ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2020

Η τυπολογία του Σταυρού

Jean Daniélou, H Θεολογία του Ιουδιαοχριστιανισμού,
εκδ. Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2018, σελ. 410-422

Ο Σταυρός συνεπώς για τον Ιουδαιοχριστιανισμό δεν είναι απλώς το ξύλο επί του οποίου σταυρώθηκε ο Χριστός. Πρόκειται για μία πνευματική, μυστική και ζώσα πραγματικότητα, που συνοδεύει τον αναστηθέντα Χριστό. Αν μάλιστα επιχειρήσουμε να την ορίσουμε, διαπιστώνουμε ότι σε ορισμένες περιπτώσεις ταυτίζεται με τον ίδιο τον Χριστό, όπως συμβαίνει άλλωστε και στα έργα Πράξεις Ιωάννου και Ευαγγέλιο Πέτρου. Αυτή δεν είναι όμως η συνηθισμένη ερμηνεία. Εξ αρχής ο Ιουδαιοχριστιανισμός αναζήτησε τρόπους για να αφαιρέση την υλική διάσταση του ξύλου του Σταυρού, προκειμένου να του προσδώση ένα βαθύτερο θεολογικό συμβολισμό.
Ο Σταυρός δεν είναι απλώς η αγχόνη, επί της οποίας σταυρώθηκε ο Χριστός, έχει και μία θεολογική διάσταση, η οποία εκφράζει τις σωτηριολογικές του συνέπειες, την «δύναμη» του Πάθους του Χριστού. Σε αυτά τα πλαίσια εντάσσεται η ακόλουθη φράση του Ιουστίνου: «μέγιστον σύμβολον της ισχύος και αρχής αυτού υπάρχει» (Α Ἀπολογ., LV, 2). Εν τούτοις, ο Σταυρός δηλώνει τη σωτηριολογική του διάσταση και εξωτερικά, με το υλικό, το σχήμα του και την θέση του. Έχουμε να κάνουμε με μία θεωρία εξαιρετικά πλούσια και πολύπτυχη αναφορικά με τους διάφορους συμβολισμούς του Σταυρού, οι οποίοι εκφράζουν το κρυμμένο περιεχόμενό του και τη μυστική του δύναμη. Αυτοί οι συμβολισμοί είναι δανεισμένοι είτε από μορφές της Π. Διαθήκης, είτε από συμβολισμούς της φύσεως που συμβάλλουν στην ανάπτυξη σε όλο το εύρος της σωτηριολογικής ιουδαιοχριστιανικής θεολογίας.

Η χρήση της Π. Διαθήκης είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα από μεθοδολογικής απόψεως. Τα Testimonia αυτά καθ' εαυτά δεν απηχούν τον Ιουδαιοχριστιανισμό, καθώς αντιπροσωπεύουν απλώς τη συνέχεια των δύο Διαθηκών με βάση τις προφητείες. Η ιουδαιοχριστιανική θεολογία αποσπά τα Testimonia από το ιστορικό τους πλαίσιο, ενώ προσλαμβάνει από αυτά παραστάσεις για να τους προσδώση μυθικό χαρακτήρα προκειμένου να εκφράση τις θεωρίες της. Πρόκειται για μία προσαρμογή ανάλογη με αυτή που υιοθέτησε ο Φίλων στην Π. Διαθήκη, για να εκφράση μέσω των παραστάσεών της τις δικές του θεωρίες. Η μυθολογική θεώρηση της Π. Διαθήκης χάριν της θεολογίας αποτελεί ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του Ιουδαιοχριστιανισμού, το οποίο εφαρμόζεται κατ' εξοχήν στην περίπτωση του Σταυρού.

Μία πρώτη ομάδα χωρίων αποτελείται από μορφές του Σταυρού που απαντούν στην Π. Διαθήκη και των οποίων η παλαιότητα επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι παρατίθενται και στην Κ. Διαθήκη, όπως συμβαίνει για παράδειγμα με τον χάλκινο όφη που αναφέρεται στο κατά Ιωάννην ευαγγέλιο. Αντίστοιχες προτυπώσεις βρίσκουμε και στα Testimonia του Σταυρού στον ψευδο- Βαρνάβα: «πάλιν Μωϋσής ποιεί τύπον του Ιησού, ότι δει αυτόν παθείν και αυτός ζωοποιήσει ον δόξουσιν απολωλεκέναι εν σημείω, πίπτοντος του Ίσραήλ» (ΧΙΙ, 5). Η ίδια προτύπωση απαντάι σε όλες σχεδόν τις συλλογές, καθώς και στον Διάλογο του Ιουστίνου (XCIV, 3. CXXXI, 4) (1) και στο Adversus Marcionem του Τερτυλιανού (ΙΙΙ, 18. Πρβλ. De Idol., V, 3).

Σε όλες τις περιπτώσεις βρίσκουμε τον Σταυρό να συνδέεται με μία άλλη παράσταση, αυτή με τον Μωϋσή να προσεύχεται με τα χέρια σταυρωμένα, εξασφαλίζοντας την νίκη των Ιουδαίων. Έτσι, όπως το διαπίστωσε ο T. W. Manson, αυτή η εικόνα είναι αντίστοιχη με αυτή του προηγούμενου χωρίου, γι' αυτό μπορούμε να υποθέσουμε ότι αποτελεί μέρος των αποστολικών Testimonia (2). Είναι συμπτωματικό το γεγονός ότι ενώ το ένα περιέχεται στο Ευαγγέλιο, το άλλο δεν συμπεριλήφθηκε σε αυτό. Το βρίσκουμε επίσης στον Βαρνάβα: «λέγειν εις την καρδίαν Μωϋσέως το πνεύμα, ίνα ποιήση τύπον σταυρού και του μέλλοντος πάσχειν» (ΧΙΙ, 2). Υπογραμμίζεται λοιπόν η νικηφόρος αξία του σταυρού. Το ίδιο απαντά και στους Σιβυλλικούς χρησμούς, σε ένα χωρίο όπου απαριθμούνται οι ιδιότητες του σταυρού: «Εσένα ‘ετύπωσε' ο Μωϋσής, όταν άπλωσε τα άγια χέρια του, θριαμβεύων επί του Αμαλήκ χάριν της πίστεως, ώστε να μάθη ο λαός ότι η ‘ράβδος' του Δαβίδ εξελέγη υπό του Θεού Πατρός και ετιμήθη» ( VIII, 250- 253). Ο Ιουστίνος παραθέτει επανειλημμένως το θέμα: «ου γαρ, ότι ούτως ηύχετο Μωϋσής, δια τούτο κρείσσων ο λαός εγίνετο, αλλ' ότι, εν αρχή της μάχης του ονόματος του Ιησού όντος, αυτός το σημείον του σταυρού εποίει» ( XC, 5. Πρβλ. CXI, I. CXII, 2. CXXXI, 4). Το ίδιο παραθέτουν και οι Ειρηναίος ( Επίδειξη, 46), ο Τερτυλλιανός ( Adv. Marc., III, 18), ενώ και ο Κυπριανός παραθέτει το χωρίο στα Testimonia και προσθέτει: «Δια του σημείου του σταυρού νικήθηκε ο Αμαλήκ από τον Ιωσία (= Ιησούς), χάριν στον Μωϋσή» (ΙΙ, 21) (3).

Μαζί με τα χωρία των Testimonia, των σχετικών με το σχήμα του Σταυρού, η παλαιοδιαθηκική συλλογή εμπεριέχει και άλλα. Στον Βαρνάβα παρατίθεται το χωρίο 65, 2 του Ησαΐου: «εξεπέτασα τας χείράς μου όλην την ημέραν προς λαόν απειθούντα» (ΧΙΙ, 4). Η ίδια αναφορά υπάρχει και στον Ειρηναίο ( Dem., 79. PO XII, 792), στον Κυπριανό ( Test., II, 20) και στον Ιουστίνο ( Διαλ., XXIV, 4. CXIV, 2) (4). Διαβάζουμε στις Επιτομές Θεοδότου : «Ο σταυρός του εν Πληρώματι όρου σημείον εστιν· χωρίζει τους απίστους των πιστών, ως εκείνος τον κόσμον του Πληρώματος. Διο και τα σπέρματα ο Ιησούς δια του σημείου επί των ώμων βαστάσας εισάγει εις το Πλήρωμα· ώμοι γαρ του σπέρματος ο Ιησούς λέγεται· κεφαλή δε ο Χριστός. Όθεν είρηται, Ος ουκ αίρει τον σταυρόν αυτού, και ακολουθεί μοι, ουκ έστι μου αδελφός» (42, CS 23, 149- 151). Η προέλευση του θέματος παρατίθεται στο σχόλιο του Ειρηναίου στο αντίστοιχο χωρίο του Ησαΐου (9, 5): «Η δύναμη βρίσκεται επί των ώμων του. Είναι εικόνα που παραπέμπει στον σταυρό επί του οποίου σταυρώθηκαν τα χέρια του. Πράγματι, αυτός ο σταυρός δείχνει τη δύναμή του, καθώς είναι σύμβολο του βασιλείου του» ( Επιδ., 56. Πρβλ. Τερτυλιανός, Adv. Marc., III, 19) (5).

Μία από τις αναπαραστάσεις του Σταυρού είναι οι ορθοστάτες και τα υπέρθυρα των οικιών των Ιουδαίων, επί των οποίων αλειφόταν αίμα αμνού, απομακρύνοντας τον εξολοθρευτή άγγελο κατά την Έξοδο. Αυτή η αναπαράσταση παρατίθεται και από τον Ιουστίνο ( Διαλ., CXI, 3) (6). Αυτό θα αποτελέση αφετηρία για ένα λειτουργικό συμβολισμό, ο οποίος σχετίζεται με τους οίκους των Ιουδαίων. Πράγματι, στην είσοδό τους σχηματιζόταν το σημείο του σταυρού με το αίμα του αμνού, την προτύπωση δηλαδή της ψυχής των χριστιανών, οι οποίοι κατά το Βάπτισμα σημαδεύονταν με το σημείο του σταυρού (7). Πολλοί μάλιστα το συνδέουν και με το ψήσιμο του αμνού σε δύο χιαστί σούβλες: «το γαρ οπτώμενον πρόβατον σχηματιζόμενον ομοίως τω σχήματι του σταυρού οπτάται» ( Διαλ. XL, 3).

Ένας άλλος συμβολισμός του είναι και τα κέρατα, τα οποία ως λέξη δεν περιγράφουν μόνο τα κερατα των ζώων, αλλά και τις δύο οριζόντιες άκρες του σταυρού (8). Έτσι, ο Ιουστίνος διακρίνει στο χωρίο 33, 13-17 του Δευτερονομίου ένα τύπο σταυρού: «μονοκέρωτος γαρ κέρατα ουδενός άλλου πράγματος ή σχήματος έχοι αν τις ειπείν και αποδείξαι, ει μη του τύπου ος τον σταυρόν δείκνυσιν. Όρθιον γαρ το εν εστι ξύλον, αφ' ου εστι το ανώτατον μέρος εις κέρας υπερηρμένον, όταν το άλλο ξύλον προσαρμοσθή, και εκατέρωθεν ως κέρατα τω ενί κέρατι παρεζευγμένα τα άκρα φαίνηται· και το εν τω μέσω πηγνύμενον ως κέρας και αυτό εξέχον εστίν, εφ' ω εποχούνται οι σταυρούμενοι, και βλέπεται ως κέρας και αυτό συν τοις άλλοις κέρασι συνεσχηματισμένον και πεπηγμένον» ( Διαλ. XCI, 2) (9).

Διαπιστώνουμε λοιπόν στο κείμενο, ότι πέρα από τις τέσσερις άκρες του σταυρού, γίνεται αναφορά σε ένα κέρας, το οποίο συμβολίζει την προεξοχή που βρίσκεται έμπροσθεν του σταυρού και αντιστοιχεί στο υποπόδιο, επί του οποίου στηριζόταν ο εκάστοτε εσταυρωμένος. Και ο Τερτυλλιανός αναφέρεται σε αυτήν την λεπτομέρεια ( Ad Nat., I, 12. CSEL, 82). Αλλά και ο Ειρηναίος κάνει λόγο για αυτό το μεσαίο κέρας, in quo requiescat qui clauis affigitur ( Adv. Haer., II, 24, 4) (10). Αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ είναι ότι το Δευτερονόμιο το παρομοιάζει με τη δύναμη του πρωτότοκου ταύρου και του ρινόκερου, παρομοίωση που φαίνεται να υπονοή και ο Ιουστίνος. Συνεπώς, ο Σταυρός αποτελεί εκδήλωση ακαταμάχητης δυνάμεως. Ο Ιουστίνος προλογίζει το εν λόγω χωρίο με τα κάτωθι: «Και γαρ δι' άλλου μηνύων την ισχύ του μυστηρίου του σταυρού» ( XCI, 1), θέμα που απαντά και στον Τερτυλιανό ( Adv. Marc., III, 19) (11).

Σε αυτές τις παρομοιώσεις που έχουν ληφθή από την Π. Διαθήκη και ανάγονται στον Ιουδαιοχριστιανισμό θα προστεθούν και άλλοι συμβολισμοί αντλημένοι από τον κόσμο της φύσεως και την ανθρώπινη ζωή. Ο Ιουστίνος μας παραθέτει ένα ενδιαφέροντα κατάλογο σχετικά με τον συμβολισμό του σταυρού: «μέγιστον σύμβολον της ισχύος και αρχής αυτού υπάρχειν, ως και εκ των υπ' όψιν πιπτόντων δείκνυται· κατανοήσατε γαρ πάντα τα εν τω κόσμω, ει άνευ του σχήματος τούτου διοικείται η κοινωνίαν έχειν δύναται. Θάλασσα γαρ ου τέμνεται, ην μη τούτο το τρόπαιον, ο καλείται ιστίον, εν τη νηΐ σώον μείνη· γη δε ουκ αρούται άνευ αυτού· σκαπανείς δε την εργασίαν ου ποιούνται ουδέ βαναυσουργοί ομοίως ει μη δια το σχήμα τούτο εχόντων εργαλείων. Το δε ανθρώπειον σχήμα ουδενί άλλω των αλόγων ζώων διαφέρει, η τω ορθόν τε είναι και έκτασιν χειρών έχειν και εν τω προσώπω από του μετωπίου τεταμένον τον λεγόμενον μυξωτήρα φέρειν, δι' ου η τε αναπνοή εστι τω ζώω και ουδέν άλλον δείκνυσιν η το σχήμα του σταυρού. Και δια του προφήτου δε ελέχθη ούτως: Πνεύμα προ προσώπου ημών Χριστός Κύριος'. Και τα παρ' υμίν δε σύμβολα την του σχήματος τούτου δύναμιν δηλοί, ίνα αμελώμεν και των τροπαίων, δι' ων αι τε προόδοι υμών πανταχού γίνονται, της αρχής και δυνάμεως τα σημεία εν τούτοις δεικνύντες, ει και μη νοούντες τούτο πράττετε» ( Α Ἀπολ., LV, 1- 6).

Εντάξαμε λοιπόν σε μία πρώιμη εποχή τα δύο θέματα που γνώρισαν ευρεία απήχηση. Ο H. Rahner ανέλυσε το σύμβολο του mat (12), το οποίο θα αναπτυχθή κατά κύριο λόγο από τον Ιππόλυτο (13). Η εικόνα με το άροτρο έχει πλούσιο συμβολισμό και απαντά στον Ειρηναίο ( Κατά αιρέσ., IV, 34, 4), ενώ έγινε αντικείμενο προσφάτων ερευνών (14) και πολλοί το συνέδεσαν με αυτό της «αξίνης». Πράγμτι, ο J. Carcopino ανέδειξε την σπουδαιότητά του για την χριστιανική αρχαιολογία (15). Η αναπαράσταση του όρθιου ανθρώπου με ανοικτά τα χέρια παραπέμπει σε αναπαραστάσεις του Μωϋσή, ενώ ο μετωπιαίος σταυρός στην βιβλική παρομοίωση του μονόκερου (16). Βασίζεται σε ένα χωρίο από το βιβλίο των Θρήνων, το οποίο αποτελούσε μέρος σε παλαιότατα Testimonia. Τέλος, η εικόνα του στρατιωτικού λαβάρου θα γνωρίση μεγάλη απήχηση τον Δ΄ αἰώνα, όταν θα ταυτισθή με το λάβαρο του Μ. Κωνσταντίνου (17). Σημειώνουμε απλώς ότι η εικόνα, που παραπέμπει σε διάφορους συμβολισμούς, δεν είναι ούτε το Τ, ούτε ο ελληνικός σταυρός, αλλά ο αντίστοιχος λατινικός (18).

Οι εικόνες αυτές δεν έχουν τίποτε το ιουδαιοχριστιανικό, ενώ είναι αξιοσημείωτο ότι ο Ιουστίνος τις προβάλλει στην Απολογία του, η οποία απευθύνεται σε ειδωλολάτρες, γεγονός που αποδεικνύει ότι ακόμη και γι' αυτούς δεν ήταν άγνωστο σύμβολο. Μπορεί όμως κάτι τέτοιο να αποκλείη την ιουδαιοχριστιανική καταγωγή του συμβόλου; Η μελέτη των διαφόρων θεματικών φαίνεται να δείχνη μία μεταφορά στο ελληνιστικό περιβάλλον ενός θέματος, που υπήρχε ήδη στον ιουδαιοχριστιανισμό. Όπως σημειώσαμε ήδη το άνοιγμα των χεριών είναι μία κοσμική μεταφορά της προσευχής του Μωϋσή. ’λλωστε, ο ιουδαιοχριστιακός χαρακτήρας του θέματος καταδεικνύεται και από τις Ωδές Σολομώντος. Πράγματι, στην Ωδή ΧΧVII, διαβάζουμε: «’πλωσα τα χέρια μου και αφιερώθηκα στον Κύριο, γιατί το άπλωμα των χεριών μου είναι το σημείο του, η επέκταση του ξύλου, επί του οποίου κρεμάσθηκε καθ' οδόν ο δίκαιος» (1-3).

Το ίδιο φαίνεται να ισχύη και για το άροτρο. Ο Ειρηναίος το συνδέει με τον συμβολισμό του χωρίου του Ησαΐα (2, 3-4), ένα βασικό χωρίο από τα Testimonia. Αλλά και ο Ιουστίνος το παραθέτει επανειλημμένως. Είναι πολύ πιθανόν να το λαμβάνει υπ' όψη του, όταν διακρίνη στο άροτρο μία προτύπωση του σταυρού. Αλλά και οι Ωδές Σολομώντος φαίνεται να κάνουν υπαινιγμό στο θέμα, σε ένα αλλόκοτο χωρίο, όπου ο σταυρός παρομοιάζεται με ένα τροχό, που «θερίζει, κόβει και ξεριζώνει» (ΧΧΧΙΙΙ, 12). Ο Ησαΐας πάλι περιγράφοντας τη λειτουργία του σταυρού με το άροτρο, λέγει ότι: «σκαλίζει την ακαλλιέργητη γη» ( Κατά αιρ., IV, 34, 4).

Από την άλλη, και η «αξίνη» έχει τις βιβλικές της καταβολές. Η αξίνη του Ελισσαίου, η οποία είχε πέσει στο νερό, απ' όπου και αναδύθηκε, αποτελεί μία παλαιά προτύπωση του Σταυρού, η οποία απαντά στον Ιουστίνο ( Διαλ., LXXXVI, 6), ενώ προσλήφθηκε και αναπτύχθηκε από τον Ειρηναίο ( Κατά αιρ., V, 17, 4). Αυτό το χωρίο άλλωστε σχολιάζει την φράση του κατά Ματθαίον ευαγγελίου (3, 10), σχετικά με τον πέλεκυ που βρίσκεται στη ρίζα του δένδρου, σημειώνει ότι «ο Χριστός ομοιάζει με την αξίνη» (ενθ' αν.). Όπως άλλωστε σημειώνει και ο Ιώσηπος, τη στιγμή της εισδοχής κάποιου στην κοινότητα «οι Εσσαίοι λάμβαναν έναν λευκό χιτώνα και ένα ‘αξινάριον'» (19). Είναι ενδιαφέρον να σχετίσουμε αυτό με όσα αναφέρουν τα κείμενα περί Ιωάννου του Βαπτιστού, του οποίου οι σχέσεις με τους Εσσαίους είναι γνωστές. Συνεπώς, αυτό σημαίνει ότι στην κοινότητα των Εσσαίων η αξίνη είχε μία συμβολική σημασία, γι' αυτό δεν πρέπει να το αναγάγουμε, όπως κάνει ο Carcopino, σε κάποια πυθαγόρεια επίδραση (20).

Τα σύμβολα του Σταυρού, που αναφέραμε μέχρι τώρα, σχετίζονται με το σχήμα του. Υπάρχει όμως και μία άλλη ομάδα που τον προτυπώνουν ως προς το υλικό του, οπότε ο συμβολισμός του συνδέεται με αυτόν του ξύλου. Εδώ θα ασχοληθούμε με το ξύλο ως έκφραση της αρετής του Σταυρού. Σημειώνουμε ότι σε αυτό το πλαίσιο το ξύλο συνδέεται με το ύδωρ, καθιστώντας το έτσι λειτουργικό, καθώς το ύδωρ είναι βαπτιστήριο υλικό. Από την άλλη, το ξύλο συμβολίζει την θεία αρετή που δέχθηκε (21). Πρόκειται για την αρετή του Σταυρού, η οποία επενεργεί δια του ύδατος και διαχέει τη δύναμή του για να επιτελούνται θεία έργα. Γι' αυτόν τον λόγο, οι συγγραφείς υπογραμμίζουν ιδιαιτέρως τις περιπτώσεις, κατά τις οποίες το ύδωρ παρουσιάζεται να έχη ιδιαίτερη αποτελεσματικότητα.

Ωστόσο, και σε αυτήν την περίπτωση, είναι η Π. Διαθήκη που προσφέρει μία προώρη συλλογή στα σχετικά Testimonia. Διαβάζουμε στην Επιστολή του Βαρνάβα: «Ζητήσωμεν δε ει εμέλησεν τω Κυρίω προφανερώσαι περί του ύδατος και περί του σταυρού» (ΧΙ, 1). Ως παράδειγμα, επικαλείται το αντίστοιχο χωρίο των Ψαλμών (1,3): «και έσται ως το ξύλον το πεφυτευμένον παρά τας διεξόδους των υδάτων», για να συνεχίση: «Αισθάνεσθε πως το ύδωρ και τον σταυρόν επί το αυτό ώρισεν. Τούτο γαρ λέγει· Μακάριοι οι επί τον Σταυρόν ελπίσαντες κατέβησαν εις το ύδωρ» (ΧΙ, 8). Η ίδια παραπομπή παρατίθεται και από τον Ιουστίνο ( Διαλ., LXXXVI, 4), εν μέσω μιας ομάδας χωρίων από τα Testimonia. Εδώ έχουμε μόνο την σύνδεση του ύδατος με τον Σταυρό, δεν τίθεται το ζήτημα της αρετής του ξύλου που ζωοποεί το ύδωρ, όπως αυτό παρουσιάζεται σε άλλα χωρία.

Ο Ιουστίνος παραθέτει μία συλλογή χωρίων από τα Testimonia σχετικών με το ξύλο: το δένδρο της ζωής του Παραδείσου, η ράβδος του Μωϋσή, που χωρίζει τα ύδατα της Ερυθράς θάλασσας (22), κάνει να αναπηδήση ύδωρ από τον βράχο, γλύκανε τη πικρή γεύση των υδάτων της Μαρρά, οι ράβδοι που πέταξε ο Ιακώβ στις ταΐστρες, η κλίμαξ του Ιακώβ (23), η ράβδος του Ααρών που άνθισε, η ράβδος του Ιεσσαί, η βελανιδιά του Μαμβρή, οι εβδομήντα ιτιές που συναντά ο λαός μετά το πέρασμα από τον Ιορδάνη στις δώδεκα πηγές του, η ράβδος και η βακτηρία που «παρηγόρησαν» τον Δαβίδ στους Ψαλμούς 22, 4, η ράβδος που χρησιμοποιήθηκε για να δείξη τον Ιούδα, η ξύλινη λαβή του τσεκουριού που πετάχθηκε στον Ιορδάνη. Ο Ιουστίνος φαίνεται να ακολουθή το τελευταίο παράδειγμα, όταν αναφέρεται στην «δια ξύλου σταύρωση και δι' ύδατος βάπτιση» (Διαλ., LXXXVI, 1-6) (24). Τέλος, πιο κάτω προσθέτει το ξύλο της κιβωτού και τον κατακλυσμό: «δι' ύδατος και πίστεως και ξύλου, του το μυστήριον του σταυρού έχοντος, ον τρόπον και ο Νώε εν ξύλω διεσώθη εποχούμενος τοις ύδασιν μετά των ιδίων» ( Διαλ., CXXXVIII, 2).

Η ομάδα αυτών των χωρίων χρήζει πολλών παρατηρήσεων. Εν πρώτοις, είναι πρόδηλο ότι αναπαράγει μία αρχαιότερη συλλογή (25), όπως συμβαίνει και με άλλα θέματα, αυτό της «πέτρας» για παράδειγμα. Κατά δεύτερον, πολλά από αυτά τα θέμετα θα αποκτήσουν μεταγενέστερα άλλη σημειολογία: το δένδρο της ζωής προτυπώνει τον ίδιο τον Χριστό, όπως και η βακτηρία του Ιεσσαί (26). Η ράβδος που παρηγορεί συμβολίζει το άγιο Πνεύμα, ενώ η κιβωτός του Νώε την Εκκλησία (27). Συνεπώς, το χαρακτηριστικό εδώ είναι ότι όλα αυτά τα σύμβολα συνδέονται κατά προτίμηση με τον Σταυρό. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνει την εξαιρετική σημασία του, αλλά και το αρχαϊκό στάδιο της θεολογίας του.

’λλωστε, για την πλειονότητα των χωρίων, διαπιστώνουμε να υπογραμμίζεται ότι η αρετή του ξύλου σχετίζεται με το ύδωρ, σχέση που αναδεικνύει ο Ιουστίνος. Αυτό επαληθεύεται με τη ράβδο του Μωϋσή που χωρίζει τα ύδατα, γλυκαίνει τα ύδατα της Μαρρά, κάνει να αναπηδήση ύδωρ από τον βράχο, όπως συμβαίνει και με την Κιβωτό και τον κατακλυσμό, τη ξύλινη λαβή του τσεκουριού στον Ιορδάνη, τις ιτιές και τις πηγές, τις ράβδους και τις βακτηρίες. Όλα αυτά μας στρέφουν στην έρευνα χωρίων που αποτυπώνουν την επενέργεια του Σταυρού με την μορφή ‘ δυνάμεως' κατά το Βάπτισμα. Αυτό που μας ενδιαφέρει εν προκειμένω δεν είναι οι αναπαραστάσεις αυτές καθ' εαυτές, που μπορεί να αμφισβητηθούν, αλλά η ένταξη τους κατ' αναφορά προς την ζωοποιό επενέργεια του Σταυρού. Αυτή η θεώρηση μας φαίνεται ιουδαιοχριστιανική.

Επ' αυτού έχουμε αρκετά παραδείγματα. Έτσι, στις ιουδαιοχριστιανικές Ωδές Σολομώντος, στην εξύμνηση του Σταυρού, βρίσκουμε ένα χωρίο που επαναλαμβάνει τα θέματα του Ιουστίνου: «'Σημα' έκτοτε για όλους τους ανθρώπους, το ξύλον θα είναι η ‘επίσημος σφραγίς' για τους πιστούς το ποθητό κέρας, η ζωή των ευσεβών, το σκάνδαλον του κόσμου, η σιδηρά ράβδος που θα ποιμάνη και θα κυριαρχήση» (28) (VIII, 244- 247). Ακολούθως, στο κείμενο γίνεται λόγος για τη ράβδο του Δαβίδ ( VIII, 254). Σημειώνουμε τις αρετές του Σταυρού, ο οποίος ζωοποιεί και φωτίζει, επενεργεί κυρίως κατά το βάπτισμα (φωτίζον) δια των πηγών του, που είναι οι δώδεκα απόστολοι. Παρατηρούμε μάλιστα μία νέα πτυχή του θέματος, αυτό της σιδηράς ράβδου, που προέρχεται από την Αποκάλυψη Ιωάννου (2, 27. 12, 5).

Τα γνωστικά έργα μας παραθέτουν και άλλες αναπαραστάσεις του Σταυρού, δανεισμένες αναμφισβήτητα από ιουδαιοχριστιανικά Testimonia. Το πρώτο χωρίο είναι αυτό που αναφέρεται στο φτυάρι (πτύον) (Λουκ., 3, 17). Ο Ειρηναίος, παρουσιάζοντας συνοπτικά τον γνωστικισμό του Βαλεντίνου, γράφει ότι γι' αυτόν «Πτύον γαρ εκείνον τον Σταυρόν ερμηνεύουσιν είναι, ον δε και αναλίσκειν τα υλικά πάντα, ως άχυρα πυρ· καθαίρειν γαρ τους σωζωμένους, ως το πτύον τον σίτον» (Κατά αιρ., Ι, 3, 5). ’λλωστε, ο Ηρακλείων στο μαστίγιο, με το οποίο εκδιώκονται οι πωλητές στον Ναό, διακρίνει τις ζώνες ‘ που είναι η δύναμις του αγίου Πνεύματος' και το ξύλο που είναι «τύπος του Σταυρού. Με αυτό το ξύλο καταλύονται και εκδιώκονται οι πωλητές και η κακία του κόσμου' (Αποσπ. 13. Brooke, σελ. 69). Είναι πολύ χαρακτηριστική η σχέση του Σταυρού και της πνευματικής δυνάμεως.

Ένα ανάλογο θέμα έχουμε σε ένα σκοτεινό χωρίο του Ιγνατίου Αντιοχείας: «ως όντες λίθοι ναού πατρός, ητοιμασμένοι ως οικοδομή του Πατρός αναφερόμενοι εις τα ύψη δια της μηχανής Ιησού Χριστού, ος εστιν σταυρός, σχοινίω χρώμενοι τω Πνεύματι τω αγίω» ( Εφεσ., ΙΧ, 1). Κι εδώ ο Σταυρός συνδέεται με τη δύναμη του αγίου Πνεύματος: η μηχανή και το σχοινίο είναι δύο δυνάμεις του Θεού, οι οποίες εξυψώνουν τους πιστούς. Πρόκειται γία μία πρωτότυπη ανάλυση του θέματος σε ειδωλολατρικούς κύκλους. Το σημείο όμως αφετηρίας είναι ο ιουδαιοχριστιανικός συμβολισμός του Σταυρού ως αποτελεσματικής δυνάμεως (29). Είναι άστοχη η παρατήρηση του P. Lebreton ότι «χωρίς το άγιο Πνεύμα, ο Σταυρός δεν είναι παρά μία αδρανής μηχανή, όρθια ενώπιόν μας, χωρίς σύνδεση με τις ψυχές μας» (30).

Υποσημειώσεις

(1) Πρβλ. επίσης CXII, 1.

(2) «The Argument from Prophecy», JTS 45 (1945), 135.

(3) Βλ. Sacramentum futuri, 144-147.

(4) Πρβλ. επίσης Ιππολυτος, Ben. Moϊse, PO XXVII, 165, όπου προσθέτει το χωρίο του Δευτερονομίου (33,12): «πάντες οι ηγιασμένοι υπό τας χείράς σου·». Πρβλ. επίσης col. 142. Παρόμοια και στο έργο του Ben. Isaac, 16, προσθέτει το χωρίο από την Γένεση: «αι χείρές σου επί νώτου των εχθρών σου ·», προφανή υπαινιγμό στην νίκη του Χριστού επί των Δυνάμεων κατά την σταύρωσή του.

(5) Πρβλ. επίσης Ιππολυτος, Ben. Moϊse, PO XXVII, 165, όπου προσθέτει το χωρίο του Δευτερονομίου (33,12): «πάντες οι ηγιασμένοι υπό τας χείράς σου·».

(6) Πρβλ. επίσης Ιππολυτος, Ben. Moϊse, PO XXVII, 191. Η μορφή που περιγράφεται είναι ενός διπλού ταυ (ΤΤ). Ο Slyberger υπενθυμίζει ότι ορισμένοι σταυροί κατασκευάζονταν με ένα δοκάρι που στηριζόταν σε δύο όρθιους στόλους («Le symbole de la croix», Byzantion 2 (1925), 364-365.

(7) Βλ. Bible et Liturgie, 219-227.

(8) H. Rahner, Griechische Mythen in cristlicher Deutung, Zurich, 1945, 415.

(9) Πρβλ. CV, 2. Οι Σιβυλλικοι χρησμοί ( VIII, 245) ονομάζουν τον Σταυρό «ποθούμενον κέρας». Ο Ιππόλυτος επαναλαμβάνει την ανάλυση του Ιουστίνου (Ben. Mo ϊ se, 173-174), όπως άλλωστε και ο Απολλινάριος Ιεραπόλεως ( Routh, Rel. Sacr. I, 161).

(10) Αυτή η μορφή Σταυρού είναι μάλλον αντίστοιχη με αυτήν (+) που έχει ο Σταυρός της κατακόμβης του αγίου Καλλίστου. Βλ. M. Sulzberger, «Le symbolisme de la croix», Byzantion 2 (1925), 383.

(11) Βλ. τη σχέση του χωρίου του Δευτερονομίου 33, 17 με τους Ναασηνούς, όπως παρατίθεται στον Έλεγχο του Ιππολύτου ΙΧ, 9.

(12) «Das Kreus als Mastbaum und Antenne», ZTK 75 (1953), 129-173.

(13) De Antichristo, 4. GCS, 7.

(14) J. Daniélou, «La charrue figure de la croix», RSR 42 (1954), 193-204. L. Doignon, «Le salut par le feu et le bois chez Irénée», RSR (1955), 535-545. Στα κείμενα που παραθέτω στο άρθρο μου πρέπει να προστεθή και το έργο του Ιππολυτου, Ben. Isaac, PO, XXVII, 90-91.

(15) J. Carcopino, Le mystère d'un symbole chrétien, Paris 1955, 69-76.

(16) Συνδυασμό των δύο θεμάτων έχουμε στην αναπαράσταση επί του τάφου της Viale Manzoni. Βλ. J. Carcopino, De Pythagore aux Apôtres, 94.

(17) Le Physiologos 42, ( Pitra. Spic. Solem., III, 364) προσθέτει τις ακτίδες του ήλιου, τα κέρα της σελήνης και τα ανοιχτά φτερά των πουλιών. Το τελευταίο απαντά στον Τερτυλλιανό, De orat., XXIX, 4, αλλά και στον Ιππολυτο, De Antichr., 61.GCS, 42.

(18) M. Sulzberger, «Le symbole de la croix», Byzantion 2 (1925), 356.

(19) Bell. Jud., II, 8 7.

(20) ενθ ' αν., σ. 55.

(21) P. Ludberg, Typologie baptismale, 167-228.

(2 2 ) Πρβλ. Διαλ., CXXXVIII,2.

(23) «Η κλίμαξ είναι τύπος του σταυρού. Δια του σταυρού θα ανέλθουν στους ουρανούς όσοι πιστεύουν σε αυτόν» ( Ειρηναιος, Dem., 45. PO, XII, 778). Πρβλ. επίσης ψευδο-Ιππόλυτος, Ομ. εις Πάσχ., LI  ; 8. SC 117. P. Ludberg, Typologie baptismale, 192-197.

(24) Η κλίμαξ του Ιακώβ, η ράβδος και η βακτηρία του ψαλμικού χωρίου 22, 4 σχετίζονται μεταξύ τους στον Ζήνωνα Βερονας, Tract., II, 13, 3. PL XI, 431. Tract., II, 14, 3. PL XI, 438 A - B.

(25) Ο ίδιος κατάλογος απαντά και στον Τερτυλλιανό, Adv. Jud., XIII, 11-19. Η σύγκριση με το δένδρο της ζωής διατυπώνεται από τον Ιγνάτιο Αντιοχείας, Τραλλ. XI, 2.

(26) Θα πρέπει να υποθέσουμε την ύπαρξη μιας συλλογής χωρίων στην οποία ο όρος «ράβδος» περιέγραφε τον Χριστό και όχι τον Σταυρό. Ο Ιουστίνος τον συγκαταλέγει στις ονομασίες του Χριστού (Διαλ., CXXVI, 1). Ο Ειρηναίος ανάγει τη ράβδο του Μωϋσή, το βασιλικό σκήπτρο και την βέργα του Ιεσσαί σε προτυπώσεις της ενσαρκώσεως ( Dem., 59. PO XII, 785).

(27) Sacrement futuri, 80-85.

(28) Να σημειώσουμε ότι η λέξη «επίσημος» στα ελληνικά αντιστοιχεί στον αριθμό 6, ο οποίος είχε ως αντίστοιχό του το γράμμα waw, το οποίο συμβόλιζε τον Χριστό ( A. Dupont - Sommer, La doctrine gnostique de la letter waw, 51-68), ενώ ο Ιερώνυμος το θεωρούσε ως προτύπωση του Σταυρού («De Μοnogrammate», Rev. Ben., 20 (1903), 226-237.

(29) H. Schlier, Untersuchungen, 122-123.

(30) Histoire du dogme de la Trinité, II, 327. Το θέμα επαναλαμβάνεται στον Ιππολυτο, Antichr. 59. GCS, 50.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου