Ο Άγιος Σέργιος , η Θεοτόκος οι Χαιρετισμοί και η εξομολόγησις
Δ' Χαιρετισμοί 2001
Το όνομα ενός μεγάλου ασκητού που έζησε κοντά στον ποταμό Νούρμα της Ρωσίας ήταν Σέργιος. Όλα αυτά τα χρόνια νήστευε αυστηρά. Ξηροφαγία για πέντε μέρες με λίγο νερό, και το Σαββατοκύριακο λαδερό, ακόμα και το Πάσχα.
Το Σαρανταήμερο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, τελείως άσιτος. Είχε καταπλήξει τότε τον κόσμο με το πλήθος των αρετών του, ιδίως με την απέραντη καλοσύνη του και το ταπεινό του φρόνημα.
Η φήμη του είχε εξαπλωθεί σε ολόκληρη τη Ρωσία, φήμη αγίου και θαυματουργού, οι δε συναξαριστές και βιογράφοι του μας αναφέρουν ότι συχνά συλλειτουργούσε με αγγέλους όπως κάποτε ο Άγιος Σπυρίδων και αργότερα πολλοί ακόμα άγιοι. Είχε δε πλήθος από ουράνιες αποκαλύψεις και καταπληκτικές ενέργειες της Θείας Χάριτος και ιδιαιτέρως μάλιστα από την Υπεραγία Θεοτόκο.
Αρχίζω μ’ αυτή την ιστορία, αυτού του Αγίου διότι ο Άγιος αυτός έχει άμεση σχέση με τους Χαιρετισμούς. Έτσι ο Άγιος Φώτιος, μητροπολίτης Κιέβου, τον εγκατέστησε ηγούμενο στο μεγάλο μοναστήρι της Αγίας Τριάδος. Ο Άγιος εκοιμήθη οσιακώς, στις 7 Οκτωβρίου του 1413.
Ύστερα από πολλά πολλά πολλά χρόνια, που είχε πλέον ξεχαστεί το άγιον πέρασμά του, εμφανίστηκε ξαφνικά ένα βράδυ στον ύπνο ενός απλού και ταπεινού μοναχού, και ο μοναχός τον ρώτησε :
-Ποιος είσαι;
- Είμαι ο αμαρτωλός Σέργιος που παλαιότερα εδώ ήμουν ηγούμενος. Να πεις λοιπόν στον τωρινό ηγούμενο ν’ ανοίξει τον τάφο μου.
Πράγματι υπήκουσε ο ηγούμενος και άνοιξαν τον τάφο του, και από τότε το σκήνωμά του έγινε μια τεράστια πηγή Θείας Χάριτος και πλήθος θαυμάτων. Ο Θεός δια πρεσβειών της Υπεραγίας Θεοτόκου, θέλησε να δοξάσει τον δούλον του, εδώ στη γή, τότε που ο κόσμος πλέον τον είχε ξεχάσει.
Το χαρακτηριστικό του Αγίου ήταν ότι υπεραγαπούσε την Παναγία μας και της ήταν πάντοτε υπήκουος μέχρι θανάτου. Και αυτό το διδάχτηκε στην πράξη εδώ στο Άγιον Όρος. Διότι από το Αγιορείτικο περιβόλι του Άθωνος, ξεκίνησε την ασκητική του ζωή ο Άγιος Σέργιος, για να συνεχίσει στη Ρωσία κοντά στον ποταμό Νούρμα, μέχρις ότου και εκοιμήθη οσιακώς.
Ένα άλλο πράγμα που είναι εξίσου θαυμαστό, και έχει άμεση σχέση με το σημερινό μας κήρυγμα, ήταν ότι ο Άγιος, όλη την ημέρα, όποια και αν ήταν η εργασία του, όποιο και αν ήταν το διακόνημά του, όπου και αν ευρίσκετο, συνεχώς, εψιθύριζε τους Χαιρετισμούς της Παναγίας, από την αρχή μέχρι το τέλος. Και πάλι από την αρχή, και πάλι από την αρχή, αμέτρητες, εκατοντάδες, χιλιάδες φορές, ίσως και εκατομμύρια σε ολόκληρη τη ζωή του. Γι’ αυτό και είχε τόση ευλογία και τόση χάρη, και τόση προστασία και τόσα θαυματουργικά χαρίσματα από την Υπεραγία Θεοτόκο. Άλλωστε αυτή ήταν που κατά μαρτυρία όσων βρισκόταν στην κοίμησή του, ήταν Αυτή η οποία κατέβηκε εν μέσω δορυφορούντων Αγγέλων και Αρχαγγέλων, Χερουβείμ και Σεραφείμ και παρέλαβε την αγία και οσία ψυχή του.
Και μείς οι δούλοι, οι δόλιοι, οι κακομοίρηδες, οι δυστυχισμένοι, οι αμαρτωλοί δε λέμε τους Χαιρετισμούς ούτε μια φορά την ημέρα. Ούτε μία στάση. Και όχι μόνον δε λέμε, αλλά ούτε και μια προσευχή της προκοπής δεν κάνουμε, και πολλές φορές ούτε και αυτόν τον Σταυρό μας. Απορώ πως μας ανέχεται ακόμα ο Θεός. Γιατί δε ρίχνει κεραυνούς και φωτιά εξ ουρανού για να μας κάψει όλους. Γιατί; Φαίνεται λοιπόν πως τον συγκρατεί από την δικαία του αυτή οργή η γλυκειά μας Παναγία, η ουράνια μητέρα μας, η μεσίτρια και προστασία πάντων των χριστιανών, παρόλο που εμείς οι Νεοέλληνες Ορθόδοξοι χριστιανοί, βρίζουμε μικροί και μεγάλοι, άντρες γυναίκες και παιδιά το πανάγιο και τιμιώτατο όνομά Της. Κάθε μέρα, και πρωί και μεσημέρι και βράδυ, και νύχτα, και για την πιο ακόμα ασήμαντη αφορμή. Θα μας κάψει ο Θεός. Θα μας εγκαταλείψει ο Θεός. Θα εγκαταλείψει την πατρίδα και την Ελλάδα μας, διότι βρίζουμε τα Θεία, και το όνομα της Υπεραγίας Θεοτόκου, και για άλλα πολλά, πολλά πολλά αμαρτήματα.
Ένα άλλο πράγμα που μου έκαμε εντύπωση από τον Άγιο, ήτανε όταν φανερώθηκε στον μοναχό, πώς φανερώθηκε, πώς ονοματίστηκε. Τι του είπε; Είπε ότι είμαι ο Άγιος Σέργιος; Όχι. Είπε ότι είμαι ο αμαρτωλός Σέργιος, ο αμαρτωλός. Και το τονίζω αυτό, για να δούμε το πόσο πολύ διαφέρουμε όλοι εμείς, οι δήθεν Ορθόδοξοι Χριστιανοί, όταν πηγαίνουμε να εξομολογηθούμε. Όταν δεν πηγαίνουμε, νομίζουμε τον εαυτό μας δίκαιο και Άγιο, και μόνο το φωτοστέφανο μας λείπει απ’ το κεφάλι. Και όταν πηγαίνουμε όμως, πηγαίνουμε χωρίς την πρέπουσα συναίσθηση ότι είμαστε αμαρτωλοί. Με λάθη και πτώσεις. Με αδυναμίες και πάθη. Με πονηριές και κακίες. Με ψευτιές και κατακρίσεις. Με νεύρα και θυμούς. Με διαβολοστέλματα, με κατάρες και λόγια άλλα πολλά πικρά. Και πολλές φορές, με αμαρτίες που κινούνται στο χώρο της επιθυμίας, των αισθήσεων, της γλώσσας και των λογισμών. Πρέπει να στεκόμαστε απέναντι στον οποιοδήποτε εξομολόγο, όσο αμαρτωλός και αν είναι αυτός, εφόσον φοράει πετραχήλι, θα πάμε συντετριμμένοι, και να του πούμε «Πάτερ μου είμαι αμαρτωλός, δεν ξέρω πώς να στο πω, πώς να στο περιγράψω, αλλά νοιώθω βαθιά μέσα στο είναι μου, μέσα στην ψυχή μου, μέσα στην καρδιά μου, μέσα στο στήθος μου ότι είμαι αμαρτωλός. Ντρέπομαι να κοιτάξω τις εικόνες. Ντρέπομαι ακόμα να κοιτάξω και σένα, ντρέπομαι όλους τους συνανθρώπους που με περιβάλλουν. Ντρέπομαι την γυναίκα μου, ντρέπομαι τον άντρα μου, ντρέπομαι τα παιδιά μου, τους ντρέπομαι όλους. Είμαι αμαρτωλός και το νοιώθω αυτό. Πολύ βαθειά μέσα μου, γι’ αυτόν και γι’ αυτόν τον λόγον. Και εξηγεί πέντε λόγους. Φτάνουν οι πέντε λόγοι όταν αυτοί είναι συντετριμμένοι και βγαλμένοι μέσα από την ψυχή μας. Και τότε αμέσως μετά την συγχωρητική ευχή, όπως τουλάχιστον ορισμένοι από σας το ομολογείτε, γίνεται πιο λευκός και από το χιόνι. Πιο λαμπερός και από τον ήλιο. Πιο ελαφρός και από τα πούπουλα. Γίνεται άγγελος και πετά στους ουρανούς. Στην εξομολόγηση λοιπόν, ξεκινάμε πάντοτε από το ότι φταίμε εμείς. Και φταίω μόνον εγώ. Όλα τα κακά ξεκινούν από τις δικές μου παραλείψεις, από τις δικές μου υποχωρήσεις και αδυναμίες. Από τα δικά μου λάθη. Εγώ είμαι αμαρτωλός. Εγώ και μόνον». Δεν λέμε ότι οι άλλοι δεν κάνουν, αλλά δεν εξομολογούμεθα για τους άλλους, εξομολογούμεθα για τον εαυτόν μας. Και αναφέρουμε με συντομία στην εξομολόγηση, τις πέντε αυτές δέκα πτώσεις που έχουμε και έτσι λοιπόν δικαιώνεται ο άνθρωπος συγχωρείται και γίνεται πάλι πραγματικό παιδί του Θεού. Τα παράπονα, οι δικαιολογίες, οι μεταθέσεις της ευθύνης στους άλλους και ότι φταίνε μόνον οι άλλοι και μόνον οι άλλοι, αυτά δεν είναι εξομολόγησις. Όταν όμως, λέω όταν, όταν, υπάρχει χρόνος στον πνευματικό, στον εξομολόγο, χρόνος, τότε ασφαλώς, θα πούμε για τα προβλήματα των παιδιών μας, για κληρονομικά, για αρρώστιες, για τόσα άλλα βάσανα που καταταλαιπωρούν τη ζωή μας, από ανεργίες, από χρέη, από μαγείες, από διαζύγια, από ναρκωτικά και από χίλια δυό άλλα κακά. Βέβαια αυτά μας κάνουν πολλές φορές να αγανακτούμε και να απελπιζόμαστε και να αμαρτάνουμε. Πάντως ο χρόνος, προσέξτε τι λέω, ο χρόνος των ιερέων εξομολόγων είναι πολύ περιορισμένος, γιατί οι εξομολογούμενοι τώρα τελευταία έχουν αυξηθεί πάρα πολύ. Και η υγεία των περισσοτέρων κλονίζεται και βαρύνεται, όπως και η δική μου. Πάντως είναι βεβαιωμένο ότι υπάρχουν αρρώστιες και στεναχώριες, μεγάλες, βαριές και ασήκωτες, που όντως οι χριστιανοί έχουν ανάγκη μεγάλης παρηγοριάς και συμπαραστάσεως. Τα δράματα μερικές φορές είναι τόσο τραγικά, που όντως έχουν ανάγκη μεγάλης κατανοήσεως και φροντίδος και αγάπης. Όταν όμως δεν υπάρχει χρόνος απ’ τον κληρικό, θα πρέπει να δείξουμε κατανόηση και να ριχτούμε στην προσευχή με πολλή νηστεία, ιδιαιτέρως δε προς την Υπεραγία Θεοτόκον, διαβάζοντας προσευχές και παρακλήσεις και αν είναι δυνατόν και όλη τη νύχτα, για να μπορέσουμε να έχουμε την θεϊκή παρηγοριά, εκείνη, που ενώ θέλει ο πνευματικός να μας τη δώσει, δεν μπορεί να μας την προσφέρει γιατί ο χρόνος του είναι λίγος και μηδαμινός.
Χριστιανοί μου, το συμπέρασμα από όσα είπαμε μέχρι αυτή τη στιγμή, είναι
- πρώτον ότι πρέπει να αποκτήσουμε πραγματική αίσθηση ότι είμαστε αμαρτωλοί μέχρι τα κόκαλά μας.
- Δεύτερον με αυτή τη συναίσθηση της αμαρτωλότητος και των δακρύων να εξομολογούμεθα με συντομία εκείνα που μας βαραίνουν και που είναι παραβάσεις του Θείου Νόμου και του Θείου θελήματος. Και
- τρίτον για τις βαριές στεναχώριες της ζωής, όπως και για τα άλλα πολυποίκιλα προβλήματά μας, θα καταφεύγουμε στις προσευχές και στις παρακλήσεις προς την Υπεραγία Θεοτόκο, για βοήθεια, για χάρη, για ευλογία, για την λύση όλων των θλίψεων και όλων των στεναχωριών της ζωής μας.
Σας ανέφερα την προπερασμένη Κυριακή, πως κατάφερε μια μητέρα με τον πατέρα και τα έξι της παιδιά, με τελεία νηστεία για ένα οκταήμερο πως έσωσε το παιδί της …
Το όνομα ενός μεγάλου ασκητού που έζησε κοντά στον ποταμό Νούρμα της Ρωσίας ήταν Σέργιος. Όλα αυτά τα χρόνια νήστευε αυστηρά. Ξηροφαγία για πέντε μέρες με λίγο νερό, και το Σαββατοκύριακο λαδερό, ακόμα και το Πάσχα.
Το Σαρανταήμερο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, τελείως άσιτος. Είχε καταπλήξει τότε τον κόσμο με το πλήθος των αρετών του, ιδίως με την απέραντη καλοσύνη του και το ταπεινό του φρόνημα.
Η φήμη του είχε εξαπλωθεί σε ολόκληρη τη Ρωσία, φήμη αγίου και θαυματουργού, οι δε συναξαριστές και βιογράφοι του μας αναφέρουν ότι συχνά συλλειτουργούσε με αγγέλους όπως κάποτε ο Άγιος Σπυρίδων και αργότερα πολλοί ακόμα άγιοι. Είχε δε πλήθος από ουράνιες αποκαλύψεις και καταπληκτικές ενέργειες της Θείας Χάριτος και ιδιαιτέρως μάλιστα από την Υπεραγία Θεοτόκο.
Αρχίζω μ’ αυτή την ιστορία, αυτού του Αγίου διότι ο Άγιος αυτός έχει άμεση σχέση με τους Χαιρετισμούς. Έτσι ο Άγιος Φώτιος, μητροπολίτης Κιέβου, τον εγκατέστησε ηγούμενο στο μεγάλο μοναστήρι της Αγίας Τριάδος. Ο Άγιος εκοιμήθη οσιακώς, στις 7 Οκτωβρίου του 1413.
Ύστερα από πολλά πολλά πολλά χρόνια, που είχε πλέον ξεχαστεί το άγιον πέρασμά του, εμφανίστηκε ξαφνικά ένα βράδυ στον ύπνο ενός απλού και ταπεινού μοναχού, και ο μοναχός τον ρώτησε :
-Ποιος είσαι;
- Είμαι ο αμαρτωλός Σέργιος που παλαιότερα εδώ ήμουν ηγούμενος. Να πεις λοιπόν στον τωρινό ηγούμενο ν’ ανοίξει τον τάφο μου.
Πράγματι υπήκουσε ο ηγούμενος και άνοιξαν τον τάφο του, και από τότε το σκήνωμά του έγινε μια τεράστια πηγή Θείας Χάριτος και πλήθος θαυμάτων. Ο Θεός δια πρεσβειών της Υπεραγίας Θεοτόκου, θέλησε να δοξάσει τον δούλον του, εδώ στη γή, τότε που ο κόσμος πλέον τον είχε ξεχάσει.
Το χαρακτηριστικό του Αγίου ήταν ότι υπεραγαπούσε την Παναγία μας και της ήταν πάντοτε υπήκουος μέχρι θανάτου. Και αυτό το διδάχτηκε στην πράξη εδώ στο Άγιον Όρος. Διότι από το Αγιορείτικο περιβόλι του Άθωνος, ξεκίνησε την ασκητική του ζωή ο Άγιος Σέργιος, για να συνεχίσει στη Ρωσία κοντά στον ποταμό Νούρμα, μέχρις ότου και εκοιμήθη οσιακώς.
Ένα άλλο πράγμα που είναι εξίσου θαυμαστό, και έχει άμεση σχέση με το σημερινό μας κήρυγμα, ήταν ότι ο Άγιος, όλη την ημέρα, όποια και αν ήταν η εργασία του, όποιο και αν ήταν το διακόνημά του, όπου και αν ευρίσκετο, συνεχώς, εψιθύριζε τους Χαιρετισμούς της Παναγίας, από την αρχή μέχρι το τέλος. Και πάλι από την αρχή, και πάλι από την αρχή, αμέτρητες, εκατοντάδες, χιλιάδες φορές, ίσως και εκατομμύρια σε ολόκληρη τη ζωή του. Γι’ αυτό και είχε τόση ευλογία και τόση χάρη, και τόση προστασία και τόσα θαυματουργικά χαρίσματα από την Υπεραγία Θεοτόκο. Άλλωστε αυτή ήταν που κατά μαρτυρία όσων βρισκόταν στην κοίμησή του, ήταν Αυτή η οποία κατέβηκε εν μέσω δορυφορούντων Αγγέλων και Αρχαγγέλων, Χερουβείμ και Σεραφείμ και παρέλαβε την αγία και οσία ψυχή του.
Και μείς οι δούλοι, οι δόλιοι, οι κακομοίρηδες, οι δυστυχισμένοι, οι αμαρτωλοί δε λέμε τους Χαιρετισμούς ούτε μια φορά την ημέρα. Ούτε μία στάση. Και όχι μόνον δε λέμε, αλλά ούτε και μια προσευχή της προκοπής δεν κάνουμε, και πολλές φορές ούτε και αυτόν τον Σταυρό μας. Απορώ πως μας ανέχεται ακόμα ο Θεός. Γιατί δε ρίχνει κεραυνούς και φωτιά εξ ουρανού για να μας κάψει όλους. Γιατί; Φαίνεται λοιπόν πως τον συγκρατεί από την δικαία του αυτή οργή η γλυκειά μας Παναγία, η ουράνια μητέρα μας, η μεσίτρια και προστασία πάντων των χριστιανών, παρόλο που εμείς οι Νεοέλληνες Ορθόδοξοι χριστιανοί, βρίζουμε μικροί και μεγάλοι, άντρες γυναίκες και παιδιά το πανάγιο και τιμιώτατο όνομά Της. Κάθε μέρα, και πρωί και μεσημέρι και βράδυ, και νύχτα, και για την πιο ακόμα ασήμαντη αφορμή. Θα μας κάψει ο Θεός. Θα μας εγκαταλείψει ο Θεός. Θα εγκαταλείψει την πατρίδα και την Ελλάδα μας, διότι βρίζουμε τα Θεία, και το όνομα της Υπεραγίας Θεοτόκου, και για άλλα πολλά, πολλά πολλά αμαρτήματα.
Ένα άλλο πράγμα που μου έκαμε εντύπωση από τον Άγιο, ήτανε όταν φανερώθηκε στον μοναχό, πώς φανερώθηκε, πώς ονοματίστηκε. Τι του είπε; Είπε ότι είμαι ο Άγιος Σέργιος; Όχι. Είπε ότι είμαι ο αμαρτωλός Σέργιος, ο αμαρτωλός. Και το τονίζω αυτό, για να δούμε το πόσο πολύ διαφέρουμε όλοι εμείς, οι δήθεν Ορθόδοξοι Χριστιανοί, όταν πηγαίνουμε να εξομολογηθούμε. Όταν δεν πηγαίνουμε, νομίζουμε τον εαυτό μας δίκαιο και Άγιο, και μόνο το φωτοστέφανο μας λείπει απ’ το κεφάλι. Και όταν πηγαίνουμε όμως, πηγαίνουμε χωρίς την πρέπουσα συναίσθηση ότι είμαστε αμαρτωλοί. Με λάθη και πτώσεις. Με αδυναμίες και πάθη. Με πονηριές και κακίες. Με ψευτιές και κατακρίσεις. Με νεύρα και θυμούς. Με διαβολοστέλματα, με κατάρες και λόγια άλλα πολλά πικρά. Και πολλές φορές, με αμαρτίες που κινούνται στο χώρο της επιθυμίας, των αισθήσεων, της γλώσσας και των λογισμών. Πρέπει να στεκόμαστε απέναντι στον οποιοδήποτε εξομολόγο, όσο αμαρτωλός και αν είναι αυτός, εφόσον φοράει πετραχήλι, θα πάμε συντετριμμένοι, και να του πούμε «Πάτερ μου είμαι αμαρτωλός, δεν ξέρω πώς να στο πω, πώς να στο περιγράψω, αλλά νοιώθω βαθιά μέσα στο είναι μου, μέσα στην ψυχή μου, μέσα στην καρδιά μου, μέσα στο στήθος μου ότι είμαι αμαρτωλός. Ντρέπομαι να κοιτάξω τις εικόνες. Ντρέπομαι ακόμα να κοιτάξω και σένα, ντρέπομαι όλους τους συνανθρώπους που με περιβάλλουν. Ντρέπομαι την γυναίκα μου, ντρέπομαι τον άντρα μου, ντρέπομαι τα παιδιά μου, τους ντρέπομαι όλους. Είμαι αμαρτωλός και το νοιώθω αυτό. Πολύ βαθειά μέσα μου, γι’ αυτόν και γι’ αυτόν τον λόγον. Και εξηγεί πέντε λόγους. Φτάνουν οι πέντε λόγοι όταν αυτοί είναι συντετριμμένοι και βγαλμένοι μέσα από την ψυχή μας. Και τότε αμέσως μετά την συγχωρητική ευχή, όπως τουλάχιστον ορισμένοι από σας το ομολογείτε, γίνεται πιο λευκός και από το χιόνι. Πιο λαμπερός και από τον ήλιο. Πιο ελαφρός και από τα πούπουλα. Γίνεται άγγελος και πετά στους ουρανούς. Στην εξομολόγηση λοιπόν, ξεκινάμε πάντοτε από το ότι φταίμε εμείς. Και φταίω μόνον εγώ. Όλα τα κακά ξεκινούν από τις δικές μου παραλείψεις, από τις δικές μου υποχωρήσεις και αδυναμίες. Από τα δικά μου λάθη. Εγώ είμαι αμαρτωλός. Εγώ και μόνον». Δεν λέμε ότι οι άλλοι δεν κάνουν, αλλά δεν εξομολογούμεθα για τους άλλους, εξομολογούμεθα για τον εαυτόν μας. Και αναφέρουμε με συντομία στην εξομολόγηση, τις πέντε αυτές δέκα πτώσεις που έχουμε και έτσι λοιπόν δικαιώνεται ο άνθρωπος συγχωρείται και γίνεται πάλι πραγματικό παιδί του Θεού. Τα παράπονα, οι δικαιολογίες, οι μεταθέσεις της ευθύνης στους άλλους και ότι φταίνε μόνον οι άλλοι και μόνον οι άλλοι, αυτά δεν είναι εξομολόγησις. Όταν όμως, λέω όταν, όταν, υπάρχει χρόνος στον πνευματικό, στον εξομολόγο, χρόνος, τότε ασφαλώς, θα πούμε για τα προβλήματα των παιδιών μας, για κληρονομικά, για αρρώστιες, για τόσα άλλα βάσανα που καταταλαιπωρούν τη ζωή μας, από ανεργίες, από χρέη, από μαγείες, από διαζύγια, από ναρκωτικά και από χίλια δυό άλλα κακά. Βέβαια αυτά μας κάνουν πολλές φορές να αγανακτούμε και να απελπιζόμαστε και να αμαρτάνουμε. Πάντως ο χρόνος, προσέξτε τι λέω, ο χρόνος των ιερέων εξομολόγων είναι πολύ περιορισμένος, γιατί οι εξομολογούμενοι τώρα τελευταία έχουν αυξηθεί πάρα πολύ. Και η υγεία των περισσοτέρων κλονίζεται και βαρύνεται, όπως και η δική μου. Πάντως είναι βεβαιωμένο ότι υπάρχουν αρρώστιες και στεναχώριες, μεγάλες, βαριές και ασήκωτες, που όντως οι χριστιανοί έχουν ανάγκη μεγάλης παρηγοριάς και συμπαραστάσεως. Τα δράματα μερικές φορές είναι τόσο τραγικά, που όντως έχουν ανάγκη μεγάλης κατανοήσεως και φροντίδος και αγάπης. Όταν όμως δεν υπάρχει χρόνος απ’ τον κληρικό, θα πρέπει να δείξουμε κατανόηση και να ριχτούμε στην προσευχή με πολλή νηστεία, ιδιαιτέρως δε προς την Υπεραγία Θεοτόκον, διαβάζοντας προσευχές και παρακλήσεις και αν είναι δυνατόν και όλη τη νύχτα, για να μπορέσουμε να έχουμε την θεϊκή παρηγοριά, εκείνη, που ενώ θέλει ο πνευματικός να μας τη δώσει, δεν μπορεί να μας την προσφέρει γιατί ο χρόνος του είναι λίγος και μηδαμινός.
Χριστιανοί μου, το συμπέρασμα από όσα είπαμε μέχρι αυτή τη στιγμή, είναι
- πρώτον ότι πρέπει να αποκτήσουμε πραγματική αίσθηση ότι είμαστε αμαρτωλοί μέχρι τα κόκαλά μας.
- Δεύτερον με αυτή τη συναίσθηση της αμαρτωλότητος και των δακρύων να εξομολογούμεθα με συντομία εκείνα που μας βαραίνουν και που είναι παραβάσεις του Θείου Νόμου και του Θείου θελήματος. Και
- τρίτον για τις βαριές στεναχώριες της ζωής, όπως και για τα άλλα πολυποίκιλα προβλήματά μας, θα καταφεύγουμε στις προσευχές και στις παρακλήσεις προς την Υπεραγία Θεοτόκο, για βοήθεια, για χάρη, για ευλογία, για την λύση όλων των θλίψεων και όλων των στεναχωριών της ζωής μας.
Σας ανέφερα την προπερασμένη Κυριακή, πως κατάφερε μια μητέρα με τον πατέρα και τα έξι της παιδιά, με τελεία νηστεία για ένα οκταήμερο πως έσωσε το παιδί της …
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου