ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ ΛΟΥΚΑ
«Ο Ιησούς Χριστός αναζητεί και σώζει το απολωλός»
Αρχιμ. Ανανία Κουστένη
Δέκατη Πέμπτη Κυριακή του Λουκά ή Κυριακή του Ζακχαίου σήμερα, αγαπητοί. Ο Ιησούς μας επορεύετο για την Ιερουσαλήμ, για το εκούσιον Πάθος. Έφθασε στην Ιεριχώ, πού ’ναι κοντά στη Θεία Σιών. Και στο έμπα της πόλεως εθεράπευσε έναν τυφλό. Και μπήκε τώρα στην πόλη και τη διέβαινε.
Και στην πόλη της Ιεριχούς ευρίσκετο ένας άνθρωπος με το όνομα Ζακχαίος, που ήτανε και Αρχιτελώνης και πλούσιος. Είχε ακούσει για τον Ιησού και για την καλοσύνη και αγάπη που έδειχνε στους Τελώνες και αμαρτωλούς, και ζητούσε να Τον δει ποιος είναι. Κι όταν έμαθε πως έφτασε εκεί, τ’ άφησε όλα κι έτρεξε. Ήταν όμως κοντός ως προς το σώμα, αλλά μεγάλος στην ψυχή. Δεν μπορούσε να δει τον Ιησού, που ήταν ανάμεσα στον κόσμο.
Ο Ιησούς ήταν ταπεινός και δεν ανέβαινε σε άρματα και στα υπόλοιπα, ήτο η άκρα ταπείνωσις. Και τι να κάμει τότε; Τρέχει και ανεβαίνει σε μια συκαμινιά, γιατί από κει θα περνούσε, και την έστησε και περίμενε. Όντως έφτασε ο Ιησούς, – με τα θεϊκά Του μάτια τον είχε δει, τώρα σηκώνει και τα ανθρώπινα μάτια Του και τον βλέπει – και τον φώναξε με το όνομά του: «Ζακχαίε, τρέξε και κατέβα. Σήμερα είναι ανάγκη να μείνω στο σπίτι σου, αφού για σένα ήλθα, το απολωλός, για να σε σώσω».
Και κείνος έτρεξε και κατέβηκε αμέσως και Τον υποδέχτηκε με χαρά. Με χαρά, γιατί τον είδε ο Ιησούς, γιατί τον αποκάλεσε με το όνομά του και διάλεξε να μείνει στο σπίτι του. Οι υπόλοιποι, η συνοδεία του Ιησού κι ο λαός, όταν είδαν να κάμει αυτή τη διάκριση, άρχισαν να γογγύζουν, και να λένε: «Χάθηκε ένα σπίτι δικό μας; Σ’ αυτόν τον παλιάνθρωπο πήγε να μείνει και να ξεκουραστεί;».
Φτάσαν στο σπίτι, εν τω μεταξύ, κι ο Ζακχαίος στέκεται μπροστά στον Ιησού και Του λέγει: «Κύριε, έχουν δίκαιο – ήμουν παλιάνθρωπος, αλλά να τώρα αλλάζω με τη δική Σου χάρη και βοήθεια, και τα μισά από τα υπάρχοντα μου τα δίνω στους φτωχούς» – έχει το ρήμα δίδωμι, που σημαίνει τα δίνω τώρα κι όχι θα τα δώσω έχει σημασία αυτό – «κι όποιον αδίκησα του το επιστρέφω τέσσερεις φορές παραπάνω», όπως όριζε ο Νόμος του Μωυσή, τη μεγαλύτερη αποζημίωση. Και το έκανε με χαρά.
Κι ο Ιησούς, τότε, τον υπερασπίστηκε και είπε, ότι: «Και αυτός έπρεπε να σωθεί. Σήμερα έγινε σωτηρία σ’ αυτό το σπίτι, γιατί κι αυτός είναι υιός Αβραάμ». Έγινε την ώρα εκείνη υιός Αβραάμ, διότι ο Αβραάμ είχε πίστη, αφενός, και, αφετέρου, ήτο φιλόξενος και ελεήμων. Σε μια στιγμή πώς αλλάζει ο άνθρωπος! Αυτή είναι η Χάρη του Χριστού η παντοδύναμη. Για να δικαιολογήσει τα πάντα ο Ιησούς είπε: «Ήλθε ο Υιός του ανθρώπου, για να ζητήσει και να σώσει το απολωλός».
Και ποιος δεν είναι απολωλός; Απολωλότα πρόβατα εγέμισε η πλάση όλη. Και σήμερα, μετά δυο χιλιάδες χρόνια Χριστιανοσύνης, οι περισσότεροι είμεθα απολωλότα.
Μακάρι στη ζωή μας να έλθει και να μας εύρει ο Ιησούς Χριστός, αρκεί εμείς, όπως κι αν είμαστε, να Τον ζητάμε και να Τον παρακαλούμε. Αυτό θα είναι μεγάλη για Κείνον χαρά και δική μας σωτηρία.
*Αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, Το Κήρυγμα της Κυριακής, τόμος: Β΄, εκδ. Ακτή, Λευκωσία 2009, σελ.175-177.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου