Κυριακή ΙΔ΄ Λουκά
«Ο Ιησούς: Το φως της ψυχής και της ζωής μας»*
Αρχιμανδρίτου Ανανία Κουστένη
Δέκατη τέταρτη Κυριακή του Λουκά σήμερα, αγαπητοί. Ο Ιησούς μας ανεβαίνει στα Ιεροσόλυμα για το Θείο Πάθος Του. Και καθώς πλησίαζε στην Ιεριχώ, ένας τυφλός, που καθόταν στον δρόμο και ζητιάνευε, Του ζήτησε θεραπεία. Ήταν τυφλός και φτωχός, είχε, όμως, τα μάτια της ψυχής του και πίστη μεγάλη. Καθώς άκουσε, λοιπόν, θόρυβο ρώτησε τι συμβαίνει, και του είπαν πως περνά από κει ο Ιησούς ο Ναζωραίος. Κι εκείνος αμέσως εφώναξε, μ’ όλη του την ψυχή και μ’ όλη του την πίστη: «Ἰησοῦ, Υἰὲ τοῦ Δαβίδ, ἐλέησόν με».
Και οι προπορευόμενοι τον μάλωσαν, για να σιωπήσει, για να μην ανησυχήσει και προσβάλει τον υψηλό Επισκέπτη ή να μην Τον διακόψει από την ομιλία Του, αν ομιλούσε. Εκείνος, όμως, όχι μόνο δεν σταμάτησε και δεν συμμορφώθηκε με τη σύστασή τους, αλλά φώναζε πολύ περισσότερο: «Ἰησοῦ, Υἰὲ Δαβίδ, ἐλέησόν με». Αυτό έδειχνε τη μεγάλη και βαθιά πίστη του στον Μεσσία Χριστό, στον ενανθρωπήσαντα Κύριο. Και αυτό στάθηκε ικανό, να σταματήσει ο Ιησούς, να διακόψει την πορεία Του, πιθανόν και τη διδασκαλία Του, και να παρακαλέσει αυτούς, που ήταν κοντά του, να τον φέρουν πλησίον Του. Και καθώς έφτασε κοντά Του ο τυφλός, κατευθυνόμενος από τους ανθρώπους του Ιησού, τον ρώτησε Εκείνος: «Τι θέλεις να σου κάμω;». Και ο τυφλός απάντησε: «Κύριε, θέλω να ξαναδώ».
Στην αρχή οι άνθρωποι Τον είπαν «Ναζωραίο Ιησού». Εκείνος Τον είπε «Υιό του Δαβίδ», ένδοξο απόγονο του Δαβίδ. Και τώρα Τον λέει: «Κύριο». Τι μεγαλείο πίστεως! Τι θέρμη πίστεως και τι βάθος αγάπης και τι μεγαλείο ψυχής! Τι μάτια ολάνοικτα της ψυχής του!
Κι ο Κύριος, στη συνέχεια, του λέει ένα ρήμα: «Ἀνάβλεψον». «Να ξαναδείς». Κι ο λόγος του Κυρίου έγινε έργο. Μέσα στον Θείο Του λόγο ήταν και το φως του τυφλού. Και ανέβλεψε. Και του είπε: «Η πίστη σου σε έσωσε». Δεν του ζήτησε πίστη, γιατί όλα αυτά τα οποία έκανε ήταν πίστη. Πίστη βαθειά και ουσιαστική.
Και τι έκανε στη συνέχεια; Δεν έφυγε. Όχι! Ακολούθησε τον Ιησού. Ακολούθησε τον Ιησού και Τον δοξολογούσε και χαιρότανε και ευφραινότανε. Κι ο κοσμάκης, που το είδε, «έδωσε, λέει, αἷνον τῷ Θεῷ», δηλαδή ανύμνησε. Δοξολογούμε τον Θεό για τη δύναμη Του και Τον ανυμνούμε και Τον επαινούμε για την αγαθότητά Του.
Ο Κύριος έρχεται πάντα κοντά μας, περνάει δίπλα μας, είναι μαζί μας. Εμείς, όμως, έχοντας ψυχική τύφλωση, πολλές φορές δεν μπορούμε να αισθανθούμε την παρουσία Του, να δούμε τα μεγαλεία Του και να ανυμνήσομε τα θαύματά Του. Γι’ αυτό ο τυφλός, ο τέως τυφλός, είναι εικόνα της ανθρωπότητος, η οποία είναι τυφλή πνευματικά κατά κανόνα και ζητιάνα. Δεν βλέπει το Φως του κόσμου, αλλά το ζητάει. Κι ο Κύριος, που έρχεται αυτεπάγγελτος βοηθός, μάς θεραπεύει.
Ας Τον παρακαλούμε ν’ ανοίγει της ψυχής μας τα μάτια και να θεραπεύει την ψυχική μας τύφλωση και ν’ ανοίγει και των άλλων τα μάτια, όλων των ανθρώπων, για να ερχόμεθα κοντά Του, να γινόμαστε δικοί Του, και να αυξάνομε και τη χαρά Του και τη χαρά μας.
*Πηγή: Αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, Το Κήρυγμα της Κυριακής, τόμος: Β΄, εκδ. Ακτή, Λευκωσία 2009, σελ. 170-173.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου