Τό κήρυγμα τῆς Κυριακῆς:Ὅς ἐάν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἔσται ὑμῶν διάκονος. Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη, εκ της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης
«Ὃς ἐάν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἒσται ὑμῶν διάκονος».
Λίγες ημέρες χώριζαν τον Κύριο
από την ημέρα του φρικτού μαρτυρίου του για την σωτηρία των ανθρώπων.
Ήθελε να προετοιμάσει ψυχολογικά τους μαθητές Του για να μην κλονισθεί η
πίστη τους, όταν θα τον έβλεπαν κρεμάμενο πάνω στο Σταυρό. Προανήγγειλε
σ’ αυτούς με καθαρότητα και λεπτομέρεια όσα φοβερά θα του συνέβαιναν·
τη σύλληψή του, τους εμπαιγμούς και εμπτυσμούς, τους εξευτελισμούς και
τις μαστιγώσεις, την σταύρωση, την ταφή αλλά και την ανάσταση. Εκείνοι
όμως παρανόησαν τα λόγια του. Νόμιζαν ότι ο Διδάσκαλός τους θα δοξαζόταν
ως επίγειος βασιλιάς. Και παραγκωνίζοντας ο ένας τον άλλον, έτρεξαν να
ζητήσουν, ο καθένας για τον εαυτό του πρωτοκαθεδρία, τιμή και δόξα. Ο
Κύριος όμως τους είπε· «ὃς ἐάν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἒσται ὑμῶν
διάκονος».
Ασφαλώς θα εξεπλάγησαν οι μαθητές
από τα λόγια αυτά του Διδασκάλου. Πιθανόν και να μη τα κατάλαβαν. Αυτοί
ήξεραν ότι, για να αποκτήσει κανείς αξιώματα και δόξα, έπρεπε να
δραστηριοποιηθεί, να αγωνισθεί με πείσμα, να παραμερίσει άλλους, να
παρακαλέσει τους ισχυρούς, να διαθέσει μέσα, χρήματα, γνωριμίες. Έβλεπαν
ότι όλοι όσοι κατόρθωσαν να αναρριχηθούν σε αξιώματα και θέσεις και να
αποκτήσουν δόξα, έτσι ενήργησαν.
Ο Κύριος όμως τους είπε καθαρά·
«οὐχ οὓτως ἒσται ἐν ὑμῖν». Δεν θα γίνεται έτσι με σας. Δεν θα
ακολουθείτε το δρόμο που ακολουθούν οι φιλόδοξοι άνθρωποι του κόσμου. Ο
δρόμος ο δικός σας είναι πολύ διαφορετικός· εντελώς αντίθετος. Είναι ο
δρόμος της ταπείνωσης, της εξυπηρέτησης και όχι του παραμερισμού των
άλλων. Είναι ο δρόμος μάλλον της υποχώρησης για να προχωρήσουν οι άλλοι.
Ο άνθρωπος του Θεού, ο αληθινός πνευματικός ηγέτης δεν τρέχει προς το
αξίωμα και μάλιστα αν αυτό είναι εκκλησιαστικό. Έχοντας συναίσθηση των
μεγάλων ευθυνών, τις οποίες συνεπάγεται το αξίωμα, ακόμα και αν του το
προσφέρουν προσπαθεί να το αποφύγει.
Αναμετρά τις δυνάμεις του και με
ταπεινοφροσύνη ομολογεί, ότι δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στα
καθήκοντα, που αυτό του επιβάλλει. Βλέπει το αξίωμα ως έργο και όχι ως
θρόνο δόξης και εξουσίας. Βλέπει κυρίως τους κόπους, τους μόχθους και
τις θυσίες που απαιτεί το αξίωμα, και όχι τα υλικά πλεονεκτήματα και τις
διάφορες ανέσεις, που πιθανόν να προσφέρει. Το θεωρεί όχι σαν έπαθλο
θριάμβου, αλλά σαν στάδιο πολλών και μεγάλων αγώνων, των οποίων σκοπός
είναι ο διαφωτισμός ψυχών, η λύτρωση από την τυραννία των παθών και από
την ενοχή της αμαρτίας, η καθαρότητα της καρδιάς, η συνεχής και συνετή
καθοδήγηση προς το «καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ».
Και όλα αυτά όχι μόνο με τα
ωφέλιμα λόγια και τις καλές συμβουλές, αλλά προ παντός με το ανεπίληπτο
ήθος, με τον ακέραιο χαρακτήρα, με το καλό παράδειγμα, με την ακτινοβόλο
χριστιανική πίστη και ζωή. Ο αξιωματούχος της Εκκλησίας πρέπει να είναι
φως των ανθρώπων, «πόλις ἐπάνω ὂρους κειμένη».
Αν κατά την ημέρα εκείνη τα είχαν
αυτά υπ’ όψιν τους οι Μαθητές, ασφαλώς δεν θα έτρεχαν να ζητήσουν
αξιώματα και τιμές επίγειες. Ο ταπεινός άνθρωπος, που συναισθάνεται
βαθιά το βάρος του αξιώματος και της ευθύνης του είναι πάντοτε πρόθυμος
αθόρυβα να διακονήσει, όπου τον καλέσει το καθήκον. Έχει συνεχώς ανοικτά
τα μάτια της ψυχής και του σώματος, για να βλέπει και να αντιλαμβάνεται
καθαρά, ποιο είναι το καθήκον του κάθε ημέρα. Ποιες είναι οι
υποχρεώσεις που τον βαρύνουν απέναντι των άλλων και πως θα ανταποκριθεί
σ’ αυτές. Παραμερίζει πολλές φορές υποχρεώσεις του απέναντι των οικείων
του, για να επιδοθεί απερίσπαστος στο έργο που ανάλαβε.
Δεν διστάζει να υποβληθεί σε
κόπους και θυσίες για τους άλλους, έστω κι αν μερικές φορές η πληρωμή
του είναι η αχαριστία. Αυτός άλλωστε εξυπηρετεί εκείνους, όχι για να
κερδίσει την ευγνωμοσύνη τους, αλλά για εκπληρώσει ευσυνείδητα το
καθήκον, όπως το επιβάλλει το αξίωμά του. Θεωρεί τον εαυτό του υπηρέτη
των άλλων. Και όπως ο υπηρέτης, που εκτελεί το έργο του, δεν έχει
αξιώσεις για την ευγνωμοσύνη του κυρίου του, έτσι κι αυτός.
Έχει κατά νουν το συγκινητικό και
διδακτικό παράδειγμα του Κυρίου, ο οποίος για να διδάξει τους Μαθητές
να μην επιδιώκουν δόξα και τιμή από τους ανθρώπους, τους είπε ότι «ὁ
υἱός τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλά διακονῆσαι καί δοῦναι τήν
ψυχήν αὐτοῦ λύτρον ἀντί πολλῶν». Ο Κύριος είχε όλα τα δικαιώματα τα
ζητήσει κάθε εξυπηρέτηση από τα δημιουργήματά του και δεν είχε καμία
υποχρέωση να γίνει αυτός υπηρέτης τους και μάλιστα θυσιάζοντας την ίδια
του την ζωή. Παρ’ όλα αυτά όμως, ο Θεάνθρωπος Κύριος, έγινε υπηρέτης των
δούλων του, οι οποίοι μάλιστα ήσαν τότε και εχθροί του εξ αιτίας των
αμαρτιών τους.
Αυτό το γεγονός πρέπει να μιλάει
βαθιά στην ψυχή του κάθε αξιωματούχου και να του εμπνέει ανεξάντλητη
προθυμία και δραστηριότητα για το έργο στο όποιο έχει ταχθεί. Γι’ αυτόν
μεγάλη και απερίγραπτη ικανοποίηση είναι μιμηθεί τον Κύριο, να
ακολουθήσει το λαμπρό του παράδειγμα και να έχει την πληροφορία της
συνείδησης ότι έκανε εκείνο, το οποίο έπρεπε να κάνει. Κι έναν τέτοιο
ηγέτη, είτε στην Πολιτεία είτε στην Εκκλησία, τον εκτιμούν, τον τιμούν
και τον δοξάζουν οι άνθρωποι, αλλά πολύ περισσότερο τον τιμά και τον
δοξάζει ο Θεός.
Ο πόθος της δόξας είναι έμφυτος
στον άνθρωπο. Αλλά η αληθινή δόξα δεν αποκτάται με τον παραμερισμό των
άλλων, με την προθυμία για τα αξιώματα, με την περιαυτολογία και την
επίδειξη. Αποκτάται με την εξυπηρέτηση των άλλων με ταπεινοφροσύνη και
πηγαία, αληθινή αγάπη. Εδώ ακριβώς βρίσκεται το μεγαλείο και η δόξα του
χριστιανού. Με τον τρόπο αυτό θα γίνει μέγας και εδώ στη γη αλλά και
στον ουρανό. Γιατί το είπε το αδιάψευστο στόμα του Κυρίου μας: «ὃς ἐάν
θέλῃ ὑμῶν γενέσθαι πρῶτος, ἒσται πάντων δοῦλος».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου