ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Κυριακή 5 Ἰουλίου 2015
Τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ ἐν Ἄθῳ
(Γαλ. ε’ 22-στ’ 2)
«Οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις».
Οἱ ἀληθινοί μαθητές τοῦ Χριστοῦ, οἱ ἀληθινοί χριστιανοί, ἔχουν σταυρώσει καί νεκρώσει τόν παλαιό ἄνθρωπο μαζί μέ τά πάθη καί τίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες του μᾶς λέγει, ἀδελφοί μου, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Τί ἐννοεῖ μέ αὐτά τά λόγια;
Ὁ κάθε ἄνθρωπος ἀπό τήν κοιλία τῆς μάνας του φέρει τό προπατορικό ἁμάρτημα. Τήν παρακοή δηλαδή τοῦ Ἀδάμ στήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Αὐτό δημιουργεῖ μία ροπή πρός τήν ἁμαρτία. Ὁ ἄνθρωπος ὁδηγεῖται ἑκούσια ἤ ἀκούσια πρός τό κακό. Καί ἐνῶ ἡ φωνή τῆς συνείδησης τοῦ φωνάζει καί τόν ἐλέγχει, ἡ ἁμαρτία τόν τραβάει καί τόν ὑποδουλώνει. Ἔρχονται στιγμές πού στενοχωριέται, ὑποφέρει καί ἀναστενάζει, ἐπειδή συνειδητοποιεῖ πώς εἶναι δοῦλος τοῦ κακοῦ πού ἔχει ριζώσει στήν καρδιά του. Γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Ταλαίπωρος ἐγὼ ἄνθρωπος! τίς με ρύσεται ἐκ τοῦ σώματος τοῦ θανάτου τούτου;» (Ρωμ. 7,24). Μία ἀπό τίς φρικτότερες τιμωρίες στά παλιά χρόνια ἦταν καί αὐτή: Ἔδεναν σφιχτά ἕνα ζωντανό ἄνθρωπο μαζί μέ ἕναν νεκρό καί τόν ἄφηναν νά πεθάνει. Ἔτσι αἰσθάνεται καί ὁ ἄνθρωπος τήν ἁμαρτία, σάν ἕνα ξένο σῶμα, μολυσμένο καί νεκρό, πού ἔχει δεθεῖ στήν ὕπαρξή του καί συνεχῶς τόν μολύνει, καί σιγά σιγά τόν ὁδηγεῖ στή φθορά καί στό θάνατο. Ἀβίαστα μπαίνει τό ἐρώτημα: Ποιός θά γλιτώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἀνυπόφορη αὐτή κατάσταση;
Εἶναι γεγονός ὅτι στά πρό Χριστοῦ χρόνια εἶναι σπάνια τά παραδείγματα ἀνθρώπων πού κατάφεραν νά ἀντισταθοῦν κάπως στήν ἁμαρτία. Τό κακό κυριαρχοῦσε, εἶχε ρίξει βαθιές ρίζες στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλά ἄς δοξάζουμε τό Θεό πού μᾶς ἀγαπᾶ καί ἔστειλε τό μονογενῆ Του Υἱό στόν κόσμο, τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, καί μέ τή διδασκαλία Του, τά θαύματά Του καί προπάντων μέ τό τίμιο Αἷμά Του, μέ τήν σταυρική Του θυσία, λύτρωσε τόν ἄνθρωπο. Ἀπό τότε ὁ ἄνθρωπος πού πιστεύει στό Χριστό, μπορεῖ νά πολεμήσει τά πάθη, νά νεκρώσει τόν παλαιό ἄνθρωπο καί νά φθάσει σέ ὕψη ἀρετῆς. Ἐκεῖ πού ἔφτασε καί ὁ σήμερα ἑορταζόμενος Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Ἀθωνίτης, τοῦ ὁποίου ὁ τάφος στή Μονή τῆς Μεγίστης Λαύρας μυροβλύζει.
Γιά νά καταλάβουμε τί σημαίνει νέκρωση τῶν παθῶν, φανταστεῖτε ἕνα ἄψυχο, νεκρό σῶμα. Ἄν φέρουμε καί στρώσουμε δίπλα του ἕνα τραπέζι μέ τά πιό ἐκλεκτά φαγητά, δέν πρόκειται νά τ’ ἀγγίξει, εἶναι νεκρός. Ἄν φέρουμε σωρούς ἀπό χρυςᾶ νομίσματα καί κοσμήματα καί διαμάντια, δέν πρόκειται νά ἁπλώσει τό χέρι του νά τά πάρει, εἶναι νεκρός. Ἔτσι μοιάζουν οἱ καλοί χριστιανοί πού πιστεύουν μέ τήν καρδιά τους στό Χριστό καὶ ζοῦν σύμφωνα μέ τό Εὐαγγέλιο. Εἶναι νεκροί γιά τήν ἁμαρτία. Ἡ ἀγάπη τους γιά τό Χριστό τούς ἔκανε νά ὑποτάξουν τό θέλημά τους στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἀντιστάθηκαν στούς πειρασμούς καί ἔκαναν τό διάβολο νά φύγει ἀπό κοντά τους. Μέ ὅπλα τή νηστεία καί τήν προσευχή ἡ δύναμη τῶν δαιμόνων ἐκμηδενίζεται.
Μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἄνδρες καί γυναῖκες, νέοι καί γέροι καί αὐτοῦ ἀκόμα τοῦ αἰώνα πού ζοῦμε, πού εἶναι ἀπό τούς πιό ἁμαρτωλούς, ὄχι μόνο στήν ἔρημο καί στά μοναστηρια ἀλλά καί στίς διεφθαρμένες μεγαλουπόλεις, ἔχουν νεκρώσει τά πάθη τους καί παρουσιάζονται ὡς ἄριστα παραδείγματα ἀρετῆς. Μπορεῖ νά πάει κάποιος στά ἀσκητήρια ὅπου οἱ πειρασμοί εἶναι ἀσφαλῶς λιγότεροι καί ὅμως νά νικηθεῖ κατά κράτος ἄν δέν προσέξει. Καί μπορεῖ νά ζήσει κάποιος μέσα στίς σύγχρονες μεγαλουπόλεις καί νά ἁγιάσει, καταφέρνοντας νά νεκρώσει τήν ἁμαρτία.
Ὅσες φορές μᾶς πειράζει ὁ σατανᾶς, ἄς θυμόμαστε τόν Ἀπόστολο Παῦλο πού πολέμησε τά πάθη καί νίκησε καί μποροῦσε νά λέγει: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός·» (Γαλ. 2,20). Ἔγινα κοινωνός τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ καί εἶμαι πεθαμένος, δέν ζῶ πλέον ἐγώ ὁ παλαιός δηλαδή ἄνθρωπος, ἀλλά ζεῖ μέσα μου ὁ Χριστός.
Καί ἄν ὡς ἄνθρωποι ἁμαρτήσουμε, ἀδελφοί μου, νά μήν ἀπελπιστοῦμε, ἀλλά νά μετανοήσουμε καί νά ζητήσουμε τή συγχώρηση τοῦ Θεοῦ στό μυστήριο τῆς ἐξομολόγησης. Γράφει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Καί μυριάκις ἄν πέσουμε, πάλι νά σηκωθοῦμε καί νά βαδίσουμε τό δρόμο τῆς ἀρετῆς φέροντας στόν ὦμο τό Σταυρό τοῦ Κυρίου». Ἀμήν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου