ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ’ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(Μθ. 9, 27-35)
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ὁμιλεῖ γιὰ συγκεκριμένα θαύματα τοῦ Ἰησοῦ, προϋπόθεση τῶν ὁποίων εἶναι ἡ πίστη τῶν ἀνθρώπων στὸ πρόσωπό του. Οἱ δύο τυφλοὶ ὁμολογοῦν τὴν πίστη τους σὲ αὐτόν, ἐνῷ γιὰ τὸν κωφὸ καὶ δαιμονιζόμενο, ἕνεκα τῆς τραγικῆς κατάστασής του, ἡ πίστη στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἐκφράζεται ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ τὸν ἔφεραν γιὰ θεραπεία.
Στὴν Καινὴ Διαθήκη τὰ θαύματα δὲν γίνονται ἀπροϋπόθετα μὲ στόχο τὴν κατάπληξη τῶν ἀνθρώπων. Σὲ τέτοια περίπτωση τὰ θαύματα ἀφίστανται τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ συνδέονται μὲ τὸν διάβολο καὶ τὶς διάφορες προλήψεις. Τὰ θαύματα, τόσο τὰ ρητῶς ἀναφερόμενα, ὅσο καὶ αὐτὰ ποὺ ἁπλῶς μαρτυροῦνται σὲ διάφορα σημεῖα τῶν Εὐαγγελίων, σχετίζονται μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐγκαινιάζεται στὴ γῆ καὶ ὁδηγεῖ στὴν ἀλλαγὴ τοῦ σχήματος τοῦ κόσμου τούτου. Ἔτσι, τὰ θαυμαστὰ ἔργα τοῦ Χριστοῦ, τὰ ὁποῖα δὲν δηλώνονται ὡς θαύματα, ἀλλὰ ὡς «σημεῖα» ἢ ὡς «σημεῖα καὶ τέρατα», δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ἀπομονωθοῦν καὶ νὰ νοηθοῦν ξεχωριστὰ ἀπὸ τὴν Ἐνανθρώπηση.
Τὸ θαῦμα εἶναι ἐνταγμένο στὴν ὅλη πορεία τῆς ἱστορίας τῆς θείας οἰκονομίας καὶ δὲν θεωρεῖται ὡς κάτι τὸ ξεχωριστὸ καὶ ἰδιαίτερο. Οὕτως ἢ ἄλλως ἡ ἴδια ἡ ἱστορία καὶ ἡ ζωὴ εἶναι ἕνα θαῦμα, τὸ ὁποῖο ἄρχισε μὲ τὴ δημιουργία τοῦ κόσμου καὶ πορεύεται πρὸς τὴ μεταμόρφωση σὲ καινὴ γῆ καὶ καινὸ οὐρανό. Τὰ θαύματα, ὡς γεγονότα τῆς ἱστορίας τῆς θείας οἰκονομίας, φανερώνουν τὴ θεία δόξα στὸν κόσμο καὶ τὸν μεταμορφώνουν.
Τὸ θαῦμα ἀποτελεῖ μία ἔκφανση τῆς ὅλης πορείας τῆς θείας οἰκονομίας, ὅπου ἀφετηρία εἶναι ἡ δημιουργία καὶ πέρας ἡ τελείωση τοῦ κόσμου. Εἶναι ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν ἀποβλέπει στὸ νὰ μᾶς ἐντυπωσιάσει ἢ νὰ μᾶς καταπλήξει, ἀλλὰ στοχεύει στὸ νὰ μᾶς ἁγιάσει καὶ νὰ μᾶς σώσει.
Τὰ θαύματα ἀποτελοῦν «σημεῖα», δηλαδὴ ἀποδεικτικὰ μέσα, διὰ τῶν ὁποίων δηλώνονται τόσο ὁ χαρακτήρας τοῦ ἔργου, ὅσο καὶ ἡ θεία φύση τοῦ Χριστοῦ. Τὰ θαύματα ἀνοίγουν μία θύρα στὴ νέα πραγματικότητα τοῦ κόσμου ποὺ ἐγκαινιάζει ὁ Χριστός. Αὐτὴ ἡ νέα πραγματικότητα βρίσκεται στὸν ἀντίποδα τῆς παρὰ φύση πορείας τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία ξεκίνησε μὲ τὴν παρακοή. Ἡ ἐν λόγῳ πορεία τοῦ ἀνθρώπου χαρακτηριζόταν ἀπὸ ἐγωισμό, κατέληγε σὲ σύγκρουση μὲ τὸν Δημιουργὸ καὶ σηματοδοτοῦσε ἕνα παρὰ φύση κόσμο. Ἀπὸ αὐτὴ τὴν κατάσταση λυτρώνει ἡ ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος θεραπεύει καὶ ἀνακαινίζει τὴ δημιουργία του.
Τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ πιστοποιεῖται διὰ τῶν θαυμάτων καὶ ἀποκαλύπτει τὴν πραγματικότητα τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Οἱ θεραπεῖες τῶν ἀσθενῶν καὶ οἱ ἀναστάσεις νεκρῶν δεικνύουν τὴ νίκη τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς ἀσθένειας καὶ τῆς φθορᾶς, ἡ ἐκδίωξη τῶν πονηρῶν πνευμάτων φανερώνει τὴ νίκη του ἐπὶ τοῦ κοσμοκράτορα διαβόλου καὶ τὰ θαύματα ὑπόταξης τῶν φυσικῶν δυνάμεων ἐκφράζουν τὴν ἀρξαμένη θεραπεία τῆς πεσούσης κτίσεως. Συνεπῶς τὰ θαύματα ἀποτελοῦν μυστήριο καὶ πρόγευση τοῦ μέλλοντος κόσμου. Ἑνὸς κόσμου, ὁ ὁποῖος μπορεῖ νὰ προσεγγιστεῖ καὶ νὰ βιωθεῖ διὰ τῆς ἔμπρακτης πίστης πρὸς τὸν Χριστό. Ὅπως προαναφέρθηκε τὰ θαύματα δὲν ἐπιτελοῦνται ὥστε νὰ καταπλήξουν, νὰ ἐντυπωσιάσουν καὶ νὰ ὁδηγήσουν στὴν πίστη τοὺς θεατὲς καὶ τοὺς ἀκροατὲς τοῦ Κυρίου. Ἀντ’ αὐτοῦ προϋποθέτουν τὴν στέρεη πίστη στὸν Χριστὸ καὶ στὴν ἀποστολή του. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Χριστὸς ἀρνήθηκε νὰ ἐπιτελέσει κάποιο θαῦμα, ὅταν ἡ πρόσκληση πρὸς αὐτὸ ἀφοροῦσε τὸν ἐντυπωσιασμό. Σημειώνεται δὲ ὅτι ἡ πίστη δὲν ἀποτελεῖ θεώρημα, ἀλλὰ ἔμπρακτη στροφὴ τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὴν καινὴ ζωὴ ποὺ ἀποκαλύπτει ὁ Χριστός. Ἐδῶ ἀκριβῶς τοποθετεῖται καὶ ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ὡς ἐνδεικτικὸ σημεῖο τῆς νέας πραγματικότητας.
Ὅταν ὑπάρχει ὅμως ἡ πίστη, τότε ἐπιτελοῦνται τὰ θαύματα ὡς μεταμόρφωση τῶν συνεπειῶν τῆς πτώσης καὶ τῆς φυσικῆς ζωῆς, σὲ νέα ἐν Χριστῷ πραγματικότητα.
Συνεπῶς, ἡ Ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ προσφέρει τὴν ἀνάπλαση τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν ἀνακαίνιση τῆς κτίσεως, τὴν καταπάτηση τοῦ διαβόλου καὶ τὴν κατάργηση τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου. Ὅλα τοῦτα φανερώνονται διὰ τῶν θαυμάτων. Προϋπόθεση εἶναι πάντοτε ἡ πίστη στὸ πρόσωπο καὶ τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ.
(Μθ. 9, 27-35)
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ὁμιλεῖ γιὰ συγκεκριμένα θαύματα τοῦ Ἰησοῦ, προϋπόθεση τῶν ὁποίων εἶναι ἡ πίστη τῶν ἀνθρώπων στὸ πρόσωπό του. Οἱ δύο τυφλοὶ ὁμολογοῦν τὴν πίστη τους σὲ αὐτόν, ἐνῷ γιὰ τὸν κωφὸ καὶ δαιμονιζόμενο, ἕνεκα τῆς τραγικῆς κατάστασής του, ἡ πίστη στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἐκφράζεται ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ τὸν ἔφεραν γιὰ θεραπεία.
Στὴν Καινὴ Διαθήκη τὰ θαύματα δὲν γίνονται ἀπροϋπόθετα μὲ στόχο τὴν κατάπληξη τῶν ἀνθρώπων. Σὲ τέτοια περίπτωση τὰ θαύματα ἀφίστανται τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ συνδέονται μὲ τὸν διάβολο καὶ τὶς διάφορες προλήψεις. Τὰ θαύματα, τόσο τὰ ρητῶς ἀναφερόμενα, ὅσο καὶ αὐτὰ ποὺ ἁπλῶς μαρτυροῦνται σὲ διάφορα σημεῖα τῶν Εὐαγγελίων, σχετίζονται μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐγκαινιάζεται στὴ γῆ καὶ ὁδηγεῖ στὴν ἀλλαγὴ τοῦ σχήματος τοῦ κόσμου τούτου. Ἔτσι, τὰ θαυμαστὰ ἔργα τοῦ Χριστοῦ, τὰ ὁποῖα δὲν δηλώνονται ὡς θαύματα, ἀλλὰ ὡς «σημεῖα» ἢ ὡς «σημεῖα καὶ τέρατα», δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ἀπομονωθοῦν καὶ νὰ νοηθοῦν ξεχωριστὰ ἀπὸ τὴν Ἐνανθρώπηση.
Τὸ θαῦμα εἶναι ἐνταγμένο στὴν ὅλη πορεία τῆς ἱστορίας τῆς θείας οἰκονομίας καὶ δὲν θεωρεῖται ὡς κάτι τὸ ξεχωριστὸ καὶ ἰδιαίτερο. Οὕτως ἢ ἄλλως ἡ ἴδια ἡ ἱστορία καὶ ἡ ζωὴ εἶναι ἕνα θαῦμα, τὸ ὁποῖο ἄρχισε μὲ τὴ δημιουργία τοῦ κόσμου καὶ πορεύεται πρὸς τὴ μεταμόρφωση σὲ καινὴ γῆ καὶ καινὸ οὐρανό. Τὰ θαύματα, ὡς γεγονότα τῆς ἱστορίας τῆς θείας οἰκονομίας, φανερώνουν τὴ θεία δόξα στὸν κόσμο καὶ τὸν μεταμορφώνουν.
Τὸ θαῦμα ἀποτελεῖ μία ἔκφανση τῆς ὅλης πορείας τῆς θείας οἰκονομίας, ὅπου ἀφετηρία εἶναι ἡ δημιουργία καὶ πέρας ἡ τελείωση τοῦ κόσμου. Εἶναι ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν ἀποβλέπει στὸ νὰ μᾶς ἐντυπωσιάσει ἢ νὰ μᾶς καταπλήξει, ἀλλὰ στοχεύει στὸ νὰ μᾶς ἁγιάσει καὶ νὰ μᾶς σώσει.
Τὰ θαύματα ἀποτελοῦν «σημεῖα», δηλαδὴ ἀποδεικτικὰ μέσα, διὰ τῶν ὁποίων δηλώνονται τόσο ὁ χαρακτήρας τοῦ ἔργου, ὅσο καὶ ἡ θεία φύση τοῦ Χριστοῦ. Τὰ θαύματα ἀνοίγουν μία θύρα στὴ νέα πραγματικότητα τοῦ κόσμου ποὺ ἐγκαινιάζει ὁ Χριστός. Αὐτὴ ἡ νέα πραγματικότητα βρίσκεται στὸν ἀντίποδα τῆς παρὰ φύση πορείας τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία ξεκίνησε μὲ τὴν παρακοή. Ἡ ἐν λόγῳ πορεία τοῦ ἀνθρώπου χαρακτηριζόταν ἀπὸ ἐγωισμό, κατέληγε σὲ σύγκρουση μὲ τὸν Δημιουργὸ καὶ σηματοδοτοῦσε ἕνα παρὰ φύση κόσμο. Ἀπὸ αὐτὴ τὴν κατάσταση λυτρώνει ἡ ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος θεραπεύει καὶ ἀνακαινίζει τὴ δημιουργία του.
Τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ πιστοποιεῖται διὰ τῶν θαυμάτων καὶ ἀποκαλύπτει τὴν πραγματικότητα τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Οἱ θεραπεῖες τῶν ἀσθενῶν καὶ οἱ ἀναστάσεις νεκρῶν δεικνύουν τὴ νίκη τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς ἀσθένειας καὶ τῆς φθορᾶς, ἡ ἐκδίωξη τῶν πονηρῶν πνευμάτων φανερώνει τὴ νίκη του ἐπὶ τοῦ κοσμοκράτορα διαβόλου καὶ τὰ θαύματα ὑπόταξης τῶν φυσικῶν δυνάμεων ἐκφράζουν τὴν ἀρξαμένη θεραπεία τῆς πεσούσης κτίσεως. Συνεπῶς τὰ θαύματα ἀποτελοῦν μυστήριο καὶ πρόγευση τοῦ μέλλοντος κόσμου. Ἑνὸς κόσμου, ὁ ὁποῖος μπορεῖ νὰ προσεγγιστεῖ καὶ νὰ βιωθεῖ διὰ τῆς ἔμπρακτης πίστης πρὸς τὸν Χριστό. Ὅπως προαναφέρθηκε τὰ θαύματα δὲν ἐπιτελοῦνται ὥστε νὰ καταπλήξουν, νὰ ἐντυπωσιάσουν καὶ νὰ ὁδηγήσουν στὴν πίστη τοὺς θεατὲς καὶ τοὺς ἀκροατὲς τοῦ Κυρίου. Ἀντ’ αὐτοῦ προϋποθέτουν τὴν στέρεη πίστη στὸν Χριστὸ καὶ στὴν ἀποστολή του. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Χριστὸς ἀρνήθηκε νὰ ἐπιτελέσει κάποιο θαῦμα, ὅταν ἡ πρόσκληση πρὸς αὐτὸ ἀφοροῦσε τὸν ἐντυπωσιασμό. Σημειώνεται δὲ ὅτι ἡ πίστη δὲν ἀποτελεῖ θεώρημα, ἀλλὰ ἔμπρακτη στροφὴ τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὴν καινὴ ζωὴ ποὺ ἀποκαλύπτει ὁ Χριστός. Ἐδῶ ἀκριβῶς τοποθετεῖται καὶ ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ὡς ἐνδεικτικὸ σημεῖο τῆς νέας πραγματικότητας.
Ὅταν ὑπάρχει ὅμως ἡ πίστη, τότε ἐπιτελοῦνται τὰ θαύματα ὡς μεταμόρφωση τῶν συνεπειῶν τῆς πτώσης καὶ τῆς φυσικῆς ζωῆς, σὲ νέα ἐν Χριστῷ πραγματικότητα.
Συνεπῶς, ἡ Ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ προσφέρει τὴν ἀνάπλαση τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν ἀνακαίνιση τῆς κτίσεως, τὴν καταπάτηση τοῦ διαβόλου καὶ τὴν κατάργηση τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου. Ὅλα τοῦτα φανερώνονται διὰ τῶν θαυμάτων. Προϋπόθεση εἶναι πάντοτε ἡ πίστη στὸ πρόσωπο καὶ τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου