Εις τον μέγαν Ιεράρχην και θαυματουργόν Νικόλαον (6 Δεκεμβρίου)
᾿Αδελφοί μου χριστιανοί,
[...]
῾Οσοιδήποτε ὕμνοι καί ἄν ἀφιερωθοῦν πρός τόν ἑορταζόμενον μέγαν ῾Ιεράρχην, πρός τόν ᾿Επίσκοπον τῶν Μύρων τῆς Λυκίας, τόν ῞Αγιον Νικόλαον τόν θαυματουργόν, δέν θά ἦταν ἱκανοί νά ὑμνήσουν τόν Μεγάλον αὐτόν ῞Αγιον τῆς ᾿Εκκλησίας. Εἶναι ὁ ῞Αγιος τῶν πτωχῶν,ὁ ῞Αγιος τῆς ᾿Αγάπης, ὁ ῞Αγιος τῶν θαλασσῶν καί τῶν ναυτικῶν. Εἶναι ὁ θαυματουργός ῞Αγιος Νικόλαος. Τό Τροπάριον του ἀποδίδει ὅλην τήν Μαρτυρίαν του.
«Κανόνα πίστεως καί εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας διδάσκαλον, ἀνέδειξέ σε τῇ ποίμνῃ σου ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διά τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τά ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τά πλούσια».
Δέν πρέπει ποτέ νά λησμονοῦμε, ὅτι τόν ἄνθρωπον τόν βαρύνουν ὡρισμένα καθήκοντα, τῶν ὁποίων ἡ τήρησις ἐπιβάλλεται, ἐάν πρόκειται νά εἶναι ἠθική προσωπικότητα, καί νά ζῆ πάντοτε μέ συνέπεια πρός τίς ὑποχρεώσεις του. Τά καθήκοντα αὐτά διακρίνονται συνήθως σέ καθήκοντα πρός τόν Θεόν, πρός τόν πλησίον, πρός τόν ἑαυτόν μας. ᾿Ακριβῶς δέ τό ἐγκώμιον τοῦ ῾Αγίου Νικολάου μᾶς παρουσιάζει τίς τρεῖς αὐτές ὄψεις τῶν καθηκόντων σέ ἐφαρμογή εἰς τήν ζωή τοῦ ῾Αγίου. Καί σέ σχέση μέν πρός τά καθήκοντα πρός τόν Θεόν, τόν παρουσιάζει ὡς «κανόνα πίστεως», ὡς ἄνθρωπο δηλαδή, ὁ ὁποῖος ὑποδειγματικότατα πιστεύει εἰς τόν Θεόν καί εἶναι ἀξιομίμητος, διότι ἡ πίστις του εἶναι τό κίνητρο τῆς ζωῆς του. ῾Ως πρός τά καθήκοντα δέ πρός τόν πλησίον, τόν παρουσιάζει ἀφ᾿ ἑνός μέν ὡς ἄνθρωπον πρᾶον καί «εἰκόνα πραότητος», ἐφ᾿ ἑτέρου δέ πλήρη στοργῆς καί ἀγάπης, φθάνοντας σέ πράξεις ἀλληλεγγύνης καί ἀγαθοεργίας, μέχρι τῆς ἰδικῆς του ἠθελημένης πτωχείας, γιά νά ἀπολαύση «τῇ πτωχείᾳ τά πλούσια» καί τά αἰώνια ἀγαθά. Καί ὡς πρός τά καθήκοντα πρός τόν ἑαυτόν του, τέλος, τόν παρουσιάζει ὡς ἐγκρατῆ καί «ἐγκρατείας διδάσκαλον», καί ὡς ἄνθρωπον ταπεινόν, ὁ ὁποῖος πιστέυει ἀπόλυτα, ὅτι θά ἀποκτήση «τῇ ταπεινώσει τά ὑψηλά». Εἶναι πολύ ὠφέλιμο νά ἐμπνευσθοῦμε ἀπό τό παράδειγμα του καί νά γνωρίσουμε αὐτές τίς τρεῖς πλευρές τῶν καθηκόντων μας καί νά θελήσουμε νά τίς θέσουμε σέ ἐφαρμογή καί ἐκτέλεση.
᾿Αδελφοί μου! Δέν πρέπει οἱ ἄνθρωποι νά λησμονοῦν ποτέ τόν Θεόν. ᾿Οφείλουμε νά αἰσθανώμεθα, ὅτι ἐξαρτώμεθα ὁπωσδήποτε ἀπό τόν Θεόν καί νά πιστεύουμε ὁλόψυχα σ᾿ Αὐτόν. ῾Η πίστη θά εἶναι ἡ γέφυρα πού θά μᾶς συνδέη μέ τόν Θεόν. ῾Η σκέψη δέ τῆς ἐξαρτήσεως ἀπό τόν Θεόν, ὅπως θά φωτίζεται ἀπό τήν χριστιανική πίστη, θά ἀποτελέση γιά τήν ζωή μας ἕνα πολύτιμο κεφάλαιο. ῾Ο ἄπιστος ἄνθρωπος εἶναι συνήθως ὁ ἀπελπισμένος καί ἀποτυχημένος στή ζωή.
᾿Από τήν ἄποψη αὐτή εἶναι ὄντως ὑπογραμμός ὁ ῞Αγιος Νικόλαος, τόν ὁποῖον δικαίως ὀνομάζουμε «κανόνα πίστεως». ῎Εδειξε ἔμπρακτα τήν δύναμη τῆς πίστεως. Καί προτοῦ νά γίνη κληρικός, ἡ πίστη του ἦταν τόσο γνωστή, ὥστε ὅταν χρειάσθηκε πρόσωπο εὐσεβές καί ἐνάρετο, διά νά γίνη ἱερεύς στήν πατρίδα του, ὁ λαός ἐζήτησε ἐπίμονα τόν ῞Αγιον Νικόλαον ὡς ἱερέα του. Καί ὅταν ἀργότερα ἔλαβε τήν ποιμαντορική ράβδο τοῦ ᾿Επισκόπου τῶν Μύρων τῆς Λυκίας, διά νά καθοδηγήση πνευματικά τό ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ, ἡ πίστις του ἦταν τόσο θερμή, ὥστε ἔγινε, ἀπέναντι στούς αἱρετικούς ᾿Αρειανούς, φραγμός καί ἔλεγχος καί ἐμπόδιο. ῎Ελαβε δέ μέρος καί εἰς τήν Α' Οἰκουμενική Σύνοδο. Καί ἦτο ὁ ᾿Επίσκοπος Νικόλαος, ἄνθρωπος ὄχι μέ πολλά γράμματα, ἀλλά μέ ζωντανή πίστη, ἀνεδείχθη ἀξιόλογος ὑποστηρικτής τοῦ ὀρθοδόξου φρονήματος, μέ τόν ζῆλο καί τήν ἀφοσίωση του στήν ᾿Ορθοδοξία. Πῶς λοιπόν νά μή ὀνομασθῆ «κανών πίστεως»;
᾿Αλλά, καθήκοντα δέν ἔχουμε μόνον πρός τόν Θεόν. ῎Εχουμε καί πρός τούς συνανθρώπους μας, μέ τούς ὁποίους οἱ σχέσεις μας πρέπει νά ρυθμίζωνται σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Κυρίου. Διά τοῦτο πάλι εἶναι ἄξιος μιμήσεως ὁ ῞Αγιος Νικόλαος, ὡς «εἰκών τῆς πραότητος» καί ὡς ἔχων ἀνεπτυγμένο τό ὑγιές φρόνημα. ῎Ανθρωπος, ὁ ὁποῖος γνωρίζει νά χαλιναγωγῆ τά νεῦρα του, νά μένη πρᾶος καί νά ἀντιτάσση τήν γλυκύτητα καί τήν καλωσύνη στούς θυμούς καί τά νεῦρα τῶν ἄλλων, εἶναι χριστιανός ἀληθινός καί γεμᾶτος ἀγάπη πρός τόν πλησίον, ὅπως ὑπῆρξε ὁ ῞Αγιος Νικόλαος, «ἐγκρατείας διδάσκαλος».
Αὐτή δέ ἡ καλωσύνη του δέν ἦταν ἁπλῶς ζήτημα χαρακτῆρος, ἀλλά κάτι, τό ὁποῖο ἐπήγαζε ἀπό τό βάθος τῆς καρδιᾶς του. ῾Η ἀγάπη του διέθετε εὐμενῶς πρός ὅλους. Εἶχε ὡς σύνθημα τά λόγια τοῦ ᾿Αποστόλου Παύλου «ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ» (᾿Εφεσ. δ' 2), καί κατώρθωνε πάντοτε νά εἶναι πρᾶος καί μακρόθυμος, ἀληθινή εἰκόνα τῆς πραότητος. Καί ἡ ἀγάπη του πάλι ἐξεδηλώνετο εὐεργετικά πρός τόν πλησίον. ῾Ο ῾Ιεράρχης Νικόλαος, ὁ ὁποῖος ἦταν πλούσιος, διότι ἐκληρονόμησε μεγάλη περιουσία ἀπό τούς πλουσίους γονεῖς του, ἐσκόρπισε τόν πλοῦτον του στούς πτωχούς, διότι ἤξερε, ὅτι αὐτή ἡ ἑκούσια πτώχεια κερδίζει πλούσια ἀνταλλάγματα καί εὐλογίες ἀπό τόν Θεόν.
Τέλος, ὁ ῞Αγιος Νικόλαος, ἤξευρε νά στρέφεται μέ χριστιανικό ζῆλο καί πρός τόν ἑαυτόν του. Διότι συνήθως τό λησμονοῦμε αὐτό. ῾Ο ῞Αγιος Νικόλαος, ὁ ὁποῖος διέλαμπε μέ τόσα χαρίσματα, ἔμενε ἐν τούτοις ταπεινός. ῎Ηξερε, ὅτι «τῇ ταπεινώσει» ἀποκτῶνται «τά ὑψηλά», καί δέν λησμονοῦσε, ὅτι «ὁ ταπεινῶν ἑαυτόν ὑψωθήσεται».
᾿Ιδού λοιπόν τί σημαίνει ἁγιότητα. Αὐτή δέ ἡ ἁγιότητα εἶναι μέν κάτι τό πολύ ὑψηλό, κάτι τό οὐράνιο, ἀλλά ὄχι καί ἄφθαστο καί ἀκατόρθωτο γιά τόν ἄνθρωπον. ῎Ανθρωπος ὅμοιος μέ ἡμᾶς ἦταν καί ὁ ἑορταζόμενος ῾Ιεράρχης. Διά τοῦτο, κατά μίμησιν τοῦ ῾Αγίου Νικολάου, ἄς στρέψουμε καί ἡμεῖς τήν προσοχή μας στήν ἐκτέλεση τῶν καθηκόντων μας πρός τόν Θεόν, πρός τόν πλησίον καί πρός τόν ἑαυτόν μας. Καί ἡ πλήρης προσήλωση στό χριστιανικό μας καθῆκον «ἐν παντί» θά δημιουργήση τήν ὡλοκληρωμένη χριστιανική προσωπικότητα καί θά μᾶς ἀνεβάση σέ ὕψος μέγα, ἀνάλογο τοῦ ἑορταζομένου ῾Αγίου Πατρός, διά τῆς χάριτος τοῦ Κυρίου, τοῦ ἐνδοξαζομένου ἐν τοῖς ῾Αγίοις Αὐτοῦ. ᾿Αμήν.
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΙΕΡΙΣΣΟΥ
᾿Αδελφοί μου χριστιανοί,
[...]
῾Οσοιδήποτε ὕμνοι καί ἄν ἀφιερωθοῦν πρός τόν ἑορταζόμενον μέγαν ῾Ιεράρχην, πρός τόν ᾿Επίσκοπον τῶν Μύρων τῆς Λυκίας, τόν ῞Αγιον Νικόλαον τόν θαυματουργόν, δέν θά ἦταν ἱκανοί νά ὑμνήσουν τόν Μεγάλον αὐτόν ῞Αγιον τῆς ᾿Εκκλησίας. Εἶναι ὁ ῞Αγιος τῶν πτωχῶν,ὁ ῞Αγιος τῆς ᾿Αγάπης, ὁ ῞Αγιος τῶν θαλασσῶν καί τῶν ναυτικῶν. Εἶναι ὁ θαυματουργός ῞Αγιος Νικόλαος. Τό Τροπάριον του ἀποδίδει ὅλην τήν Μαρτυρίαν του.
«Κανόνα πίστεως καί εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας διδάσκαλον, ἀνέδειξέ σε τῇ ποίμνῃ σου ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διά τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τά ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τά πλούσια».
Δέν πρέπει ποτέ νά λησμονοῦμε, ὅτι τόν ἄνθρωπον τόν βαρύνουν ὡρισμένα καθήκοντα, τῶν ὁποίων ἡ τήρησις ἐπιβάλλεται, ἐάν πρόκειται νά εἶναι ἠθική προσωπικότητα, καί νά ζῆ πάντοτε μέ συνέπεια πρός τίς ὑποχρεώσεις του. Τά καθήκοντα αὐτά διακρίνονται συνήθως σέ καθήκοντα πρός τόν Θεόν, πρός τόν πλησίον, πρός τόν ἑαυτόν μας. ᾿Ακριβῶς δέ τό ἐγκώμιον τοῦ ῾Αγίου Νικολάου μᾶς παρουσιάζει τίς τρεῖς αὐτές ὄψεις τῶν καθηκόντων σέ ἐφαρμογή εἰς τήν ζωή τοῦ ῾Αγίου. Καί σέ σχέση μέν πρός τά καθήκοντα πρός τόν Θεόν, τόν παρουσιάζει ὡς «κανόνα πίστεως», ὡς ἄνθρωπο δηλαδή, ὁ ὁποῖος ὑποδειγματικότατα πιστεύει εἰς τόν Θεόν καί εἶναι ἀξιομίμητος, διότι ἡ πίστις του εἶναι τό κίνητρο τῆς ζωῆς του. ῾Ως πρός τά καθήκοντα δέ πρός τόν πλησίον, τόν παρουσιάζει ἀφ᾿ ἑνός μέν ὡς ἄνθρωπον πρᾶον καί «εἰκόνα πραότητος», ἐφ᾿ ἑτέρου δέ πλήρη στοργῆς καί ἀγάπης, φθάνοντας σέ πράξεις ἀλληλεγγύνης καί ἀγαθοεργίας, μέχρι τῆς ἰδικῆς του ἠθελημένης πτωχείας, γιά νά ἀπολαύση «τῇ πτωχείᾳ τά πλούσια» καί τά αἰώνια ἀγαθά. Καί ὡς πρός τά καθήκοντα πρός τόν ἑαυτόν του, τέλος, τόν παρουσιάζει ὡς ἐγκρατῆ καί «ἐγκρατείας διδάσκαλον», καί ὡς ἄνθρωπον ταπεινόν, ὁ ὁποῖος πιστέυει ἀπόλυτα, ὅτι θά ἀποκτήση «τῇ ταπεινώσει τά ὑψηλά». Εἶναι πολύ ὠφέλιμο νά ἐμπνευσθοῦμε ἀπό τό παράδειγμα του καί νά γνωρίσουμε αὐτές τίς τρεῖς πλευρές τῶν καθηκόντων μας καί νά θελήσουμε νά τίς θέσουμε σέ ἐφαρμογή καί ἐκτέλεση.
᾿Αδελφοί μου! Δέν πρέπει οἱ ἄνθρωποι νά λησμονοῦν ποτέ τόν Θεόν. ᾿Οφείλουμε νά αἰσθανώμεθα, ὅτι ἐξαρτώμεθα ὁπωσδήποτε ἀπό τόν Θεόν καί νά πιστεύουμε ὁλόψυχα σ᾿ Αὐτόν. ῾Η πίστη θά εἶναι ἡ γέφυρα πού θά μᾶς συνδέη μέ τόν Θεόν. ῾Η σκέψη δέ τῆς ἐξαρτήσεως ἀπό τόν Θεόν, ὅπως θά φωτίζεται ἀπό τήν χριστιανική πίστη, θά ἀποτελέση γιά τήν ζωή μας ἕνα πολύτιμο κεφάλαιο. ῾Ο ἄπιστος ἄνθρωπος εἶναι συνήθως ὁ ἀπελπισμένος καί ἀποτυχημένος στή ζωή.
᾿Από τήν ἄποψη αὐτή εἶναι ὄντως ὑπογραμμός ὁ ῞Αγιος Νικόλαος, τόν ὁποῖον δικαίως ὀνομάζουμε «κανόνα πίστεως». ῎Εδειξε ἔμπρακτα τήν δύναμη τῆς πίστεως. Καί προτοῦ νά γίνη κληρικός, ἡ πίστη του ἦταν τόσο γνωστή, ὥστε ὅταν χρειάσθηκε πρόσωπο εὐσεβές καί ἐνάρετο, διά νά γίνη ἱερεύς στήν πατρίδα του, ὁ λαός ἐζήτησε ἐπίμονα τόν ῞Αγιον Νικόλαον ὡς ἱερέα του. Καί ὅταν ἀργότερα ἔλαβε τήν ποιμαντορική ράβδο τοῦ ᾿Επισκόπου τῶν Μύρων τῆς Λυκίας, διά νά καθοδηγήση πνευματικά τό ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ, ἡ πίστις του ἦταν τόσο θερμή, ὥστε ἔγινε, ἀπέναντι στούς αἱρετικούς ᾿Αρειανούς, φραγμός καί ἔλεγχος καί ἐμπόδιο. ῎Ελαβε δέ μέρος καί εἰς τήν Α' Οἰκουμενική Σύνοδο. Καί ἦτο ὁ ᾿Επίσκοπος Νικόλαος, ἄνθρωπος ὄχι μέ πολλά γράμματα, ἀλλά μέ ζωντανή πίστη, ἀνεδείχθη ἀξιόλογος ὑποστηρικτής τοῦ ὀρθοδόξου φρονήματος, μέ τόν ζῆλο καί τήν ἀφοσίωση του στήν ᾿Ορθοδοξία. Πῶς λοιπόν νά μή ὀνομασθῆ «κανών πίστεως»;
᾿Αλλά, καθήκοντα δέν ἔχουμε μόνον πρός τόν Θεόν. ῎Εχουμε καί πρός τούς συνανθρώπους μας, μέ τούς ὁποίους οἱ σχέσεις μας πρέπει νά ρυθμίζωνται σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Κυρίου. Διά τοῦτο πάλι εἶναι ἄξιος μιμήσεως ὁ ῞Αγιος Νικόλαος, ὡς «εἰκών τῆς πραότητος» καί ὡς ἔχων ἀνεπτυγμένο τό ὑγιές φρόνημα. ῎Ανθρωπος, ὁ ὁποῖος γνωρίζει νά χαλιναγωγῆ τά νεῦρα του, νά μένη πρᾶος καί νά ἀντιτάσση τήν γλυκύτητα καί τήν καλωσύνη στούς θυμούς καί τά νεῦρα τῶν ἄλλων, εἶναι χριστιανός ἀληθινός καί γεμᾶτος ἀγάπη πρός τόν πλησίον, ὅπως ὑπῆρξε ὁ ῞Αγιος Νικόλαος, «ἐγκρατείας διδάσκαλος».
Αὐτή δέ ἡ καλωσύνη του δέν ἦταν ἁπλῶς ζήτημα χαρακτῆρος, ἀλλά κάτι, τό ὁποῖο ἐπήγαζε ἀπό τό βάθος τῆς καρδιᾶς του. ῾Η ἀγάπη του διέθετε εὐμενῶς πρός ὅλους. Εἶχε ὡς σύνθημα τά λόγια τοῦ ᾿Αποστόλου Παύλου «ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ» (᾿Εφεσ. δ' 2), καί κατώρθωνε πάντοτε νά εἶναι πρᾶος καί μακρόθυμος, ἀληθινή εἰκόνα τῆς πραότητος. Καί ἡ ἀγάπη του πάλι ἐξεδηλώνετο εὐεργετικά πρός τόν πλησίον. ῾Ο ῾Ιεράρχης Νικόλαος, ὁ ὁποῖος ἦταν πλούσιος, διότι ἐκληρονόμησε μεγάλη περιουσία ἀπό τούς πλουσίους γονεῖς του, ἐσκόρπισε τόν πλοῦτον του στούς πτωχούς, διότι ἤξερε, ὅτι αὐτή ἡ ἑκούσια πτώχεια κερδίζει πλούσια ἀνταλλάγματα καί εὐλογίες ἀπό τόν Θεόν.
Τέλος, ὁ ῞Αγιος Νικόλαος, ἤξευρε νά στρέφεται μέ χριστιανικό ζῆλο καί πρός τόν ἑαυτόν του. Διότι συνήθως τό λησμονοῦμε αὐτό. ῾Ο ῞Αγιος Νικόλαος, ὁ ὁποῖος διέλαμπε μέ τόσα χαρίσματα, ἔμενε ἐν τούτοις ταπεινός. ῎Ηξερε, ὅτι «τῇ ταπεινώσει» ἀποκτῶνται «τά ὑψηλά», καί δέν λησμονοῦσε, ὅτι «ὁ ταπεινῶν ἑαυτόν ὑψωθήσεται».
᾿Ιδού λοιπόν τί σημαίνει ἁγιότητα. Αὐτή δέ ἡ ἁγιότητα εἶναι μέν κάτι τό πολύ ὑψηλό, κάτι τό οὐράνιο, ἀλλά ὄχι καί ἄφθαστο καί ἀκατόρθωτο γιά τόν ἄνθρωπον. ῎Ανθρωπος ὅμοιος μέ ἡμᾶς ἦταν καί ὁ ἑορταζόμενος ῾Ιεράρχης. Διά τοῦτο, κατά μίμησιν τοῦ ῾Αγίου Νικολάου, ἄς στρέψουμε καί ἡμεῖς τήν προσοχή μας στήν ἐκτέλεση τῶν καθηκόντων μας πρός τόν Θεόν, πρός τόν πλησίον καί πρός τόν ἑαυτόν μας. Καί ἡ πλήρης προσήλωση στό χριστιανικό μας καθῆκον «ἐν παντί» θά δημιουργήση τήν ὡλοκληρωμένη χριστιανική προσωπικότητα καί θά μᾶς ἀνεβάση σέ ὕψος μέγα, ἀνάλογο τοῦ ἑορταζομένου ῾Αγίου Πατρός, διά τῆς χάριτος τοῦ Κυρίου, τοῦ ἐνδοξαζομένου ἐν τοῖς ῾Αγίοις Αὐτοῦ. ᾿Αμήν.
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΙΕΡΙΣΣΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου