Κυριακὴ Δ Νηστειῶν
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Καντιώτης
Παιδί, τὸ σπουδαιότερο πρόβλημα
«Ὁ δὲ εἶπε· Παιδιόθεν» (Μᾶρκ. 9,21).
«Ὁ δὲ εἶπε· Παιδιόθεν» (Μᾶρκ. 9,21).
Ὁ τόπος μας, ἀγαπητοί μου, εἶνε φτωχός· οἱ πόροι ἐλάχιστοι. Πῶς νὰ ζήσουμε, πῶς νὰ ἀναπτυχθοῦμε; Σπάζουν τὰ κεφάλια τους οἱ εἰδικοὶ καὶ προτείνουν διάφορα σχέδια· ἕνας τὸ ἕνα, ἄλλος τὸ ἄλλο, καθένας τὸ δικό του.
Καὶ μπορεῖ ὅλα ὅσα προτείνουν νὰ γίνουν, ἀλλὰ καὶ πάλι ἡ πατρίδα μας θὰ γίνῃ εὐτυχής; Διότι εὐτυχία δὲν εἶνε οἱ δρόμοι, οἱ πλατεῖες, τὰ ἐργοστάσια, ἡ βιομηχανία κ.τ.λ..
Ἡ εὐτυχία εἶνε κάπου ἀλλοῦ. Τὸ πρόβλημά μας εἶνε ἄλλο.
Τὸ μυστικὸ τῆς εὐτυχίας εἶνε κρυμμένο μέσα στὸ εὐαγγέλιο ποὺ ἀκούσαμε σήμερα. Εἶνε σὲ μία λέξι του, ποὺ ἂν μπορούσαμε νὰ τὴ νιώσουμε ὅλοι καὶ νὰ τὴν κάνουμε ἐθνικὸ σύνθημα, ἡ πατρίδα μας θὰ γινόταν ἡ εὐτυχέστερη χώρα. Ποιά εἶνε λοιπὸν αὐτὴ ἡ λέξι, τὸ «κουμπὶ» ποὺ ἂν τὸ πατήσουμε θὰ δοῦμε ἀληθινὴ ἀλλαγή; Εἶνε τὸ «Παιδιόθεν» (Μᾶρκ. 9,21).
Προσέξτε αὐτὴ τὴ λέξι. Διότι καὶ μιὰ λέξι τοῦ Εὐαγγελίου φτάνει γιὰ νὰ μᾶς σώσῃ.
* * *
«Παιδιόθεν», δηλαδὴ «ἀπὸ παιδί», ἀπὸ τὴν κούνια. Αὐτὴ ἡ λέξι, ποὺ ὁ Κύριος ἀνάγκασε τὸν πατέρα τοῦ δυστυχισμένου νέου νὰ πῇ, εἶνε ἔλεγχος ὅλων τῶν μεγάλων. Αὐτὸ τὸ «Παιδιόθεν» σημαίνει, ὅτι ἀπὸ ὅσα προβλήματα ἔχει ἕνας τόπος τὸ σπουδαιότερο εἶνε τὸ παιδί, ἡ ἀνατροφὴ τῆς νέας γενεᾶς. Τὸ παιδὶ τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου ἀπὸ μικρὴ ἡλικία κατελήφθη ἀπὸ δαιμονικὴ ἐπήρεια. Ἄλλοτε ἔπεφτε στὸ νερό, ἄλλοτε στὴ φωτιά· ἄφριζε, ἔτριζε τὰ δόντια.
Ἔτρεχαν, τὸ ἔπιαναν, ἀλλὰ καὶ πάλι ἡ ἴδια κατάστασι. Βασανιζόταν τὸ παιδί, μὰ περισσότερο βασανιζόταν ὁ πατέρας. Δὲν μᾶς λέει τὸ εὐαγγέλιο ποιά ἦταν ἡ οἰκονομικὴ κατάστασι τοῦ πατέρα. Μπορεῖ νὰ εἶχε σπίτια καὶ περιουσία, νὰ ἦταν πλούσιος· ἀλλ᾿ ἀσφαλῶς ὅλα αὐτὰ θὰ τὰ ἔδινε, γιὰ νὰ γίνῃ τὸ παιδί του καλά.
Ἄρα ἡ εὐτυχία τοῦ σπιτιοῦ του ἦταν ὄχι στὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ ποὺ εἶχε, ἀλλὰ κυρίως στὴν ὑγεία τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς τοῦ παιδιοῦ του. Αὐτὸ λοιπὸν τὸ «Παιδιόθεν», ποὺ ἀκούσαμε σήμερα, ἔχει μεγάλη σημασία καὶ γιὰ μᾶς.
Αὐτὸς ὁ νέος, ποὺ τὸν βασάνιζαν τὰ δαιμόνια, εἶνε ἡ φωτογραφία καὶ τῆς συγχρόνου νεότητος, ὁ ἀντιπροσωπευτικὸς τύπος τῶν παιδιῶν καὶ τῶν νέων καὶ τῆς σημερινῆς γενεᾶς. Ῥίξτε μιὰ ματιά. Κοιτάξτε τὰ παιδιὰ καὶ τοὺς νέους πῶς ζοῦν, πῶς συμπεριφέρονται, ποιά εἶνε ἡ ἐν γένει διαγωγή τους. Ὁ ἕνας βρίζει, ὁ ἄλλος αἰσχρολογεῖ, ὁ τρίτος ἀναιδέστερος βλαστημάει τὰ θεῖα, ὁ τέταρτος βγαίνει τὴ νύχτα καὶ δὲν τολμάει νὰ περάσῃ κο- ρίτσι, ὁ πέμπτος σηκώνει χέρι καὶ χτυπᾷ τὴ μάνα καὶ τὸν πατέρα του, ὁ ἄλλος…
Γενικὰ οἱ νέοι μας ζοῦν σήμερα ἕνα βίο ποὺ προκαλεῖ μεγάλη ἀνησυχία. Δὲν ντρέπονται νὰ κάνουν ἀσχημίες μέσ᾿ στὸ δρόμο, σὰν σκυλιὰ λυσσασμένα καὶ σὰν ἄλογα ἀχαλίνωτα. Ἐγκλήματα πάνω στὰ ἐγκλήματα, ποὺ τὰ διαπράττουν ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον νέοι ἡλικίας 15 ἕως 30 ἐτῶν. Πολλοὶ ἀποροῦν, πῶς κατήντησε ἡ Ἑλληνικὴ νεολαία ἔτσι, πῶς ἔγινε δαιμονισμένη, χειρότερη ἀπὸ τὸ νέο ποὺ ἀκούσαμε σήμερα.
Ἀποροῦν; Ἐγὼ δὲν ἀπορῶ. Ἐγὼ ἀπορῶ γιὰ κάτι ἄλλο· ἀπορῶ καὶ θαυμάζω, πῶς κατορθώνουν ἀκόμα μερικὰ παιδιὰ καὶ πιστεύουν στὸ Θεὸ καὶ ἐκκλησιάζονται καὶ ἀγαποῦν τοὺς γονεῖς τους. Ἐγὼ αὐτό ἀπορῶ. Διότι –ἂς τὸ ὁ μολογήσουμε– ὅλοι μας εἴμαστε ὑπαίτιοι γι᾿ αὐτὸ τὸν κατήφορο, ὅλοι διαφθείραμε τὴ νεολαία· ἄλλοι ἀμέσως καὶ ἄλλοι ἐμμέσως.
Τὸ παιδί, ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ θὰ βγῇ ἀπὸ τὸ σπίτι μέχρι τὴν ὥρα ποὺ θὰ γυρίσῃ, εἶνε μέσ᾿ στοὺς πειρασμούς. Τί εἶπα; Λάθος ἔκανα. Εἶπα «ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ θὰ βρῇ ἀπὸ τὸ σπίτι». Ὄχι· καὶ μέσα στὸ σπίτι ἀκόμα κινδυνεύει!
«Ἐγενόμην ἐν Πνεύματι ἐν τῇ Κυριακῇ ἡμέρᾳ καὶ ἤκουσα φωνὴν ὀπίσω μου μεγάλην ὡς σάλπιγγος» (Ἀπ. 1,10) Κινδυνεύει ἀπὸ τὰ κακὰ πρότυπα ποὺ βλέπει. Ἄλλωστε, ἕνα κουμπὶ νὰ πατήσῃ, ὅλοι οἱ δαίμονες τῆς ὑφηλίου ἦρθαν μέσα στὸ σπίτι.
Κινδυνεύει μέσα στὸ σπίτι. Ἀλλὰ μόλις βγῇ κινδυνεύει ἀκόμη περισσότερο. Γιατὶ ἔξω τὸ περιμένουν τὰ μεγάλα δαιμόνια· μέσα τὰ μικρά, ἔξω τὰ μεγάλα δαιμόνια. Ἀπ᾿ ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι τὸν περιμένει πρῶτα - πρῶτα – ποιός; ⃝ Ὁ κακὸς φίλος. Αὐτὸς θὰ πῇ τὸν πρῶτο λόγο. Καὶ ὁ πρῶτος λόγος εἶνε, νὰ μὴν ἀκούῃ τὴ μάνα καὶ τὸν πατέρα, νὰ μὴ δίνῃ σημασία στὰ λόγια τῶν γονέων.
Ἔτσι ἀρχίζει ὁ κατήφορος. Μετὰ τὸν κακὸ φίλο τὸ περιμένουν τὰ διεφθαρμένα γύναια. Ἔγραψαν στὸ ἐξωτερικό, ὅτι ἔχουμε τὰ πιὸ διεφθαρμένα κέντρα. Πήχτωσε ὁ τόπος. Ἂς τ᾿ ἀκούσουν οἱ γονεῖς. Ἄλλο δαιμόνιο ποὺ περιμένει ἔξω τὸ νέο εἶ νε τὸ χυδαῖο ἔντυπο, τὸ αἰσχρὸ περιοδικό. Ἀλλὰ τὰ μεγάλα «σχολεῖα» τῆς διαφθορᾶς, σχολεῖα μὲ …διπλώματα, εἶνε τὰ θεάματα· ὁ κινηματογράφος, τὸ θέατρο, ἡ τηλεόρασι.
Τὸ κακὸ συμπληρώνουν τὰ γήπεδα μὲ τὰ μάτς, οἱ ἐκδρομές, τὰ διάφορα τυχερὰ παιχνίδια, τὰ χαρτιά, τὰ λαχεῖα, ἡ ὅλη διαφθορά. Χίλιοι διαβόλοι σπρώχνουν τὸ νέο νὰ πέσῃ. Ὄχι αὐτὰ τὰ παιδιά, ἀλλὰ καὶ Μέγας Ἀντώνιος ἀκόμη νὰ ζοῦσε σήμερα, μέσα σ᾿ αὐτὴ τὴν κοινωνία θὰ ἐπειράζετο.
Ἐνῷ λοιπὸν ὅλοι σπρώχνουν τὸ παιδὶ στὸ κακό, κατόπιν ἀποροῦν πῶς κατήντησε ἔτσι ἡ νεότης. Γι᾿ αὐτὸ σᾶς λέω, ὅτι ἐγὼ ἀπορῶ πῶς ὑπάρχουν ἀκόμη νέοι ποὺ κρατᾶνε ψηλὰ τὴν πίστι καὶ τὴν τιμή τους. Εἶνε θαῦμα Θεοῦ. Μόνο χέρι Θεοῦ τοὺς κρατάει. ―Μὰ τὸ κράτος, θὰ πῆτε, δὲν κάνει τίποτε; Δὲν βλέπει ποῦ πάει ἡ νεολαία;… Τὸ κράτος; Ἄσ᾿ το τὸ κράτος.
Τὸ κράτος εἴμαστε ὅλοι. Καὶ ὅπως εἴπαμε προηγουμένως ὅλοι φταῖμε. Φταίει κι ὁ παπᾶς, κι ὁ δάσκαλος, κι ὁ δεσπότης· ἀλλὰ τὴ μεγαλυτέρα εὐθύνη τὴν ἔχουν οἱ γονεῖς. Γιατί; Γιατὶ οἱ γονεῖς εἶνε κοντὰ στὸ παιδί. Γιατὶ πατέρας καὶ μάνα δὲν λέγεται κάποιος ἁπλῶς διότι γέννησε. Τὸ νὰ γεννήσῃς, λέει ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, εἶνε εὔ κολο.
Γεννοῦν καὶ τὰ ζῷα, εἶνε νόμος βιολογικὸς μέσα στὴν πλάσι. Τὸ νὰ γεννήσῃς λοι πὸν εἶνε τὸ εὔκολο. Ποιό εἶνε τὸ δύσκολο· νὰ πάρῃς –ὦ Θεέ μου!– αὐτὸ τὸ κομμάτι τὸ «κρέας», ποὺ θὰ πέσῃ ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μάνας, νὰ τὸ μεγαλώσῃς, νὰ τὸ μορφώσῃς, νὰ τὸ κάνῃς ἄνθρωπο μὲ ὑψηλὰ ἰδανικά. Ὄχι δηλαδὴ ἁπλῶς τὸ νὰ γεννήσῃς, ἀλλὰ τὸ νὰ ἀναθρέψῃς σωστά, αὐτὸ σὲ κάνει πατέρα καὶ μάνα.
Τί μεγάλη εὐθύνη ἔχουν οἱ γονεῖς! Μὰ τί νὰ κάνουν οἱ γονεῖς οἱ δυστυχισμένοι; Τὸ παιδί τους τὸ πᾶνε κατηχητικό, τὸ πᾶ - νε στὴν ἐξομολόγησι… Τί νὰ σοῦ κάνῃ ὅμως καὶ τὸ κατηχητικό, τί νὰ σοῦ κάνῃ καὶ τὸ κήρυγμα; Δὲ μοῦ λέτε, ὅταν ἐγὼ χτίζω κι ὁ ἄλλος γκρεμίζῃ, μπορεῖ νὰ χτιστῇ σπίτι; Ἔ αὐτό γίνεται ἐδῶ.
Ἄλλοι χτίζουν κι ἄλλοι γκρεμίζουν. Χτίζει ἡ Ἐκκλησία μὲ τὰ κατηχητικά, χτίζει ἡ μάνα κι ὁ πατέρας, χτίζει ὁ δάσκαλος· ἔρχεται ὁ διάβολος, δίνει μιὰ κλωτσιὰ καὶ τὰ κάνει ἄνω - κάτω. Πῶς φταῖνε τότε οἱ γονεῖς; ―Μὰ ὑπάρχουν, σοῦ λένε, σύλλογοι γονέων. Πῶς ἀνέχονται νὰ βλέπουν αὐτὸ τὸ χάλι;
* * *
Γονεῖς, μανάδες, πατεράδες! Θὰ σᾶς πῶ τώρα ποιό εἶνε τὸ κλειδὶ τῆς ὑποθέσεως. Πόσα συλλαλητήρια ἔχει δεῖ ὁ τόπος μας; Στὰ χρόνια μας εἶδε πολλά· συλλαλητήρια γιὰ σοβαρὰ ζητήματα, ἀλλὰ καὶ γιὰ ἄλλα, μικρὰ καὶ ἀσήμαντα πράγματα.
Ἕνα δὲν εἶδε. Ἂν θέλουμε λοιπὸν ὁ τόπος αὐτὸς νὰ ζήσῃ, πρέπει νὰ γίνῃ τὸ μεγαλύτερο συλλαλητήριο. Ν᾿ ἀφήσουν οἱ γυναῖκες τὴν κουζίνα καὶ οἱ ἄντρες τὰ ἐργοστάσια καὶ τὰ γραφεῖα τους, νὰ μαζευτοῦν ὅλοι, καὶ νὰ φωνάξουν – γιὰ τί; Οὔτε γιὰ ἐνοίκια, οὔτε γιὰ γεφύρια, οὔτε γιὰ πλατεῖες, οὔτε γιὰ τίποτε ἀπ᾿ αὐτά.
Νὰ πᾶνε στὸ ὑπουργεῖο παιδείας, στὴν ἀρχιεπισκοπή, νὰ πᾶνε καὶ στὸν πρωθυπουργὸ τῆς χώρας, νὰ κρατᾶνε μιὰ ταμπέλλα μεγάλη καὶ πάνω νὰ γράφουν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου· «Παιδιόθεν». Κι ἂν βγῇ ἀπ᾿ τὸ παράθυρο κανένας μεγάλος ἀπ᾿ αὐτοὺς ποὺ μᾶς διοικοῦν καὶ ποῦν, –Τί πάθανε, τί ζητᾶνε αὐτοί; νὰ τοὺς ποῦμε· –«Παιδιόθεν»! Κι ἂν ρωτήσουν, ―Τί σημαίνει «Παιδιόθεν»; νὰ τοὺς ἀ ναλύσουμε· ―«Παιδιόθεν» θὰ πῇ προστασία τῆς νέας γενεᾶς. Ζητοῦμε πρῶτον νὰ γίνεται ἔλεγχος καὶ ν᾿ ἀπαγορεύωνται ὅλα τὰ ἄ θλια θεάματα· εἶνε ντροπή μας νὰ παρουσιάζωνται ἐδῶ τέτοια «σκουπίδια».
Δεύτερον, μιὰ νύχτα ἡ ἀστυνομία νὰ μαζέψῃ καὶ νὰ περιορίσῃ ὅλα τὰ διεφθαρμένα γύναια ποὺ μὲ τὴ δρᾶσι τους ἐκμαυλίζουν κάθε ἄνθρωπο. Τρίτον…, τέταρτον…, πέμπτον…, ἕκτον… Γονεῖς, τὸ κάνετε αὐτό; ὤ χαρά! τότε θὰ κοι μᾶστε ἥσυχοι.
Ἐὰν ληφθοῦν ῥιζικὰ μέτρα, τότε μέσα σὲ λίγα χρόνια –ἐλᾶτε νὰ σᾶς ὑπο- γράψω συμβόλαιο– ἡ πατρίδα μας θὰ γίνῃ ἡ πιὸ εὐτυχισμένη χώρα. Διαφορετικά, τὸ «Παιδιόθεν» θά ᾿νε ἔλεγχος καὶ κατάρα γιὰ μᾶς.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου