Τριών Ιεραρχών, Αποστ. Ανάγνωσμα, Εβρ. ιγ’ 7-16 (31-01-2022)
δ. Χαρίτωνα Θεοδώρου
Την Κυριακή, 30 Ιανουαρίου η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη των Τριών Ιεραρχών , Ιωάννου Χρυσοστόμου, Μεγάλου Βασιλείου και Γρηγορίου του Θεολόγου, οι οποίοι θεωρούνται στυλοβάτες της παιδείας και υπήρξαν αδιαμφισβήτητα υπέρμαχοι των γραμμάτων. Η επιλογή του συγκεκριμένου αποστολικού αναγνώσματος σκοπό έχει να μας προτρέψει να σπουδάζουμε τον βίο των Αγίων, των «ηγουμένων ημών» (Εβρ.13,7) όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Απόστολος Παύλος. Κυρίαρχο θέμα στο παρόν αποστολικό ανάγνωσμα είναι η μίμηση των Αγίων, θέμα με το οποίο θα ασχοληθούμε στη συνέχεια αφού πρώτα δώσουμε τον ορισμό της λέξης Άγιος.
Με πολύ πάντοτε σεβασμό και ευλάβεια ακούμε αλλά και αναφερόμαστε συχνά στην λέξη άγιος. Με βαθειά πίστη , κατάνυξη, αλλά και τιμή περιβάλλουμε τους αγίους. Φέρουμε το όνομά τους , απευθυνόμαστε σε αυτούς και τους απευθύνουμε θερμές προσευχές ,παρακλήσεις και δεήσεις αλλά και ικετήριους ύμνους να μεσιτεύουν προς τον πανάγαθο Θεό υπέρ ημών. Αγίους θεωρούμε αυτούς που ταύτισαν το βίο τους με την αγνότητα αλλά και τις αρετές, που προχώρησαν και έφτασαν στο ύψος του αγιασμού και της αναγεννήσεως, που επισφράγισαν την πίστη τους με το μαρτυρικό θάνατο και τους βίαιους διωγμούς, έχουν εργαστεί με ταπεινοφροσύνη αλλά και «αγάπη» και συμπάθεια για τον πλησίον τους, κάνοντας πράξη το λόγο του Χριστού «εντολήν καινήν δίδωμι υμίν ίνα αγαπάτε αλλήλους, καθώς ηγάπησα υμάς ίνα και υμείς αγαπάτε αλλήλους. εν τούτω γνώσονται πάντες ότι εμοί μαθηταί έστε, εάν αγάπην έχητε εν αλλήλοις.». (Ιωάν 13: 34-35) . Από την αρχή του χριστιανισμού, κατά τους αποστολικούς χρόνους δεν ονομάζονταν άγιοι μόνο οι ήρωες της πίστεως και οι προοδευμένοι στην ενάρετη ζωή, αλλά γενικότερα όλοι οι χριστιανοί. Ο Απόστολος Παύλος ονομάζει αγίους τους χριστιανούς της Θεσσαλονίκης, της Κορίνθου, της Εφέσου , της Ρώμης, των Φιλίππων , όλους γενικά αυτούς που έχουν πιστέψει και βαπτισθεί.
Πραγματικά είναι θαυμαστός ο Θεός μέσα στους αγίους του. Γιατί όταν κανείς αναλογισθεί τους υπερφυσικούς αγώνες των μαρτύρων, πως με ασθενή σάρκα κατατρόπωσαν τον ισχυρό στη κακία, πως έμειναν αναίσθητοι στις οδύνες και στα τραύματα, καθώς αγωνίζονταν με σώματα προς φωτιά, προς το ξίφος, προς ποικίλα και θανατηφόρα είδη βασάνων και αντιπαρατάσσονταν με καρτερία, ενώ τους έκοβαν τις σάρκες, τους διάλυαν τους αρμούς και τους συνέτριβαν τα οστά, όμως διαφύλαξαν την ομολογία της πίστεως στο Χριστό σώα και αδιάσπαστη, ακεραία και ακλόνητη, που γι’ αυτό τους χαρίσθηκε και η αναντίρρητη σοφία του Πνεύματος και η δύναμη των θαυμάτων.
Όταν κανείς αναλογισθεί επίσης την υπομονή των οσίων, οι οποίοι υπέφεραν με τη θέλησή τους σαν ασώματοι τις πολυήμερες ασιτίες, τις αγρυπνίες, τις άλλες ποικίλες κακώσεις του σώματος, και αντιτάχθηκαν έως το τέλος προς τα πονηρά πάθη, προς τα τόσα είδη αμαρτίας, προς τον εσωτερικό μας αόρατο πόλεμο, προς τις αρχές και εξουσίες, ενώ έλειωναν και αχρηστεύονταν εξωτερικά, αλλά ανανεώνονταν και θεόνονταν εσωτερικά από εκείνον που τους έδωσε τα χαρίσματα των θεραπειών και δυνάμεων. Έτσι γίνονται πράξεις αυτά που λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Διό και Ιησούς, ίνα αγιάση διά του ιδίου αίματος τόν λαόν, έξω της πύλης έπαθεν. Τοίνυν εξερχόμεθα προς αυτόν έξω της παρεμβολής, τον ονειδισμόν αυτού φέροντες·»(ιγ΄ 7-16)
Όταν λάβει αυτά κανείς υπόψη του και επιπλέον εννοήσει ότι υπερβαίνουν τη φύση μας, θαυμάζει και δοξάζει το Θεό που έδωσε σ’ αυτούς τη τόση άφθονη χάρη και δύναμη. Γιατί αν και είχαν αγαθή και καλή προαίρεση, χωρίς τη δύναμη του Θεού δεν θα κατόρθωναν να υπερβούν τη φύση και έχοντας σώμα, να κατανικήσουν τον ασώματο εχθρό. Γι’ αυτό και ο ψαλμωδός προφήτης, αφού είπε: «Θαυμαστός είναι ο Θεός μέσα στους αγίους αυτού», πρόσθεσε: «αυτός θα δώσει δύναμη και κραταίωση στο λαό του».(Ψαλμ.67,36). Απολαύουν δε τη χάρη του Θεού, όχι όλοι γενικά, αλλά όσοι έχουν αγαθή προαίρεση και επιδεικνύουν με έργα την προς το Θεό αγάπη και πίστη. Αυτό φανερώνεται στο ευαγγέλιο που λέγει: «όποιος ομολογήσει σ’ εμένα εμπρός στους ανθρώπους, θα ομολογήσω και εγώ σ’ αυτόν εμπρός στο Πατέρα μου στους ουρανούς» (Ματθ. 10,32).
Οι πατέρες τονίζουν πως η αγιότητα επιτυγχάνεται δια της μιμήσεως του Χριστού, και δια της επαναλήψεως της ζωής των αγίων. Η Εκκλησία , το σώμα του Χριστού, έχει πολύ σωστά ονομαστεί «εργαστήριο» που δημιουργεί αγίους. Με την είσοδο μας στην εκκλησία , καλούμαστε στην αγιότητα, στην «καινή κτίση» στην θεανθρώπινη πολιτεία, στην εν Χριστώ ζωή. Ακολουθώντας τη ζωή του Χριστού και των αγίων γινόμαστε ‘καλοί» και «ενάρετοι» όχι επιφανειακά, αλλά εσωτερικά πρώτα, στολισμένοι με τους καρπούς του Πνεύματος. Δεν έχουμε όμως παρά να μελετήσουμε τους βίους των αγίων , για να δούμε πώς μπορεί να επιτευχθεί. Εκεί θα βγάλουμε το συμπέρασμα πώς η αγιότητα δεν ήταν για κάποιες άλλες εποχές, ούτε για μια ορισμένη τάξη ανθρώπων.
Οι βίοι των Αγίων δείχνουν πολυάριθμους αλλά πάντοτε βέβαιους δρόμους σωτηρίας, φωτισμού ,αγιασμού, μεταμορφώσεως, θέωσης. Αναδεικνύουν ποικίλους τρόπους με τους οποίους η ανθρώπινη φύση κατανικά την αμαρτία. Την κάθε αμαρτία, πώς νικά το πάθος, το κάθε πάθος, πως νικά το θάνατο, τον κάθε θάνατο, πως νικά τον πειρασμό, τον κάθε πειρασμό. Αξίζει να σημειώσουμε ότι στους βίους των Αγίων έχουμε τρανά παραδείγματα όπως ένας νέος γίνεται άγιος νέος, πώς μια γερόντισσα γίνεται αγία γερόντισσα, πώς ένας στρατιώτης γίνεται άγιος στρατιώτης, πώς ένας δούλος γίνεται άγιος δούλος. Η συχνή ανάγνωση των βίων των αγίων είναι το κυριότερο συστατικό για την στήριξη της πίστη μας. Μας οδηγεί σε δρόμους ενάρετους και μας καλεί να ζεστάνουμε την καρδιά μας και να τους μιμηθούμε.
Βλέποντας τη λιτή μοναχική ζωή του Μ. Βασιλείου (ατομική του περιουσία ήταν ένα βιβλίο και το ράσο του) αναθεωρούμε το μοντέλο της σπάταλης και καταναλωτικής μανίας του ανθρώπου.Διδασκόμαστε από την παροιμιώδη φιλανθρωπία και ασκητικότητα του ιδίου. Είναι ο πρώτος οργανωτής νοσοκομείου-ορφανοτροφείου. Παραδειγματιζόμαστε και αναθεωρούμε τον ατομικισμό μας και στρεφόμαστε προς τον πλησίον όπου και να βρίσκεται γεωγραφικά. Διδασκόμαστε από την ήρεμη και ασκητική φύση του άριστου ποιητή Γρηγορίου του Θεολόγου με τα ποιήματα του οποίου δοξάζουμε το Θεό στις εκκλησίες μας μέχρι σήμερα. Διδασκόμαστε διαχρονικά από τα μέτρα που είχε λάβει ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος στην Αντιόχεια για τη βελτίωση του ηθικού και του μορφωτικού επιπέδου του κλήρου, την απομάκρυνση από το θυσιαστήριο ορισμένων από αυτούς, από τη βελτίωση της θέσης των γυναικών στην εκκλησία που είχε επιφέρει με την αναβίωση της βαθμίδας των διακονισσών στους ναούς, από την πνευματική και υλική αρωγή στους σκληρά τότε εργαζόμενους από ανατολής μέχρι δύσης του ηλίου με την καθιέρωση της εσπερινής λειτουργίας και τη σίτισή τους.
Αυτό προτρέπει και ο Απόστολος Παύλος στο παρών αποστολικό ανάγνωσμα. Δηλαδή πως οι άνθρωποι και κυρίως εμείς οι χριστιανοί πρέπει να εγκαταλείψουμε τις υλικές αξίες και να καταπιαστούμε στις ηθικές αξίες, να συντρίψουμε το αίσθημα της ευμάρειας και να συμπορευτούμε με την απλότητα. Έτσι θα γίνει πραγματικότητα ο στόχος μας αλλά και ο τελικός προορισμός μας που δεν είναι άλλος από την αγιότητα και την κατάταξη μας εις τον χορό των Αγίων. Όπως ακριβώς έπραξαν και οι τρεις Ιεράρχες σε όλη τους την ζωή , αφιερώθηκαν στον λόγο του Θεού και ανταμείφτηκαν με την αγιότητα τους.
Σε αυτή την αγιότητα πρέπει και εμείς οι χριστιανοί να αποβλέπουμε και να ποθούμε. Προς αυτή να προσανατολίζουμε την ζωή μας και να κατευθύνουμε την προσπάθεια μας . Σε όλη την συμπεριφορά μας και στις παραμικρές λεπτομέρειες της ζωής μας πρέπει να αντιγράφουμε τόσο των βίο των αγίων όσο και την θεία αγιότητα. Αυτό είναι και το θέλημα του Θεού αφού σύμφωνα με τον Απόστολο Παύλο «τούτο εστί το θέλημα του Θεού ο αγιασμός ημών» (Ά Θεσσαλ. δ΄ 3)η καθαρότητα και αγνότητα του σώματος, η λευκότητα και αγιότητα της ψυχής , η απαλλαγή μας «από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος»(Β΄Κορ. ζ΄ 1) . Και μας προτρέπει : «Να επιδιώκετε τον αγιασμό, την καθαρότητα της καρδίας από κάθε πάθος. Δίοτι χωρίς αυτό τον αγιασμό κανείς δεν θα μπορέσει ποτέ να δει τον Κύριον»(Εβρ . ιβ΄14).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου