ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ ΛΟΥΚΑ
Ο Χριστός είναι το φως του κόσμου, διότι φωτίζει νοητώς τις καρδιές των πιστών και χαρίζει στους ανθρώπους το αισθητό φως των οφθαλμών. Τούτο φαίνεται από τη σημερινή ευαγγελική περικοπή: «Ἐγένετο ἐν τῷ ἐγγίζειν αὐτὸν εἰς Ἱεριχὼ τυφλός τις ἐκάθητο παρὰ τὴν ὁδὸν προσαιτῶν. Ἀκούσας δὲ ὄχλου διαπορευομένου, ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα». Ο Κύριος επισκεπτόταν τις πόλεις της Ιουδαίας, όπου θεράπευε κάθε νόσο και κάθε σωματικό ελάττωμα, και κήρυσσε μετάνοια, επιστρέφοντας τους πλανημένους στην αλήθεια και επιβεβαιώνοντας τις διδασκαλίες με τα παράδοξα θαύματά του. Διότι οι άνθρωποι συνηθίζουν να πείθονται και να υπακούουν όχι τόσο στα λόγια όσο στα έργα. Διερχόμενος λοιπόν ο Σωτήρας από τις ιουδαϊκές πόλεις πλησίασε και στην Ιεριχώ, ενώ τον ακολουθούσε λαός πολύς. Κάποιος δε τυφλός που είχε καθίσει στην άκρη του δρόμου και ζητιάνευε, άκουσε την οχλαγωγία και ρωτούσε να μάθη τί συμβαίνει. Και όταν του είπαν ότι περνά ο Ιησούς χάρηκε, επειδή είχε ακούσει για τα θαύματα που επιτελεί και το θεώρησε ως μοναδική ευκαιρία να θεραπευτεί και ο ίδιος. Έτσι άρχισε να φωνάζει δυνατά: «Ἰησοῦ υἱέ Δαυΐδ, ἐλέησόν με». Όταν ο Κύριος τον ρώτησε τί θέλει «τί σοι θέλεις ποιήσω;», ο τυφλός απάντησε: «Κύριε, ἵνα αναβλέψω».
Ήταν ωσάν ο τυφλός να έλεγε: «κανένας άλλος δεν μπορεί να μου το δώσει αυτό, διότι μόνο ο Θεός έχει την δυνατότητα να ελεεί και να σώζει. Γι’ αυτό και προσέρχομαι και προσκυνώ και γονατιστός σε ικετεύω, ως τον ποιητή και Κύριο των όλων, και βοώ το ελέησον και σε ονομάζω υιό Δαυΐδ». Τούτο το όνομα το τιμούσαν πάρα πολύ οι Εβραίοι. Μάλιστα οι Προφήτες, όσους βασιλείς ήθελαν να τιμήσουν, έτσι τους ονόμαζαν και με το όνομα αυτό τους δόξαζαν. Επειδή λοιπόν και ο τυφλός αυτός είχε ανατραφεί στον Ιουδαϊσμό, δεν αγνοούσε όσα λέγει ο νόμος και οι Προφήτες για τον Χριστό, και ότι ο Χριστός θα προέλθει από το γένος του Δαβίδ. Και ως προς τον Θεό μεν εβόησε ελέησόν με, διότι μόνον ο Θεός είναι σε θέση να ελεεί. Ως προερχόμενο δε από τη γενεά του Δαυΐδ, τον ονομάζει υιό Δαυΐδ. Από αυτόν λοιπόν ζητεί με τόσο πόθο το έλεος. Γι’ αυτό και κατά την πίστη του έλαβε την ίαση. «Καὶ οἱ προάγοντες ἐπετίμων αὐτῷ ἵνα σιωπήσῃ. Αὐτός δὲ πολλῷ μᾶλλον ἔκραζεν. Ἰησοῦ υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με». Αν δεν ήταν θερμή η πίστη του τυφλού, δεν θα κραύγαζε περισσότερο, όταν του ζητήθηκε να σιωπήσει και ούτε βέβαια θα λάμβανε την ίαση. Ο Χριστός όταν ρώτησε τον τυφλό τί ήθελε δεν το έκανε επειδή αγνοούσε, αλλά για να μην θεωρηθεί ότι άλλο ήθελε ο τυφλός και άλλο του έδωσε. Ήθελε όμως και να γνωρίσουν οι παρευρισκόμενοι την πίστη του τυφλού. Γι’ αυτό και δίνοντας του το φως του είπε: «ἡ πίστις σου σέσωκέ σε». Άρα αίτιος της θεραπείας του έγινε ο ίδιος ο τυφλός. Έπειτα ο τυφλός «ἠκολούθει αὐτῷ δοξάζων τὸν Θεόν». Όταν δηλαδή ο τυφλός δέχθηκε από τον Χριστό τη θεραπεία τον ακολούθησε δοξολογώντας τον Θεό. Έγινε έτσι αφορμή να δοξάζουν και να υμνούν τον Θεό και οι άλλοι. «Πᾶς ὁ λαὸς ἰδὼν ἔδωκεν αἶνον τῷ Θεῷ».
Και προ της θεραπείας φάνηκε καρτερικός ο τυφλός, και μετά από αυτή ευγνώμων. Καρτερικός διότι, αν και τον περιφρονούσαν και πολλοί τον εμπόδιζαν, αυτός επέμενε να ζητάει το έλεος του Θεού. Και ευγνώμων επειδή όταν έλαβε την χάρη, δεν έτρεξε να φύγει, όπως κάνουν πολλοί μετά τις ευεργεσίες, φερόμενοι με αγνωμοσύνη προς τους ευεργέτες τους. Αυτόν λοιπόν ας μιμηθούμε και εμείς με ζήλο και προθυμία και ας είμαστε καρτερικοί στις προσευχές, ακόμα και προτού λάβουμε αυτό που ζητούμε, και αφού το λάβουμε να μην συμπεριφερθούμε με αχαριστία. Ο τυφλός εκείνος ούτε οδηγό είχε, ούτε μπορούσε να δει τον Σωτήρα, ούτε είχε συνήγορο κάποιον από τους Αποστόλους, αλλά μολονότι είχε και πολλούς που του απαγόρευαν να μιλήσει και τον εμπόδιζαν να πλησιάσει, μπόρεσε να υπερβεί όλα τα εμπόδια και να πλησιάσει τον Σωτήρα Χριστό. Την ιδία προθυμία ας προσπαθήσουμε να αποκτήσουμε και εμείς στις δεήσεις μας προς τον Θεό. Και αν ο Κύριος φαίνεται να καθυστερεί, και είναι πολλοί αυτοί που μας απομακρύνουν και μας εμποδίζουν, ας συνεχίσουμε την προσπάθεια και ας είμαστε σίγουροι ότι ο φιλάνθρωπος Θεός θα μας πλησιάσει και θα εκπληρώσει τα αιτήματά μας.
Ο Χριστός είναι το φως του κόσμου, διότι φωτίζει νοητώς τις καρδιές των πιστών και χαρίζει στους ανθρώπους το αισθητό φως των οφθαλμών. Τούτο φαίνεται από τη σημερινή ευαγγελική περικοπή: «Ἐγένετο ἐν τῷ ἐγγίζειν αὐτὸν εἰς Ἱεριχὼ τυφλός τις ἐκάθητο παρὰ τὴν ὁδὸν προσαιτῶν. Ἀκούσας δὲ ὄχλου διαπορευομένου, ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα». Ο Κύριος επισκεπτόταν τις πόλεις της Ιουδαίας, όπου θεράπευε κάθε νόσο και κάθε σωματικό ελάττωμα, και κήρυσσε μετάνοια, επιστρέφοντας τους πλανημένους στην αλήθεια και επιβεβαιώνοντας τις διδασκαλίες με τα παράδοξα θαύματά του. Διότι οι άνθρωποι συνηθίζουν να πείθονται και να υπακούουν όχι τόσο στα λόγια όσο στα έργα. Διερχόμενος λοιπόν ο Σωτήρας από τις ιουδαϊκές πόλεις πλησίασε και στην Ιεριχώ, ενώ τον ακολουθούσε λαός πολύς. Κάποιος δε τυφλός που είχε καθίσει στην άκρη του δρόμου και ζητιάνευε, άκουσε την οχλαγωγία και ρωτούσε να μάθη τί συμβαίνει. Και όταν του είπαν ότι περνά ο Ιησούς χάρηκε, επειδή είχε ακούσει για τα θαύματα που επιτελεί και το θεώρησε ως μοναδική ευκαιρία να θεραπευτεί και ο ίδιος. Έτσι άρχισε να φωνάζει δυνατά: «Ἰησοῦ υἱέ Δαυΐδ, ἐλέησόν με». Όταν ο Κύριος τον ρώτησε τί θέλει «τί σοι θέλεις ποιήσω;», ο τυφλός απάντησε: «Κύριε, ἵνα αναβλέψω».
Ήταν ωσάν ο τυφλός να έλεγε: «κανένας άλλος δεν μπορεί να μου το δώσει αυτό, διότι μόνο ο Θεός έχει την δυνατότητα να ελεεί και να σώζει. Γι’ αυτό και προσέρχομαι και προσκυνώ και γονατιστός σε ικετεύω, ως τον ποιητή και Κύριο των όλων, και βοώ το ελέησον και σε ονομάζω υιό Δαυΐδ». Τούτο το όνομα το τιμούσαν πάρα πολύ οι Εβραίοι. Μάλιστα οι Προφήτες, όσους βασιλείς ήθελαν να τιμήσουν, έτσι τους ονόμαζαν και με το όνομα αυτό τους δόξαζαν. Επειδή λοιπόν και ο τυφλός αυτός είχε ανατραφεί στον Ιουδαϊσμό, δεν αγνοούσε όσα λέγει ο νόμος και οι Προφήτες για τον Χριστό, και ότι ο Χριστός θα προέλθει από το γένος του Δαβίδ. Και ως προς τον Θεό μεν εβόησε ελέησόν με, διότι μόνον ο Θεός είναι σε θέση να ελεεί. Ως προερχόμενο δε από τη γενεά του Δαυΐδ, τον ονομάζει υιό Δαυΐδ. Από αυτόν λοιπόν ζητεί με τόσο πόθο το έλεος. Γι’ αυτό και κατά την πίστη του έλαβε την ίαση. «Καὶ οἱ προάγοντες ἐπετίμων αὐτῷ ἵνα σιωπήσῃ. Αὐτός δὲ πολλῷ μᾶλλον ἔκραζεν. Ἰησοῦ υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με». Αν δεν ήταν θερμή η πίστη του τυφλού, δεν θα κραύγαζε περισσότερο, όταν του ζητήθηκε να σιωπήσει και ούτε βέβαια θα λάμβανε την ίαση. Ο Χριστός όταν ρώτησε τον τυφλό τί ήθελε δεν το έκανε επειδή αγνοούσε, αλλά για να μην θεωρηθεί ότι άλλο ήθελε ο τυφλός και άλλο του έδωσε. Ήθελε όμως και να γνωρίσουν οι παρευρισκόμενοι την πίστη του τυφλού. Γι’ αυτό και δίνοντας του το φως του είπε: «ἡ πίστις σου σέσωκέ σε». Άρα αίτιος της θεραπείας του έγινε ο ίδιος ο τυφλός. Έπειτα ο τυφλός «ἠκολούθει αὐτῷ δοξάζων τὸν Θεόν». Όταν δηλαδή ο τυφλός δέχθηκε από τον Χριστό τη θεραπεία τον ακολούθησε δοξολογώντας τον Θεό. Έγινε έτσι αφορμή να δοξάζουν και να υμνούν τον Θεό και οι άλλοι. «Πᾶς ὁ λαὸς ἰδὼν ἔδωκεν αἶνον τῷ Θεῷ».
Και προ της θεραπείας φάνηκε καρτερικός ο τυφλός, και μετά από αυτή ευγνώμων. Καρτερικός διότι, αν και τον περιφρονούσαν και πολλοί τον εμπόδιζαν, αυτός επέμενε να ζητάει το έλεος του Θεού. Και ευγνώμων επειδή όταν έλαβε την χάρη, δεν έτρεξε να φύγει, όπως κάνουν πολλοί μετά τις ευεργεσίες, φερόμενοι με αγνωμοσύνη προς τους ευεργέτες τους. Αυτόν λοιπόν ας μιμηθούμε και εμείς με ζήλο και προθυμία και ας είμαστε καρτερικοί στις προσευχές, ακόμα και προτού λάβουμε αυτό που ζητούμε, και αφού το λάβουμε να μην συμπεριφερθούμε με αχαριστία. Ο τυφλός εκείνος ούτε οδηγό είχε, ούτε μπορούσε να δει τον Σωτήρα, ούτε είχε συνήγορο κάποιον από τους Αποστόλους, αλλά μολονότι είχε και πολλούς που του απαγόρευαν να μιλήσει και τον εμπόδιζαν να πλησιάσει, μπόρεσε να υπερβεί όλα τα εμπόδια και να πλησιάσει τον Σωτήρα Χριστό. Την ιδία προθυμία ας προσπαθήσουμε να αποκτήσουμε και εμείς στις δεήσεις μας προς τον Θεό. Και αν ο Κύριος φαίνεται να καθυστερεί, και είναι πολλοί αυτοί που μας απομακρύνουν και μας εμποδίζουν, ας συνεχίσουμε την προσπάθεια και ας είμαστε σίγουροι ότι ο φιλάνθρωπος Θεός θα μας πλησιάσει και θα εκπληρώσει τα αιτήματά μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου