ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ
(Λκ. 18, 18-27)
Τὸ νὰ κατέχει κανεὶς ὑλικὰ ἀγαθὰ δὲν εἶναι πρᾶγμα κακό. Ἄλλωστε ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας ἔχει ἄπειρα παραδείγματα πλουσίων, οἱ ὁποῖοι ὄχι μόνο δὲν κατακρίνονται γιὰ τὴν οἰκονομική τους ἐπιφάνεια, ἀλλὰ ἀντιθέτως ἐπαινοῦνται γιὰ τὸν τρόπο ποὺ διαχειρίστηκαν τὸν πλοῦτο τους. Τὸ κακὸ ξεκινᾶ ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ ἄνθρωπος γίνεται πλεονέκτης˙ θέλει νὰ ἀποκτήσει ὅλο καὶ περισσότερα καὶ κλείνει τὰ σπλάχνα του στὸν συνάνθρωπό του ποὺ ἔχει ἀνάγκη. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς πέρασε τὴν ἐπίγειο ζωή του χωρὶς νὰ ἔχει «ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ» καὶ σὲ πλεῖστες περιπτώσεις κατέκρινε ἔντονα τὴν προσκόλληση πρὸς τὸν ἐπίγειο πλοῦτο. Καὶ τοῦτο ὄχι χωρὶς λόγο: ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀπελευθερωθεῖ ἀπὸ τὴν προσκόλλησή του στὸν πλοῦτο τότε γλυτώνει καὶ ἀπὸ τὴ δουλεία τοῦ κόσμου καὶ τὴν ἐξουσία τοῦ πονηροῦ. Ἡ χριστιανικὴ ζωή, καθὸ ζωὴ ἐλευθερίας, ἀπαιτεῖ ἀποδέσμευση ἀπὸ τὴ δυναστεία τοῦ πλούτου, ποὺ καταδυναστεύει τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ὑποτάσσει στὸ χρῆμα, ἐμποδίζοντάς τον ταυτόχρονα νὰ σηκώσει τὸ κεφάλι του στὸν οὐρανό.
Στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο ἕνας ἄρχοντας πλησίασε τὸν Χριστὸ καὶ τὸν ρώτησε μὲ ποιὸ τρόπο θὰ κληρονομοῦσε τὴν αἰώνια ζωή. Ἀσφαλῶς τὸ ἐρώτημα ἔκρυβε τὴν ἐσωτερική του ἀνησυχία. Ἡ ἀντίδρασή του, ὅμως, μετὰ τὴν ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ ἀποδεικνύει καὶ τὴν προσκόλληση ποὺ εἶχε στὴν περιουσία του. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὅταν ἄκουσε τὸν Χριστὸ νὰ τοῦ λέει πὼς ἐφόσον ἐπιζητεῖ τὴν τελειότητα καὶ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, πρέπει νὰ δώσει ὅλη τὴν περιουσία του στοὺς φτωχοὺς καὶ νὰ τὸν ἀκολουθήσει, ἀμέσως ἄλλαξε διάθεση, ἔγινε περίλυπος καὶ ἀπομακρύνθηκε. Ἡ προσκόλληση στὴ μεγάλη του, προφανῶς, περιουσία, δὲν τοῦ ἐπέτρεψε νὰ παραμείνει κοντὰ στὸν Χριστό. Ἔτσι ἔφυγε ἀπὸ κοντά του.
Ἡ κατοχὴ ὑλικοῦ πλούτου καὶ ἡ προσκόλληση σὲ αὐτὸν αἰχμαλωτίζει τὸν ἄνθρωπο. Ἑπομένως, ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος, τοῦ ὁποίου ἡ καρδία εἶναι δοσμένη στὸν πλοῦτο καὶ ὄχι στὸν Χριστό, ἐμποδίζεται ἀπὸ μόνος του νὰ εἰσέλθει στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ Χριστός, μετὰ τὴν ἀποχώρηση τοῦ πλούσιου νέου, κάνει τὴν τραγικὴ διαπίστωση «πὼς δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες εἰσελεύσονται εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ!». Δὲν λέει ὅτι εἶναι ἀδύνατον νὰ σωθοῦν καὶ οἱ πλούσιοι, ἀλλὰ ὅτι εἶναι πολὺ δύσκολο, ὅσο δύσκολο εἶναι γιὰ ἕνα χοντρὸ σχοινὶ νὰ χωρέσει ἀπὸ τὴν τρῦπα μίας βελόνας. Γίνεται, ὅμως, εὔκολο ὅταν οἱ πλούσιοι παῦσουν νὰ εἶναι προσκολλημένοι στὸ χρῆμα καὶ τὸ χρησιμοποιήσουν ὀρθά, ὅπως ἁρμόζει στοὺς βαπτισμένους καὶ ἀναγεννημένους ἀνθρώπους.
Ὁ πόθος τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία πρέπει νὰ χαρακτηρίζει κάθε χριστιανό, ὁδηγεῖ στὴν ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὸ βάρος τοῦ πλούτου ὄχι πετῶντας, ἀλλὰ χρησιμοποιῶντας αὐτὸν ὡς μέσο γιὰ τὴν ὑπηρεσία τοῦ ἐμπερίστατου συνανθρώπου. Οἱ Χριστιανοὶ καλοῦνται νὰ ἔχουν πραγματικὴ αὐτάρκεια στὰ ὑλικὰ πράγματα, ἡ ὁποία δὲν εἶναι τίποτα ἄλλο παρὰ ἡ ὀλιγάρκεια. Ὁ πλοῦτος καὶ ὁ πλεονασμὸς πρέπει νὰ ἐπιζητοῦνται μόνο στὰ πνευματικὰ καὶ ὄχι στὰ ὑλικὰ πράγματα. Ὅταν, ὅμως, ὁ πλοῦτος μένει κλειδωμένος στὶς ἀποθῆκες καὶ τὶς τράπεζες καὶ δὲν χρησιμοποιεῖται φιλάνθρωπα, τότε ἀποδεικνύει τὸν κάτοχό του ὡς ἄνθρωπο ποὺ φέρει μάταια τὸ ὄνομα τοῦ Χριστιανοῦ. Ὁ Μ. Βασίλειος γράφει ὅτι ὁ ἀγαπῶν τὸν πλησίον του, ὅπως τὸν ἑαυτό του, δὲν θέλει νὰ ἔχει περισσότερα ἀπὸ ἐκεῖνον. Ὅταν ὅμως ἀρχίσει νὰ μαζεύει καὶ νὰ αὐξάνει τὴν περιουσία του, στρέφοντας τὴν καρδία του σὲ αὐτή, τότε δείχνει ὅτι τοῦ λείπει ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι ἐνῷ ὁ χριστιανὸς πρέπει νὰ εἶναι δοῦλος τοῦ Χριστοῦ, καταντᾶ δοῦλος τοῦ χρήματος.
Ἐν προκειμένῳ εἶναι πολὺ χαρακτηριστικὴ ἡ ὑπόδειξη καὶ ἡ συμβουλὴ τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ: «Μᾶς ἐχάρισεν ὁ Θεὸς τὸν πλοῦτον; Ἔχομεν χρέος νὰ τρώγωμεν καὶ νὰ πίνωμεν τὸ ἀρκετόν μας, τὰ ρουχαλάκια μας τὰ ἀρκετὰ καὶ τὰ ἐπίλοιπα νὰ τὰ ξοδιάζωμεν εἰς τοῦς πτωχοὺς διὰ τὴν ψυχήν μας. Καὶ δὲν μᾶς ἔδωκεν ὁ Θεὸς τὸν πλοῦτον διὰ νὰ πολυτρώγωμεν καὶ νὰ κάνωμεν πολύτιμα φορέματα καὶ παλάτια ὑψηλά, νὰ χορεύουν τὰ ποντίκια αὔριο καὶ οἱ πτωχοὶ νὰ ἀποθαίνουν ἀπὸ τὴν πεῖναν. Αὐτὸ εἶναι τὸ χρέος μας, ἀδελφοί μου, ἔτσι τὸ ἐξεύρετε. Ἀπὸ τὴν σήμερον καὶ ὕστερα ἔτσι νὰ κάμνετε ἂν θέλετε νὰ σωθῆτε».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου