνάγκη ν\' ἀπολογηθοῦν, ἂν καὶ ὅ,τι ἔχουν γιὰ νὰ ποῦν τὸ λένε μὲ πολὺν κόπο. Μία ἀπολογία τοῦ Ἀποστόλου εἶναι καὶ ἡ σημερινὴ περικοπὴ στὴ συνέχεια της μετὰ ἀπὸ τὰ πρῶτα λόγια. Καὶ βλέπουμε σὲ τούτη τὴν ἀπολογία τί, μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, εἶναι οἱ ἀληθινοὶ ἀπόστολοι καὶ πῶς φαίνονται στὰ μάτια τοῦ κόσμου. Αὐτὸς ὁ κόσμος, καὶ τότε ποὺ γράφει ὁ Ἀπόστολος καὶ τώρα, δὲν εἶναι μόνο οἱ ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ἄνθρωποι, οἱ ἐθνικοὶ καὶ οἱ εἰδωλολάτρες, οἱ ἄθεοι καὶ οἱ ἀντίχριστοι. Εἶναι πολλὲς φορὲς καὶ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ μπήκανε στὴν ἱερὴ μάνδρα τοῦ Χριστοῦ καὶ κουβαλᾶνε μαζί τους πολλὲς κακίες τοῦ ἔξω κόσμου καὶ δὲν κατάλαβαν ἀκόμα τί πνεῦμα καὶ τί νοοτροπία πρέπει νὰ \'χουν οἱ χριστιανοί. Οἱ ἔξω στ\' ἀλήθεια ποτὲ δὲν βλάφτουν, γιατί ὅσο αὐτοὶ διώκουνε τόσο καὶ δοξάζεται ἡ Ἐκκλησία. Μὰ οἱ μέσα κάνουν πάντα μεγάλη ζημία καὶ καταστροφή, γιατί γίνονται αἰτία νὰ διχάζεται καὶ νὰ διαιρῆται ἡ Ἐκκλησία, ὅταν φθάνουν ν\' ἀρνιοῦνται τὴ θέση καὶ τὴν πνευματικὴ ἐξουσία τῶν ποιμένων. Τότε ὅλα γίνονται ἀνωκάτω, χάνεται ἡ τάξη, ἡ πειθαρχία καὶ ἡ ἑνότητα καὶ διαλύεται ἡ Ἐκκλησία. Τότε γιὰ τοὺς ἀληθινοὺς ποιμένας δὲν μένει ἄλλο παρὰ νὰ παρακαλοῦν καὶ νὰ ἀπολογοῦνται, καὶ δὲν ὑπάρχει ἄλλη γλώσσα ἀπὸ τούτη ποὺ μιλάει σήμερα ὁ Ἀπόστολος, καὶ ποὺ μακάρι νὰ ἦταν στὴν εὐχάριστη θέση νὰ τὴν μιλᾶνε πάντα ὅλοι οἱ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας, μὲ τὴν ἴδια παρρησία καὶ μὲ τὰ ἴσα δικαιώματα ποὺ τὴν μιλοῦσε ὁ μακάριος Παῦλος. Ὁ ἀληθινὸς ποιμένας, ποὺ καὶ τὴν ἀποστολὴ του ξέρει καὶ τὸ ἔργο του ἀγαπᾶ, ποὺ καὶ τὶς εὐθύνες του αἰσθάνεται καὶ τὸ λαὸ πονάει, ποὺ καὶ γιὰ τὰ δικά του ἁμαρτήματα κλαίει καὶ γιὰ τοῦ λαοῦ τὰ ἁγνοήματα λυπᾶται, ὁ ἀληθινὸς λοιπὸν ποιμένας τῆς Ἐκκλησίας τὴν ἴδια γλώσσα ἔχει νὰ μιλήση καὶ σήμερα πρὸς τοὺς ἐσωτερικὰ ἀπειθάρχητους κι ἐξωτερικὰ σκαιοὺς ἀνθρώπους, παίρνοντας τὰ λόγια του ἀπὸ τὴ γραφὴ τοῦ Ἀποστόλου.
Ἀγαπητέ μου ἀδελφέ, ξέρω τί σοῦ λένε ἐκεῖνοι ποὺ σὲ ξεσηκώνουν, ὅποιοι κι ἂν εἶναι αὐτοὶ κι ὅποια μέσα κι ἂν χρησιμοποιοῦν. Σὲ ὅσα σοῦ λένε ἐκεῖνοι ἐγὼ ἕνα ἔχω νὰ σοῦ πῶ, πὼς ἂν καὶ ἀνάξιος, εἶμαι συνεργάτης τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία σου, καὶ στοὺς τρόπους ποὺ χρησιμοποιοῦν ἐκεῖνοι, ἐγὼ ἕναν τρόπο ἔχω· νὰ σὲ παρακαλῶ. Ἐσὺ μὲ βρίζεις καὶ μὲ λοιδορεῖς· ἐγὼ σὲ παρακαλῶ. Ἐσὺ μὲ κατηγορεῖς καὶ μὲ δυσφημεῖς· ἐγὼ σὲ παρακαλῶ. Ἐσύ μοῦ ἀρνιέσαι πὼς εἶμαι πατέρας σου· ἐγὼ σὲ ξέρω γιὰ παιδί μου καὶ σὲ παρακαλῶ. Ἐσὺ ξυπάζεσαι ἀπὸ τὸ θόρυβο καὶ τὶς φωνὲς ἐκείνων ποὺ γαυριοῦν καὶ λαλοῦν ὑπέρογκα, ἐγὼ φοβοῦμαι καὶ σὲ παρακαλῶ. Σὲ παρακαλῶ γιὰ τὴ σωτηρία σου, ποὺ εἶναι καὶ σωτηρία μου, γιατί ἐγὼ ἐλπίζω πὼς ὅταν ἐσὺ σωθῆς, μαζί σου σώζομαι κι ἐγώ, γιατί δὲν θ\' ἀρνηθῆ τὸ ἔλεός του ὁ Θεὸς καὶ σὲ μένα τὸν ταπεινὸ κι ἁμαρτωλὸ συνεργάτη του.
Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,
Σὰν ἀλλιώτικο ἀκούγεται τὸ σημερινό μας κήρυγμα. Ἀσυνήθιστα καὶ λίγο σκληρὰ εἶναι τὰ λόγια μου σήμερα. Σκληρὰ περισσότερο γιὰ μένα καὶ λιγώτερο γιὰ σᾶς. Μὰ ἐγὼ κρίνω πὼς καὶ τὸ ἀποστολικὸ κείμενο καὶ ἡ κρισιμότητα τῶν καιρῶν ἔτσι μοῦ ἐπιβάλλουν νὰ σᾶς μιλήσω. Ἐδῶ ποὺ ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας ἔφθασαν τὰ πράγματα καὶ στὸν τόπο μας καὶ στὴν Ἐκκλησία μας, δὲν ξέρω τί ἐγὼ πρέπει νὰ σᾶς πῶ καὶ τί ἐσεῖς πρέπει νὰ περιμένετε ν\' ἀκούσετε ἀπὸ μένα. Τὸ κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας μιὰ γλώσσα ξέρει, τὴ γλώσσα τῆς ἀλήθειας· κι εἶναι ἀνάγκη πάντα, μὰ πιὸ πολὺ σήμερα, ν\' ἀκούγεται ἡ ἀλήθεια. Μὰ ὄχι βέβαια ὅπως τὸ κάνουν κάποιοι πού, ὅταν φωνάζουν καὶ γκρεμίζουν, θαρροῦνε πὼς λένε τὴν ἀλήθεια. Γιατί ὁ λόγος ποὺ γκρεμίζει δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ ἀλήθεια, ἐπειδὴ ἡ ἀλήθεια, ἡ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι λόγος παρακλήσεως καὶ οἰκοδομῆς. Στὸν καιρὸ μας κάμποσοι ποὺ τὸ ἔκαμαν δουλειά τους νὰ φωνάζουν, θέλουνε νὰ περάσουν γιὰ ἄνθρωποι πνευματικοί, ὅμως λαλοῦνε ὑπέρογκα καὶ ἄμετρα καὶ ἀντίθετα ἀπ\' ὅ,τι μιλάει ὁ Ἀπόστολος σήμερα. Μὰ ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος, καθὼς τὸ λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης, εἶναι ἄνθρωπος διακρίσεως. Ὅποιος λοιπὸν φωνάζει χωρὶς διάκριση, δὲν μιλάει τὴ γλώσσα τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ σὰν γλώσσα τῆς ἀλήθειας, εἶναι γλώσσα διακρίσεως. Ἂν εἶναι νὰ φωνάξω καὶ νὰ ἐλέγξω τὰ βάζω πρῶτα μὲ τὸν ἑαυτό μου κι ἐλέγχω τὴ συνείδησή μου· κι ἂν εἶναι νὰ σᾶς πῶ δύο λόγια, φροντίζω αὐτὰ νὰ εἶναι λόγια οἰκοδομῆς.
Παρακαλῶ λοιπόν, χριστιανοί μου, παρακαλῶ κι ἐγὼ μαζὶ μὲ τὸν Ἀπόστολο τοῦ Χριστοῦ σήμερα· κρατῆστε καὶ θυμώσαστε ἐτοῦτα τὰ λόγιά μου καὶ ἔχετε τὴν εὐλογία καὶ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου