Κυριακὴ 18 Νοεμβρίου 2007 Θ ́ Λουκᾶ (Λουκ. 12, 16-21)
«Ἄφρον, ταύτη τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ»
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἀδελφοί μου, λέγεται «παραβολὴ τοῦ ἄφρονος πλουσίου». Ἡ ἀφορμὴ γιὰ νὰ τὴν διηγηθῆ ὁ Κύριος δόθηκε ἀπὸ τὸ ἑξῆς περιστατικό. Κάποιος ἀπὸ τοὺς ἀκροατὲς τοῦ Χριστοῦ τὸν πλησίασε καὶ τοῦ εἶπε: «Διδάσκαλε εἶπε τῷ ἀδελφῷ μου μερίσασθαι τὴν κληρονομία μετ ̓ ἐμοῦ» (Λουκ. 12, 1) καὶ ἔλαβε ὡς ἀπάντηση τὸ ἐρώτημα «τίς με κατέστησε δικαστὴν ἢ μεριστὴν ἐφ ̓ὑμᾶς;». Ὅταν δυὸ ἀδέλφια, ποὺ μεταξύ τους συνδέονται μὲ δεσμοὺς ἐξ αἵματος, πιὸ πάνω ἀπὸ τὴν ἀδελφοσύνη βάζουν τὴν πλεονεξία, ποιὸς μπορεῖ νὰ τοὺς ἀλλάξη γνώμη καὶ νὰ τοὺς συμβιβάση; Ἡ πλεονεξία ἀφαιρεῖ ἀπὸ τὴν καρδιὰ κάθε ἀνθρώπου κάθε εὐγενικὸ συναίσθημα, ἀκόμα καὶ πρὸς τοὺς γονεῖς καὶ τὰ ἀδέλφια. Γι ̓ αὐτὸ ὁ Κύριος ἄφησε τὸν πλεονέκτη ἀδελφό, ἐστράφη πρὸς τοὺς ἀκροατές του καὶ εἶπε «ὁρᾶτε καὶ φυλάσσεσθε ἀπὸ πάσης πλεονεξίας· ὅτι οὐκ ἐν τῷ περισσεύειν τινὶ ἡ ζωὴ αὐτοῦ ἐκ τῶν ὑπαρχόντων αὐτοῦ (Λουκ. 12, 15). Δὲν ἐξαρτᾶται ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὰ περισσεύματα τῶν ὑπαρχόντων του, γι ̓ αὐτὸ ἂς προσέχη καὶ ἂς προφυλάσση ὁ καθένας τὸν ἑαυτό του ἀπὸ κάθε πλεονεξία. Καὶ γιὰ νὰ ἀντιληφθοῦν ὅλοι ὅτι ἡ πλεονεξία εἶναι ἀφροσύνη καὶ ὁδηγεῖ σὲ ψυχικὸ καὶ σωματικὸ ὄλεθρο, διηγήθηκε τὴν παραβολὴ τοῦ «ἄφρονος πλουσίου».
Ἡ συμπεριφορὰ τοῦ πλουσίου τῆς παραβολῆς εἶναι πράγματι ἀφροσύνη. Διότι πρῶτον λησμονεῖ τὸν Θεὸν τὴν ὥρα τῆς εὐφορίας τῶν ἀγρῶν του. Λησμονεῖ ἢ μᾶλλον δὲν πιστεύει ὅτι ὁ Θεὸς κυβερνᾶ τὸν κόσμο καὶ ὅτι, ἂν Ἐκεῖνος δὲν θέλη, ὅσο καὶ ἂν κοπιάση, οὔτε οἱ ἀγροί του οὔτε τὰ χωράφια του θὰ ἀπέδιδαν καρπούς οὔτε οἱ ἐλιές του σταγόνα λάδι. Δεύτερον λησμονεῖ ὅτι ἔχει προικισθῆ ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ ἀθάνατη ψυχὴ καὶ ἔχει ὑποχρέωση νὰ τὴν καλλιεργήση. Ξεχνᾶ ὅτι ἡ ψυχὴ δὲν διατρέφεται μὲ προϊόντα καὶ καρποὺς τῆς γῆς καὶ ὑλικὰ μέσα. Ἔτσι γίνεται ὁ ἴδιος δολοφόνος τῆς ψυχῆς του. Τί μεγάλη στ ̓ ἀλήθεια ἀφροσύνη.
Ὅμως προχωρεῖ καὶ σὲ ἄλλη ἄφρονα ἐνέργεια ὁ πλούσιος. Παραμελεῖ καὶ ἀγνοεῖ τοὺς συνανθρώπους του. Ἡ στάση του εἶναι προκλητική. Χωρὶς συναίσθηση καὶ χωρὶς ντροπὴ τακτοποιεῖ τὰ ἔσοδα ἀπὸ τὴ εὐφορία τῶν καρπῶν τῆς γῆς του μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό του «συνάξω πάντα τὰ γεννήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου» ποῦ; «Καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω».
Ἀδελφοί, γκρέμισε ὁ πλούσιος ἄφρων τὶς ἀποθῆκες του καὶ ἔκτισε μεγαλύτερες. Κουράστηκε πολὺ ἕως ὅτου συνάξη ὅλα τὰ ἀγαθά του. Ξάπλωσε κατόπιν νὰ ξεκουραστῆ ἀπὸ τὸν κόπο καὶ τὴν ἀγωνία καὶ γεμᾶτος αὐταρέσκεια μονολογοῦσε. «Ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ γιὰ ἔτη πολλά. Ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου». Ἡ ἀφροσύνη σὲ ὅλο τὸ δῆθεν «μεγαλεῖο» της, ἀφοῦ σὲ αὐτὴν τὴν δῆθεν «μακαριότητα» ἀκούγεται φωνή, ποὺ μὲ σαφήνεια καὶ καθαρότητα προσγειώνει στὴν πραγματικότητα τὸν ἄφρονα πλούσιο. «Ταύτη τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπό σοῦ, ἃ δὲ ἠτοίμασας τίνι ἔσται;» Ἀνόητε ἄνθρωπε, ἐστήριξες τὴ ζωὴ στὸν πλοῦτο σου καὶ τὴν ἐλπίδα σου στὶς ἀποθῆκες σου καὶ τὰ ἔκαμες θεό σου. Νόμισες τὸν πλοῦτο χορηγὸ πολλῶν ἐτῶν ζωῆς, ἀλλὰ γελάσθηκες. Ναί, τὸν πλοῦτο σου τὸν ὁρίζεις. Τὴ ζωή σου ὅμως ὁρίζει ἄλλος. Αὐτὸς ποὺ «ἀνιστᾷ καὶ ζωοποιεῖ, ἀνάγει ἐξ ἅδου καὶ κατάγει». Ἐπίκαιρος ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος γράφει γιὰ ὅσους στὸν πλοῦτο τους βασιζόμενοι ζοῦν «ἐλπίδα (μελλούσης ζωῆς) μὴ ἔχοντες, ἄθεοι ἐν τῷ κόσμῳ (Ἐφεσ. 2, 12), γιατί «Θεὸς αὐτῶν ἡ κοιλία» (Φιλιπ. 3, 19). Ὁ πλούσιος τῆς παραβολῆς εἶναι ὁ ἄνθρωπος τοῦ ἐναγώνιου κόπου. Ἀγωνιᾶ καὶ ὑποφέρει σὲ ποιὸ τόπο καὶ χῶρο θὰ ἐξασφαλίση τὴν ἀπροσδόκητη καρποφορία καὶ τὰ ἀγαθά του. Ἡ πλεονεξία του ἀποβλέπει συὴν προσωπική του ἱκανοποίηση. Νὰ ἔχη πολλὰ ἀγαθὰ γιὰ ἔτη πολλά. Καὶ αὐτή του ἡ πλεονεξία τὸν ὁδηγεῖ στὴ μωρία-ἀφροσύνη νὰ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Μένει κατάμονος, ἔρημος καὶ δυστυχὴς καὶ δὲν ἔχει ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα «ἃ ἠτοίμασας τίνι ἔσται;». Ὁ ἄφρων καὶ πλεονέκτης Θεὸ δὲν πιστεύει, ἀνθρώπους δὲν ἀγαπᾶ, τὴν ψυχὴν του ἔχει δολοφονήσει. Δὲν ξέρει τίνος εἶναι ὅσα συγκέντρωσε. Διάβηκε τὴ ζωὴ του μέσα σὲ μία συνεχῆ ἀγωνία ἀλλὰ καὶ μὲ χαμένη τὴν ψυχή του.
Τί ὡραῖα ποὺ θὰ ἦταν νὰ γνώριζαν οἱ πλούσιοι ὅτι ἡ ἰδιοκτησία τους ἀποτελεῖ τάλαντον ποὺ τοὺς ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεὸς πρὸς ὑπεύθυνη διαχείριση! Ὅτι δὲν ἔχουν δικαίωμα νὰ συμπεριφέρονται ὅπως ὁ ἄφρων πλούσιος ἢ ὡς ὁ ἄλλος, ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ντυνόταν μὲ πολύτιμα ροῦχα καὶ «ηὐφραίνετο καθ ̓ἡμέραν λαμπρῶς» (Λουκ. 16, 19).Τί ὡραῖα ποὺ θὰ ἦταν, ἂν κατανοοῦσε ὅτι τὰ ἀγαθὰ του πρέπει νὰ εἶναι διακονία καὶ προσφορά! Νὰ ἀσκηθοῦν στὴν ἀγάπη καὶ τὴν δικαιοσύνη, ὥστε νὰ βροῦν ἀνακούφιση οἱ πονεμένοι τῆς ζωῆς. Νὰ ἀκούσουν τὴν φωνὴ τοῦ Θεοῦ «Διάθρυπτε (μοίραζε) πεινώντι τὸν ἄρτον σου καὶ πτωχοὺς ἀστέγους εἰσάγαγε εἰς τὸν οἶκον σου. Ἐὰν ἴδῃς γυμνὸν περίβαλε καὶ ἀπὸ τῶν οἰκείων σου οὐχ ὑπερόψει» (Μὴ περιφρονήσης κανένα ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς σου) (Ἠσαΐ. 58,7).
Ἀδελφοί μου, ἂς ἔχουμε πάντα στὸ μυαλό μας τὴ φράση τοῦ εὐαγγελίου «ταύτη τῇ νυκτὶ τὴν ψυχὴν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ» καὶ ἂς ἀκούσουμε τὴν ὑπόδειξιν τοῦ Κυρίου μας «γίνεσθε ἕτοιμοι ὅτι ᾗ ὥρᾳ οὐ δοκεῖτε ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται (Λουκ. 12-40). Τοῦτο ἰσχύει γιὰ ὅλους, πλουσίους καὶ φτωχούς. Ἄφρονες καὶ συνετούς, ἔνθεους καὶ μή. Γιὰ τοῦτο «γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε. Τουτέστιν: προσοχή. Προσευχή, ἔργα ἀγαθά, μετάνοια, θεία κοινωνία, ἀγάπη. Νά, ἡ καλύτερη προετοιμασία γιὰ τὴν ὥρα ἐκείνη. Ὁ Θεὸς δὲν θὰ μᾶς κρίνη ἀνάλογα μὲ τὸν χρόνο ποὺ ζήσαμε, ἀλλὰ ἀνάλογα μὲ τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς ποὺ κάναμε. «Μακάριος ὁ γρηγορῶν καὶ τηρῶν τὰ ἱμάτια αὐτοῦ» (Ἀποκ. 16,15). Ἄλλωστε «οὐχ οἱ πολυχρόνιοι εἰσὶ σοφοί, οὐδ ̓ οἱ γέροντες οἴδασι κρῖμα» (Ἰώβ 22,9).
«Ἄφρον, ταύτη τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ»
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἀδελφοί μου, λέγεται «παραβολὴ τοῦ ἄφρονος πλουσίου». Ἡ ἀφορμὴ γιὰ νὰ τὴν διηγηθῆ ὁ Κύριος δόθηκε ἀπὸ τὸ ἑξῆς περιστατικό. Κάποιος ἀπὸ τοὺς ἀκροατὲς τοῦ Χριστοῦ τὸν πλησίασε καὶ τοῦ εἶπε: «Διδάσκαλε εἶπε τῷ ἀδελφῷ μου μερίσασθαι τὴν κληρονομία μετ ̓ ἐμοῦ» (Λουκ. 12, 1) καὶ ἔλαβε ὡς ἀπάντηση τὸ ἐρώτημα «τίς με κατέστησε δικαστὴν ἢ μεριστὴν ἐφ ̓ὑμᾶς;». Ὅταν δυὸ ἀδέλφια, ποὺ μεταξύ τους συνδέονται μὲ δεσμοὺς ἐξ αἵματος, πιὸ πάνω ἀπὸ τὴν ἀδελφοσύνη βάζουν τὴν πλεονεξία, ποιὸς μπορεῖ νὰ τοὺς ἀλλάξη γνώμη καὶ νὰ τοὺς συμβιβάση; Ἡ πλεονεξία ἀφαιρεῖ ἀπὸ τὴν καρδιὰ κάθε ἀνθρώπου κάθε εὐγενικὸ συναίσθημα, ἀκόμα καὶ πρὸς τοὺς γονεῖς καὶ τὰ ἀδέλφια. Γι ̓ αὐτὸ ὁ Κύριος ἄφησε τὸν πλεονέκτη ἀδελφό, ἐστράφη πρὸς τοὺς ἀκροατές του καὶ εἶπε «ὁρᾶτε καὶ φυλάσσεσθε ἀπὸ πάσης πλεονεξίας· ὅτι οὐκ ἐν τῷ περισσεύειν τινὶ ἡ ζωὴ αὐτοῦ ἐκ τῶν ὑπαρχόντων αὐτοῦ (Λουκ. 12, 15). Δὲν ἐξαρτᾶται ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὰ περισσεύματα τῶν ὑπαρχόντων του, γι ̓ αὐτὸ ἂς προσέχη καὶ ἂς προφυλάσση ὁ καθένας τὸν ἑαυτό του ἀπὸ κάθε πλεονεξία. Καὶ γιὰ νὰ ἀντιληφθοῦν ὅλοι ὅτι ἡ πλεονεξία εἶναι ἀφροσύνη καὶ ὁδηγεῖ σὲ ψυχικὸ καὶ σωματικὸ ὄλεθρο, διηγήθηκε τὴν παραβολὴ τοῦ «ἄφρονος πλουσίου».
Ἡ συμπεριφορὰ τοῦ πλουσίου τῆς παραβολῆς εἶναι πράγματι ἀφροσύνη. Διότι πρῶτον λησμονεῖ τὸν Θεὸν τὴν ὥρα τῆς εὐφορίας τῶν ἀγρῶν του. Λησμονεῖ ἢ μᾶλλον δὲν πιστεύει ὅτι ὁ Θεὸς κυβερνᾶ τὸν κόσμο καὶ ὅτι, ἂν Ἐκεῖνος δὲν θέλη, ὅσο καὶ ἂν κοπιάση, οὔτε οἱ ἀγροί του οὔτε τὰ χωράφια του θὰ ἀπέδιδαν καρπούς οὔτε οἱ ἐλιές του σταγόνα λάδι. Δεύτερον λησμονεῖ ὅτι ἔχει προικισθῆ ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ ἀθάνατη ψυχὴ καὶ ἔχει ὑποχρέωση νὰ τὴν καλλιεργήση. Ξεχνᾶ ὅτι ἡ ψυχὴ δὲν διατρέφεται μὲ προϊόντα καὶ καρποὺς τῆς γῆς καὶ ὑλικὰ μέσα. Ἔτσι γίνεται ὁ ἴδιος δολοφόνος τῆς ψυχῆς του. Τί μεγάλη στ ̓ ἀλήθεια ἀφροσύνη.
Ὅμως προχωρεῖ καὶ σὲ ἄλλη ἄφρονα ἐνέργεια ὁ πλούσιος. Παραμελεῖ καὶ ἀγνοεῖ τοὺς συνανθρώπους του. Ἡ στάση του εἶναι προκλητική. Χωρὶς συναίσθηση καὶ χωρὶς ντροπὴ τακτοποιεῖ τὰ ἔσοδα ἀπὸ τὴ εὐφορία τῶν καρπῶν τῆς γῆς του μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό του «συνάξω πάντα τὰ γεννήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου» ποῦ; «Καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω».
Ἀδελφοί, γκρέμισε ὁ πλούσιος ἄφρων τὶς ἀποθῆκες του καὶ ἔκτισε μεγαλύτερες. Κουράστηκε πολὺ ἕως ὅτου συνάξη ὅλα τὰ ἀγαθά του. Ξάπλωσε κατόπιν νὰ ξεκουραστῆ ἀπὸ τὸν κόπο καὶ τὴν ἀγωνία καὶ γεμᾶτος αὐταρέσκεια μονολογοῦσε. «Ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ γιὰ ἔτη πολλά. Ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου». Ἡ ἀφροσύνη σὲ ὅλο τὸ δῆθεν «μεγαλεῖο» της, ἀφοῦ σὲ αὐτὴν τὴν δῆθεν «μακαριότητα» ἀκούγεται φωνή, ποὺ μὲ σαφήνεια καὶ καθαρότητα προσγειώνει στὴν πραγματικότητα τὸν ἄφρονα πλούσιο. «Ταύτη τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπό σοῦ, ἃ δὲ ἠτοίμασας τίνι ἔσται;» Ἀνόητε ἄνθρωπε, ἐστήριξες τὴ ζωὴ στὸν πλοῦτο σου καὶ τὴν ἐλπίδα σου στὶς ἀποθῆκες σου καὶ τὰ ἔκαμες θεό σου. Νόμισες τὸν πλοῦτο χορηγὸ πολλῶν ἐτῶν ζωῆς, ἀλλὰ γελάσθηκες. Ναί, τὸν πλοῦτο σου τὸν ὁρίζεις. Τὴ ζωή σου ὅμως ὁρίζει ἄλλος. Αὐτὸς ποὺ «ἀνιστᾷ καὶ ζωοποιεῖ, ἀνάγει ἐξ ἅδου καὶ κατάγει». Ἐπίκαιρος ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος γράφει γιὰ ὅσους στὸν πλοῦτο τους βασιζόμενοι ζοῦν «ἐλπίδα (μελλούσης ζωῆς) μὴ ἔχοντες, ἄθεοι ἐν τῷ κόσμῳ (Ἐφεσ. 2, 12), γιατί «Θεὸς αὐτῶν ἡ κοιλία» (Φιλιπ. 3, 19). Ὁ πλούσιος τῆς παραβολῆς εἶναι ὁ ἄνθρωπος τοῦ ἐναγώνιου κόπου. Ἀγωνιᾶ καὶ ὑποφέρει σὲ ποιὸ τόπο καὶ χῶρο θὰ ἐξασφαλίση τὴν ἀπροσδόκητη καρποφορία καὶ τὰ ἀγαθά του. Ἡ πλεονεξία του ἀποβλέπει συὴν προσωπική του ἱκανοποίηση. Νὰ ἔχη πολλὰ ἀγαθὰ γιὰ ἔτη πολλά. Καὶ αὐτή του ἡ πλεονεξία τὸν ὁδηγεῖ στὴ μωρία-ἀφροσύνη νὰ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Μένει κατάμονος, ἔρημος καὶ δυστυχὴς καὶ δὲν ἔχει ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα «ἃ ἠτοίμασας τίνι ἔσται;». Ὁ ἄφρων καὶ πλεονέκτης Θεὸ δὲν πιστεύει, ἀνθρώπους δὲν ἀγαπᾶ, τὴν ψυχὴν του ἔχει δολοφονήσει. Δὲν ξέρει τίνος εἶναι ὅσα συγκέντρωσε. Διάβηκε τὴ ζωὴ του μέσα σὲ μία συνεχῆ ἀγωνία ἀλλὰ καὶ μὲ χαμένη τὴν ψυχή του.
Τί ὡραῖα ποὺ θὰ ἦταν νὰ γνώριζαν οἱ πλούσιοι ὅτι ἡ ἰδιοκτησία τους ἀποτελεῖ τάλαντον ποὺ τοὺς ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεὸς πρὸς ὑπεύθυνη διαχείριση! Ὅτι δὲν ἔχουν δικαίωμα νὰ συμπεριφέρονται ὅπως ὁ ἄφρων πλούσιος ἢ ὡς ὁ ἄλλος, ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ντυνόταν μὲ πολύτιμα ροῦχα καὶ «ηὐφραίνετο καθ ̓ἡμέραν λαμπρῶς» (Λουκ. 16, 19).Τί ὡραῖα ποὺ θὰ ἦταν, ἂν κατανοοῦσε ὅτι τὰ ἀγαθὰ του πρέπει νὰ εἶναι διακονία καὶ προσφορά! Νὰ ἀσκηθοῦν στὴν ἀγάπη καὶ τὴν δικαιοσύνη, ὥστε νὰ βροῦν ἀνακούφιση οἱ πονεμένοι τῆς ζωῆς. Νὰ ἀκούσουν τὴν φωνὴ τοῦ Θεοῦ «Διάθρυπτε (μοίραζε) πεινώντι τὸν ἄρτον σου καὶ πτωχοὺς ἀστέγους εἰσάγαγε εἰς τὸν οἶκον σου. Ἐὰν ἴδῃς γυμνὸν περίβαλε καὶ ἀπὸ τῶν οἰκείων σου οὐχ ὑπερόψει» (Μὴ περιφρονήσης κανένα ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς σου) (Ἠσαΐ. 58,7).
Ἀδελφοί μου, ἂς ἔχουμε πάντα στὸ μυαλό μας τὴ φράση τοῦ εὐαγγελίου «ταύτη τῇ νυκτὶ τὴν ψυχὴν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ» καὶ ἂς ἀκούσουμε τὴν ὑπόδειξιν τοῦ Κυρίου μας «γίνεσθε ἕτοιμοι ὅτι ᾗ ὥρᾳ οὐ δοκεῖτε ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται (Λουκ. 12-40). Τοῦτο ἰσχύει γιὰ ὅλους, πλουσίους καὶ φτωχούς. Ἄφρονες καὶ συνετούς, ἔνθεους καὶ μή. Γιὰ τοῦτο «γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε. Τουτέστιν: προσοχή. Προσευχή, ἔργα ἀγαθά, μετάνοια, θεία κοινωνία, ἀγάπη. Νά, ἡ καλύτερη προετοιμασία γιὰ τὴν ὥρα ἐκείνη. Ὁ Θεὸς δὲν θὰ μᾶς κρίνη ἀνάλογα μὲ τὸν χρόνο ποὺ ζήσαμε, ἀλλὰ ἀνάλογα μὲ τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς ποὺ κάναμε. «Μακάριος ὁ γρηγορῶν καὶ τηρῶν τὰ ἱμάτια αὐτοῦ» (Ἀποκ. 16,15). Ἄλλωστε «οὐχ οἱ πολυχρόνιοι εἰσὶ σοφοί, οὐδ ̓ οἱ γέροντες οἴδασι κρῖμα» (Ἰώβ 22,9).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου