ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ ́ ΛΟΥΚΑ
Ἡ συνάντηση τοῦ Ζακχαίου μέ τό Χριστό
Σέ λιγότερο ἀπό ἕνα μήνα ὑποδεχόμαστε τήν Κυριακή της Ἀποκρέω, τήν Κυριακή πού σηματοδοτεῖ τήν ἔναρξη μιᾶς μεγάλης περιόδου προετοιμασίας καί κορυφώνεται μέ τήν ὑποδοχή τῆς μεγάλης γιορτῆς τοῦ Πάσχα.
Ὅμως στήν Ἐκκλησία ἡ προετοιμασία εἶναι μία διαρκῆς κατάσταση. Γιατί εὔκολα τό πνεῦμα τοῦ κόσμου μᾶς παρασύρει καί μᾶς ὁδηγεῖ σέ πνευματική διασπορά καί ἀπώλεια τοῦ ἀληθινοῦ ἐαυτοῦ μας.
Χαρακτηριστικό στοιχεῖο τῆς χριστιανικῆς προετοιμασίας ἀποτελεῖ ἡ μετάνοια καί γι’ α’υτό ἡ Ἐκκλησία ἀφιερώνει σ’ αὐτή δύο εὐαγγελικές περικοπές πρίν τήν ἔναρξη τοῦ Τριωδίου. Τήν ἐρχόμενη Κυριακή ἀπ’ τό «Κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιο» θά διαβάσουμε τή γνωστή περικοπή τοῦ Ζακχαίου.
Ὁ στόχος τοῦ διαβόλου εἶναι νά ἀποθαρρύνει τόν ἄνθρωπο καί νά τόν ὁδηγήσει στήν ἀπελπισία δημιουργώντας τήν αἴσθηση: α) ἑνός Θεοῦ πού μᾶς ἀπορρίπτει καί δέ μᾶς ἀποδέχεται ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας καί β) πώς ἡ πνευματική μας φτώχεια δέ μπορεῖ νά διορθωθεῖ.
Σκοπός λοιπόν αὐτῆς τῆς παραβολῆς εἶναι νά ἀνατρέψει τή μεθοδολογία τῶν ἐπιχειρημάτων τοῦ διαβόλου καί νά ἐνθαρρύνει προβάλλοντας τό πρόσωπο τοῦ Ζακχαίου.
Ποιός εἶναι λοιπόν αὐτός ὁ ἀρχιτελώνης Ζακχαῖος;
Εἶναι ἕνας ἄνθρωπος τῆς ἐποχῆς του, κάθε ἐποχῆς, πού κάνοντας χρήση κάθε μορφῆς ἀδικίας, ἐκμετάλλευσης, καταπίεσης, ἀπάτης καί ἄλλων κακῶν ἔβλαπτε τούς συνανθρώπους του καί, ὅπως νόμιζε, ὠφελοῦσε τόν ἑαυτό του.
Κι ὅμως αὐτός ὁ ἄνθρωπος «ἐζήτει ἰδεῖν τόν Ἰησοῦν τίς ἐστι».
Γιατί ἄραγε νά ἔνοιωσε αὐτή τήν ἐπιθυμία;
Ποιά ἀνάγκη τόν ὁδήγησε σ’ αὐτή τήν πράξη;
Τό μέγεθος καί ἡ ποιότητα τῶν πράξεών του τόν εἶχαν χωρίσει ἀπ’ τό Θεό καί τούς συνανθρώπους του, ὀδηγώντας τόν σέ μιά ἐσωτερική μοναξιά. Κι αὐτή ἡ μοναχικότητα τόν βοήθησε νά συγκεντρωθεῖ στόν ἑαυτό τοῦ ἐποικοδομητικά γιά νά μπορέσει νά ἐλέγξει τίς πράξεις του.
Ὁ ἔλεγχος αὐτός τοῦ ἔδωσε τή δυνατότητα νά φτάσει στό βάθος τῆς ὕπαρξής του καί νά ἀνακαλύψει μέσα του κρυμμένη μία δύναμη ἀνώτερη ἀπό τή δύναμη τῆς ἁμαρτίας πού τόν βοήθησε νά ἀποτινάξει τήν ἐπίδραση τῆς ἁμαρτίας πάνω του.
Ἐκεῖ στό βάθος τῆς ψυχῆς τοῦ ὁ Ζακχαῖος συνάντησε τόν ἀληθινό ἑαυτό του, τόν ἀληθινό ἄνθρωπο. Συνάντησε τήν «εἰκόνα τοῦ Θεοῦ» κρυμμένη κάτω ἀπ’ τό πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν του.
Κρυμμένη; Ναί.
Ἀμαυρωμένη; Ναί.
Ὄχι ὅμως καί κατεστραμμένη.
Ἀπό κεῖ ὁ Ζακχαῖος πῆρε τή δύναμη νά ἀναστρέψει ὅλη τήν προηγούμενη ζωή του καί νά ἀναζητήσει τό Πρωτότυπό του, τό Ἀρχέτυπό
του πού εἶναι ὁ Χριστός.
Γνώρισε πώς, ὅπως ἦταν πρίν ἡ ζωή του, δέ μποροῦσε νά Τόν
πλησιάσει. Μόνο ἄν, μετανοώντας, ἄλλαζε ὅλο τόν τρόπο ζωῆς του καί
ἀποκαθιστώντας, ὅσο τοῦ ἦταν δυνατό, τή Θεία Εἰκόνα στό Πρωτότυπό
της, θά μποροῦσε νά τό πετύχει.
Στήν πραγματικότητα, ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἦταν αὐτός πού μέ τήν
κλήση του σέ μετάνοια ἀναμόχλευσε τό πνευματικό βάθος τοῦ Ζακχαίου.
Τόν ἐνθάρρυνε καί τόν γέμισε μέ αἰσιοδοξία γιά νά μπορέσει νά
προχωρήσει στή θεραπεία τῆς ὕπαρξής του πού τόσο μόλυνε ἡ ἁμαρτία.
Ἡ κατανόηση τῆς συγγένειας μέ τό Θεό τόν στήριξε καί τοῦ ἔδωσε
τή δύναμη νά ὑπερβεῖ μία σειρά ἀνυπέρβλητων ἐμποδίων, ὑλικῶν,
κοινωνικῶν καί πνευματικῶν. Ποῦ ὅσο κι ἄν πάσχισαν δέ στάθηκε
δυνατό νά τόν χωρίσουν ἀπ’ τό Θεό.
Ἀλλά καί ἀπό τή φυσική του κατάσταση ἀντιμετώπιζε δυσκολίες.
Ἦταν κοντός κι ἔτσι δέν ἔφτανε νά δεῖ τόν Ἰησοῦ.
Κι ὅμως. Τόλμησε καί ἔκανε ἕνα θαρραλέο βῆμα. Ἀνέβηκε σ’ ἕνα
δέντρο. Περίγελος κατάντησε. Εἶχε μία σημαντική θέση στήν κοινωνία κι
«ὁ κόσμος θά ἔλεγε πολλά» γι’ αὐτό τοῦ τό τόλμημα.
Κι ὅμως. Αὐτός δέν τόν ἄκουσε, παρά μόνο ἄκουσε τή φωνή τῆς
καρδιᾶς του καί ἀνέβηκε «ἐπί συκομορέαν».
Δέ φοβήθηκε τή γελοιοποίηση καί τό δημόσιο χλευασμό. Εἶχε
ἀρχίσει νά νικάει τόν ἐγωισμό καί τή ματαιοδοξία. Εἶχε ἀρχίσει νά
προχωρᾶ πρός τό δρόμο τῆς ταπείνωσης.
Ἡ ψυχή τοῦ γέμισε χαρά σάν εἶδε τό Πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ. Αὐτό
ἦταν. Δέ χρειάστηκε τίποτε ἄλλο. Κάτι παραπάνω. Ἕνα βλέμμα ἦταν
ἀρκετό.
Ἡ ἁμαρτία του δέν ἐμπόδισε τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ νά γεμίσει τήν
καρδιά του. Νά τή γιάνει καί νά τήν καθαρίσει ἀπό κάθε κακό ἁμάρτημα.
Ἡ ἔμπρακτη μετάνοιά του ἀμείφτηκε μέ τή μεγαλύτερη τιμή. Ὁ
Χριστός ἔκανε τήν ψυχή τοῦ σπίτι Του. Ὁ Ἀναμάρτητος καταλύει στό
σπίτι τοῦ ἁμαρτωλοῦ. Ὁ Πλάστης φιλοξενεῖται ἀπό τό πλάσμα Του.
Ὁ Θεός ἀποκαθιστᾶ τή σχέση του μέ τόν ἄνθρωπο, ὅταν κι αὐτός
ἔμπρακτα ἔχει ἀποκαταστήσει τή σχέση του μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους.
Τά ἐμπόδια πού χώριζαν τό Ζακχαῖο ἀπό τούς ἄλλους ἀνθρώπους
καταρρίπτονται. Μοιράζει τή μισή περιουσία του σέ φτωχούς ἀνθρώπους.
Ἐπιστρέφει ὅ,τι ἅρπαξε καί ἀποκαθιστᾶ στό τετραπλάσιο κάθε ἀδικία
πού διέπραξε.
Ἀποδεικνύει ἔτσι πώς αὐτά δέν ἦταν μόνο ἐμπόδια στή σχέση του μέ
τούς ἄλλους ἀνθρώπους ἀλλά καί μέ τό Θεό. Μόλις καταρρίπτονται αὐτά,
μόλις ὁ Ζακχαῖος ἀδειάσει ἀπό αὐτά, τό κενό ἔρχεται νά γεμίσει, νά
καλύψει, ὁ Θεός.
Οἱ πράξεις ἀγάπης τοῦ Ζακχαίου τράβηξαν κοντά του τό Θεό τῆς
Ἀγάπης.
Ὁ Χριστός «ἦλθε ζητῆσαι καί σῶσαι τό ἀπολωλός» κι ὁ ἄνθρωπος
βρῆκε τή δύναμη ν’ ἀπαντήσει στήν πρόσκληση. Ν’ ἀναζητήσει τό Θεό καί
νά σωθεῖ.
Ὁ ἄνθρωπος παρόλη τήν ἁμαρτία του ἔχει τή δύναμη νά σωθεῖ.
Ἀρκεῖ νά τό θελήσει. Ἀρκεῖ, μέ τή μετάνοια, νά κάνει στή ζωή τοῦ κάθε
μέρα μία νέα ἀρχή.
Πρωτοπρεσβύτερος
Ἰωάννης Κίτσιος
Ἐφημέριος Ἁγίου Χαραλάμπους
Ἐνορίας Περάματος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου