Ομιλία στο ευαγγέλιο της Δ΄ Κυριακής Λουκά, του μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου Καλαμαρά
Η Παραβολή του Σπορέως
(Λουκ. 8, 5- 15)
Ὁ σπόρος καί τό χωράφι
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, μᾶς λέει ὁ Χριστός στό ἅγιο εὐαγγέλιο, εἶναι ἕνας σπόρος. Δέν ἀρκεῖ νά ἔχει κανείς τό σπόρο στήν ἀποθήκη του. Πρέπει νά τόν βάλει στή γῆ, νά φυτρώσει, νά βλαστήσει. Νά κάνει λουλούδια, νά κάνει φύλλα, νά μεγαλώσει, νά κάνει καρπούς.
Νά δρέψει τούς καρπούς· νά χορτάσει μέ τούς καρπούς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ.
Ἐάν ὁ γεωργός, σπείρει καί ἀφήσει τόν σπόρο, στήν τύχη του, ἡ ὠφέλεια θά εἶναι μικρή. Ἐάν ἐνδιαφερθεῖ καί φροντίσει ὁ σπόρος νά γίνει εὔρωστο καρποφόρο φυτό, τό κέρδος θά εἶναι πολύ μεγάλο.
Γι’ αὐτό, εἶναι κρίμα νά μήν φροντίζει ὁ ἄνθρωπος τόν σπόρο –τόν λόγο τοῦ Θεοῦ- νά τόν βάζει σέ καλό τόπο καί μέ καλό τρόπο.
Καλή γῆ εἶναι ἡ καρδιά μας.
Ἤ μᾶλλον, δέν εἶναι δεδομένα καλή γῆ. Ἀλλά πρέπει ἐμεῖς νά τήν κάνομε γῆ ἀποδοτική. Καί ἐμεῖς νά φροντίσομε μέ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, νά καλλιεργήσομε τήν καρδιά μας καί νά τήν κάνομε τόπο καρποφόρο καί ὠφέλιμο.
Ἐάν αὐτό δέν τό ἐπιδιώκομε, ἀλλά ἀφήνομε τήν καλλιέργεια τῆς καρδιᾶς μας στίς διαθέσεις τῆς στιγμῆς, τί συμβαίνει;
Συμβαίνει ὅτι γίνεται ὅταν περπατᾶς στό δρόμο καί τυχαίνει νά φυσάει. Σέ δροσίζει λίγο ὁ ἀέρας, χωρίς ἴσως νά τό θέλεις. Ἤ βρέχει καί πέφτει πάνω σου βροχή· χωρίς νά τό θέλεις.
Κατά τόν ἴδιο τρόπο, εἶναι δυνατό νά περνᾶνε ἀπό τά αὐτιά σου μερικά ἀπό τά λόγια τοῦ Θεοῦ, χωρίς ποτέ νά μπαίνουν μέσα στήν καρδιά σου, γιατί δέν τό θέλεις. Δέν τό ἔκανες ποτέ ἐπιδίωξή σου...
Ἄν κάποιος εἶναι ἔτσι τοποθετημένος ἀπέναντι τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ἡ ὠφέλειά του θά εἶναι ἐλαχίστη ἤ καί μηδενική. Τίποτα.
Εἶναι συμφέρον μας, τόν λόγο τοῦ Θεοῦ νά τόν ἁρπάζομε καί νά φροντίζομε νά τόν αὐξήσομε καί νά τόν ἀξιοποιήσομε. Πῶς; Καλλιεργώντας καί κάνοντας καρποφόρο χωράφι τόν ἑαυτό μας. Ὁλόκληρο τόν ἑαυτό μας. Ἀρχίζοντας ἀπό διάνοια καί καρδιά καί προχωρώντας ἀκόμη καί στό σῶμα μας.
Ἕνα πρωτότυπο κήρυγμα
Εἶναι πολύ διδακτικό νά δοῦμε πῶς τοποθετήθηκαν οἱ ἅγιοι ἀπέναντι στό λόγο τοῦ Θεοῦ. Πῶς τόν ἀξιοποίησαν.
Ἄν μελετήσομε τόν βίο τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, τί βλέπομε;
Τό πρῶτο πού διαβάζομε, εἶναι ὅτι ὅταν ἦταν παιδάκι, μικρό ἀκόμη, συνήθιζε νά πηγαίνει στήν Ἐκκλησία. Καί ἀγάπησε τήν Ἐκκλησία. Ποῦ τόν ἔχανες τόν Νεκτάριο, Ἀναστάσιο τότε, ποῦ τόν εὕρισκες, ὅλο στήν Ἐκκλησία βρισκόταν. Ἀγαποῦσε τήν προσευχή.
Καί ἀγαποῦσε νά ἀκούει λόγια διδακτικά ἀπό τό Εὐαγγέλιο, πνευματικά, πού ὠφελοῦν τήν ψυχή. Ἄκουγε, ἀφοῦ πήγαινε στήν Ἐκκλησία τά τροπάρια. Τά λόγια τῶν ἱερέων. Τά κηρύγματα πού ἐγίνονταν κατά καιρούς.
Μεγαλώνοντας τό παιδάκι, ἐπῆγε ὅταν ἦταν ἀκόμη νεαρός, 14-15 χρονῶν καί δούλευε σέ κάποιο κατάστημα.
Ἐκεῖ τί ἔκανε; Δίπλωνε τά πράγματα πού πουλοῦσε μέσα σέ πρόχειρα χαρτιά. Ποῦ τότε σακκοῦλες... Καί πάνω σ’ αὐτά τά χαρτιά, ὁ Ἀναστάσιος-Νεκτάριος, ἔγραφε κάτι λογάκια.
Ποιά ἦταν αὐτά τά λόγια; Ὡραῖα λόγια πού εἶχε ἀκούσει ἀπό τό Εὐαγγέλιο καί ἀπό ἄλλους Ἁγίους. Ὡραῖες συμβουλές. Ἔλεγε ἀργότερα: «Τά ἔγραφα μέ μιά καί μοναδική σκέψη: Ὅτι θά μποροῦσαν νά τά διαβάσουν οἱ ἄνθρωποι καί νά ὠφεληθοῦν».
Φαίνεται ὅτι ὁ ἅγιος Νεκτάριος ταυτιζόταν μέ ἐκεῖνα πού ἔγραψε ἀργότερα ὁ ρῶσσος ἱερομάρτυς ἅγιος Κρονίδης:
«Ἀγαπητοί μου,
Νά τό θυμᾶσθε πάντοτε:
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι σπόρος. Ἀλλά καί κάθε δικός μας λόγος, σπόρος εἶναι· ἀφοῦ ἔχει μέσα του μιά σκέψη, ἕνα αἴσθημα ἕναν πόθο. Σπόρος δέν εἶναι μόνο τό κήρυγμα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Σπόρος εἶναι καί κάθε δική μας κουβέντα. Ναί, ἡ κάθε μας συνομιλία, ἡ κάθε μας συζήτηση, εἶναι καί αὐτή ἕνας σπόρος!
Καί τό κάθε μας ἔργο ὅσο καί ἄν ἐμεῖς τό βλέπομε χωρίς νόημα, καί τό κάθε τί πού λέμε εἶναι σάν μιά σπορά!
Μιά σπορά, ἕνας σπόρος ἀπό ἄγρια χόρτα, ἕνας σπόρος ἀπό ζιζάνια, ὅταν μπεῖ μέσα μας, ὅταν μπεῖ στήν ψυχή μας καί ἐκεῖ φυτρώσει, θά κάμει ἄγριους καρπούς.
Προσέχετε λοιπόν! Προσέχετε νά ξέρετε, τί μπαίνει στήν ψυχή σας». (Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ, σ. 51)
Εἶναι λοιπόν μεγάλη ζημία νά βάζει κανείς στήν καρδιά του λόγια πού ἐκφράζουν τό φρόνημα τοῦ κόσμου τούτου. Ἀντίθετα ἔχει πολλή ὠφέλεια τό νά ἀκούει τά ὡραῖα λόγια τοῦ Εὐαγγελίου καί τῶν ἁγίων. Γιατί δέν ἐντυπωσιάζουν μόνο τό πνεῦμα ἀλλά μιλοῦν καί στήν καρδιά. Καί τότε ὅταν γεμίσει τό κεφάλι καί ἡ καρδιά ἀπό τά διδάγματα τῆς πίστης, δυναμώνει ἡ θέληση καί ὁ ἄνθρωπος παίρνει τήν ἀπόφαση νά κάνει κάτι καλύτερο.
Ὅλο τέτοια μάθαινε ὁ ἅγιος Νεκτάριος καί τά ἔγραφε πάνω στά χαρτάκια. Οἱ ἄνθρωποι σιγά-σιγά ἔμαθαν νά πηγαίνουν νά ἀγοράζουν καί νά θέλουν νά πάρουν τό δεματάκι ἀπό τά χέρια τοῦ Ἀναστασίου-Νεκταρίου· καί νά κοιτάζουν τί τούς ἔγραφε.
Ἐκ τῶν ὑστέρων ὁ ἅγιος Νεκτάριος ἐξέδωκε ἕνα μεγάλο βιβλίο, ὅταν πιά εἶχε γίνει ἀρχιερεύς καί ἦταν στήν Ἀθήνα, γεμᾶτο ἀπό ρητά. Ἀπό συμβουλές μεγάλων σοφῶν ἁγίων καί ἀπό τό Εὐαγγέλιο, τά ὁποῖα ὅταν τά διαβάζει κανείς ὠφελεῖται πολύ. Τό βιβλίο ἔχει τίτλο: «Γνῶθι σαυτόν». Γνώρισε τόν ἑαυτό σου.
Γιατί τά λόγια τοῦ Θεοῦ, ἐπειδή μᾶς δείχνουν πιό εἶναι τό καλό, μᾶς βοηθοῦν νά ξεφύγομε ἀπό τά πάθη πού μᾶς κατεβάζουν, καί μᾶς φέρνουν στό ἐπίπεδο -συγγνώμη πού θά τό ποῦμε- τῶν ζώων.
Δηλαδή μᾶς κάνουν νά ζοῦμε μέ τήν σκέψη: Τί θά φᾶμε, τί θά πιοῦμε, πῶς θά διασκεδάσομε, πῶς θά κοτσομπολέψομε λιγάκι καί τίποτε παραπέρα.
Κύριε, δέν σοῦ ζήτησα δόξες
Ἀφοῦ μεγάλωσε ἀκόμη ὁ ἅγιος Νεκτάριος καί ἔμαθε λίγα γραμματάκια, ἐπῆγε σ’ ἕνα χωριό σάν δάσκαλος. Ἐκεῖ ἐσκέφθηκε: «Ἐδῶ πέρα δέν ἀκούγεται ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ στήν Ἐκκλησία».
Καί ἀπό τότε ἄρχισε νά κάνει, εἴκοσι χρονῶν παιδί, κηρύγματα. Βλέποντας τήν ὠφέλεια πού εἶχε ὁ κόσμος ἀπό ἐκεῖνα τά λόγια πού ἔλεγε, αἰσθάνθηκε εὐχαρίστηση, καί εἶπε: «Ἄν ἀπό τά φτωχά λόγια πού λέω, ὠφελοῦνται ἄνθρωποι, καί γίνονται καλύτεροι, ἄραγε ὑπάρχει στόν κόσμο κάτι καλύτερο, ἀπό τό νά ἀγαπήσει κανείς τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί νά ἐργασθεῖ γιά τήν διάδοση του»;
Βλέποντας τό ζῆλο του κάποιος εὐσεβής ἄνθρωπος σ’ ἐκεῖνο τό μικρό χωριουδάκι, τοῦ ἔρριξε τήν σκέψη:
-Νεκτάριε, δέν πηγαίνεις στήν Ἀθήνα νά σπουδάσεις Θεολογία, ἀφοῦ σοῦ ἀρέσει τόσο πολύ τό κήρυγμα; Νά γίνεις σοφώτερος καί νά μπορεῖς νά διδάσκεις ὡραιότερα τόν λόγο τοῦ Θεοῦ;
Ἐσπούδασε καί μετά πῆγε στό Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας. Ὁ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας, ἐκτίμησε τίς ἀρετές του καί τόν ἔκανε καί ἀρχιερέα, μητροπολίτη Πενταπόλεως.
Ἡ προσευχή τήν ὁποία ἔκανε ὁ ἅγιος Νεκτάριος τήν ἡμέρα πού ἔγινε μητροπολίτης ἦταν: «Κύριε, ἐγώ δέν σοῦ ζήτησα μεγαλεῖα. Δέν σοῦ ζήτησα δόξες καί τιμές. Ἐγώ σοῦ ζήτησα ἕνα μόνο πράγμα. Νά μέ ἀξιώσεις νά μπορῶ καί νά ἔχω τήν εὐκαιρία νά κηρύσσω τόν λόγο σου. Τίποτε ἄλλο δέν θέλω. Ὅπου καί νά εἶμαι, ἄνοιγε δρόμο, δημιούργησε τρόπους καί δίνε μου τήν εὐκαιρία νά διδάσκω τόν λόγο σου, γιά τήν ὠφέλεια τοῦ κόσμου».
Τό μυστικό τοῦ ἁγίου Νεκταρίου
Τό μυστικό τοῦ ἁγίου Νεκταρίου εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.
Πίσω ὅμως ἀπό αὐτό κάτι κρύβεται. Ποιό εἶναι;
Ὁ ἅγιος Νεκτάριος πηγαίνοντας στήν Ἐκκλησία μικρό παιδί εἶχε μυαλό. Γιατί καί τά μικρά παιδιά, μπορεῖ νά ἔχουν μυαλό παιδικό, ἀλλά ἔχουν μυαλό. Ξεχωρίζουν καλό καί κακό. Ὠφέλιμο καί βλαβερό.
Πηγαίνοντας λοιπόν μέσα στήν Ἐκκλησία, κατάλαβε πόσο ὠφέλιμο εἶναι ὄχι μόνο νά ἀκροᾶται κάνεις τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί νά προσπαθεῖ νά τόν ἐφαρμόσει. Τό ἔκανε καί εἶδε τήν ὠφέλεια πρῶτα στόν ἑαυτό του.
Μά πῶς νά μήν τήν ἰδεῖ; Ἀφοῦ κατάλαβε φερ’ εἰπεῖν τί κακό εἶναι νά βρίζει κανείς ἤ νά κάνει ἄλλες ἀπρέπειες.
Καί ἀφοῦ διαπίστωσε τήν ὠφέλεια αὐτή, κινούμενος ἀπό ἀγάπη, πού εἶναι δῶρο τοῦ Χριστοῦ σέ κείνους πού τόν ἀναζητοῦν, ἠθέλησε νά κηρύττει τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Γιατί;
Γιά νά μή μείνει τό καλό μόνο σέ αὐτόν, στήν καρδιά του, στόν ἑαυτό του, ἀλλά νά πάει καί παραπέρα. Νά διαδοθεῖ. Νά πληθυνθεῖ. Νά καλύψει ὅσο τό δυνατόν περισσότερους ἀνθρώπους.
Ὑπάρχει καλύτερη ἐπιθυμία;
Καλλιεργητικές φροντίδες
Ἐργαζόμαστε μέ ὄρεξη καί ἐνθουσιασμό στά χωράφια μας. Τό θεωροῦμε καθῆκον μας. Ναί, καθῆκον ἱερό. Γιατί; Μά εἶναι ἡ ζωή τοῦ σπιτιοῦ μας. Γιά τόν ἑαυτό μας κοπιάζομε, γιά τά παιδιά μας, γιά τήν προκοπή τους.
Ἄν ἔτσι κάνομε γιά τά ἐπίγεια, πόσο περισσότερο πρέπει νά «σκάψομε» τήν καρδιά μας γιά τήν αἰώνια ζωή;
Γιά νά τήν μάθομε νά ἀναζητεῖ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Νά θέλει νά τόν ἀκούει, νά τόν μελετᾶ.
Πῶς ὅμως γίνεται αὐτό τό σκάψιμο;
Μέ λίγη νηστεία. Μέ λίγη προσευχή.
Καί μέ πολλή παράκληση πρός τόν Θεό:
«Φώτισέ με, Χριστέ μου. Διάλυσε τό σκοτάδι τῶν παθῶν μου, φώτισέ με νά καταλαβαίνω ποῦ βρίσκομαι. Ποῦ βαδίζω. Ποῦ πρέπει νά βαδίζω, γιά νά βρεθῶ κοντά σου στήν αἰώνια ζωή».
Ὅταν τό κάνεις αὐτό, γίνεσαι ἀπό πέτρες καί ἀγκάθια, γῆ καρποφόρα.
Νά μᾶς δώσει ὁ Θεός αὐτή τήν σύνεση, αὐτή τήν σοφία, αὐτή τήν ὑπακοή στόν ἅγιο λόγο του.
Νά μᾶς φωτίζει νά τόν ἐκτιμᾶμε, νά τόν πιστεύομε καί νά τόν ἐφαρμόζομε. Ἀμήν.-
Διασκευασμένες ὁμιλίες πού ἔγιναν στό Θεσπρωτικό στίς 5/10/2003
καί στόν Ἅγιο Γεώργιο Φιλιππιάδος στίς 8/11/1995
Η Παραβολή του Σπορέως
(Λουκ. 8, 5- 15)
Ὁ σπόρος καί τό χωράφι
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, μᾶς λέει ὁ Χριστός στό ἅγιο εὐαγγέλιο, εἶναι ἕνας σπόρος. Δέν ἀρκεῖ νά ἔχει κανείς τό σπόρο στήν ἀποθήκη του. Πρέπει νά τόν βάλει στή γῆ, νά φυτρώσει, νά βλαστήσει. Νά κάνει λουλούδια, νά κάνει φύλλα, νά μεγαλώσει, νά κάνει καρπούς.
Νά δρέψει τούς καρπούς· νά χορτάσει μέ τούς καρπούς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ.
Ἐάν ὁ γεωργός, σπείρει καί ἀφήσει τόν σπόρο, στήν τύχη του, ἡ ὠφέλεια θά εἶναι μικρή. Ἐάν ἐνδιαφερθεῖ καί φροντίσει ὁ σπόρος νά γίνει εὔρωστο καρποφόρο φυτό, τό κέρδος θά εἶναι πολύ μεγάλο.
Γι’ αὐτό, εἶναι κρίμα νά μήν φροντίζει ὁ ἄνθρωπος τόν σπόρο –τόν λόγο τοῦ Θεοῦ- νά τόν βάζει σέ καλό τόπο καί μέ καλό τρόπο.
Καλή γῆ εἶναι ἡ καρδιά μας.
Ἤ μᾶλλον, δέν εἶναι δεδομένα καλή γῆ. Ἀλλά πρέπει ἐμεῖς νά τήν κάνομε γῆ ἀποδοτική. Καί ἐμεῖς νά φροντίσομε μέ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, νά καλλιεργήσομε τήν καρδιά μας καί νά τήν κάνομε τόπο καρποφόρο καί ὠφέλιμο.
Ἐάν αὐτό δέν τό ἐπιδιώκομε, ἀλλά ἀφήνομε τήν καλλιέργεια τῆς καρδιᾶς μας στίς διαθέσεις τῆς στιγμῆς, τί συμβαίνει;
Συμβαίνει ὅτι γίνεται ὅταν περπατᾶς στό δρόμο καί τυχαίνει νά φυσάει. Σέ δροσίζει λίγο ὁ ἀέρας, χωρίς ἴσως νά τό θέλεις. Ἤ βρέχει καί πέφτει πάνω σου βροχή· χωρίς νά τό θέλεις.
Κατά τόν ἴδιο τρόπο, εἶναι δυνατό νά περνᾶνε ἀπό τά αὐτιά σου μερικά ἀπό τά λόγια τοῦ Θεοῦ, χωρίς ποτέ νά μπαίνουν μέσα στήν καρδιά σου, γιατί δέν τό θέλεις. Δέν τό ἔκανες ποτέ ἐπιδίωξή σου...
Ἄν κάποιος εἶναι ἔτσι τοποθετημένος ἀπέναντι τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ἡ ὠφέλειά του θά εἶναι ἐλαχίστη ἤ καί μηδενική. Τίποτα.
Εἶναι συμφέρον μας, τόν λόγο τοῦ Θεοῦ νά τόν ἁρπάζομε καί νά φροντίζομε νά τόν αὐξήσομε καί νά τόν ἀξιοποιήσομε. Πῶς; Καλλιεργώντας καί κάνοντας καρποφόρο χωράφι τόν ἑαυτό μας. Ὁλόκληρο τόν ἑαυτό μας. Ἀρχίζοντας ἀπό διάνοια καί καρδιά καί προχωρώντας ἀκόμη καί στό σῶμα μας.
Ἕνα πρωτότυπο κήρυγμα
Εἶναι πολύ διδακτικό νά δοῦμε πῶς τοποθετήθηκαν οἱ ἅγιοι ἀπέναντι στό λόγο τοῦ Θεοῦ. Πῶς τόν ἀξιοποίησαν.
Ἄν μελετήσομε τόν βίο τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, τί βλέπομε;
Τό πρῶτο πού διαβάζομε, εἶναι ὅτι ὅταν ἦταν παιδάκι, μικρό ἀκόμη, συνήθιζε νά πηγαίνει στήν Ἐκκλησία. Καί ἀγάπησε τήν Ἐκκλησία. Ποῦ τόν ἔχανες τόν Νεκτάριο, Ἀναστάσιο τότε, ποῦ τόν εὕρισκες, ὅλο στήν Ἐκκλησία βρισκόταν. Ἀγαποῦσε τήν προσευχή.
Καί ἀγαποῦσε νά ἀκούει λόγια διδακτικά ἀπό τό Εὐαγγέλιο, πνευματικά, πού ὠφελοῦν τήν ψυχή. Ἄκουγε, ἀφοῦ πήγαινε στήν Ἐκκλησία τά τροπάρια. Τά λόγια τῶν ἱερέων. Τά κηρύγματα πού ἐγίνονταν κατά καιρούς.
Μεγαλώνοντας τό παιδάκι, ἐπῆγε ὅταν ἦταν ἀκόμη νεαρός, 14-15 χρονῶν καί δούλευε σέ κάποιο κατάστημα.
Ἐκεῖ τί ἔκανε; Δίπλωνε τά πράγματα πού πουλοῦσε μέσα σέ πρόχειρα χαρτιά. Ποῦ τότε σακκοῦλες... Καί πάνω σ’ αὐτά τά χαρτιά, ὁ Ἀναστάσιος-Νεκτάριος, ἔγραφε κάτι λογάκια.
Ποιά ἦταν αὐτά τά λόγια; Ὡραῖα λόγια πού εἶχε ἀκούσει ἀπό τό Εὐαγγέλιο καί ἀπό ἄλλους Ἁγίους. Ὡραῖες συμβουλές. Ἔλεγε ἀργότερα: «Τά ἔγραφα μέ μιά καί μοναδική σκέψη: Ὅτι θά μποροῦσαν νά τά διαβάσουν οἱ ἄνθρωποι καί νά ὠφεληθοῦν».
Φαίνεται ὅτι ὁ ἅγιος Νεκτάριος ταυτιζόταν μέ ἐκεῖνα πού ἔγραψε ἀργότερα ὁ ρῶσσος ἱερομάρτυς ἅγιος Κρονίδης:
«Ἀγαπητοί μου,
Νά τό θυμᾶσθε πάντοτε:
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι σπόρος. Ἀλλά καί κάθε δικός μας λόγος, σπόρος εἶναι· ἀφοῦ ἔχει μέσα του μιά σκέψη, ἕνα αἴσθημα ἕναν πόθο. Σπόρος δέν εἶναι μόνο τό κήρυγμα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Σπόρος εἶναι καί κάθε δική μας κουβέντα. Ναί, ἡ κάθε μας συνομιλία, ἡ κάθε μας συζήτηση, εἶναι καί αὐτή ἕνας σπόρος!
Καί τό κάθε μας ἔργο ὅσο καί ἄν ἐμεῖς τό βλέπομε χωρίς νόημα, καί τό κάθε τί πού λέμε εἶναι σάν μιά σπορά!
Μιά σπορά, ἕνας σπόρος ἀπό ἄγρια χόρτα, ἕνας σπόρος ἀπό ζιζάνια, ὅταν μπεῖ μέσα μας, ὅταν μπεῖ στήν ψυχή μας καί ἐκεῖ φυτρώσει, θά κάμει ἄγριους καρπούς.
Προσέχετε λοιπόν! Προσέχετε νά ξέρετε, τί μπαίνει στήν ψυχή σας». (Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ, σ. 51)
Εἶναι λοιπόν μεγάλη ζημία νά βάζει κανείς στήν καρδιά του λόγια πού ἐκφράζουν τό φρόνημα τοῦ κόσμου τούτου. Ἀντίθετα ἔχει πολλή ὠφέλεια τό νά ἀκούει τά ὡραῖα λόγια τοῦ Εὐαγγελίου καί τῶν ἁγίων. Γιατί δέν ἐντυπωσιάζουν μόνο τό πνεῦμα ἀλλά μιλοῦν καί στήν καρδιά. Καί τότε ὅταν γεμίσει τό κεφάλι καί ἡ καρδιά ἀπό τά διδάγματα τῆς πίστης, δυναμώνει ἡ θέληση καί ὁ ἄνθρωπος παίρνει τήν ἀπόφαση νά κάνει κάτι καλύτερο.
Ὅλο τέτοια μάθαινε ὁ ἅγιος Νεκτάριος καί τά ἔγραφε πάνω στά χαρτάκια. Οἱ ἄνθρωποι σιγά-σιγά ἔμαθαν νά πηγαίνουν νά ἀγοράζουν καί νά θέλουν νά πάρουν τό δεματάκι ἀπό τά χέρια τοῦ Ἀναστασίου-Νεκταρίου· καί νά κοιτάζουν τί τούς ἔγραφε.
Ἐκ τῶν ὑστέρων ὁ ἅγιος Νεκτάριος ἐξέδωκε ἕνα μεγάλο βιβλίο, ὅταν πιά εἶχε γίνει ἀρχιερεύς καί ἦταν στήν Ἀθήνα, γεμᾶτο ἀπό ρητά. Ἀπό συμβουλές μεγάλων σοφῶν ἁγίων καί ἀπό τό Εὐαγγέλιο, τά ὁποῖα ὅταν τά διαβάζει κανείς ὠφελεῖται πολύ. Τό βιβλίο ἔχει τίτλο: «Γνῶθι σαυτόν». Γνώρισε τόν ἑαυτό σου.
Γιατί τά λόγια τοῦ Θεοῦ, ἐπειδή μᾶς δείχνουν πιό εἶναι τό καλό, μᾶς βοηθοῦν νά ξεφύγομε ἀπό τά πάθη πού μᾶς κατεβάζουν, καί μᾶς φέρνουν στό ἐπίπεδο -συγγνώμη πού θά τό ποῦμε- τῶν ζώων.
Δηλαδή μᾶς κάνουν νά ζοῦμε μέ τήν σκέψη: Τί θά φᾶμε, τί θά πιοῦμε, πῶς θά διασκεδάσομε, πῶς θά κοτσομπολέψομε λιγάκι καί τίποτε παραπέρα.
Κύριε, δέν σοῦ ζήτησα δόξες
Ἀφοῦ μεγάλωσε ἀκόμη ὁ ἅγιος Νεκτάριος καί ἔμαθε λίγα γραμματάκια, ἐπῆγε σ’ ἕνα χωριό σάν δάσκαλος. Ἐκεῖ ἐσκέφθηκε: «Ἐδῶ πέρα δέν ἀκούγεται ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ στήν Ἐκκλησία».
Καί ἀπό τότε ἄρχισε νά κάνει, εἴκοσι χρονῶν παιδί, κηρύγματα. Βλέποντας τήν ὠφέλεια πού εἶχε ὁ κόσμος ἀπό ἐκεῖνα τά λόγια πού ἔλεγε, αἰσθάνθηκε εὐχαρίστηση, καί εἶπε: «Ἄν ἀπό τά φτωχά λόγια πού λέω, ὠφελοῦνται ἄνθρωποι, καί γίνονται καλύτεροι, ἄραγε ὑπάρχει στόν κόσμο κάτι καλύτερο, ἀπό τό νά ἀγαπήσει κανείς τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί νά ἐργασθεῖ γιά τήν διάδοση του»;
Βλέποντας τό ζῆλο του κάποιος εὐσεβής ἄνθρωπος σ’ ἐκεῖνο τό μικρό χωριουδάκι, τοῦ ἔρριξε τήν σκέψη:
-Νεκτάριε, δέν πηγαίνεις στήν Ἀθήνα νά σπουδάσεις Θεολογία, ἀφοῦ σοῦ ἀρέσει τόσο πολύ τό κήρυγμα; Νά γίνεις σοφώτερος καί νά μπορεῖς νά διδάσκεις ὡραιότερα τόν λόγο τοῦ Θεοῦ;
Ἐσπούδασε καί μετά πῆγε στό Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας. Ὁ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας, ἐκτίμησε τίς ἀρετές του καί τόν ἔκανε καί ἀρχιερέα, μητροπολίτη Πενταπόλεως.
Ἡ προσευχή τήν ὁποία ἔκανε ὁ ἅγιος Νεκτάριος τήν ἡμέρα πού ἔγινε μητροπολίτης ἦταν: «Κύριε, ἐγώ δέν σοῦ ζήτησα μεγαλεῖα. Δέν σοῦ ζήτησα δόξες καί τιμές. Ἐγώ σοῦ ζήτησα ἕνα μόνο πράγμα. Νά μέ ἀξιώσεις νά μπορῶ καί νά ἔχω τήν εὐκαιρία νά κηρύσσω τόν λόγο σου. Τίποτε ἄλλο δέν θέλω. Ὅπου καί νά εἶμαι, ἄνοιγε δρόμο, δημιούργησε τρόπους καί δίνε μου τήν εὐκαιρία νά διδάσκω τόν λόγο σου, γιά τήν ὠφέλεια τοῦ κόσμου».
Τό μυστικό τοῦ ἁγίου Νεκταρίου
Τό μυστικό τοῦ ἁγίου Νεκταρίου εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.
Πίσω ὅμως ἀπό αὐτό κάτι κρύβεται. Ποιό εἶναι;
Ὁ ἅγιος Νεκτάριος πηγαίνοντας στήν Ἐκκλησία μικρό παιδί εἶχε μυαλό. Γιατί καί τά μικρά παιδιά, μπορεῖ νά ἔχουν μυαλό παιδικό, ἀλλά ἔχουν μυαλό. Ξεχωρίζουν καλό καί κακό. Ὠφέλιμο καί βλαβερό.
Πηγαίνοντας λοιπόν μέσα στήν Ἐκκλησία, κατάλαβε πόσο ὠφέλιμο εἶναι ὄχι μόνο νά ἀκροᾶται κάνεις τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί νά προσπαθεῖ νά τόν ἐφαρμόσει. Τό ἔκανε καί εἶδε τήν ὠφέλεια πρῶτα στόν ἑαυτό του.
Μά πῶς νά μήν τήν ἰδεῖ; Ἀφοῦ κατάλαβε φερ’ εἰπεῖν τί κακό εἶναι νά βρίζει κανείς ἤ νά κάνει ἄλλες ἀπρέπειες.
Καί ἀφοῦ διαπίστωσε τήν ὠφέλεια αὐτή, κινούμενος ἀπό ἀγάπη, πού εἶναι δῶρο τοῦ Χριστοῦ σέ κείνους πού τόν ἀναζητοῦν, ἠθέλησε νά κηρύττει τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Γιατί;
Γιά νά μή μείνει τό καλό μόνο σέ αὐτόν, στήν καρδιά του, στόν ἑαυτό του, ἀλλά νά πάει καί παραπέρα. Νά διαδοθεῖ. Νά πληθυνθεῖ. Νά καλύψει ὅσο τό δυνατόν περισσότερους ἀνθρώπους.
Ὑπάρχει καλύτερη ἐπιθυμία;
Καλλιεργητικές φροντίδες
Ἐργαζόμαστε μέ ὄρεξη καί ἐνθουσιασμό στά χωράφια μας. Τό θεωροῦμε καθῆκον μας. Ναί, καθῆκον ἱερό. Γιατί; Μά εἶναι ἡ ζωή τοῦ σπιτιοῦ μας. Γιά τόν ἑαυτό μας κοπιάζομε, γιά τά παιδιά μας, γιά τήν προκοπή τους.
Ἄν ἔτσι κάνομε γιά τά ἐπίγεια, πόσο περισσότερο πρέπει νά «σκάψομε» τήν καρδιά μας γιά τήν αἰώνια ζωή;
Γιά νά τήν μάθομε νά ἀναζητεῖ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Νά θέλει νά τόν ἀκούει, νά τόν μελετᾶ.
Πῶς ὅμως γίνεται αὐτό τό σκάψιμο;
Μέ λίγη νηστεία. Μέ λίγη προσευχή.
Καί μέ πολλή παράκληση πρός τόν Θεό:
«Φώτισέ με, Χριστέ μου. Διάλυσε τό σκοτάδι τῶν παθῶν μου, φώτισέ με νά καταλαβαίνω ποῦ βρίσκομαι. Ποῦ βαδίζω. Ποῦ πρέπει νά βαδίζω, γιά νά βρεθῶ κοντά σου στήν αἰώνια ζωή».
Ὅταν τό κάνεις αὐτό, γίνεσαι ἀπό πέτρες καί ἀγκάθια, γῆ καρποφόρα.
Νά μᾶς δώσει ὁ Θεός αὐτή τήν σύνεση, αὐτή τήν σοφία, αὐτή τήν ὑπακοή στόν ἅγιο λόγο του.
Νά μᾶς φωτίζει νά τόν ἐκτιμᾶμε, νά τόν πιστεύομε καί νά τόν ἐφαρμόζομε. Ἀμήν.-
Διασκευασμένες ὁμιλίες πού ἔγιναν στό Θεσπρωτικό στίς 5/10/2003
καί στόν Ἅγιο Γεώργιο Φιλιππιάδος στίς 8/11/1995
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου