Κυριακή μετά τά Φῶτα
(Ματθαίου δ ́12–17)
«Ὁ λαός ὁ καθήμενος ἐν σκότει, εἶδε φῶς μέγα καί τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καί σκιᾷ θανάτου, φῶς ἀνέτειλε αὐτοῖς».
Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία μέ τίς μεγάλες της ἑορτές, ὅπως τῶν Χριστουγέννων, τῶν Φώτων καί μέ τήν εἴσοδό μας στό Νέο ἔτος, μᾶς κάλεσε σέ μιά πνευματική ἀφύπνιση, μέ σκοπό νά μᾶς ὁδηγήσει στό σωστό δρόμο καί τό Φῶς, πού εἶναι ὁ Κύριος ἠμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Μόνο αὐτός μπορεῖ ν’ ἀλλάξει ριζικά τήν ἁμαρτωλή μας ζωή.
Ὄχι μόνο τίς μεγάλες γιορτές, ἀλλά πάντοτε ἡ Ἐκκλησία μας, μέσω τῶν Ἱερῶν ἀκολουθιῶν καί Μυστηρίων, μᾶς καλεῖ νά γνωρίσουμε τό Χριστό.
Ὄχι ἁπλῶς νά τόν γνωρίσουμε, ἀλλά σάν τό Ζακχαῖο, νά Τόν ζητήσουμε, νά μπεῖ μέσα στό σπίτι τῆς ψυχῆς μας. Τό «Μέγα Φῶς», τό ὁποῖο ἀνέτειλε στή Βηθλεέμ, ἔχει ἀνάγκη γιά νά σωθεῖ ὁ σημερινός ἄνθρωπος. Μᾶς λείπει τό Φῶς τῆς Θεότητος, γιά νά διαλύσει τά σκοτάδια τῆς ἀπιστίας καί τῆς ἁμαρτίας, πού τυφλώνουν τόν ἄνθρωπο.
Πρίν ἀπό τήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ, τά φῶτα τῶν φιλοσόφων ἦταν ὅλα ἀσθενῆ καί οἱ γνώσεις τούς ἔφερναν μεγαλύτερη πνευματική σύγχυση.
Σύγχυση πρός τήν ἀρχή τῆς ζωῆς καί τῶν ὄντων, περί τῆς ἀληθείας, τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ καί τῆς ἠθικῆς. Τά ἀγάλματα τῶν ψεύτικων θεῶν, εἶχαν μάτια καί δέν ἔβλεπαν, αὐτιά καί δέν ἄκουγαν, στόμα καί δέν μιλοῦσαν, πόδια καί δέν βάδιζαν, χέρια καί δέν κινοῦνταν. Αὐτά τά εἴδωλα λάτρευαν οἱ ἄνθρωποι, ὅταν ἦρθε ὁ Χριστός. Δέν ὑπῆρχε ἀληθινή ἐλευθερία. Ζοῦσαν σέ πολλά μέρη, ἄπονοι τύραννοι καί χαμερπεῖς (ἐξαθλιωμένοι) δοῦλοι. Ἐπικρατοῦσε ἡ ἀκολασία καί βαρβαρότητα τῶν πλουσίων ἀρχόντων καί κυρίων. Βασιλιάδες ὁδηγοῦσαν συχνά τους λαούς σέ αἱματηρούς πολέμους, χωρίς λόγο. Ἀκόμη καί οἱ Γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ, ἐπεδείκνυαν στούς ναούς καί στίς ἀγορές, ὑποκριτική εὐσέβεια στό νόμο, χωρίς νά καθαρίζουν τίς ψυχές τους ἀπό τίς κακίες τους. Ὅποιος προσπαθοῦσε νά μιλήσει στούς ἀνθρώπους τήν ἀλήθεια, μισοῦνταν, διώκονταν, φυλακίζονταν, σταυρώνονταν καί θανατώνονταν. Ἕνα ἀπό τά θύματά τους, ἦταν καί τό «Φῶς τοῦ κόσμου», ὁ Χριστός.
Πῶς ἦταν, λοιπόν, δυνατόν νά ζήσει καί ν’ ἀναπτυχθεῖ ὁ ἄνθρωπος, αὐτό τό πνευματικό «φυτό», χωρίς τίς ἀκτίνες τοῦ πνευματικοῦ ἡλίου καί Φωτός, πού εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωῆς καί τῆς ζωογονήσεως τῶν ψυχῶν τῶν ἀνθρώπων; Χωρίς τό φυσικό φῶς τοῦ ἥλιου, κανένας φυτικός καί φυσικός ὀργανισμός δέν μπορεῖ νά ἐπιζήσει. Τό ἴδιο συμβαίνει καί στόν πνευματικό κόσμο. Ἀκόμη καί ὁ νόμος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἦταν ἀτελής, γιατί δίδασκε τήν ἀντιδικία, «ὀφθαλμόν ἀντί ὀφθαλμοῦ καί ὀδόντα ἀντί ὀδόντος».
Ὅταν ὅμως «ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ Χρόνου» (Γαλ. 4:4), τό ἀληθινό Φῶς ἦλθε, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ καί δημιουργοῦ ὅλου του κόσμου. Προτοῦ νά ἔλθει, Τόν ἐκήρυξαν οἱ προφῆτες στήν Π. Διαθήκη: «ὁ λαός ὁ καθήμενος ἐν σκότει, εἶδε φῶς μέγα καί τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καί σκιᾷ θανάτου, φῶς ἀνέτειλε αὐτοῖς» (Ησ. 9:12). Τά προφητικά αὐτά λόγια, κατά τούς Ἁγίους Πατέρες καί ἑρμηνευτές τῆς Γραφῆς, ἀναφέρονται σέ ὅλο τόν πολιτισμένο κόσμο. Ὁ δέ προφήτης Ἠσαΐας δέν μιλᾶ γιά τό αἰσθητό φῶς, γι’ αὐτό δέν τό λέει ἁπλῶς Φῶς, ἀλλά «Φῶς Μέγα», ἐννοεῖ δηλαδή τό Χριστό ὁ ὁποῖος εἶναι τό «ἀληθινό Φῶς». Τό λέγει καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός: «Ἐγώ εἰμί τό φῶς τοῦ κόσμου, ὁ ἀκολουθῶν ἐμοί οὐ μή περιπατήσει ἐν τῇ σκοτεία, ἀλλ’ ἔξει τό φῶς τῆς ζωῆς» (Ἰωάν. 8:12). Τήν ἀλήθεια αὐτή μέ πίστη κήρυξαν παντοῦ οἱ μαθητές καί Ἀπόστολοι τοῦ Κυρίου. Τό Χριστό ὡς «Φῶς Μέγα» συναντοῦμε καί στό ἀπολυτίκιο τῆς τοῦ Χριστοῦ Γεννήσεως: «Ἡ γέννησίς Σου Χριστέ ὁ Θεός ἠμῶν, ἀνέτειλε τῷ κόσμω τό φῶς τό τῆς γνώσεως» καί ἀκόμη ὅτι «προσκυνοῦμεν τόν ἥλιον τῆς δικαιοσύνης». Φῶς φυσικό, ὁ ἡλιος που φωτίζει τή γῆ καί πού τόν λάτρευαν οἱ εἰδωλολάτρες. Φῶς πνευματικό γιά μᾶς, ὁ Χριστός.
Τήν ἡμέρα τῆς Βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ, ἑορτάζουμε τή φανέρωση τοῦ «Μεγάλου Φωτός», ὅπως καί τή φανέρωση τοῦ τρισυπόστατου Θεοῦ. Ὁ Θεός Πατέρας ὁμολογεῖ ὅτι: «οὗτος ἐστίν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ὤ ηὐδόκησα» (Ματθ. 3:17).
Ἦρθε τό Φῶς γιά νά φωτίσει πνευματικά τόν κόσμο, γι’ αὐτό καί ἡ ἑορτή τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου ὀνομάζεται ἑορτή τῶν Φώτων. Ὀνομάζεται καί Θεοφάνεια, γιατί φανερώθηκαν στούς ἀνθρώπους τά τρία πρόσωπα τοῦ Θεοῦ μας. Ὁ Πατήρ ἄνωθεν μέ τήν ὁμολογία Του, ὁ Κύριος ὁ ὁποῖος Βαπτίζεται καί τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐν εἴδει περιστερᾶς, τό ὁποῖο κάθεται ἐπί τήν Κεφαλή τοῦ Ἰησοῦ. Ὅσοι δέχθηκαν τό αἰώνιο καί ἀληθινό «Φῶς» ἔγιναν μαθητές τοῦ Χριστοῦ, Ἀπόστολοι, κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου καί πιστά μέλη τῆς Ἐκκλησίας Του καί τῆς ἐπίγειας Βασιλείας Του.
Ἡ περικοπή κλείνει μέ τό πρῶτο κήρυγμα καί διδασκαλία τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ: «Μετανοεῖτε, ἤγγικε γάρ ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (στ. 17). Κι αὐτό, γιατί ὁ Χριστός θέλει νά μᾶς κάνει πολίτες τῆς δικῆς Του Βασιλείας. Αὐτό τό ἄγγελμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἔχουμε καθῆκον ὅλοι μας νά τό κηρύξουμε. Τό δικό μας χρέος εἶναι: νά πιστέψουμε στό φῶς καί νά ἀκολουθήσουμε τό Φῶς τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό νά φωτίζει τά βήματά μας, καί ὁ λόγος καί ἡ ἀλήθειά Του νά καταυγάζει τή ζωή μας. ΑΜΗΝ!
Πρωτοπρεσβύτερος π. Βύρων Λάππας
(10–1–2021)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου