Κυριακὴ ΙΔ´ (Α´ Λουκᾶ)
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΣΤΑΓΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΕΩΡΩΝ
«ἐπί δέ τῶ ρήματί σου χαλάσω τό δίκτυον...»
Ὁ Θεός ἔχει πάντοτε ἕνα καλύτερο σχέδιο γιά ἐμᾶς ἀπό αὐτό πού ἔχουμε ἐμεῖς γιά τό ἑαυτό μας. Θά πρέπει, κάνοντας χρήση τοῦ αὐτεξουσίου, νά τοῦ ἐπιτρέψουμε νά τό ἐνεργοποιήσει.
Ἡ σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό ἔχει διάφορες βαθμίδες ἀγάπης. Συνήθως οἱ ἄνθρωποι χρησιμοποιοῦν τόν Θεό γιά νά καλύπτει τίς ἀνάγκες τους. Ὁ Θεός ἀσφαλῶς θέλει νά δίνει στά παιδιά του. Ὁ Κύριος εἶπε «αἰτεῖτε καί δοθήσετε, κρούετε καί ἀνοιγήσετε...». Εἶπε ἀκόμη «μήπως ἄν ζητήσει τό παιδί ψωμί ὁ Θεός θά τοῦ δώσει πέτρα;». Ὁ Θεός εἶναι πάροχος, δωτήρ, πηγή ἀγαθῶν καί ἀγαθότητος. Μία βαθύτερη σχέση ἀγάπης μέ τόν Θεό εἶναι ὅταν ό ἄνθρωπος δέν ζητᾶ μόνο ἀπό τόν Θεό, ἀλλά ἀναρωτιέται ἄν μπορεί κάτι νά τοῦ προσφέρει. Βεβαίως ὁ Θεός εἶναι τέλειος καί ἀνενδεής ὅμως ἡ στάση αὐτή δείχνει ἔξοδο ἀπό τόν ἐγωκεντρισμό καί ἐγκαινιάζει μιά ἀμφίδρομη σχέση ἀγάπης μέ τόν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος παύει νά ζητεῖ μόνο καί ἀρχίζει νά ἀγαπᾶ τόν Θεό.
Ὁ Κύριος εἶπε: «ὅποιος μέ ἀγαπᾶ τηρεῖ τάς ἐντολάς μου». Ἡ τήρηση, λοιπόν, τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ εἶναι μία πράξη ἀγάπης καί ὄχι δουλικοῦ φόβου. Ὁ φόβος καί τό συμφέρον, ἀκόμη κι ἄν αὐτό εἶναι ὁ Παράδεισος, εἶναι ἐκδηλώσεις μιᾶς ἰδιοτελοῦς καρδιᾶς, ὅπου τό προσωπικό συμφέρον, κυριαρχεῖ. Ἀληθινή ἐκδήλωση ἀγάπης γιά τόν Θεό εἶναι ὅταν δέν μπορεῖς νά ζήσεις χωρίς αὐτό πού εἶναι ὁ Θεός. Δέν ζητεῖς τίποτε παρά μόνο Ἐκεῖνον, τίποτε δέν σέ θέλγει παρά μόνο ὁ Θεός, δέν θέλεις νά σέ παρηγορήσει ἄλλος παρά μόνο ὁ Θεός, δέν θέλεις λόγια γιά τόν Θεό ἀλλά θέλεις τόν ἴδιο τό Θεό. Αύτό συμβαίνει ὅταν ἡ ζωή σου χριστοποιεῖται καί βλέπεις κατά τόν Παῦλο νά εἶναι «τά πάντα καί ἐν πᾶσι Χριστός».
Μπορεῖς, λοιπόν, νά ἀρχίσεις τήν σχέση σου μέ τόν Θεό ἀπό προσωπική ὠφελιμιστική βάση ἀλλά σέ ἀναμένει μία τεράστια, σχεδόν ἀβυσσαλαία ἀγάπη στή ὁποία καλεῖσαι νά ἀνταποκριθεῖς. Ἡ σχέση μας μέ τόν Θεό εἶναι σχέση ἀγάπης καί δέν μπορεῖς, καθώς πορεύσαι πρός Αὐτόν, παρά νά ἀγαπᾶς ὅλους τούς ἀνθρώπους καί κάθε κτίσμα πού ἔγινε ἀπό τόν Θεό. Ὁ Θεός δέν εἶναι τιμωρός ἤ εκδικητικός ἤ ἀναζητᾶ δικαίωση κάθε εἴδους, εἶναι ἀγάπη. Ἡ πορεία τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Θεό εἶναι μία πορεία πρός τήν ἀγάπη καί τίποτε δέν μπορεῖ νά παρηγορήσει τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, οὔτε πλούτη, οὔτε δόξα παρά μόνο ἡ θεία ἀγάπη. Οί ἄνθρωποι πού ἔφτασαν σ’αὐτήν εἶναι πάντα ἀναστάσιμοι, ἔμπλεοι αὐτῆς τῆς ἀγάπης. Ἀπό τήν ἄποψη αὐτή ὁ Παράδεισος ἀρχίζει ἀπό τήν γῆ ὅταν βιώνει κανείς αὐτή τήν ἀγάπη. Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης ζητοῦσε ἀπό τόν Θεό νά ἐλαττώσει αύτό τό αἴσθημα τῆς θείας ἀγάπης γιατί δέν μποροῦσε νά ἀντέξει ἄλλό. Αὐτός εἶναι ὁ μισθός τῶν Ἁγίων: ἡ βίωση τῆς θείας ἀγάπης.
Βεβαίως, γιά νά φθάσει κανείς σέ τέτοιες καταστάσιες χρειάζεται ἡ ὀρθόδοξη ἄσκηση. Μέρος αὐτῆς τῆς ἄσκησης εἶναι ἡ ἐκκοπή τοῦ θελήματος μπροστά στό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἀλλά καί τοῦ πνευματικοῦ πατρός. Αὐτό πού μοιάζει βασανιστικό καί ἀκατόρθωτο εἶναι στήν οὐσία ἕνα βῆμα πρός τήν ἴαση τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος καταδυναστεύεται ἀπό τήν κυριαρχία τοῦ θελήματός του καί δρᾶ ὡς Θεός, καταρτίζοντας δικές του θέσεις καί ἐντολές, ἀγνοώντας τίς θεῖες ἐντολές. Ὅταν ὅμως ὑποχωρεῖ τό θέλημά του μπροστά στό θεῖο θέλημα κάνει βήματα πρός τήν ἀγάπη τοῦ Δημιουργοῦ του. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος στήν ἐναγώνια προσευχή του στόν κῆπο τῆς Γεσθημανῆ εἶπε στόν Πατέρα του «οὐκ ὡς εγώ θέλω ἀλλ’ὡς σύ».
Στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ὁ Πέτρος εἶπε: «Ἐπιστάτα, δι ὅλης τῆς νυκτός κοπιάσαντες, ούδέν ἐλάβομεν∙ ἐπί δέ τῶ ρήματί σου χαλάσω τό δίκτυον». Τό ἀποτέλεσμα τῆς ὑπακοῆς στό θεῖο θέλημα εἶναι ἡ χάρις. Ὁ Πέτρος ἄκουσε ἀπό τόν Κύριο: «μή φοβοῦ∙ ἀπό τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔση ζωγρῶν». Διά τῆς ὑπακοῆς ἀνῆλθε ἀπό τό ἐπίπεδο τοῦ ψαρᾶ στό ἐπίπεδο τοῦ Ἀποστόλου. Ἔτσι καί αὐτό πού ὀνομάζουμε πειρασμό εἶναι στήν οὐσία του ἀναγνώριση κάποιας ἀδυναμίας στήν προσωπικότητά μας καί πρόσκληση γιά πνευματική βελτίωση καί χρειάζεται νά τό διαχειριζόμαστε μέ ὑπακοή.
Γιά τούς παραπάνω λόγους πρέπει νά ὑπακοῦμε σέ ὅλους τούς λόγους τοῦ Εὐαγγελίου καί ὄχι μόνο ἐπιλεκτικά σέ μερικούς. Οἱ λόγοι τοῦ Κυρίου εἶναι χάρις καί ἐμπεριέχουν δύναμη. «Τά λόγια τοῦ Κυρίου λόγια ἁγνά, ἀργύριον πεπυρωμένον ἑπταπλασίως κεκαθαρμένον». Ἔξω ἀπό τόν Θεάνθρωπο δέν ὑπάρχει πραγματικός ἄνθρωπος. Ἐφ ὅσον ὁ Θεός διά τοῦ λόγου του ἐποίησε τόν κόσμο σημαίνει ὅτι οἱ ἴδιοι οἱ λόγοι του ἔχουν ἀναπλαστική ἰσχύ. Ἀπό αὐτή τήν ἀποψη εἶναι πολύτιμη ἡ μελέτη τῶν λόγων τῆς ¨Αγίας Γραφῆς γιατί πίσω ἀπό τίς γραμμές τοῆς Βίβλου κρύβεται τό Ἅγιο Πνεῦμα πού ζωοποιεῖ καί ἀνακαινίζει τόν ἄνθρωπο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου