2/12/2012 Κυριακή ΙΔ΄ Λουκά (θεραπεία του τυφλού εις την Ιεριχώ)
«αὐτὸς δὲ πολλῷ μᾶλλον ἔκραζεν· υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με» (Λκ 18,39)
Πλησίαζε το Πάσχα. Πλήθος κόσμου ανέβαινε στην Αγία Πόλη για την μεγά-λη εορτή. Αυτοί που κατέβαιναν από τα βορειότερα μέρη της Παλαιστίνης έπρε-πε να περάσουν από την Ιεριχώ για να ανέβουν κατόπιν στα Ιεροσόλυμα. Με-ταξύ αυτών ήταν και ο Χριστός με τους μαθητές του. Και όπως συνήθως συμ-βαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, ζητιά-νοι, τυφλοί και ανάπηροι μαζεύονται στα περάσματα και τους τόπους συγκε-ντρώσεως του πλήθους, ζητώντας ελεη-μοσύνη. Ο Χριστός μας, που είχε γίνει πολύ γνωστός με τα τελευταία του κη-ρύγματα, πήγαινε για να σταυρωθεί. Θόρυβος πολύς έφθασε στα αυτιά του τυφλού, καθώς πλησίαζε προς το μέρος του το πλήθος που ακολουθούσε τον Κύριο.
-Τι συμβαίνει; Ρώτησε όλο περιέρ-γεια και ενδιαφέρον. Περνά ο Ιησούς ο Ναζωραίος, του είπαν.
Ο τυφλός είχε ακούσει προηγουμέ-νως και γνώριζε για το Χριστό και πί-στευε ότι είναι ο Μεσσίας και ότι μπο-ρούσε να τον θεραπεύσει. Γι' αυτό άρχι-σε να φωνάζει· «Ἰησοῦ υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέη-σόν με». Και όταν οι προπορευόμενοι τον μάλωναν για να σωπάσει, εκείνος φώναζε ακόμα πιο δυνατά «υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με». Ως που ο Κύριος ανταπο-κρινόμενος στην κραυγή του τον θερά-πευσε· «ἀνάβλεψον. ἡ πίστις σου σέ-σωκέ σε» και «παραχρῆμα, και αμέσως, ἀνέβλεψε».
Οι προφήτες της παλαιάς Διαθήκης έλεγαν ότι όταν έλθει ο Μεσσίας, αυτός θα χαρίσει το φως στους τυφλούς. «ἐν τῇ ἡμέρα ἐκείνῃ ὀφθαλμοί τυφλῶν ὄψονται πάλιν. Τότε ἀνοιχθήσονται ὀφθαλμοί τυφλῶν». Επομένως η θεραπεία του τυ-φλού αυτού, όπως και άλλων, είναι ένα σημάδι που δείχνει, που κηρύσσει, ότι ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας, είναι ο Χριστός, είναι ο σωτήρας του κόσμου. Αυτός που μπορεί να θεραπεύσει όχι μόνο τους σωματικά τυφλούς, δίνοντας το υλικό φως, αλλά και την πνευματική τύφλωση δίνοντας το φως το πνευματικό. Ποιο όμως είναι το αυτό το πνευματικό φως;
Κατ’ αρχάς δεν είναι μια ιδέα, δεν εί-ναι ένα σύμβολο, δεν είναι κάτι το φα-νταστικό. Είναι κάτι το πραγματικό αλ-λά άκτιστο, δηλαδή δεν είναι κτίσμα, όπως ο κόσμος που μας περιβάλλει, οι άνθρωποι, τα ζώα κ.λ.π. Είναι κάτι θεϊ-κό. Είναι το φως που είδαν οι τρείς μα-θητές κατά τη Μεταμόρφωση του Κυρί-ου, το εν είδη πυρίνων γλωσσών φως της Πεντηκοστής, το φως που είδε ο Α-πόστολος Παύλος καθώς πλησίαζε στη Δαμασκό, το φως που καταλάμπει τους αγίους και εικονογραφείται στις άγιες εικόνες τους ως φωτοστέφανο, και είναι το μόνο φως που μπορεί να αναπαύσει και να χαροποιήσει τον άνθρωπο, αυτό που ζητούμε στη θεία Λειτουργία και τις ακολουθίες της Εκκλησίας μας. Είναι η χάρη του αγίου Πνεύματος, του αγίου Τριαδικού Θεού, είναι η Βασιλεία του Θεού.
Ακόμη το σημερινό ευαγγέλιο μας υποδεικνύει και τον τρόπο με τον οποίο μπορούμε και εμείς να αποκτήσουμε το φως αυτό.
Πρωτίστως ο τυφλός της σημερινής περικοπής, πίστευε ή μάλλον ήταν βέ-βαιος ότι ήταν τυφλός. Και εμείς, εάν δεν έχουμε φθάσει στο να έχουμε τη χά-ρη του Θεού ολοφάνερα, εν πάσει αι-σθήσει και ενεργεία όπως λέει ο άγ. Μακάριος, πρέπει να έχουμε την πεποί-θηση ότι είμαστε πνευματικά τυφλοί.
Δεύτερον, ο τυφλός ποθούσε να δει το φως, να αναβλέψει, να γιατρευτεί. Και δικός μας πόθος και καημός πρέπει να είναι η θεραπεία της ψυχής μας, ο φωτισμός της με το φως του Αγίου Πνεύματος και με ότι αυτό συνεπάγεται, όπως η απόκτηση της αδιάλειπτης νοε-ράς προσευχής.
Τρίτον ο τυφλός πίστεψε ότι ο Χρι-στός μπορεί να τον θεραπεύσει. Πολλοί άνθρωποι ποθούν να φωτιστούν. Γι' αυ-τό και καταφεύγουν σε φώτα κτιστά, ανθρώπινα ή δαιμονικά, όπως στην επι-στήμη, σε απόκρυφες τέχνες, πνευματι-σμό, ανατολικές θρησκείες και τα παρό-μοια. Εμείς πρέπει να πιστέψουμε ότι μόνο στον Χριστό και στην Εκκλησία, εκεί και μόνον εκεί μπορούμε να βρούμε και να πάρουμε το φως το αληθινό, το φως που σώζει.
Τέλος ο τυφλός όχι μόνον πίστεψε αλλά και κατέφυγε στο Χριστό. Του ζή-τησε με κραυγή τη γιατρειά του, με την κραυγή «Ἰησοῦ υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με». Και εμείς ας καταφεύγουμε στον μονα-δικό Σωτήρα, γενικώς μεν με την μετά-νοια, ειδικότερα δε με την γνωστή σύ-ντομη και περιεκτική ευχή, το «Κύριε Ιη-σού Χριστέ, ελέησόν με».
Η ευχή αυτή ας γίνει αναγκαιότερη από την αναπνοή μας. Ο τυφλός όσο τον εμπόδιζαν, τον προέτρεπαν να σωπάσει, τόσο εκείνος πιο πολύ φώναζε. Και ε-μείς, όσο περισσότερο οι περιστάσεις ή οι γύρω μας ή και ο ίδιος ο εαυτός μας, μας εμποδίζουν τη σχέση και κοινωνία μας με το Χριστό, τόσο περισσότερο ας εντείνουμε την ευχή· «Κύριε Ιησού Χρι-στέ, ελέησόν με». Αλλά να τη λέμε με ταπείνωση, δηλαδή με συναίσθηση της αμαρτωλότητάς μας. Και με εμπιστοσύ-νη, με την πίστη ότι ο Χριστός θα μας ελεήσει· «πᾶς γὰρ ὁ αἰτῶν λαμβάνει καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει καὶ τῷ κρούοντι ἀνοι-γήσεται»· και βέβαια με την παράλληλη φροντίδα να ζούμε σύμφωνα με τις ε-ντολές του Χριστού.
Όταν δε δει ο Κύριος, μας λέει και πάλι ο όσιος Μακάριος Αιγύπτιος, όταν δει την ψυχή να συμμαζώνει το κατά δύ-ναμιν τον εαυτό της, ζητώντας πάντα τον Κύριο και προσδοκά νύχτα και μέρα και βοά προς αυτόν, καθώς μας έδωσε την εντολή να προσευχόμαστε αδιαλεί-πτως, πάντοτε, θα της δώσει το δίκαιό της, καθώς υποσχέθηκε, καθαρίζοντάς την από κάθε κακία, και άμωμο και ά-σπιλο νύμφη θα την παραστήσει στον εαυτό του.
Εάν πιστεύεις ότι αυτά είναι αληθι-νά, όπως και είναι, πρόσεχε στον εαυτό σου εάν βρήκε η ψυχή σου το φως που είναι ο Κύριος. Εάν δε δεν το έχεις, ζή-τησε νύχτα και μέρα να το λάβεις. Όταν λοιπόν δεις τον ήλιο, ζήτησε τον αληθι-νό ήλιο, γιατί είσαι τυφλός. Όταν βλέ-πεις το φως κοίτα στην ψυχή σου αν βρήκες το αληθινό φως και αγαθό. Διότι υπάρχει εσωτερικός άνθρωπος και εσω-τερικοί οφθαλμοί τους οποίους τύφλωσε ο σατανάς και ήλθε ο Ιησούς αυτόν τον εσωτερικό άνθρωπος να κάνει υγιή. Σε αυτόν, καθώς και στον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, στους αιώ-νες. Αμήν.
«αὐτὸς δὲ πολλῷ μᾶλλον ἔκραζεν· υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με» (Λκ 18,39)
Πλησίαζε το Πάσχα. Πλήθος κόσμου ανέβαινε στην Αγία Πόλη για την μεγά-λη εορτή. Αυτοί που κατέβαιναν από τα βορειότερα μέρη της Παλαιστίνης έπρε-πε να περάσουν από την Ιεριχώ για να ανέβουν κατόπιν στα Ιεροσόλυμα. Με-ταξύ αυτών ήταν και ο Χριστός με τους μαθητές του. Και όπως συνήθως συμ-βαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, ζητιά-νοι, τυφλοί και ανάπηροι μαζεύονται στα περάσματα και τους τόπους συγκε-ντρώσεως του πλήθους, ζητώντας ελεη-μοσύνη. Ο Χριστός μας, που είχε γίνει πολύ γνωστός με τα τελευταία του κη-ρύγματα, πήγαινε για να σταυρωθεί. Θόρυβος πολύς έφθασε στα αυτιά του τυφλού, καθώς πλησίαζε προς το μέρος του το πλήθος που ακολουθούσε τον Κύριο.
-Τι συμβαίνει; Ρώτησε όλο περιέρ-γεια και ενδιαφέρον. Περνά ο Ιησούς ο Ναζωραίος, του είπαν.
Ο τυφλός είχε ακούσει προηγουμέ-νως και γνώριζε για το Χριστό και πί-στευε ότι είναι ο Μεσσίας και ότι μπο-ρούσε να τον θεραπεύσει. Γι' αυτό άρχι-σε να φωνάζει· «Ἰησοῦ υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέη-σόν με». Και όταν οι προπορευόμενοι τον μάλωναν για να σωπάσει, εκείνος φώναζε ακόμα πιο δυνατά «υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με». Ως που ο Κύριος ανταπο-κρινόμενος στην κραυγή του τον θερά-πευσε· «ἀνάβλεψον. ἡ πίστις σου σέ-σωκέ σε» και «παραχρῆμα, και αμέσως, ἀνέβλεψε».
Οι προφήτες της παλαιάς Διαθήκης έλεγαν ότι όταν έλθει ο Μεσσίας, αυτός θα χαρίσει το φως στους τυφλούς. «ἐν τῇ ἡμέρα ἐκείνῃ ὀφθαλμοί τυφλῶν ὄψονται πάλιν. Τότε ἀνοιχθήσονται ὀφθαλμοί τυφλῶν». Επομένως η θεραπεία του τυ-φλού αυτού, όπως και άλλων, είναι ένα σημάδι που δείχνει, που κηρύσσει, ότι ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας, είναι ο Χριστός, είναι ο σωτήρας του κόσμου. Αυτός που μπορεί να θεραπεύσει όχι μόνο τους σωματικά τυφλούς, δίνοντας το υλικό φως, αλλά και την πνευματική τύφλωση δίνοντας το φως το πνευματικό. Ποιο όμως είναι το αυτό το πνευματικό φως;
Κατ’ αρχάς δεν είναι μια ιδέα, δεν εί-ναι ένα σύμβολο, δεν είναι κάτι το φα-νταστικό. Είναι κάτι το πραγματικό αλ-λά άκτιστο, δηλαδή δεν είναι κτίσμα, όπως ο κόσμος που μας περιβάλλει, οι άνθρωποι, τα ζώα κ.λ.π. Είναι κάτι θεϊ-κό. Είναι το φως που είδαν οι τρείς μα-θητές κατά τη Μεταμόρφωση του Κυρί-ου, το εν είδη πυρίνων γλωσσών φως της Πεντηκοστής, το φως που είδε ο Α-πόστολος Παύλος καθώς πλησίαζε στη Δαμασκό, το φως που καταλάμπει τους αγίους και εικονογραφείται στις άγιες εικόνες τους ως φωτοστέφανο, και είναι το μόνο φως που μπορεί να αναπαύσει και να χαροποιήσει τον άνθρωπο, αυτό που ζητούμε στη θεία Λειτουργία και τις ακολουθίες της Εκκλησίας μας. Είναι η χάρη του αγίου Πνεύματος, του αγίου Τριαδικού Θεού, είναι η Βασιλεία του Θεού.
Ακόμη το σημερινό ευαγγέλιο μας υποδεικνύει και τον τρόπο με τον οποίο μπορούμε και εμείς να αποκτήσουμε το φως αυτό.
Πρωτίστως ο τυφλός της σημερινής περικοπής, πίστευε ή μάλλον ήταν βέ-βαιος ότι ήταν τυφλός. Και εμείς, εάν δεν έχουμε φθάσει στο να έχουμε τη χά-ρη του Θεού ολοφάνερα, εν πάσει αι-σθήσει και ενεργεία όπως λέει ο άγ. Μακάριος, πρέπει να έχουμε την πεποί-θηση ότι είμαστε πνευματικά τυφλοί.
Δεύτερον, ο τυφλός ποθούσε να δει το φως, να αναβλέψει, να γιατρευτεί. Και δικός μας πόθος και καημός πρέπει να είναι η θεραπεία της ψυχής μας, ο φωτισμός της με το φως του Αγίου Πνεύματος και με ότι αυτό συνεπάγεται, όπως η απόκτηση της αδιάλειπτης νοε-ράς προσευχής.
Τρίτον ο τυφλός πίστεψε ότι ο Χρι-στός μπορεί να τον θεραπεύσει. Πολλοί άνθρωποι ποθούν να φωτιστούν. Γι' αυ-τό και καταφεύγουν σε φώτα κτιστά, ανθρώπινα ή δαιμονικά, όπως στην επι-στήμη, σε απόκρυφες τέχνες, πνευματι-σμό, ανατολικές θρησκείες και τα παρό-μοια. Εμείς πρέπει να πιστέψουμε ότι μόνο στον Χριστό και στην Εκκλησία, εκεί και μόνον εκεί μπορούμε να βρούμε και να πάρουμε το φως το αληθινό, το φως που σώζει.
Τέλος ο τυφλός όχι μόνον πίστεψε αλλά και κατέφυγε στο Χριστό. Του ζή-τησε με κραυγή τη γιατρειά του, με την κραυγή «Ἰησοῦ υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με». Και εμείς ας καταφεύγουμε στον μονα-δικό Σωτήρα, γενικώς μεν με την μετά-νοια, ειδικότερα δε με την γνωστή σύ-ντομη και περιεκτική ευχή, το «Κύριε Ιη-σού Χριστέ, ελέησόν με».
Η ευχή αυτή ας γίνει αναγκαιότερη από την αναπνοή μας. Ο τυφλός όσο τον εμπόδιζαν, τον προέτρεπαν να σωπάσει, τόσο εκείνος πιο πολύ φώναζε. Και ε-μείς, όσο περισσότερο οι περιστάσεις ή οι γύρω μας ή και ο ίδιος ο εαυτός μας, μας εμποδίζουν τη σχέση και κοινωνία μας με το Χριστό, τόσο περισσότερο ας εντείνουμε την ευχή· «Κύριε Ιησού Χρι-στέ, ελέησόν με». Αλλά να τη λέμε με ταπείνωση, δηλαδή με συναίσθηση της αμαρτωλότητάς μας. Και με εμπιστοσύ-νη, με την πίστη ότι ο Χριστός θα μας ελεήσει· «πᾶς γὰρ ὁ αἰτῶν λαμβάνει καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει καὶ τῷ κρούοντι ἀνοι-γήσεται»· και βέβαια με την παράλληλη φροντίδα να ζούμε σύμφωνα με τις ε-ντολές του Χριστού.
Όταν δε δει ο Κύριος, μας λέει και πάλι ο όσιος Μακάριος Αιγύπτιος, όταν δει την ψυχή να συμμαζώνει το κατά δύ-ναμιν τον εαυτό της, ζητώντας πάντα τον Κύριο και προσδοκά νύχτα και μέρα και βοά προς αυτόν, καθώς μας έδωσε την εντολή να προσευχόμαστε αδιαλεί-πτως, πάντοτε, θα της δώσει το δίκαιό της, καθώς υποσχέθηκε, καθαρίζοντάς την από κάθε κακία, και άμωμο και ά-σπιλο νύμφη θα την παραστήσει στον εαυτό του.
Εάν πιστεύεις ότι αυτά είναι αληθι-νά, όπως και είναι, πρόσεχε στον εαυτό σου εάν βρήκε η ψυχή σου το φως που είναι ο Κύριος. Εάν δε δεν το έχεις, ζή-τησε νύχτα και μέρα να το λάβεις. Όταν λοιπόν δεις τον ήλιο, ζήτησε τον αληθι-νό ήλιο, γιατί είσαι τυφλός. Όταν βλέ-πεις το φως κοίτα στην ψυχή σου αν βρήκες το αληθινό φως και αγαθό. Διότι υπάρχει εσωτερικός άνθρωπος και εσω-τερικοί οφθαλμοί τους οποίους τύφλωσε ο σατανάς και ήλθε ο Ιησούς αυτόν τον εσωτερικό άνθρωπος να κάνει υγιή. Σε αυτόν, καθώς και στον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, στους αιώ-νες. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου