Η Οσία Μαρία και η απάθεια Γράφει ο π. Βασίλειος Καλλιακμάνης
α) Την Ε’ Κυριακή των Νηστειών τιμάται η Οσία Μαρία Αιγυπτία, η οποία κοιμήθηκε ειρηνικά την 1η Απριλίου.
Το διδακτικότατο και θαυμαστό βίο της, που έγινε προσφιλές ανάγνωσμα όχι μόνο των μοναχών αλλά και όλων των χριστιανών, διέσωσε ο Άγιος Σωφρόνιος Πατριάρχης Ιεροσολύμων. Και προβάλλεται η οσία Μαρία ως πρότυπο αλλά και έμπρακτος καρπός ασκήσεως. Εκείνος που εισέρχεται στο στάδιο του πνευματικού αγώνα με φιλοτιμία, ισχυρή βούληση και ειλικρινή μετάνοια για τον πρότερο έκλυτο και βορβορώδη βίο δέχεται πλούσια τη θεία χάρη. Φθάνει στη χαρισματική απάθεια.
β) Γράφεται στο Συναξαριστή: «Η Oσία Μαρία ήτον από την Aίγυπτον, ζήσασα δε πρότερον με ακολασίαν, χρόνους δεκαεπτά, ύστερον έδωκε τον εαυτόν της η μακαρία εις άσκησιν και αρετήν… Kαι τόσον πολλά υψώθη διά μέσου της απαθείας, ώστε οπού επεριπάτει επάνω εις τα νερά και τους ποταμούς, χωρίς να καταβυθίζεται… Εις την έρημον έζησεν η τρισολβία χρόνους τεσσαρακονταεπτά, χωρίς να ιδή άνθρωπον, μόνον δε τον Θεόν είχε θεατήν της. Kαι τόσον ηγωνίσθη, ώστε… απόκτησε μίαν ζωήν επί γης, αγγελικήν τε και υπέρ άνθρωπον».
γ) Η απάθεια στην οποία έφθασε η Οσία Μαρία είναι φυσικός καρπός νήψης και άσκησης. Ο απαθής βιώνει την κατά Θεόν νηπιότητα· καθίσταται ατάραχος και άφοβος, αφού ενδυναμώνεται από τη χάρη του Θεού. Συχνά δεν αισθάνεται την πείνα, τη δίψα, τον πόνο ή την ανάπαυση. Ο νους του είναι στραμμένος στο Θεό (Όσιος Πέτρος Δαμασκηνός). Ο απαθής δουλαγωγεί το σώμα με την άσκηση, ενώ ταυτόχρονα κόπτει το «ίδιον θέλημα» και εγκολπώνεται το θέλημα του Θεού.
δ) Για τους αγίους Πατέρες η απάθεια δε νοείται ως απόλυτη ψυχική αταραξία, όπως υποστήριζαν οι αρχαίοι Στωικοί, ούτε ως νέκρωση του παθητικού μέρους της ψυχής. Απάθεια είναι η ειρηνική κατάσταση της ψυχής, κατά την οποία αυτή γίνεται δυσκίνητη προς την κακία, διδάσκει ο Άγιος Μάξιμος Ομολογητής. Όμως ανάλογα με την πνευματική ωριμότητα του Χριστιανού παρουσιάζει ορισμένες διαβαθμίσεις.
ε) Διακρίνονται τέσσερα είδη απάθειας: Η πρώτη βιώνεται από τους αρχάριους ως τέλεια αποχή από εμπαθείς πράξεις. Η δεύτερη ως ολοκληρωτική αποβολή των πονηρών λογισμών από τη διάνοια. Το τρίτο είδος αφορά την παντελή ακινησία της επιθυμίας προς τα πάθη. Τέλος όσοι με τη γνώση και τη θεωρία κατέστησαν τον εαυτόν τους διαφανή καθρέπτη του Θεού έχουν αμόλυντο νου και από την ψιλή φαντασία των παθών.
στ) Τα παραπάνω στάδια φαίνεται ότι πέρασε και η οσία Μαρία, η οποία, όταν δέχθηκε την κοινωνία των αχράντων μυστηρίων από τον Αββά Ζωσιμά, πλήρης χάριτος άφησε τον επίγειο βίο και εισήλθε στα σκηνώματα της άρρητης δόξας του Θεού. Το εύλογο ερώτημα όμως που προκύπτει είναι: Μήπως ο «αναχωρητικός» τρόπος της χριστιανικής ζωής δημιουργεί αδρανείς και άνευρες προσωπικότητες, που δε βοηθούν στην πρόοδο της κοινωνίας; Έστω κι αν απαντήσει κάποιος ότι ο δρόμος της ασκητικής που ακολούθησε η Οσία Μαρία δεν αφορά όλους τους χριστιανούς αλλά ελάχιστους, το ερώτημα παραμένει.
ζ) Την απάντηση στο ερώτημα αυτό μπορεί να δώσει η μακραίωνη εκκλησιαστική παράδοση. Η εσωτερική ησυχία, η νήψη, η προσευχή και η άσκηση δεν απομακρύνουν τοπικά αλλά τροπικά το χριστιανό από το πνεύμα του κόσμου. Εκείνος που έχει καταδαμάσει τα ενστικτώδη πάθη, έχει ελέγξει το θυμικό του και διαθέτει καθαρή καρδιά μπορεί πιο άνετα να επωμισθεί θεσμικές ευθύνες και να προσφέρει σημαντικό έργο στην κοινωνία. Αυτό φαίνεται και από το ότι πολλοί ιεράρχες και πατριάρχες έχοντας φθάσει στην νηπτική απάθεια ασκούσαν επιτυχώς σπουδαίο ποιμαντικό και κοινωνικό έργο. Έτσι τιμήθηκαν ως άγιοι, προηγούμενοι στη μνημόνευση άλλων αγίων και ασκητών της Εκκλησίας.
Το διδακτικότατο και θαυμαστό βίο της, που έγινε προσφιλές ανάγνωσμα όχι μόνο των μοναχών αλλά και όλων των χριστιανών, διέσωσε ο Άγιος Σωφρόνιος Πατριάρχης Ιεροσολύμων. Και προβάλλεται η οσία Μαρία ως πρότυπο αλλά και έμπρακτος καρπός ασκήσεως. Εκείνος που εισέρχεται στο στάδιο του πνευματικού αγώνα με φιλοτιμία, ισχυρή βούληση και ειλικρινή μετάνοια για τον πρότερο έκλυτο και βορβορώδη βίο δέχεται πλούσια τη θεία χάρη. Φθάνει στη χαρισματική απάθεια.
β) Γράφεται στο Συναξαριστή: «Η Oσία Μαρία ήτον από την Aίγυπτον, ζήσασα δε πρότερον με ακολασίαν, χρόνους δεκαεπτά, ύστερον έδωκε τον εαυτόν της η μακαρία εις άσκησιν και αρετήν… Kαι τόσον πολλά υψώθη διά μέσου της απαθείας, ώστε οπού επεριπάτει επάνω εις τα νερά και τους ποταμούς, χωρίς να καταβυθίζεται… Εις την έρημον έζησεν η τρισολβία χρόνους τεσσαρακονταεπτά, χωρίς να ιδή άνθρωπον, μόνον δε τον Θεόν είχε θεατήν της. Kαι τόσον ηγωνίσθη, ώστε… απόκτησε μίαν ζωήν επί γης, αγγελικήν τε και υπέρ άνθρωπον».
γ) Η απάθεια στην οποία έφθασε η Οσία Μαρία είναι φυσικός καρπός νήψης και άσκησης. Ο απαθής βιώνει την κατά Θεόν νηπιότητα· καθίσταται ατάραχος και άφοβος, αφού ενδυναμώνεται από τη χάρη του Θεού. Συχνά δεν αισθάνεται την πείνα, τη δίψα, τον πόνο ή την ανάπαυση. Ο νους του είναι στραμμένος στο Θεό (Όσιος Πέτρος Δαμασκηνός). Ο απαθής δουλαγωγεί το σώμα με την άσκηση, ενώ ταυτόχρονα κόπτει το «ίδιον θέλημα» και εγκολπώνεται το θέλημα του Θεού.
δ) Για τους αγίους Πατέρες η απάθεια δε νοείται ως απόλυτη ψυχική αταραξία, όπως υποστήριζαν οι αρχαίοι Στωικοί, ούτε ως νέκρωση του παθητικού μέρους της ψυχής. Απάθεια είναι η ειρηνική κατάσταση της ψυχής, κατά την οποία αυτή γίνεται δυσκίνητη προς την κακία, διδάσκει ο Άγιος Μάξιμος Ομολογητής. Όμως ανάλογα με την πνευματική ωριμότητα του Χριστιανού παρουσιάζει ορισμένες διαβαθμίσεις.
ε) Διακρίνονται τέσσερα είδη απάθειας: Η πρώτη βιώνεται από τους αρχάριους ως τέλεια αποχή από εμπαθείς πράξεις. Η δεύτερη ως ολοκληρωτική αποβολή των πονηρών λογισμών από τη διάνοια. Το τρίτο είδος αφορά την παντελή ακινησία της επιθυμίας προς τα πάθη. Τέλος όσοι με τη γνώση και τη θεωρία κατέστησαν τον εαυτόν τους διαφανή καθρέπτη του Θεού έχουν αμόλυντο νου και από την ψιλή φαντασία των παθών.
στ) Τα παραπάνω στάδια φαίνεται ότι πέρασε και η οσία Μαρία, η οποία, όταν δέχθηκε την κοινωνία των αχράντων μυστηρίων από τον Αββά Ζωσιμά, πλήρης χάριτος άφησε τον επίγειο βίο και εισήλθε στα σκηνώματα της άρρητης δόξας του Θεού. Το εύλογο ερώτημα όμως που προκύπτει είναι: Μήπως ο «αναχωρητικός» τρόπος της χριστιανικής ζωής δημιουργεί αδρανείς και άνευρες προσωπικότητες, που δε βοηθούν στην πρόοδο της κοινωνίας; Έστω κι αν απαντήσει κάποιος ότι ο δρόμος της ασκητικής που ακολούθησε η Οσία Μαρία δεν αφορά όλους τους χριστιανούς αλλά ελάχιστους, το ερώτημα παραμένει.
ζ) Την απάντηση στο ερώτημα αυτό μπορεί να δώσει η μακραίωνη εκκλησιαστική παράδοση. Η εσωτερική ησυχία, η νήψη, η προσευχή και η άσκηση δεν απομακρύνουν τοπικά αλλά τροπικά το χριστιανό από το πνεύμα του κόσμου. Εκείνος που έχει καταδαμάσει τα ενστικτώδη πάθη, έχει ελέγξει το θυμικό του και διαθέτει καθαρή καρδιά μπορεί πιο άνετα να επωμισθεί θεσμικές ευθύνες και να προσφέρει σημαντικό έργο στην κοινωνία. Αυτό φαίνεται και από το ότι πολλοί ιεράρχες και πατριάρχες έχοντας φθάσει στην νηπτική απάθεια ασκούσαν επιτυχώς σπουδαίο ποιμαντικό και κοινωνικό έργο. Έτσι τιμήθηκαν ως άγιοι, προηγούμενοι στη μνημόνευση άλλων αγίων και ασκητών της Εκκλησίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου