ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(Μθ. 22, 2-14)
Στὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο ὁ Κύριος μᾶς λέει ὅτι στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν προσκεκλημένοι εἶναι ἅπαντες οἱ ἄνθρωποι. Παρόλα αὐτὰ δὲν ἀνταποκρίνονται ἅπαντες στὴν πρόσκληση. Ἀνταποκρίνονται μόνο ὅσοι ἔχουν ἀρχοντικὴ καρδία˙ τηροῦν δηλαδὴ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ ἀγαποῦν τὸν συνάνθρωπό τους. Καὶ αὐτὸ γίνεται μέσα ἀπὸ κόπο καὶ ἀποφασιστικότητα.
Ὁ δρόμος τῆς ζωῆς μας μπορεῖ νὰ εἶναι στενὸς ἢ εὐρύχωρος. Τραχὺς ἢ ἄνετος. Γεμάτος δυσκολίες ἢ γεμάτος ἀπολαύσεις. Ἡ ἐπιλογὴ εἶναι ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο δική μας, ἀλλὰ πρέπει νὰ γνωρίζουμε ὅτι στὴν αἰώνια ζωὴ θὰ καταντήσουμε μόνο μέσα ἀπὸ τὸν στενὸ δρόμο. Καὶ αὐτὸς ὁ στενὸς δρόμος ἀφορᾶ στὴν ἀγάπη ποὺ πρέπει νὰ ἔχουμε τόσο πρὸς τὸν Θεό, ὅσο καὶ μεταξύ μας. Σύμφωνα μὲ τὸν ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητὴ ἡ πρὸς τὸν Θεὸ ἀγάπη ἀφορᾶ στὴν ἀγαθὴ διάθεση τῆς ψυχῆς. Ὅποιος τὴν κατέχει δὲν προτιμᾶ κανένα ἀπὸ τὰ δημιουργήματα περισσότερο ἀπὸ τὸν δημιουργὸ Θεό. Εἶναι δὲ ἀδύνατο νὰ τὴν ἀποκτήσει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν βρίσκεται προσκολλημένος στὰ εὐτελῆ πράγματα. Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾶ λοιπὸν τὸν Θεό, ζεῖ βίο ἀγγελικὸ πάνω στὴ γῆ, τηρῶντας τὶς ἐντολές˙ ἀγαπᾶ τοὺς συνανθρώπους του καὶ ζεῖ συνειδητὰ μέσα στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας, ἐξομολογεῖται, ἀγωνίζεται πνευματικά, προσεύχεται.
Τοιουτοτρόπως, ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ εἶναι ἄμεσα συνδεδεμένη μὲ τὴν ἀντίστοιχη πρὸς τὸν πλησίον. Αὐτὸς μάλιστα ποὺ ἰσχυρίζεται ὅτι ἀγαπᾶ τὸν Θεό, τὴ στιγμὴ ποὺ μισεῖ τὸν ἀδελφό του, κατὰ πῶς μᾶς διδάσκει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, εἶναι ψεύτης. Καὶ εἶναι ψεύτης διότι, ἐνῷ δὲν ἀγαπᾶ τὸν συνάνθρωπό του, τὸν ὁποῖο ἔχει δίπλα του, ἰσχυρίζεται ὅτι ἀγαπᾶ τὸν Θεὸ ποὺ δὲν βλέπει. Ὁ Θεός, ὅμως, ἀγαπᾶται διὰ μέσου τῆς τήρησης τῶν ἐντολῶν του καὶ βέβαια τῆς ἀγάπης πρὸς τοὺς ἀνθρώπους. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη πρὸς τοὺς ἀνθρώπους εἶναι ἡ πραγματικὴ καὶ θυσιαστικὴ ὑπὲρ τοῦ ἄλλου, τοῦ φίλου ἢ καὶ τοῦ ἐχθροῦ, καὶ ὄχι ὁ συναισθηματισμὸς ὑπὲρ τῶν οἰκείων καὶ ὑπὲρ ὅσων μᾶς εὐεργετοῦν. Κάθε ἄλλη ἐπιλογὴ ποὺ ἀπορρίπτει τὴν κατὰ Θεὸν ἀγάπη ἀποδεικνύεται λανθασμένη καὶ ἀξιοθρήνητη. Μᾶς λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ὅτι ἡ ἀγάπη ποὺ εἶναι ἰδιοτελὴς μοιάζει μὲ τὸ φῶς τοῦ λυχναριοῦ, ποὺ συντηρεῖται μὲ τὸ λάδι, ἢ ἀκόμα, μοιάζει μὲ τὸν χείμαρρο, ποὺ τρέχει μόνο ὅταν βρέχει, ἐνῷ ξηραίνεται ὅταν σταματήσει ἡ βροχή. Ὅμως ἡ ἀγάπη ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν Θεὸ εἶναι σὰν τὴν πηγὴ ποὺ ἀναβλύζει καὶ ποτὲ δὲν σταματάει ἡ ροή της˙ καὶ τοῦτο διότι μόνο ὁ Θεὸς εἶναι ἡ πηγὴ τῆς ἀγάπης.
Εἶναι μακάριος, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος ποὺ ἔχει τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, γιατὶ ὄντας ὁ Θεὸς ἀγάπη, ὁ ἄνθρωπος μένει «ἐν τῷ Θεῷ». Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει ἀγάπη ὑπερέχει, χάριτι Θεοῦ, ἀπὸ ὅλους. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει ἀγάπη δὲν φοβᾶται, διότι, σύμφωνα μὲ τὸν εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη «ἡ ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον». Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει ἀγάπη δὲν ἀποστρέφεται ποτὲ κανένα, οὔτε μικρό, οὔτε μεγάλο, οὔτε ἔνδοξο, οὔτε ἄδοξο, οὔτε φτωχό, οὔτε πλούσιο, ἀλλὰ βλέπει εἰς ἅπαντας τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καὶ τοὺς συμπεριφέρεται τὸ ἴδιο˙ μὲ ταπείνωση καὶ μὲ μακροθυμία. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει ἀγάπη δὲν ἀλαζονεύεται ἐναντίον κανενός, δὲν ὑπερηφανεύεται, κανένα δὲν κακολογεῖ, ἐνῷ ὅσους τὸν κακολογοῦν τοὺς συγχωρεῖ καὶ προσεύχεται ὑπὲρ αὐτῶν. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει ἀγάπη δὲν σκέφτεται μὲ πανουργία ἐναντίον τοῦ ἀδελφοῦ του. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει ἀγάπη δὲν παροργίζεται, δὲν φουντώνει ἀπὸ ὀργή, δὲν χαίρεται γιὰ τὴν ἀδικία ποὺ γίνεται, δὲν ψεύδεται, κανέναν δὲν θεωρεῖ ἐχθρό του, παρὰ μόνο τὸν Διάβολο. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει ἀγάπη ὅλα τὰ ὑπομένει, εἶναι εὐεργετικὸς καὶ πρᾶος ἔναντι ὅλων.
Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει ἀγάπη δὲν παραβλέπει τὸν ἀδελφὸ στὴν ἀνάγκη του, δὲν ζηλεύει, δὲν φθονεῖ, δὲν κατατρέχει κανένα, δὲν χαίρεται μὲ τὴν πτώση τῶν ἄλλων, δὲν ἐξευτελίζει αὐτὸν ποὺ ἔπεσε σὲ σφάλμα, ἀλλὰ συμπάσχει μαζί του, τοῦ συμπαραστέκεται καὶ τὸν ἀνακουφίζει. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει ἀγάπη ἀγωνίζεται νὰ τηρήσει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, καὶ ἀποδεικνύει τὸν ἑαυτό του ὡς ἀληθινὸ μαθητὴ τοῦ ἀγαθοῦ Δεσπότη, ὁ ὁποῖος διακήρυξε ὅτι «ἐὰν ὑμεῖς μείνητε ἐν τῷ λόγῳ τῷ ἐμῷ, ἀληθῶς μαθηταί μού ἐστε». Καὶ ὁ γνήσιος μαθητὴς τοῦ Κυρίου εἶναι ὄντως πολίτης τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου