Κυριακή Η΄ Λουκά (παραβολή του καλού Σαμαρείτου).
«τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;» (Λκ. 10,25).
Ολόκληρο το άγιο Ευαγγέλιο εί-ναι σπουδαιότατο διότι μας ομιλεί για τη σωτηρία μας, η περικοπή όμως η οποία διαβάστηκε σήμερα είναι ιδιαί-τερα σημαντική, διότι μας παρουσιά-ζει τις βασικές και απαραίτητες προ-ϋποθέσεις αυτής της σωτηρίας.
Κάποιος νομικός, κάποιος που ήταν μελετητής και διδάσκαλος του νόμου της Π. Διαθήκης, παρουσιά-στηκε στο Χριστό και με διάθεση να τον παγιδεύσει τον ερώτησε· διδά-σκαλε, τι πρέπει να κάνω για να κλη-ρονομήσω την αιώνια ζωή;
Βασικό και πολύ σημαντικό το ερώτημα. Διότι στοχεύει στο κέντρο της υπάρξεώς και της ζωής μας. Διότι για αυτό πλάστηκε ο άνθρωπος, για να έχει, να ζει την αιώνιο ζωή, δηλαδή τη ζωή του Θεού. Και ο Χριστός γι’ αυτό έγινε άνθρωπος, «ἵνα ζωὴν ἔχωσι, οι άνθρωποι, καὶ περισσὸν ἔχωσιν». Επομένως αυτό, δηλαδή η απόκτηση της αιώνιας ζωής, πρέπει να είναι το κατ’ εξοχήν μέλημα και ο σκοπός της ζωής μας.
Επίσης πολύ εύστοχη και η λέξη «κληρονομήσω». Τι πρέπει να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή. Διότι η αιώνιος ζωή δεν εξαγοράζε-ται, δεν υπάρχει τίποτε που να μπο-ρεί να δοθεί ως αντάλλαγμά της. Η αιώνιος ζωή, η ζωή του Θεού δίνεται δωρεάν, όπως μια κληρονομιά· κλη-ρονομείται. Και εμείς για να μπορέ-σουμε να κληρονομήσουμε την ζωή του Θεού πρέπει να είμαστε συγγε-νείς του Θεού αλλά και να διατηρού-με ζωντανή αυτή τη συγγενική σχέση μας με αυτόν. Και συγγενείς μεν του Θεού γινόμαστε με το άγιο μυστήριο του Βαπτίσματος με το οποίο ενωνό-μαστε με το Χριστό και γινόμαστε μέλη του σώματός του, διατηρούμε δε την συγγενική μας σχέση με τη συμ-μετοχή στα άλλα μυστήρια της Εκ-κλησίας μας -και ιδιαίτερα με τη θ. Ευχαριστία- και προσπαθώντας να ζήσουμε όπως ο Χριστός, δηλαδή σύμφωνα με τις εντολές του, καλ-λιεργώντας τις άγιες αρετές, οι οποί-ες περιλαμβάνονται και κορυφώνο-νται στην αγάπη, την αγάπη προς τον Θεό και τον άνθρωπο. Και τον μεν Θεό αγαπάμε διότι «αὐτὸς πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς», διότι είναι η μόνη πηγή της υπάρξεως και της σωτηρίας μας· γι' αυτό και πρέπει κατά τρόπο μοναδικό να τον αγαπάμε , με όλη μας την καρδιά, με όλο μας τον πόθο, με όλη μας την ψυχή, με όλη μας τη δύναμή και με όλο μας τον νου. Τον δε συνάνθρωπό μας που είναι εικόνα του Θεού και αδελφός μας πρέπει να αγαπάμε όπως τον εαυτό μας, πραγ-ματικά, με αγάπη όχι ιδιοτελή αλλά ανιδιοτελή. Τι σημαίνει δε ιδιοτέλεια και τη ανιδιοτέλεια μας το παρουσιά-ζει, κατά τρόπο παραστατικό, η πα-ραβολή την οποία ακούσαμε σήμερα.
Κάποιος καθώς κατέβαινε από την Ιερουσαλήμ προς την Ιεριχώ έπε-σε σε ενέδρα ληστών, οι οποίοι αφού τον λήστεψαν, τον ξεγύμνωσαν, τον τραυμάτισαν και έτσι έφυγαν αφήνο-ντάς τον μισοπεθαμένο. Κατά σύ-μπτωση συνέβη να περνά από τονδρόμο εκείνο κάποιος ιερέας, ο οποίος αν και τον είδε τον προσπέ-ρασε αδιάφορα και χωρίς να τον βοη-θήσει. Παρόμοια και κάποιος Λευίτης, ο οποίος όταν έφτασε στο μέρος εκεί-νο, πλησίασε και είδε τον πληγωμέ-νο, όμως γρήγορα απομακρύνθηκε αφήνοντάς τον και αυτός αβοήθητο.
Να η ιδιοτέλεια, όπου καθένας κοιτάζει εγωιστικά τον εαυτό του. Το ίδιον όφελος. Τη δική του ασφάλεια. Το ίδιον κακώς εννοούμενο συμφέ-ρον. Εγώ να μη κινδυνεύσω, εγώ να γλυτώσω, εγώ να περάσω καλά. Για τον άλλο, τον συνάνθρωπο, υπάρχει η αδιαφορία, όπως στην περίπτωση του ιερέα και τουΛευίτη, έως και η εγκληματική εναντίον του πράξη, όπως στην περίπτωση των ληστών.
Η ιδιοτέλεια αυτή οφείλεται στο ότι ο άνθρωπος καθώς απομακρύν-θηκε από το Θεό και τη χάρη του κα-τάντησε στη φθορά και το θάνατο και ακριβώς από το φόβο του θανάτου, προκειμένου ο ταλαίπωρος να γλυ-τώσει από το θάνατο, ωθείται σε εγω-ιστικές, αμαρτωλές συμπεριφορές.
Η αντίθετη κατάσταση μας πα-ρουσιάζεται με τον καλό Σαμαρείτη, ο οποίος καθώς περνούσε από το ίδιο μέρος «ἰδὼν αὐτὸν ἐσπλαγχνίσθη». Και δεν έμεινε στο συναίσθημα αλλά προχώρησε στο έργο. Πλησίασε τον βαριά τραυματισμένο, και έδεσε τα τραύματά του αφού τα έπλυνε με το κρασί, και τα άλειψε με το λάδι. Στη συνέχεια τον ανέβασε στο ζώο του και τον πήγε σε κάποιο χάν,ι όπου και τον περιποιήθηκε ακόμα περισ-σότερο. Επί πλέον, την επομένη, πριν φύγει για τον τόπο του, έδωσε στον πανδοχέα δυο δηνάρια λέγοντάς του· «φρόντισέ τον και ότι επί πλέον ξο-δέψεις, εγώ όταν ξαναπεράσω θα σου τα δώσω».
Εδώ βλέπουμε την αγάπη που δεν ζητά «τα εαυτής», δεν ζητά το ίδιον συμφέρον, αλλά θυσιάζεται χάριν του άλλου. Ο Σαμαρείτης δεν λογά-ριασε τον κίνδυνο, το συμφέρον του, τον κόπο, τα χρήματά του, τη ζωή του τον εαυτό του, αλλά τα πρόσφερε, τα θυσίασε χάριν του συνανθρώπου του. Αυτό είναι η πραγματική αγάπη, της οποίας το αποκορύφωμα έχουμε στη σταυρική θυσία του Χριστού, χάριν του εμπεσόντος εις τον ληστήν διά-βολον ανθρώπου. Η αγάπη αυτή που θυσιάζεται όσο και αν παρουσιάζεται ως απώλεια είναι το πραγματικό μας συμφέρον, η καλή αγάπη του εαυτού μας.
Ο νομικός ρώτησε το Χριστό ποιος είναι ο πλησίον προς τον οποίο πρέπει να εκδηλώνουμε την αγάπη μας· και ο Χριστός, με την παραβολή την οποία ακούσαμε σήμερα, αντέ-στρεψε το ερώτημα και ρώτησε ποιος έγινε πλησίον· δηλαδή το πρόβλημα δεν είναι σε ποιον πρέπει να στρέ-φουμε την αγάπη μας αλλά εάν έ-χουμε την πραγματική, την θεϊκή α-γάπη. Αν την έχουμε θα ακτινοβολεί, όπως ο ήλιος λάμπει, προς κάθε κα-τεύθυνση, ακόμα και προς τους ε-χθρούς. Αυτή είναι η αγάπη του Χρι-στού, αυτή είναι η αιώνιος ζωή, καρ-πός της καλής αλλοιώσεως της αν-θρώπινης προσωπικότητας από το Άγιο Πνεύμα την οποία είθε και εμείς να υποστούμε μιμούμενοι το παρά-δειγμα του καλού Σαμαρείτου και α-διαλείπτως ζητώντας την· Κύριε Ιη-σού Χριστέ, ελέησον ημάς. Αμήν.
«τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;» (Λκ. 10,25).
Ολόκληρο το άγιο Ευαγγέλιο εί-ναι σπουδαιότατο διότι μας ομιλεί για τη σωτηρία μας, η περικοπή όμως η οποία διαβάστηκε σήμερα είναι ιδιαί-τερα σημαντική, διότι μας παρουσιά-ζει τις βασικές και απαραίτητες προ-ϋποθέσεις αυτής της σωτηρίας.
Κάποιος νομικός, κάποιος που ήταν μελετητής και διδάσκαλος του νόμου της Π. Διαθήκης, παρουσιά-στηκε στο Χριστό και με διάθεση να τον παγιδεύσει τον ερώτησε· διδά-σκαλε, τι πρέπει να κάνω για να κλη-ρονομήσω την αιώνια ζωή;
Βασικό και πολύ σημαντικό το ερώτημα. Διότι στοχεύει στο κέντρο της υπάρξεώς και της ζωής μας. Διότι για αυτό πλάστηκε ο άνθρωπος, για να έχει, να ζει την αιώνιο ζωή, δηλαδή τη ζωή του Θεού. Και ο Χριστός γι’ αυτό έγινε άνθρωπος, «ἵνα ζωὴν ἔχωσι, οι άνθρωποι, καὶ περισσὸν ἔχωσιν». Επομένως αυτό, δηλαδή η απόκτηση της αιώνιας ζωής, πρέπει να είναι το κατ’ εξοχήν μέλημα και ο σκοπός της ζωής μας.
Επίσης πολύ εύστοχη και η λέξη «κληρονομήσω». Τι πρέπει να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή. Διότι η αιώνιος ζωή δεν εξαγοράζε-ται, δεν υπάρχει τίποτε που να μπο-ρεί να δοθεί ως αντάλλαγμά της. Η αιώνιος ζωή, η ζωή του Θεού δίνεται δωρεάν, όπως μια κληρονομιά· κλη-ρονομείται. Και εμείς για να μπορέ-σουμε να κληρονομήσουμε την ζωή του Θεού πρέπει να είμαστε συγγε-νείς του Θεού αλλά και να διατηρού-με ζωντανή αυτή τη συγγενική σχέση μας με αυτόν. Και συγγενείς μεν του Θεού γινόμαστε με το άγιο μυστήριο του Βαπτίσματος με το οποίο ενωνό-μαστε με το Χριστό και γινόμαστε μέλη του σώματός του, διατηρούμε δε την συγγενική μας σχέση με τη συμ-μετοχή στα άλλα μυστήρια της Εκ-κλησίας μας -και ιδιαίτερα με τη θ. Ευχαριστία- και προσπαθώντας να ζήσουμε όπως ο Χριστός, δηλαδή σύμφωνα με τις εντολές του, καλ-λιεργώντας τις άγιες αρετές, οι οποί-ες περιλαμβάνονται και κορυφώνο-νται στην αγάπη, την αγάπη προς τον Θεό και τον άνθρωπο. Και τον μεν Θεό αγαπάμε διότι «αὐτὸς πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς», διότι είναι η μόνη πηγή της υπάρξεως και της σωτηρίας μας· γι' αυτό και πρέπει κατά τρόπο μοναδικό να τον αγαπάμε , με όλη μας την καρδιά, με όλο μας τον πόθο, με όλη μας την ψυχή, με όλη μας τη δύναμή και με όλο μας τον νου. Τον δε συνάνθρωπό μας που είναι εικόνα του Θεού και αδελφός μας πρέπει να αγαπάμε όπως τον εαυτό μας, πραγ-ματικά, με αγάπη όχι ιδιοτελή αλλά ανιδιοτελή. Τι σημαίνει δε ιδιοτέλεια και τη ανιδιοτέλεια μας το παρουσιά-ζει, κατά τρόπο παραστατικό, η πα-ραβολή την οποία ακούσαμε σήμερα.
Κάποιος καθώς κατέβαινε από την Ιερουσαλήμ προς την Ιεριχώ έπε-σε σε ενέδρα ληστών, οι οποίοι αφού τον λήστεψαν, τον ξεγύμνωσαν, τον τραυμάτισαν και έτσι έφυγαν αφήνο-ντάς τον μισοπεθαμένο. Κατά σύ-μπτωση συνέβη να περνά από τονδρόμο εκείνο κάποιος ιερέας, ο οποίος αν και τον είδε τον προσπέ-ρασε αδιάφορα και χωρίς να τον βοη-θήσει. Παρόμοια και κάποιος Λευίτης, ο οποίος όταν έφτασε στο μέρος εκεί-νο, πλησίασε και είδε τον πληγωμέ-νο, όμως γρήγορα απομακρύνθηκε αφήνοντάς τον και αυτός αβοήθητο.
Να η ιδιοτέλεια, όπου καθένας κοιτάζει εγωιστικά τον εαυτό του. Το ίδιον όφελος. Τη δική του ασφάλεια. Το ίδιον κακώς εννοούμενο συμφέ-ρον. Εγώ να μη κινδυνεύσω, εγώ να γλυτώσω, εγώ να περάσω καλά. Για τον άλλο, τον συνάνθρωπο, υπάρχει η αδιαφορία, όπως στην περίπτωση του ιερέα και τουΛευίτη, έως και η εγκληματική εναντίον του πράξη, όπως στην περίπτωση των ληστών.
Η ιδιοτέλεια αυτή οφείλεται στο ότι ο άνθρωπος καθώς απομακρύν-θηκε από το Θεό και τη χάρη του κα-τάντησε στη φθορά και το θάνατο και ακριβώς από το φόβο του θανάτου, προκειμένου ο ταλαίπωρος να γλυ-τώσει από το θάνατο, ωθείται σε εγω-ιστικές, αμαρτωλές συμπεριφορές.
Η αντίθετη κατάσταση μας πα-ρουσιάζεται με τον καλό Σαμαρείτη, ο οποίος καθώς περνούσε από το ίδιο μέρος «ἰδὼν αὐτὸν ἐσπλαγχνίσθη». Και δεν έμεινε στο συναίσθημα αλλά προχώρησε στο έργο. Πλησίασε τον βαριά τραυματισμένο, και έδεσε τα τραύματά του αφού τα έπλυνε με το κρασί, και τα άλειψε με το λάδι. Στη συνέχεια τον ανέβασε στο ζώο του και τον πήγε σε κάποιο χάν,ι όπου και τον περιποιήθηκε ακόμα περισ-σότερο. Επί πλέον, την επομένη, πριν φύγει για τον τόπο του, έδωσε στον πανδοχέα δυο δηνάρια λέγοντάς του· «φρόντισέ τον και ότι επί πλέον ξο-δέψεις, εγώ όταν ξαναπεράσω θα σου τα δώσω».
Εδώ βλέπουμε την αγάπη που δεν ζητά «τα εαυτής», δεν ζητά το ίδιον συμφέρον, αλλά θυσιάζεται χάριν του άλλου. Ο Σαμαρείτης δεν λογά-ριασε τον κίνδυνο, το συμφέρον του, τον κόπο, τα χρήματά του, τη ζωή του τον εαυτό του, αλλά τα πρόσφερε, τα θυσίασε χάριν του συνανθρώπου του. Αυτό είναι η πραγματική αγάπη, της οποίας το αποκορύφωμα έχουμε στη σταυρική θυσία του Χριστού, χάριν του εμπεσόντος εις τον ληστήν διά-βολον ανθρώπου. Η αγάπη αυτή που θυσιάζεται όσο και αν παρουσιάζεται ως απώλεια είναι το πραγματικό μας συμφέρον, η καλή αγάπη του εαυτού μας.
Ο νομικός ρώτησε το Χριστό ποιος είναι ο πλησίον προς τον οποίο πρέπει να εκδηλώνουμε την αγάπη μας· και ο Χριστός, με την παραβολή την οποία ακούσαμε σήμερα, αντέ-στρεψε το ερώτημα και ρώτησε ποιος έγινε πλησίον· δηλαδή το πρόβλημα δεν είναι σε ποιον πρέπει να στρέ-φουμε την αγάπη μας αλλά εάν έ-χουμε την πραγματική, την θεϊκή α-γάπη. Αν την έχουμε θα ακτινοβολεί, όπως ο ήλιος λάμπει, προς κάθε κα-τεύθυνση, ακόμα και προς τους ε-χθρούς. Αυτή είναι η αγάπη του Χρι-στού, αυτή είναι η αιώνιος ζωή, καρ-πός της καλής αλλοιώσεως της αν-θρώπινης προσωπικότητας από το Άγιο Πνεύμα την οποία είθε και εμείς να υποστούμε μιμούμενοι το παρά-δειγμα του καλού Σαμαρείτου και α-διαλείπτως ζητώντας την· Κύριε Ιη-σού Χριστέ, ελέησον ημάς. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου