ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2019

«ΣΥΝΕΚΔΗΜΟΙ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ»
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ
(Λουκᾶ ΙΕ ́, 11-32)

Δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος πού θά μελετήσει τήν Παραβολή τού Ἀσώτου Υἱοῦ καί δέν θά αἰσθανθεῖ συγκίνηση μέσα στήν καρδιά του. Καί ἔχει μεγάλη δόση ἀληθείας αὐτό πού ἔχει λεχθεῖ γιά τήν παραβολή αὐτή, ὅτι ἐάν, ὑποθετικῶς, ὁλόκληρο τό Εὐαγγέλιο χανόταν καί μόνο αὐτό τό κείμενο τῆς ἐπιστροφῆς τοῦ Ἀσώτου θά παρέμενε, αὐτό καί μόνο θά ἦταν δυνατόν νά τό ἀναπληρώσει.
Κυριακή τοῦ Ἀσώτου, καί ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς προετοιμάζει γιά τά πνευματικά ἀγωνίσματα μέσα στό εὐλογημένο στάδιο τοῦ Τριῳδίου καί τῆς Ἁγίας Τεσσαρακοστῆς. Ἀπό τά πολλά μηνύματα πού μᾶς δίνει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἐμεῖς θά σταθοῦμε σέ ἕνα καίριο, πού ἔχει νά κάνει μέ ἐμᾶς τούς ἴδιους καί τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Καί αὐτό δέν εἶναι ἄλλο, παρά ἡ ἐπιστροφή τοῦ ἀνθρώπου στό Θεό.
Αὐτός ὁ βαθύτατα ὑπαρξιακός λόγος τοῦ ἀσώτου:
“Ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν Πατέρα μου”, πόσα δέν ἔχει νά μᾶς πεῖ, ὅταν μάλιστα ἔχουμε γευθεῖ τά πικρά καί μολυσμένα ξυλοκέρατα τῆς ἁμαρτίας; Ἡ φράση αὐτή ἀποτελεῖ τήν πρώτη κίνηση σωτηρίας, μετά τήν ἀφύπνιση καί τήν τραγική διαπίστωση πού προηγήθηκε, ὅταν, “εἰς ἑαυτὸν ἐλθών”, εἶπε μέ τήν καρδιά του: “Πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι!”.
Ἦλθε λοιπόν σέ συναίσθηση. Ἐάν δέν ὑπάρξει αὐτή ἡ κατάσταση στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ἐάν δέν καταρτισθεῖ αὐτή ἡ πνευματική βάση, εἶναι ἀδύνατον στήν συνέχεια νά ὑπάρξει καί ἡ οἰκοδομή.
Τόν πρῶτο καιρό βεβαίως ἦταν ἀδύνατον νά τό παραδεχθεῖ ὁ ἄσωτος.
Μεθυσμένος ἀπό τήν ἀπάτη τῶν ἡδονῶν καί μπλοκαρισμένος ὁ ἡγεμόνας νοῦς ἀπό τόν ἐγωισμό, δέν ἄφηνε ἐλεύθερη τήν καρδιά. Ὅταν ὅμως ἄδειασε τό ποτήριον τῆς “εὐτυχίας” καί ἡ γλῶσσα ἄρχισε νά γεύεται τόν “ἄψινθο” τῆς ἁμαρτίας, ὅταν ἡ ὕπαρξη αἰσθάνθηκε γιά τά καλά τήν στέρηση τῆς Χάριτος, τότε ξεκίνησε νά λειτουργεῖ καί πάλι ἡ συναίσθηση τῆς πραγματικότητας. Καί ἡ πραγματικότητα αὐτή εἶναι τόσο σκληρή καί τραγική, πού χρειάζεται ἰδιαίτερη βοήθεια καί προστασία τῆς Θεϊκῆς ἀγάπης, ὥστε νά μήν πέσει ἡ ψυχή στήν καταραμένη ἀπογοήτευση, πού δέν ἀφήνει πισωγύρισμα.
Νά σταθοῦμε τώρα στό νά περιγράψουμε, ἤ ἁπλῶς νά ρίξουμε μιά φευγαλέα
ματιά στό τί ἔζησε ὁ νεότερος υἱός φεύγοντας ἀπό τήν “πατρικήν οἰκίαν”; Ὄχι, δέν
θά τό κάνουμε αὐτό. Καί τοῦτο, γιά νά μή μολύνουμε τήν ὅλη ἀτμόσφαιρα. Μᾶς
φθάνει ὅτι αὐτός ὁ ἄσωτος, ὅταν συνειδητοποίησε τό πώς ζοῦσε μέσα στήν
ἀκαθαρσία τῶν χοίρων (ὅτι ἔβοσκε δηλ. στήν ἀκαθαρσία τῶν παθῶν καί κυλιόταν
στόν βοῦρκο τῶν δαιμόνων), ἀηδίασε τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό.
Θά φύγουμε λοιπόν μαζί του ἀπό τό χοιροστάσιο τοῦ ἐγωισμοῦ καί τῆς
ἀνυπακοῆς πρός τόν Πατέρα, διότι ἤδη ἔφθασε ἡ ὥρα τῆς Χάριτος. Τώρα πλέον μέ
εὐλογημένη δέηση, ἱκεσία καί καρδιακή κραυγή, φωνάζουμε μαζί μέ τόν ἄσωτο,
ἐμεῖς οἱ “κατά συρροή καί κατ' ἐξακολούθηση” ἄσωτοι καί ἀποστάτες: “ Ὁ Θεὸς
ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ”.
Δόξα τῷ Θεῷ! Μετά τή συναίσθηση καί τήν μετά ἱεροῦ πείσματος ἀποστροφή
τῆς ἁμαρτίας καί τῆς ἀποστασίας, μετά τήν παρά φύσιν κατάσταση, ἐπέρχεται ἡ κατά
φύσιν ἐκζήτησις τοῦ θείου ἐλέους. Σ' αὐτό ἀκριβῶς τό ἔλεος, στήν εὐσπλαχνία καί
στή μακροθυμία τοῦ Πατρός, τοῦ Θεοῦ, κατέφευγαν ὅλοι οἱ μετανοημένοι, καί σ ̓
αὐτό καταφεύγουμε ὅσοι ματώσαμε τά πέλματά μας στά αἰχμηρά ἀκρόβραχα τοῦ
ἀπαίσιου ἐγωισμοῦ καί δηλητηριάσαμε τήν ὕπαρξή μας στά ἀγκάθια τῶν συμφορῶν.
Ναί, σ' αὐτό τό θεῖον ἔλεος τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, διότι αὐτό ζωντανεύει τήν ἐλπίδα
μας. Οἱ ἀνεξάντλητοι οἰκτιρμοί τοῦ Υἱοῦ Του, ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί
ἡ ἀγάπη τοῦ Πατρός, εἶναι τό καταφύγιό μας.
Καί ὁμολογουμένως, αὐτό πού πρέπει νά προσέξουμε εἶναι ὅτι ὁ ἄσωτος δέν
γυρίζει στόν Πατέρα μέ ἀξιώσεις. Τέτοια πράγματα οὔτε κατά διάνοια ἐπιτρέπει νά
τόν ἀγγίξουν. Δείχνει ἔμπρακτα τήν συγκλονιστική του μετάνοια μέ τήν φράση:
“Ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου”. Δέν ζητῶ πλέον τίποτε ἄλλο, λέει, παρά νά
μακροθυμήσεις. Εἶμαι εὐτυχισμένος, ἐάν ἡ εὐσπλαχνία Σου μέ δεχθεῖ ὡς ἕναν ἀπό
τούς ὑπηρέτες σου... Τό μόνο πού σοῦ ζητῶ εἶναι τό ἔλεός σου, Θεέ μου. Τό μέγα
σου ἔλεος!
Ὅταν ὁ άνθρωπος φθάσει σέ αὐτή τήν κατάσταση, ὅταν δηλ. συνειδητοποιήσει,
ὅσο βεβαίως τό δυνατόν, τί εἶναι τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, τότε βιώνει τέτοιες καταστάσεις
μέσα στήν ύπαρξή του, πού εἶναι ἐντελῶς ἀδύνατον νά περιγραφοῦν, ἀκόμα καί ἀπό
τόν πλέον ταλαντοῦχο ἄνθρωπο.
Καί ἀκριβῶς, ἐπειδή ἡ αἴτησις τοῦ θείου ἐλέους, ἐπιβεβαιώνει τήν ταπείνωσή
μας, ἑλκύει ἐπάνω μας τήν Χάρη τοῦ Κυρίου. Ἡ Χάρις δέ αὐτή, τό Μέγα Ἔλεος
δηλ., θά μᾶς ἐνισχύει στόν ἀνηφορικό ἀλλά ὄμορφο δρόμο τῆς λυτρώσεως, τόν ὁποῖο
θά βαδίζουμε ἕως καί τῆς τελευταίας μας πνοῆς.
Ἐξυπακούεται τώρα, ὅτι χρειάζεται καί κάτι ἄλλο, τό ὁποῖο εἶναι ἀπολύτως
ἀναγκαῖο καί ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ, μετά τήν εὐλογημένη μας ἐπιστροφή. Καί αὐτό
εἶναι, μέσῳ τοῦ Ἱεροῦ Μυστηρίου τῆς Ἐξομολογήσεως, μέσῳ δηλ. τοῦ λουτροῦ τῆς
ψυχῆς, ἡ σταθερή καί ἀταλάντευτη ἀπόφαση νά ζήσουμε στό ἑξῆς κάτω ἀπό τήν
ὑπακοή τοῦ Κυρίου.
Δέν εἶναι, ἀδελφοί μου, μόνο τό νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι θλίψαμε τήν ἀγάπη
τοῦ Θεοῦ καί ἀποδιώξαμε τήν ζωοποιό Χάρη. Οὔτε μόνο φθάνει ἡ ἀποστροφή τῆς
ρυπαρᾶς ἁμαρτίας, πού ἀκολουθεῖ ὡς δευτέρα βαθμίδα τῆς κλίμακας. Κατόπιν τῆς
ἐκζητήσεως τοῦ Θείου ἐλέους καί τῆς ψυχικῆς μας «παλιγγενεσίας», διά τῆς
ὁμολογίας τῶν ἁμαρτιῶν, εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ὑπακοή, δηλ. ἡ ἐφαρμογή τοῦ
Παναγίου καί σωστικοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, ὅ,τι κι ἄν αὐτό μᾶς κοστίσει. Καί ἡ
ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, παρά τό ὅτι ἴσως ἀκούγεται ὡς ἁπλό θέμα, στήν οὐσία
του ἀποτελεῖ ὁλόκληρη πνευματική ἐπιστήμη...
Οἱ Ἅγιοι, πού ἔχουν εὐθυγραμμίσει τήν ζωή τους σ' αὐτήν ἀκριβῶς τήν ὑπακοή,
ἔχουν πολλά νά μᾶς διδάξουν. Χρειάζεται ἄραγε νά τονίσουμε πώς ἡ μετάνοια καί ἡ
ἐπιστροφή, ἡ ἐκζήτησις τοῦ θείου ἐλέους καί κατ' ἐπέκτασιν ἡ ὑπακοή στό γενικό
ἀλλά καί στό προσωπικό γιά ἐμᾶς θέλημα τοῦ Θεοῦ, εἶναι κάτι πού δέν παίρνει
ἀναβολή; Πόσο δίκαιο εἶχε ἕνας ἅγιος, ὅταν ἔλεγε: “ Ὅπου βλέπετε ἀναβολή
μετανοίας, ἐκεῖ κρύπτεται ἀνειλικρίνεια”. Ὁ λόγος ὁρισμένων, παρά τό ὅτι βλέπουν
ξεκάθαρα ποῦ ὁδηγεῖ ὁ δρόμος τῆς ἀποστασίας, “ἔχουμε καιρό, ἀργότερα ἡ
ἐξομολόγηση...”, ἀποδεικνύει ὅτι οὐσιαστικά παίζουν μέ τή σωτηρία τους. Ἀλλά
ὅποιος παίζει μέ τά θέματα αὐτά, μυκτηρίζει τόν Θεό, ὁ Ὁποῖος περιμένει βεβαίως
ἕως τό τέλος τῆς ζωῆς του τόν ἁμαρτωλό. Ὅμως, κατόπιν αὐτοῦ τοῦ σταθμοῦ, ἡ
ἀμετανόητη ψυχή δέχεται τίς συνέπειες τῆς ἐλεύθερης ἐπιλογῆς της. Τουτέστι,
κατατάσσεται στόν χῶρο γιά τόν ὁποῖο καταρτιζόταν ὅσο ὁ ἄνθρωπος ζοῦσε
βιολογικῶς.
Γι' αὐτό καί ὁ Ἀποστολικός λόγος, “ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν
ἡμέρα σωτηρίας” (Β' Κορ. στ', 2), θά πρέπει νά μήν ἀφήνει περιθώρια
συνειδησιακῆς χαλαρώσεως, διότι ἔτσι ὁ ἄνθρωπος κινδυνεύει νά περάσει στόν
δρόμο πού δέν ἔχει ἐπιστροφή καί ὀνομάζεται πνευματική ἀναισθησία. Δηλ. νά
τραυματίζεται, νά γίνεται ψυχικά αἱμόφυρτος καί νά μήν αἰσθάνεται ἀπολύτως
τίποτε. Νά ἔχει ὑποστεῖ τέτοια πώρωση καί τέτοιου εἴδους διαστροφή στίς ψυχικές
του αἰσθήσεις, ὥστε τά ξυλοκέρατα νά φαίνονται ὡς ἡ πλέον γευστική τροφή, καί ἡ
βρωμιά τῶν χοίρων νά φαντάζει ὡς ἄρωμα καί εὐωδία.
“Ἀδελφοί μου, ὅπως θυμόμαστε πολύ καλά, σάν νά τό βλέπουμε μπροστά μας,
ὅταν ἐκεῖνο τό πρωινό ὁ ἀδελφός μας Ἄσωτος ἀποφάσισε νά φύγει ἀπό τήν
πατρική μας οἰκία, διότι δέν ἄντεχε στήν θερμή ἀγάπη τοῦ Πατέρα μας, ἐμεῖς,
χωρίς συζήτηση, “ἀδελφικῇ ἀλληλεγγύῃ γάρ”, ἀμέσως τόν ἀκολουθήσαμε. Δέν
ἀφήσαμε ἴχνος ἀπό τά βήματά του πού νά μή τό ἀκολουθήσαμε. Σέ τέτοιο βαθμό
μάλιστα ἀποδεικνύαμε ὅτι παραμέναμε «πιστοί ἀδελφοί», πού καί ὁ ἴδιος
αἰσθάνθηκε ἔκπληξη. Ἀλησμόνητο ἐπίσης παραμένει, ὅτι μᾶς φιλοξένησε ἐκεῖ, στό
ἴδιο του τό σπίτι, στήν ὁδό “Ἀπωλείας” (θυμᾶστε, στό εὐρύχωρο ἐκεῖνο σπίτι...).
Μᾶς συμπεριφέρθηκε μέ τέτοια ἀδελφική γαλαντοσύνη στίς σύντομες καλές
ἡμέρες, πού ἐμεῖς ξεπεράσαμε τήν ἀρχική συμπαράσταση καί φτάσαμε στόν
ἀνταγωνισμό μαζί του. Καί ἐκεῖνος, δέν μᾶς μάλωνε...
Τίς δέ ἄσχημες ἡμέρες τῆς ποικίλης πενίας, ὅταν κατέφθανε ράκος ἀπό τήν
πεῖνα καί τήν κούραση, ἐμεῖς, ἀντί χαιρετισμοῦ, πέφταμε ἐπάνω στά λιγδιασμένα
ἀπό τήν βρωμιά ροῦχα του, μπάς καί βροῦμε κανένα μισοφαγωμένο ξυλοκέρατο.
Κι ὅταν τό βρίσκαμε, τό καταβροχθίζαμε δίχως οὔτε ἕνα εὐχαριστῶ. Καί πάλι,
αὐτός δέν μιλοῦσε... Σωριαζόταν σέ μιά γωνιά ἐξαντλημένος, γιά νά ξεκουράσει
λίγο τή χαμένη του ὕπαρξη.
Τί λέτε λοιπόν, τώρα πού ἀποφάσισε τό ταξίδι τῆς ὁριστικῆς καί ἀμετάκλητης
ἐπιστροφῆς, ἐάν ἐμεῖς δέν τόν συνοδεύσουμε στήν “ὁδὸν τῆς προτέρας δόξης” καί
τόν ἀφήσουμε μόνο του, αὐτό δέν θά ἀποτελέσει ἀνεπίτρεπτη συμπεριφορά πρός
τόν ἴδιο, καί προσβολή στήν Πατρική ἀγάπη καί ἀγκαλιά, πού τόσο πολύ μᾶς
περιμένει καί μᾶς λαχταρᾶ;”

Ἀμήν.

Ἀρχιμ. Ἰωήλ Κωνστάνταρος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου