ΚΥΡΙΑΚΗ Θ΄ ΛΟΥΚΑ – 17 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2019
(Λκ. ιβ΄ 16-21)
Θέλοντας ὁ Κύριος νά δείξει πόσο ὀλέθριο εἶναι τό πάθος τῆς πλεονεξίας εἶπε τήν παρακάτω Παραβολή: Κάποιου πλουσίου ἀνθρώπου τά ἐκτεταμένα χωράφια ἀπέδωσαν πλούσια παραγωγή. Κι ἀντί ὁ πλούσιος αὐτός νά χαρεῖ καί νά εὐχαριστήσει τό Θεό γιά τήν πλούσια σοδειά, κυριεύθηκε ἀπό ἔγνοιες καί συλλογισμούς: Τί νά κάνω; Ποῦ νά μαζέψω τούς καρπούς πού μού περισσεύουν; Ἔχασε τήν εἰρήνη του, ἔχασε καί τόν ὕπνο του. Ἐπιτέλους κάποτε βρῆκε τή λύση: Αὐτό θά κάνω! Θά γκρεμίσω τίς ἀποθῆκες μου καί θά οἰκοδομήσω μεγαλύτερες. Καί θά μαζέψω ἐκεῖ ὅλα τά ἀγαθά μου. Κι ὕστερα θά πῶ στήν ψυχή μου: Ψυχή, ἔχεις πολλά ἀγαθά καί σοῦ φθάνουν γιά πολλά χρόνια. Μή σκοτίζεσαι πλέον γιά τίποτε. Τώρα πλέον ἦρθε ἡ ὥρα νά χαρεῖς μέ φαγοπότια καί διασκεδάσεις.
Ὁ δύστυχος! Νόμιζε ὅτι θά εὐτυχήσει μέ τά πλούτη! Δέν μποροῦσε νά καταλάβει ὅτι αὐτά δέν κάνουν τόν ἄνθρωπο εὐτυχισμένο. Ἄλλωστε ὁ ἴδιος ζοῦσε τή δυστυχία καί μόνο μέ τή σκέψη τῶν πολλῶν ἀγαθῶν, πρίν ἀκόμη τά συγκεντρώσει καί τά ἀποθηκεύσει. Δέν μποροῦσε νά χαρεῖ τίποτε, διότι ἡ πλεονεξία του τόν ταλαιπωροῦσε καί τόν βασάνιζε. Ἤθελε νά κρατήσει ὅλους τούς καρπούς γιά τόν ἑαυτό του. Κι ἐπειδή δέν μποροῦσε νά τό κατορθώσει αὐτό, βυθιζόταν σέ ἐναγώνιες σκέψεις. Θά μποροῦσε βέβαια νά γίνει εὐτυχισμένος, ἐάν ἔπαιρνε μία γενναία ἀπόφαση. Νά δωρίσει τά ἀγαθά πού τοῦ περίσσευαν στούς φτωχούς, νά χορτάσει τά πεινασμένα τους στόματα, καί νά εὐχαριστήσει τό Θεό πού τοῦ δώρισε μία τέτοια εὐφορία καί δυνατότητα φιλανθρωπίας. Ἀλλά ἐπειδή σκοτίσθηκε ἀπό τήν πλεονεξία κατάντησε δυστυχισμένος κι ἄρρωστος.
Τί κερδίζουμε λοιπόν ἀπό τήν προσκόλληση στά περιττά ἀγαθά μας; Ἀνάπαυση δέν κερδίζουμε. Ἀνήσυχες καί βασανιστικές φροντίδες μᾶς αἰχμαλωτίζουν. Ὅσο περισσότερα ἀποκτοῦμε, τόσο περισσότερο βυθιζόμαστε σέ συλλογισμούς καί ἀνησυχίες: πῶς θά διατηρήσουμε αὐτά πού ἀποκτήσαμε, πῶς θά προσθέσουμε κι ἄλλα. Καί συμβαίνει νά χάνουμε συχνά καί τόν ὕπνο μας μέ τίς ἐναγώνιες σκέψεις μας. Τά θέλουμε ὅλα δικά μας γιά νά τά ἀπολαμβάνουμε μόνο ἐμεῖς, νομίζοντας ὅτι ὅσα ἔχουμε εἶναι ὅλα δικά μας.
Καί πολύ περισσότερο δέν θέλουμε νά καταλάβουμε ὅτι ἡ ψυχή μας δέν χορταίνει μέ τά ὑλικά ἀγαθά. Ἡ ψυχή ὡς πνευματική ὀντότητα ζεῖ καί εὐτυχεῖ μόνο μέ οὐράνια, πνευματικά ἀγαθά. Ἡ ἀφθονία τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, τῶν φαγητῶν, τῶν διασκεδάσεων δέν μᾶς κάνουν εὐτυχισμένους. Κι ἔπειτα στή ζωή ὑπάρχουν προβλήματα πού δέν λύνονται μέ τό χρῆμα, ἀρρώστιες καί θλίψεις, πειρασμοί καί ἐντάσεις, οἰκογενειακά καί ἄλλα προβλήματα πού ἀφαιροῦν συχνά κάθε χαρά καί εἰρήνη. Μή γελιόμαστε λοιπόν. Ἄς συνειδητοποιήσουμε ὅτι τά ἀγαθά πού δίνουν ἀνάπαυση καί εὐτυχία προέρχονται ἀπό τόν οὐρανό κι ἐκεῖ καταλήγουν. Αὐτά νά ἀναζητοῦμε κι αὐτά νά ἐπιδιώκουμε.
Τά πράγματα δέν ἐξελίχθηκαν ὅπως περίμενε ὁ πλούσιος. Πρίν ἀκόμη προφθάσει νά πεῖ στήν ψυχή του τά ὅσα σχεδίαζε, τοῦ μίλησε πρῶτα ὁ Θεός: Ἄμυαλε ἄνθρωπε! Τή νύχτα αὐτή, πού τήν ὀνειρευόσουν ὡς νύχτα εὐτυχίας, ἀπαίσιοι δαίμονες ζητοῦν νά πάρουν τήν ψυχή σου, σέ λίγο θά πεθάνεις. Κι ὅλα αὐτά ποῦ ἀποθήκευσες, σέ ποιόν θά ἀνήκουν; Κι ὁ Κύριος ἔκλεισε τήν Παραβολή λέγοντας: Τέτοιο τέλος θά ἔχει κι ὅποιος μαζεύει μόνο γιά τόν ἑαυτό του τά ὑλικά ἀγαθά καί δέν ἀποταμιεύει θησαυρούς στόν οὐρανό μέ τά ἔργα τῆς ἀγάπης. Θά καταλήξει τήν τελευταία μέρα ἤ νύχτα τῆς ζωῆς του στήν αἰώνια νύχτα τῆς κολάσεως.
Ἀλήθεια· ἔχουμε σκεφθεῖ ἐμεῖς ποτέ πῶς θά εἶναι τό δικό μας τέλος, ἡ δική μας τελευταία μέρα ἤ νύχτα; Ἡ νύχτα αὐτή τοῦ πλουσίου τῆς Παραβολῆς ἦταν ἡ πιό ἐφιαλτική καί ἀποτρόπαιη νύχτα τῆς ζωῆς του. Ἦταν ἡ νύχτα τήν ὁποία ὀνειρευόταν ὡς νύχτα εὐτυχίας, καί τήν περίμενε μέ τή βεβαιότητα ὅτι θά ἄρχιζε νά ἀπολαμβάνει γιά πολλά χρόνια ἀκόμη τά πλούτη του. Ἐκείνη ἡ νύχτα ὅμως ἔγινε γι’ αὐτόν νύχτα ἀγωνίας καί τρόμου. Μία νύχτα ἀτελείωτη καί φρικτή.
Διότι ὅσοι εἶναι προσκολλημένοι στά ὑλικά ἀγαθά, τήν ὥρα τοῦ θανάτου τους εἰσέρχονται σέ μία νύχτα φοβερή καί ἀτελείωτη. Ἐγκαταλείπουν πίσω τους ὅλα ἐκεῖνα γιά τά ὁποία μόχθησαν καί μέ πολλές ἀγωνιώδεις φροντίδες συγκέντρωσαν καί ἀπέρχονται πάμφτωχοι, ἄδειοι ἀπό καλά ἔργα κι ἀπ’ τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Σκοτάδι ἀπογνώσεως ἁπλώνεται γύρω τους καθώς παραλαμβάνουν τήν ψυχή τους οἱ σκοτεινοί δαίμονες.
Γιά τούς δικαίους ὅμως, γιά τούς ἐλεήμονες καί φιλάνθρωπους, ἡ τελευταία μέρα ἤ νύχτα εἶναι ἡ ὡραιότερη ἀνατολή μίας ἡμέρας ἀτελεύτητης καί ἄδυτης. Εἶναι ἡ εἴσοδος στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς ἄραγε πῶς θά βρεθοῦμε τήν τελευταία μας ὥρα; Εἶναι φοβερό νά ἔχουμε τήν κατάληξη τοῦ πλουσίου τῆς Παραβολῆς. Γι’ αὐτό ἄς καταπολεμοῦμε κάθε πλεονεξία, κι ἄς ἀποταμιεύουμε τά ἀγαθά μας στίς ἀποθῆκες τοῦ οὐρανοῦ, μοιράζοντας τα στούς πεινασμένους καί ἐνδεεῖς. Γιά νά μήν παραλάβουν τήν ψυχή μας οἱ ἀπαίσιοι δαίμονες ἀλλά οἱ ἀγαθοί ἄγγελοι καί νά τήν ὁδηγήσουν στήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ.
π. Μ.Γ
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου