ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2020

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 09 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ

9  Φεβρουαρίου 2020

(Λουκ. ιη΄ 10-14)

Δύο διαφορετικοὺς τύπους ἀνθρώπων, τὸν Τελώνη καὶ τὸν Φαρισαῖο, μᾶς παρουσιάζει ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή. Καὶ οἱ δύο ἦρθαν στὸ ἱερό, γιὰ νὰ προσευχηθοῦν. Ὁ Φαρισαῖος στάθηκε «πρὸς ἑαυτόν», δηλαδὴ μὲ ἐπίκεντρο τὸν ἑαυτό του, σὲ μία περίοπτη θέση τοῦ ναοῦ καὶ ἀπευθύνθηκε στὸν Θεὸ εὐχαριστώντας Τὸν, γιατί δὲν ἦταν ὅπως οἱ ὑπόλοιποι ἄνθρωποι, δὲν ἦταν ἅρπαγας, δὲν ἦταν ἄδικος, δὲν ἦταν μοιχὸς καὶ βέβαια δὲν ἦταν παλιάνθρωπος σὰν τὸν Τελώνη, ποὺ βρισκόταν ἐκεῖ κοντά. Ἔκανε τὶς καθιερωμένες νηστεῖες, δύο φορὲς τὴν ἑβδομάδα, ἔδινε τὸ ἕνα δέκατο ἀπὸ ὅλα ὅσα ἀποκτοῦσε. Ὁ Τελώνης στεκόταν σὲ μία ἄκρη τοῦ ναοῦ  καὶ δὲν ἤθελε οὔτε τὰ μάτια του νὰ σηκώσει στὸν οὐρανό, ἀλλὰ χτυποῦσε τὸ στῆθος τοῦ λέγοντας: «Θεέ μου, ἐλέησε μὲ τὸν ἁμαρτωλό!». Αὐτὸς λοιπὸν ἐπέστρεψε στὸ σπίτι τοῦ «δεδικαιωμένος», λέγει ὁ Χριστός, ἐνῶ ὁ Φαρισαῖος ὄχι. Γιατί ὅποιος ὑψώνει τὸν ἑαυτό του θὰ ταπεινωθεῖ, ἐνῶ ὅποιος ταπεινώνει τὸν ἑαυτό του θὰ ὑψωθεῖ.


Καὶ οἱ δύο ἄνθρωποι τῆς σημερινῆς παραβολῆς ἔχουν ἕνα κοινὸ γνώρισμα: αἰσθάνονται τὴν ἀνάγκη  νὰ προσευχηθοῦν, καὶ μάλιστα ὄχι στὰ σπίτια τους, ἰδιωτικά, ἀλλὰ στὸ ναό, δημόσια. Αὐτὸ δείχνει κατ΄ἀρχὴν μία σοβαρότητα καὶ μία θετικὴ ἐπιθυμία τῆς καρδιᾶς νὰ συνομιλήσει μὲ τὸν Θεό, πράγμα ποὺ ἀπὸ μόνο του εἶναι ἀξιέπαινο. Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα ὅμως ἀρχίζει νὰ ἐμφανίζεται ἡ ἀβυσσαλέα διαφορὰ στὸ φρόνημα καὶ στοὺς τρόπους τῶν δύο ἀνδρῶν. Ὁ Φαρισαῖος, ὁ ὁποῖος ἐκπροσωπεῖ τὴν ἀνώτερη θρησκευτικὴ τάξη μὲ τὸ κύρος καὶ τὴν κοινωνικὴ ὑπεροχή της, στέκεται σὲ κεντρικὸ σημεῖο τοῦ ναοῦ, γιὰ νὰ τὸν βλέπουν καὶ νὰ τὸν ἀκοῦνε ὅλοι. Τὰ λόγια του ἀπευθύνονται φαινομενικὰ στὸν Θεό, στὴν πραγματικότητα ὅμως ἐκφωνοῦνται, γιὰ νὰ μάθουν ὅλοι οἱ παρευρισκόμενοι στὸ ναὸ πόσο σπουδαῖος καὶ πόσο ἀξιότιμος εἶναι ὁ ὁμιλῶν. Ὁ Φαρισαῖος στὴν οὐσία ἀπευθύνεται στὴν κοινωνία καὶ διατρανώνει τὴν σημαντικότητά του, τὴν ἀξία του, τὶς ἀρετές του. Εὐχαριστεῖ τὸν Θεό, ὄχι ἐπειδὴ Αὐτὸς τοῦ χάρισε κάποια πνευματικὰ χαρίσματα, ἀλλὰ ἐπειδὴ ὁ ἴδιος δὲν εἶναι σὰν τοὺς ἄλλους, τοὺς κακούς. Θεωρεῖ λοιπὸν ὅτι ἡ πνευματική του ὑπεροχὴ εἶναι προσωπικό του κατόρθωμα, ποὺ τὸν ξεχωρίζει ἀπὸ τὸν χυδαῖο ὄχλο. Κατ΄αὐτὸν τὸν τρόπο ὁ Φαρισαῖος αὐτοαποθεώνεται καὶ ἀποκαλύπτει αὐτὸ ποὺ πραγματικὰ εἶναι: ἕνας εὐσεβὴς ἄθεος!

Ἀπὸ τὴν ἄλλη ὁ Τελώνης, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀντικειμενικὰ ἁμαρτωλὸς καὶ κακός, ὄχι μόνο πιάνει τὴν πιὸ ἀπόμακρη θέση στὸ ναὸ καὶ γονατιστὸς χτυπάει τὸ στῆθός του, ἀλλὰ καὶ δὲν τολμάει οὔτε λέξη νὰ ἀρθρώσει γιὰ τὸν ἑαυτό του. Εἶναι τόσο συντετριμμένος, τόσο θλιμμένος καὶ ταπεινωμένος, ποὺ τὸ μόνο ποὺ βγαίνει ἀπὸ τὸ στόμα του εἶναι: «Κύριε, ἐλέησέ με!». Ὁ Τελώνης ἔχει χάσει τὸν κόσμο ἀπὸ τὰ μάτια του καὶ γνωρίζει ὅτι ἀπέναντί του εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Βλέπει ἀπὸ τὴ μία τὸν Θεό, ἀπὸ τὴν ἄλλη τὸν ἑαυτό του, καὶ ἔρχεται σὲ ἐπίγνωση, φωτίζεται ὁ νοῦς του, δέχεται τὸ δῶρο τῆς μετανοίας  καὶ μονολογεῖ ἀκατάπαυστα: «Ἐλέησόν με, ἐλέησόν με!». Γὶ΄αὐτὸ καὶ ἐπιστρέφει στὸ σπίτι του ἐλεημένος, συγχωρημένος καὶ καθαρός.

Ἡ ταπείνωση τοῦ Τελώνη εἶναι τὸ θεμέλιό τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Δὲν εἶναι τυχαῖο ποὺ ἡ συγκεκριμένη εὐαγγελικὴ περικοπὴ τίθεται στὴν ἀρχὴ τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιόδου τοῦ Τριωδίου, τῆς περιόδου κατὰ τὴν ὁποία ὁ πνευματικὸς ἀγώνας δυναμώνει. Τὸ μήνυμα εἶναι σαφές: ὁποιοδήποτε καλὸ κι ἂν ἀγωνιστεῖ καὶ κατορθώσει κάποιος, ἂν δὲν ἑδράζεται στὸ πανίσχυρο θεμέλιο ποὺ λέγεται Ταπείνωση, δὲν ἔχει καμία ἀξία καὶ ἐκμηδενίζεται. Εἶναι πραγματικὰ φοβερὸ νὰ διαλύονται τὰ πνευματικὰ κατορθώματα, μόνο καὶ μόνο ἐπειδὴ γεννήθηκε στὴν καρδιὰ τὸ πνεῦμα τῆς ὑπερηφανείας. Ἡ ὑπερηφάνεια, ποὺ εἶναι ἡ ρίζα ὅλων τῶν κακῶν, σύμφωνα μὲ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ὁ μέγιστος πειρασμὸς τοῦ ἀνθρώπου, ἰδιαίτερα αὐτοῦ ποὺ κινεῖται στὸν ἐκκλησιαστικὸ χῶρο, καὶ φέρει τὴν ταμπέλα τοῦ καθὼς πρέπει χριστιανοῦ. Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει διαπράξει τὶς μεγάλες ἁμαρτίες ποὺ πιθανὸν διαπράττει ἕνας κοσμικός. Ἐξαιτίας αὐτοῦ ὅμως γεννᾶται ἐντός του τὸ αἴσθημα τῆς αὐτοδικαίωσης, ποὺ ὁδηγεῖ ἀπευθείας στὴ φαρισαϊκὴ ὑπερηφάνεια. Αὐτὴν δὲ ἀκριβῶς τὴν αὐτάρεσκη στάση ζωῆς εἶναι  ποὺ ἀποστρέφεται ὅσο τίποτε ἄλλο ὁ Θεός.

Ἂν θέλουμε νὰ μοιάσουμε στὸ Χριστὸ-γιατί αὐτὸς εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας- πρέπει νὰ Τὸν μιμηθοῦμε στὴν ταπείνωση, μιά καὶ ὁ ἴδιος εἶχε πεῖ γιὰ τὸν ἑαυτό του: «Μάθετε ἀπ΄ἐμοῦ ὅτι πρᾶος εἰμὶ καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν». Ἂς ντυθοῦμε λοιπὸν μὲ αὐτὸ τὸ ἔνδυμα τῆς θεότητος, τὴν ὑψοποιὸ ταπείνωση, ἂς ἀποκτήσουμε «καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην», γιὰ νὰ δικαιωθοῦμε ὄχι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν Θεό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου