Ποιός εἶναι ἐκεῖνος πού βρίσκεται μπροστά σας χωρίς νά τόν βλέπετε;
Ομιλία στον εκ γενετής τυφλό
Ομιλία στον εκ γενετής τυφλό
Αστερίου Επισκόπου Αμασείας
Μόλις ακούσαμε τον υιό της βροντής, τον Ιωάννη, ή μάλλον το Άγιον Πνεύμα που από ψαρά και χειροτέχνη τον έκαμε συγγραφέα και κήρυκα πραγματικά θείων και υψηλών υποθέσεων, να μας εκθέτει το θαύμα της σωματικής και πνευματικής αναβλέψεως του εκ γενετής τυφλού. Στο προηγούμενο κεφάλαιο ανέλυσε την πολλή και εκτεταμένη διάλεξη του Κυρίου, με την οποία καθοδηγούσε τον απειθή και δύστροπο εβραϊκό λαό στην θεογνωσία του Πατρός και του Υιού, απομακρύνοντας το νου τους από την έννοια του μονοθεϊσμού· τους άνοιγε την πόρτα για να περάσουν από την νομική παράδοση στη χάρη, οδηγώντας τους ομαλά από την Παλαιά στην Καινή Διαθήκη, όπως κάποτε από τήν έρημο προς την πλούσια και εύφορη γη.
Αλλά αν και φανέρωνε ποικιλοτρόπως και την ιδική του προΰπαρξη, ότι δηλαδή υπάρχει προαιωνίως και βρίσκεται πάντοτε σε συνάφεια με τον Πατέρα, και φώναζε με σαφήνεια στα αυτιά των κωφών: «Πριν Αβραάμ γενέσθαι εγώ ειμί», εκείνοι δεν αντελήφθησαν τη δύναμη του λόγου, ούτε εκείνο, το οποίο δεν παραδέχθηκαν· το ήλεγξαν με κάποια επιστημονική αντίρρηση αλλά αντί των λόγων πήραν τις πέτρες και ενώ βρίσκονταν ακόμη μακρυά από το σταυρό, γύμναζαν τα φονικά τους χέρια για τη δολοφονία. Εκείνος όμως που πάντοτε προτιμούσε τη μακροθυμία μπροστά στον υβριστή και βλάσφημο λαό, απέφυγε την οργή και την οχλαγωγία τους· απέδρασε, όχι όμως με τρόπο ταπεινό, αλλά θεϊκό· στάθηκε μεταξύ τους, τόσο κοντά ώστε να τον φθάνουν με τα χέρια τους, αλλά δεν τον έβλεπαν, και ενώ άγγιζε τους εξοργισμένους, δεν φαινόταν. Είχαν μείνει τότε εμβρόντητοι, φονεύοντας με την προαίρεση, χωρίς όμως να βρίσκουν τρόπο να εκτονώσουν την οργή τους, όμοιοι με τους άπειρους κυνηγούς, οι οποίοι, εάν φοβίσουν και διώξουν το κυνήγι παράκαιρα και το ελάφι βρει διέξοδο σε κάποιο δάσος και διαφύγει κρυφά, περιπλανώνται χωρίς λόγο στην κοιλάδα περιφέροντας τα δίκτυα ασκόπως, τραβώντας μαζί τους και τα σκυλιά ματαίως. Εγώ δε, αν και κατά τα άλλα είμαι αχρείος, δεν λησμόνησα πως είμαι δούλος και οφείλω να εξεγερθώ κατά των υβριστών υποστηρίζοντας το Δεσπότη μου. Γι’ αυτό και θα φωνάξω στους Εβραίους σαν να είναι σήμερα παρόντες και έχουν καταληφθεί από μανία: Λιθοβολείτε, ελεεινοί, τον Ευεργέτη; Και ποιός σας ξεδίψασε κάποτε από μία πέτρα; Πετάτε λίθους σ’ αυτόν που νομοθέτησε τη ζωή σας με τις λίθινες πλάκες; Στο λίθο τον εκλεκτό και πολύτιμο που προφήτευσε ο Ησαΐας; Στο λίθο το νοητό που αποσχίσθηκε από τον απότομο βράχο χωρίς ανθρώπινο χέρι, όπως ο θεσπέσιος Δανιήλ σας δίδαξε; Λιθοβολείτε το «λίθον τον ακρογωνιαίον», ο οποίος συνένωσε τους δύο τοίχους, της Καινής και της Παλαιάς Διαθήκης; Και αν εσείς δεν πιστέψετε, «δυνατός ο Θεός εκ των λίθων τούτων εγείραι τέκνα τω Αβραάμ» δηλαδή να συνάξει στο Χριστό λαό περιούσιο, τους απερίτμητους εθνικούς. Αυτή την επαγγελία δέχθηκε και ο Αβραάμ, όταν ο Θεός του είπε ότι «ευλογηθήσονται εν σοι πάντα τα έθνη»· διότι βλέποντας ο Θεός με την άγνωστη σε μας πρόγνωσή του το μέλλον, χάρισε στον αρχηγό της πίστεως ως τέκνα όλους εκείνους που επρόκειτο στο μέλλον να πιστέψουν. Επειδή προέβλεπε την επανάσταση των Εβραίων, αλλά και τους λίθους έβλεπε, που θα σήκωναν εναντίον του τα ψευδώνυμα τέκνα του, τα είχε συμπεριλάβει στους αποκηρυγμένους. Και επειδή κηρύττοντάς τους την αλήθεια, δεν τους έπειθε να ευσεβούν, ενώ ήταν παρών, κρύφτηκε και καθώς τον έβλεπαν, εξαφανίσθηκε, ώστε με αυτή τη θαυματουργία του να τους κάνει να δεχτούν ότι πράγματι ήταν ο Χριστός και Θεός από τον Αβραάμ παλαιότερος.
Ακούστε, λοιπόν, λέγω, τυφλοί αληθώς και ανόητοι. Ποιός είναι αυτός που βρίσκεται μπροστά σας χωρίς να βλέπεται; μήπως είναι εκείνος που μιλούσε στο Μωυσή χωρίς να φαίνεται; Επειδή και τότε φαινόταν φωτιά και βάτος, άφωνα και τα δύο· αλλ’ όμως και φωνή ακουόταν και λόγια διδακτικά, και το μέλλον με ακρίβεια προφητεύετο. Όποιος διαθέτει νου πρέπει από τη συγγένεια των γεγονότων να αναγνωρίσει το πρόσωπο.
Έτσι παραλογίζονταν οι ανόητοι Εβραίοι, και ο Κύριος και Σωτήρας μας σαν κάποιος ιατρός σοφός και επιμελής, αφού το πάθος δεν υποχώρησε με τη πρώτη επέμβαση, μεταχειρίζεται άλλο τρόπο θεραπείας. Θέλει να θεραπεύσει τους διανοητικά τυφλούς διά μέσου ενός σωματικά τυφλού που έτυχε να βρίσκεται εκεί, ο οποίος δεν τυφλώθηκε από κάποια αρρώστια, αλλά από λάθος της φύσεως είχε έλθει έτσι στη ζωή.
Βλέποντας, λοιπόν, αυτόν τον άνθρωπο στάθηκε, έτοιμος να τον θεραπεύσει με τρόπο που ξεπερνά την ανθρώπινη λογική και τέχνη. Επειδή η ιατρική και η θεραπευτική της ασχολείται με τα νοσήματα εκείνα τα οποία παρουσιάζονται, όταν ήδη η φύση έχει φέρει στο φως έναν άρτιο οργανισμό. Δεν ασχολείται όμως με τη θεραπεία μιας σωματικής βλάβης η οποία έχει γεννηθεί μαζί με τον άνθρωπο, αλλά ούτε και όλα τα νοσήματα που συμβαίνουν αργότερα μπορεί να θεραπεύσει. Το μαρτυρούν αυτό οι ακρωτηριασμένοι άνθρωποι, των οποίων κανένας ιατρός επανόρθωσε τη στέρηση των μελών, γι’ αυτό ακριβώς και οι μαθητές συμπονώντας για το πάθημα και βλέποντας έναν άνθρωπο που δεν είχε δοκιμάσει τη μεγαλύτερη απ’ όλες απόλαυση του φωτός, προσπαθούσαν να ανακαλύψουν την αίτια της κακώσεως αυτής.
Ρώτησαν λοιπόν τον Κύριο με απλότητα, για να μάθουν εάν από δική του αμαρτία ή από ευθύνη των γονέων του ήλθε έτσι στη ζωή. Και τα δύο όμως σκέλη της ερωτήσεως έχουν κάτι λανθασμένο· διότι δεν θα κατακρινόταν εξαιτίας των γονέων του, αφού ο Θεός δεν τιμωρεί άλλον αντί άλλου· ούτε βέβαια πλήρωνε για δικά του αμαρτήματα, αφού γεννήθηκε έτσι τυφλός· επειδή κανείς δεν αμαρτάνει πριν από τη γέννηση. Η ερώτηση λοιπόν δεν ήταν τόσο επιτυχής· να δούμε όμως πώς αποκρίθηκε η Αλήθεια, ο Κύριος μας, στην ερώτηση. Αυτό το πάθος, μαθητές μου, λέγει, δεν προήλθε από αμαρτίες, αλλά αποτελεί ετοιμασία μελλοντικής οικονομίας, ώστε αυτός που θεωρείται κοινός άνθρωπος να ενεργήσει υπεράνθρωπα και ο Κτίστης των όλων, μετά την πρώτη να βρει αφορμή για νέα δημιουργία· έτσι από το μερικό να επιβεβαιώσει το γενικό και ο σκληρός και δύστροπος λαός να πεισθεί να τον προσκυνά αντί να τον πετροβολά.
Ας φωτισθούν λοιπόν τα μάτια που δεν βλέπουν, για να λάμψει στις ψυχές των ασύνετων ο ήλιος της δικαιοσύνης. Ας γίνει αυτό το παράδοξο, να πλασθούν οφθαλμοί, για να μάθουν οι επαναστάτες ότι ο λεγόμενος υιός του Ιωσήφ, εάν πράγματι είχε πατέρα τον ξυλουργό. Θα μπορούσε μεν να διορθώσει ένα σπασμένο σκαμνί ή να κολλήσει τα ξύλα που έχασαν την επαφή τους ή να στερεώσει κάποια σπασμένη δοκό, αλλά δεν θα μπορούσε να φτιάξει ένα μέλος ανθρώπου και μάλιστα το ομορφότερο, το μάτι, το οποίο δημιουργείται από τη φύση με τον πιο προσεκτικό και πολύπλοκο τρόπο. Κανένας άλλος δεν μπορούσε να το κάνει εκτός από αυτόν που έχει εξαρχής την εξουσία πάνω στη φύση. Και εάν κάποιος θελήσει να ερευνήσει με προσοχή τα ανθρώπινα μέλη, ιδιαιτέρως σ’ αυτό το μέρος του σώματος θα διαπιστώσει την παντοδύναμη και ποικίλη σοφία του Θεού, ο οποίος τίμησε τη μικρή περιοχή που καταλαμβάνει αυτό το μέλος επιδεικνύοντας τόσο μεγάλη τέχνη. Διότι από όλα τα άλλα, αυτό το μέλος περισσότερο το διακρίνει μία χάρη και είναι απαλότατο και άσαρκο, θα έλεγε κανείς, συνδυάζοντας το τρυφερό με το στερεό και το μαλακό με το σκληρό. Είναι διανθισμένο και με διάφορα χρώματα. Το κέντρο του είναι ζωγραφισμένο μαύρο· διασπά όμως τη μονοχρωμία ένας συνδυασμός από ποικιλόχρωμους ομόκεντρους κύκλους που το περιβάλλει ώστε το κεντρικό τμήμα έχει και το βαθύτερο χρώμα, ενώ η περιφέρεια προχωρεί βαθμιαία προς μία ξανθότερη απόχρωση. Αυτούς τους κύκλους τους περιβάλλει ένας χιτώνας χρώματος λευκού γυαλιστερός και λαμπερός, που έχει όμως και κάτι για να μειώνει τη λευκότητα, μοιάζει δε με κρύσταλλο καθαρό. Το κόκκινο βρίσκεται στην άκρη, εκεί που αναβλύζει το δάκρυ, ώστε να δίνει χάρη στο λευκό και στο μαύρο. Επίσης, είναι εσωτερικά τόσο λείος και διαφανής και ομοιογενής ως προς την πυκνότητα, ώστε να δημιουργεί είδωλα των μορφών που βρίσκονται εμπρός του και να αποτυπώνει σαν ακριβής καθρέπτης τα χαρακτηριστικά των συνομιλητών. Γι’ αυτό και ο κεντρικός κύκλος ονομάζεται κόρη, αφού στο μάτι που βλέπει τον απέναντί του σχηματίζεται ανθρωπινή μορφή. Όπως δεν είναι δυνατόν σ’ αυτόν που βλέπει σε καθρέπτη να μην δει μέσα στο υλικό τα δικά του χαρακτηριστικά, έτσι και σ’ εκείνον που βλέπει κατά πρόσωπο έναν άνθρωπο είναι αδύνατον να μη σχηματίσει στο μάτι τη μορφή του. Οι άνθρωποι λοιπόν καθώς βλέπονται μεταξύ τους γίνονται ο ένας καθρέπτης του άλλου.
Αξιοθαύμαστο κτίσμα λοιπόν το μάτι· αυτό μου αποκαλύπτει το Θεό, εξετάζοντας με ακρίβεια όλη την κτίση και υποδεικνύοντας από τα έργα τον τεχνίτη. Αυτό από τα ορατά εξηγεί τα αόρατα. Με αυτό γνώρισα τον ήλιο και έμαθα τη διακόσμηση του ουρανού, ζωγράφισα την ομορφιά των αστέρων, την υπόσταση της γης, τη φύση της θάλασσας· των σπόρων τη διαφορά, των φυτών την ποικιλία και των χρωμάτων τη διαφορετική χροιά· του σκότους την κατήφεια και του φωτός τήν λαμπρότητα, και όλα γενικώς όσα ο Θεός έκτισε επαινώντας τα ως «καλά λίαν». Ώστε, εάν δεν υπήρχε το μάτι, η κτίση θα γήρασκε χωρίς να έχει αυτόπτες μάρτυρες, αφού κανείς δεν θα έβλεπε τη σοφία και τη δύναμη του Θεού που υπάρχει μέσα της.
Εξαιτίας λοιπόν αυτής της θαυμαστής λειτουργίας της οράσεως κτίστηκαν και τώρα αυτοσχέδιοι οφθαλμοί, ώστε να απομακρύνουμε εμείς τις μικροπρεπείς έννοιες που μας προξενεί η σάρκα του Μονογενούς, αποβάλλοντας από τη ψυχή με τη μεγαλειώδη αυτή ενέργεια κάθε ταπεινή και γήινη υπόληψη περί αυτού και να μάθουμε ότι το μακάριο φως και κάλλος της θεότητας το δέχθηκε ένα πήλινο σκεύος, διακονώντας όπως ο λύχνος διακονεί το φώς.
Πραγματοποιεί δε με τα ίδια του τα χέρια τη θεραπεία ο Κύριος και δεν χρησιμοποιεί το λόγο μόνο για να ενεργήσει, αυτός που με πρόσταγμα μόνο δημιούργησε όλο τον κόσμο και με δύο μικρές λέξεις θεράπευσε τον παράλυτο. Αλλά και με το στόμα και με τα χέρια και με πολλή φροντίδα θεραπεύει την τυφλότητα, ώστε από τις ενέργειές του να προξενήσει στους άπιστους τη βεβαία πίστη. Έφτυσσε στο έδαφος και με τον τρόπο αυτό έφτιαξε λάσπη, χρησιμοποιώντας και τη γη για την θεραπεία, ώστε να δείξει πως με εκείνο το χώμα από το οποίο είχε πλασθεί αρχικά ολόκληρο το σώμα δημιουργείται αυτή τη στιγμή και το μέρος αυτό που του λείπει. Το αναμιγνύει δε με σάλιο και κολλά έτσι τους διάχυτους κόκκους, ώστε να έχουν συνοχή, για να μας δείξει φανερά ότι με τη δύναμη του στόματός του ο Λόγος κατόρθωσε τα πάντα. Επειδή «τω λόγω Κυρίου οι ουρανοί εστερεώθησαν και τω πνεύματι του στόματος αυτού πάσα η δύναμις αυτών». Αλλά και για έναν άλλο λόγο θεραπεύει με σάλιο: για να συνεφέρει προς κατάνυξη και φόβο αυτούς που λίγο αργότερα πρόκειται να τον βρίζουν φτύνοντάς τον. Και όμως δεν μείωσε το θράσος των μαινόμενων, αλλά υπέμεινε εμπτυσμούς πολλούς εκείνος που τα κατόρθωσε όλα αυτά με το πτύσμα.
Με την πρώτη αυτή λοιπόν ενέργεια φανερώνει τη δημιουργική του δύναμη και προστάζοντας τον τυφλό να πλυθεί στου Σιλωάμ την κολυμβήθρα μας δείχνει την διά του ύδατος σωτηρία, την οποία χάρισε ο απεσταλμένος Σιλωάμ (Σιλωάμ ερμηνεύεται απεσταλμένος). Διότι τότε βλέπουμε αληθινά, όταν εξέλθουμε από το μυστικό νερό του βαπτίσματος· τότε μας λαμπρύνει το φως της χάριτος, όταν η δύναμη αυτού του μυστηρίου αποπλύνει την ακαθαρσία και τις κηλίδες των αμαρτιών. Και όλοι όσοι με την εντολή του Σιλωάμ λουζόμαστε, βλέπουμε το πνευματικό φως «το φωτίζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον». Ω του θαύματος και της μεγάλης ευεργεσίας! Έφυγε από την κολυμβήθρα ο προ ολίγου τυφλός, στολισμένος στο πρόσωπο με την προσθήκη των οφθαλμών και βλέποντας καθαρά τις ηλιακές ακτίνες. Με έκπληξη είδαν οι γείτονες και οι γνωστοί το γεγονός· θορυβήθηκαν από τον πρωτοφανή τρόπο της θεραπείας· περιεφερόταν στη πόλη ο άνθρωπος βλέποντας, για να βλέπεται από όλους το πρωτάκουστο και παράδοξο έργο εκείνου που γεννήθηκε στην Βηθλεέμ, του μικρού βρέφους το οποίο στη φάτνη τυλίχθηκε με σπάργανα. Επειδή αυτά είναι που έκαναν τους Ιουδαίους να απιστούν στη θεότητα.
Ω, σεις, λοιπόν, ανόητοι και παχυκάρδιοι, βάλετε στον νου σας όλους τους ανθρώπους των αιώνων. Αρχίστε απ’ τον Αδάμ και ερευνήστε όλους τους μεταγενεστέρους· βρίσκετε να έγινε σε κάποιον άλλο αυτό που συνέβη τώρα; Υπάρχει στο κόσμο παράδειγμα παρόμοιας θεραπείας; Αλλά σεις επιμένετε να διασύρετε τον Κύριο μου και τον αποκαλείτε τέκνο του ξυλουργού – «ουχ ούτος έστιν ο του τέκτονος υιός»; – του οποίου γνωρίζετε τους αδελφούς και την κατοικία. Απαριθμείστε όλα τα ταπεινά, φιλονικείστε, υποτιμείστε τον, όσο θέλετε. Αν όμως τίποτε παρόμοιο δεν έγινε ποτέ από άνθρωπο, ούτε ο κόσμος γνώρισε άλλο περιστατικό, τότε ανοίξτε τα μάτια σας και αντικρίστε την αλήθεια, κατακρίνοντας την άγνοιά σας. Νιφτείτε και σεις στον Σιλωάμ για να μην πεθάνετε τυφλοί.
Αλλά από ό,τι φαίνεται, καθόλου δεν συνήλθαν. Ούτε με τα λόγια θέλησαν να μάθουν, ούτε η πράξη τους δίδαξε, ούτε τα θαύματα τους προξένησαν σεβασμό· αντιθέτως, από την περήφανη αχαριστία τους επιχειρούσαν με μύριους τρόπους όλα να τα εξαφανίσουν και να τα διασύρουν. Αλλά η κακουργία στρεφόταν εναντίον τους· διότι όσο απιστούσαν και με τις ερωτήσεις τους προσπαθούσαν να ανατρέψουν τα γεγονότα, τόσο περισσότερο βεβαιωνόταν η αλήθεια. Έπαθαν ό,τι και τα θηρία εκείνα τα οποία πληγώθηκαν από κάποιον, αλλά επειδή δεν έχει εισχωρήσει βαθειά στα σπλάγχνα τους το μαχαίρι, ορμούν εξαγριωμένα στον άνθρωπο εκείνον αποτελειώνοντας μόνα τους τη σφαγή.
Την εριστικότητά τους την έδειξαν κατ’ αρχήν ψάχνοντας εάν τους παρουσιάσθηκε ο ίδιος ο τυφλός ή άλλος αντί για εκείνον. Γι’ αυτό σαφώς τους διαβεβαίωνε ο άνθρωπος αναγγέλλοντάς τους και τη διαδικασία της θεραπείας, ότι δηλαδή το φάρμακο της τυφλώσεως ήταν ο πηλός, με τον οποίο τον έχρισε ο Ιησούς- και όταν ξέπλυνε το πηλό στη κολυμβήθρα, βρήκε το φως του. Αυτά περιεργάζονταν οι γείτονες και τα έμαθαν· τα αναζητούσαν και οι Φαρισαίοι και δεν πείθονταν.
Δεύτερο τέχνασμα με το οποίο αποπειράθηκαν να διαστρεβλώσουν το γεγονός ήταν η προσπάθειά τους να αποδείξουν ότι δεν ήταν ο Χριστός εκείνος που τον θεράπευσε. Επειδή δε ο άνθρωπος ανακήρυττε το Σωτήρα και με την ομολογία του κηρύγματος ανταπέδιδε τη χάρη διαφημίζοντας τον ευεργέτη, εκείνοι του έκλειναν το στόμα και με το μυαλό ζαλισμένο, επειδή δεν είχαν τί να κάνουν, επανέρχονται πάλι στην ίδια συζήτηση. Περιεργάζονται εάν ήταν τυφλός εκ γενετής, αναζητούν τους γονείς του ανθρώπου και εξετάζουν το κάθε τι με ακρίβεια, όχι για να βεβαιώσουν το γεγονός, αλλά για να βρουν κάποια αφορμή να διαψεύσουν το θαύμα και κατασκευάζοντας κάποια ψεύτικη σκευωρία να ανατρέψουν την ορμητικότητα του πλήθους που πίστευσε.
Τί υπερβολή κακίας! Να πολεμούν την αλήθεια και να διασύρουν, αντί να προσκυνούν, τον ευεργέτη· αντί να θαυμάζουν τη δύναμή του, προσπαθούν να τα παρουσιάσουν σαν ασήμαντα γεγονότα. Πεισθείτε και από τους γονείς, Φαρισαίοι, για το ότι ο άνθρωπος γεννήθηκε μαζί με την τύφλωση· τρέξτε πάλι στον τυφλό και δεύτερη και τρίτη φορά, για να σας αποκαλύψει εκείνος την κακία και την επιβουλή που κρύβουν αυτά τα επιχειρήματα. Αλλά σεις όταν δοκιμάσετε την πρώτη απογοήτευση, προχωρείτε στη δεύτερη· όταν δοκιμάσετε τη δεύτερη, στη τρίτη, και ούτω καθεξής. Ακολουθείτε τη πορεία της κακούργας αλεπούς. Είστε από παντού περικυκλωμένοι με τα δίκτυα της αλήθειας· αδυνατείτε να αρνηθείτε το θαύμα, δεν υπάρχει άλλη διέξοδος. Παρ’ όλα αυτά δεν αμελείτε με κάθε τρόπο να περιπλέκετε το πράγμα, υφαίνοντας τον ιστό της αράχνης με όλη σας τη τέχνη· ανίσχυρη όμως και ανώφελη είναι η επιβουλή σας. Προγονική η αρρώστια σας. Άπιστων πατέρων όμοια τέκνα. Έτσι αντιμετώπιζαν κι εκείνοι τα θαύματα της Αιγύπτου. Εσώζοντο από πολέμους παραδόξα και ανέλπιστα και απιστούσαν σ’ αυτόν που χάριζε τη σωτηρία· τρέφονταν με τροφές που υπερέβαιναν τη φύση και ήσαν πιο αχάριστοι κι από αυτούς που λιμοκτονούν· υποδέχονταν το μάννα που τους αποστέλλονταν από τον ουρανό και ποθούσαν τη δυσωδία των σκόρδων και των κρεμμυδιών της Αιγύπτου. Με στήλη νεφέλης σκεπάζονταν την ημέρα για να μη ταλαιπωρούνται από το κάψιμο του ήλιου και με στήλη φωτεινή φωτίζονταν τη νύχτα, απολαμβάνοντας άλλο, νέο φωστήρα έκτος από τη σελήνη· και σαν να μην είχαν ευεργετηθεί με καμία θεϊκή ενέργεια, όταν ο Μωυσής είχε ανεβεί στο όρος για να του δοθεί ο νόμος και καθυστερούσε να επιστρέψει, αυτοί ζητούσαν και εύρισκαν νέους και ανύπαρκτους θεούς. Είστε όντως κληρονόμοι της αχαριστίας τους· και τον νόμο δεν αγαπήσατε, και τη χάρη μισείτε· σας χρειάζεται ράβδος, φτιαγμένη όχι από καρυδιά, για επιστασία, άλλα από σίδηρο.
Βλέπετε έναν άνθρωπο που αν και τον είδε το φως, αυτός βρίσκεται στο σκοτάδι μέχρι τέτοια ηλικία. Δεν ξέρει τί είναι η όραση και οδηγείται από ξένους οφθαλμούς. Κάθε ήμερα κάθεται μπροστά στο ναό φανερώνοντας τη συμφορά του, για να προσελκύσει πολλούς σε ελεημοσύνη και έχει όλη τη πόλη μάρτυρα του πάθους του. Σε μία στιγμή τον βλέπετε να θεραπεύεται και να αναβλέπει, όχι με συνδυασμό διαφόρων φαρμάκων, ούτε με χρήση χειρουργικών εργαλείων, αλλά μόνο με λάσπη κι αυτή από πτύσμα· και πώς δεν θαμβώνεστε, δεν εκπλήττεσθε, δεν πέφτετε στη γη να προσκυνήσετε αυτόν που από τη γη έπλασε τα μάτια, σεβόμενοι την θεϊκή ενέργεια; Αντιθέτως, σεις κινδυνεύετε να σκάσετε από το φθόνο και ζηλεύετε το Θεό σαν αντίζηλο, σαν δημιουργοί το Δημιουργό, σαν κοινό άνθρωπο το Θεάνθρωπο; Και διαβάζετε μεν της Παλαιάς Διαθήκης τα βιβλία, όσα γράφτηκαν εκεί για να οικονομήσουν το λαό, και όσα διδάσκουν περί των βασιλέων και της ιστορίας τους, πείθεστε δε και παραδέχεστε όσα γράφουν για τον καθένα. Ότι τον Μωυσή λίγο έλειψε να τον εκλάβουν ως Θεό και τον Ελισαίο τον υπερθαύμαζαν και τον διδάσκαλό του τον Ηλία πολύ τον εξυμνούσαν και όλους τους αγίους κάθε γενεάς, οι οποίοι έλαβαν τις ενέργειες του Θεού και πραγματοποίησαν τα μεγάλα και πασίγνωστα, τους τιμάτε ως αγγέλους. Σε τίποτε δεν αμφισβητείτε τους αρχαίους, ούτε απιστείτε στις διηγήσεις των πατέρων σας, μολονότι οι άνθρωποι εκ φύσεως δίνουν λιγότερη πίστη στην ακοή. Αυτό όμως που συνέβη στις ήμερες σας με τα μάτια εκείνου, το είδατε με τα δικά σας μάτια . Μπορείτε δε και με τα δάκτυλα να το ψηλαφήσετε και να ακούσετε με ακρίβεια την εξιστόρησή του, αυτό με τόση απιστία και αχαριστία κακοτρόπως το επιβουλεύεσθε, καταπατώντας τις προφητείες και προσπαθώντας να διαψεύσετε την εκπλήρωσή τους. Αφού όσα βλέπουμε τώρα να πραγματοποιούνται, είχε προφθάσει ο Ησαΐας να μας τα διδάξει λέγοντας: «Ιδού ο Θεός ημών κρίσιν (δικαιοσύνη) ανταποδίδωσι, και ανταποδώσει, αυτός ήξει και σώσει ημάς. Τότε ανοιγήσονται οφθαλμοί τυφλών, και ώτα κωφών ακούσονται, τότε αλείται ως έλαφος ο χωλός, τρανή δε έσται γλώσσα μογιλάλων (τότε θα πηδά σαν ελάφι ο κουτσός και δυνατή θα γίνει η γλώσσα των κωφαλάλων). Αυτά δεν είναι λόγια του Πέτρου και του Ιωάννη, ούτε κάποιου από τα πρόσωπα που υποπτεύεσθε, ώστε να απιστήσετε στην αλήθεια υποθέτοντας ότι χαρίζονται στον Κύριο και κάνουν διαφήμιση· είναι λόγια της δικής σας προφητείας, εάν βέβαια αναγνωρίζετε τους Προφήτες σας, και μάλιστα τον μεγαλύτερο από τους Προφήτες και διδασκάλους του Νόμου.
«Τω δε Θεώ δόξα, κράτος, τιμή νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.»
Μόλις ακούσαμε τον υιό της βροντής, τον Ιωάννη, ή μάλλον το Άγιον Πνεύμα που από ψαρά και χειροτέχνη τον έκαμε συγγραφέα και κήρυκα πραγματικά θείων και υψηλών υποθέσεων, να μας εκθέτει το θαύμα της σωματικής και πνευματικής αναβλέψεως του εκ γενετής τυφλού. Στο προηγούμενο κεφάλαιο ανέλυσε την πολλή και εκτεταμένη διάλεξη του Κυρίου, με την οποία καθοδηγούσε τον απειθή και δύστροπο εβραϊκό λαό στην θεογνωσία του Πατρός και του Υιού, απομακρύνοντας το νου τους από την έννοια του μονοθεϊσμού· τους άνοιγε την πόρτα για να περάσουν από την νομική παράδοση στη χάρη, οδηγώντας τους ομαλά από την Παλαιά στην Καινή Διαθήκη, όπως κάποτε από τήν έρημο προς την πλούσια και εύφορη γη.
Αλλά αν και φανέρωνε ποικιλοτρόπως και την ιδική του προΰπαρξη, ότι δηλαδή υπάρχει προαιωνίως και βρίσκεται πάντοτε σε συνάφεια με τον Πατέρα, και φώναζε με σαφήνεια στα αυτιά των κωφών: «Πριν Αβραάμ γενέσθαι εγώ ειμί», εκείνοι δεν αντελήφθησαν τη δύναμη του λόγου, ούτε εκείνο, το οποίο δεν παραδέχθηκαν· το ήλεγξαν με κάποια επιστημονική αντίρρηση αλλά αντί των λόγων πήραν τις πέτρες και ενώ βρίσκονταν ακόμη μακρυά από το σταυρό, γύμναζαν τα φονικά τους χέρια για τη δολοφονία. Εκείνος όμως που πάντοτε προτιμούσε τη μακροθυμία μπροστά στον υβριστή και βλάσφημο λαό, απέφυγε την οργή και την οχλαγωγία τους· απέδρασε, όχι όμως με τρόπο ταπεινό, αλλά θεϊκό· στάθηκε μεταξύ τους, τόσο κοντά ώστε να τον φθάνουν με τα χέρια τους, αλλά δεν τον έβλεπαν, και ενώ άγγιζε τους εξοργισμένους, δεν φαινόταν. Είχαν μείνει τότε εμβρόντητοι, φονεύοντας με την προαίρεση, χωρίς όμως να βρίσκουν τρόπο να εκτονώσουν την οργή τους, όμοιοι με τους άπειρους κυνηγούς, οι οποίοι, εάν φοβίσουν και διώξουν το κυνήγι παράκαιρα και το ελάφι βρει διέξοδο σε κάποιο δάσος και διαφύγει κρυφά, περιπλανώνται χωρίς λόγο στην κοιλάδα περιφέροντας τα δίκτυα ασκόπως, τραβώντας μαζί τους και τα σκυλιά ματαίως. Εγώ δε, αν και κατά τα άλλα είμαι αχρείος, δεν λησμόνησα πως είμαι δούλος και οφείλω να εξεγερθώ κατά των υβριστών υποστηρίζοντας το Δεσπότη μου. Γι’ αυτό και θα φωνάξω στους Εβραίους σαν να είναι σήμερα παρόντες και έχουν καταληφθεί από μανία: Λιθοβολείτε, ελεεινοί, τον Ευεργέτη; Και ποιός σας ξεδίψασε κάποτε από μία πέτρα; Πετάτε λίθους σ’ αυτόν που νομοθέτησε τη ζωή σας με τις λίθινες πλάκες; Στο λίθο τον εκλεκτό και πολύτιμο που προφήτευσε ο Ησαΐας; Στο λίθο το νοητό που αποσχίσθηκε από τον απότομο βράχο χωρίς ανθρώπινο χέρι, όπως ο θεσπέσιος Δανιήλ σας δίδαξε; Λιθοβολείτε το «λίθον τον ακρογωνιαίον», ο οποίος συνένωσε τους δύο τοίχους, της Καινής και της Παλαιάς Διαθήκης; Και αν εσείς δεν πιστέψετε, «δυνατός ο Θεός εκ των λίθων τούτων εγείραι τέκνα τω Αβραάμ» δηλαδή να συνάξει στο Χριστό λαό περιούσιο, τους απερίτμητους εθνικούς. Αυτή την επαγγελία δέχθηκε και ο Αβραάμ, όταν ο Θεός του είπε ότι «ευλογηθήσονται εν σοι πάντα τα έθνη»· διότι βλέποντας ο Θεός με την άγνωστη σε μας πρόγνωσή του το μέλλον, χάρισε στον αρχηγό της πίστεως ως τέκνα όλους εκείνους που επρόκειτο στο μέλλον να πιστέψουν. Επειδή προέβλεπε την επανάσταση των Εβραίων, αλλά και τους λίθους έβλεπε, που θα σήκωναν εναντίον του τα ψευδώνυμα τέκνα του, τα είχε συμπεριλάβει στους αποκηρυγμένους. Και επειδή κηρύττοντάς τους την αλήθεια, δεν τους έπειθε να ευσεβούν, ενώ ήταν παρών, κρύφτηκε και καθώς τον έβλεπαν, εξαφανίσθηκε, ώστε με αυτή τη θαυματουργία του να τους κάνει να δεχτούν ότι πράγματι ήταν ο Χριστός και Θεός από τον Αβραάμ παλαιότερος.
Ακούστε, λοιπόν, λέγω, τυφλοί αληθώς και ανόητοι. Ποιός είναι αυτός που βρίσκεται μπροστά σας χωρίς να βλέπεται; μήπως είναι εκείνος που μιλούσε στο Μωυσή χωρίς να φαίνεται; Επειδή και τότε φαινόταν φωτιά και βάτος, άφωνα και τα δύο· αλλ’ όμως και φωνή ακουόταν και λόγια διδακτικά, και το μέλλον με ακρίβεια προφητεύετο. Όποιος διαθέτει νου πρέπει από τη συγγένεια των γεγονότων να αναγνωρίσει το πρόσωπο.
Έτσι παραλογίζονταν οι ανόητοι Εβραίοι, και ο Κύριος και Σωτήρας μας σαν κάποιος ιατρός σοφός και επιμελής, αφού το πάθος δεν υποχώρησε με τη πρώτη επέμβαση, μεταχειρίζεται άλλο τρόπο θεραπείας. Θέλει να θεραπεύσει τους διανοητικά τυφλούς διά μέσου ενός σωματικά τυφλού που έτυχε να βρίσκεται εκεί, ο οποίος δεν τυφλώθηκε από κάποια αρρώστια, αλλά από λάθος της φύσεως είχε έλθει έτσι στη ζωή.
Βλέποντας, λοιπόν, αυτόν τον άνθρωπο στάθηκε, έτοιμος να τον θεραπεύσει με τρόπο που ξεπερνά την ανθρώπινη λογική και τέχνη. Επειδή η ιατρική και η θεραπευτική της ασχολείται με τα νοσήματα εκείνα τα οποία παρουσιάζονται, όταν ήδη η φύση έχει φέρει στο φως έναν άρτιο οργανισμό. Δεν ασχολείται όμως με τη θεραπεία μιας σωματικής βλάβης η οποία έχει γεννηθεί μαζί με τον άνθρωπο, αλλά ούτε και όλα τα νοσήματα που συμβαίνουν αργότερα μπορεί να θεραπεύσει. Το μαρτυρούν αυτό οι ακρωτηριασμένοι άνθρωποι, των οποίων κανένας ιατρός επανόρθωσε τη στέρηση των μελών, γι’ αυτό ακριβώς και οι μαθητές συμπονώντας για το πάθημα και βλέποντας έναν άνθρωπο που δεν είχε δοκιμάσει τη μεγαλύτερη απ’ όλες απόλαυση του φωτός, προσπαθούσαν να ανακαλύψουν την αίτια της κακώσεως αυτής.
Ρώτησαν λοιπόν τον Κύριο με απλότητα, για να μάθουν εάν από δική του αμαρτία ή από ευθύνη των γονέων του ήλθε έτσι στη ζωή. Και τα δύο όμως σκέλη της ερωτήσεως έχουν κάτι λανθασμένο· διότι δεν θα κατακρινόταν εξαιτίας των γονέων του, αφού ο Θεός δεν τιμωρεί άλλον αντί άλλου· ούτε βέβαια πλήρωνε για δικά του αμαρτήματα, αφού γεννήθηκε έτσι τυφλός· επειδή κανείς δεν αμαρτάνει πριν από τη γέννηση. Η ερώτηση λοιπόν δεν ήταν τόσο επιτυχής· να δούμε όμως πώς αποκρίθηκε η Αλήθεια, ο Κύριος μας, στην ερώτηση. Αυτό το πάθος, μαθητές μου, λέγει, δεν προήλθε από αμαρτίες, αλλά αποτελεί ετοιμασία μελλοντικής οικονομίας, ώστε αυτός που θεωρείται κοινός άνθρωπος να ενεργήσει υπεράνθρωπα και ο Κτίστης των όλων, μετά την πρώτη να βρει αφορμή για νέα δημιουργία· έτσι από το μερικό να επιβεβαιώσει το γενικό και ο σκληρός και δύστροπος λαός να πεισθεί να τον προσκυνά αντί να τον πετροβολά.
Ας φωτισθούν λοιπόν τα μάτια που δεν βλέπουν, για να λάμψει στις ψυχές των ασύνετων ο ήλιος της δικαιοσύνης. Ας γίνει αυτό το παράδοξο, να πλασθούν οφθαλμοί, για να μάθουν οι επαναστάτες ότι ο λεγόμενος υιός του Ιωσήφ, εάν πράγματι είχε πατέρα τον ξυλουργό. Θα μπορούσε μεν να διορθώσει ένα σπασμένο σκαμνί ή να κολλήσει τα ξύλα που έχασαν την επαφή τους ή να στερεώσει κάποια σπασμένη δοκό, αλλά δεν θα μπορούσε να φτιάξει ένα μέλος ανθρώπου και μάλιστα το ομορφότερο, το μάτι, το οποίο δημιουργείται από τη φύση με τον πιο προσεκτικό και πολύπλοκο τρόπο. Κανένας άλλος δεν μπορούσε να το κάνει εκτός από αυτόν που έχει εξαρχής την εξουσία πάνω στη φύση. Και εάν κάποιος θελήσει να ερευνήσει με προσοχή τα ανθρώπινα μέλη, ιδιαιτέρως σ’ αυτό το μέρος του σώματος θα διαπιστώσει την παντοδύναμη και ποικίλη σοφία του Θεού, ο οποίος τίμησε τη μικρή περιοχή που καταλαμβάνει αυτό το μέλος επιδεικνύοντας τόσο μεγάλη τέχνη. Διότι από όλα τα άλλα, αυτό το μέλος περισσότερο το διακρίνει μία χάρη και είναι απαλότατο και άσαρκο, θα έλεγε κανείς, συνδυάζοντας το τρυφερό με το στερεό και το μαλακό με το σκληρό. Είναι διανθισμένο και με διάφορα χρώματα. Το κέντρο του είναι ζωγραφισμένο μαύρο· διασπά όμως τη μονοχρωμία ένας συνδυασμός από ποικιλόχρωμους ομόκεντρους κύκλους που το περιβάλλει ώστε το κεντρικό τμήμα έχει και το βαθύτερο χρώμα, ενώ η περιφέρεια προχωρεί βαθμιαία προς μία ξανθότερη απόχρωση. Αυτούς τους κύκλους τους περιβάλλει ένας χιτώνας χρώματος λευκού γυαλιστερός και λαμπερός, που έχει όμως και κάτι για να μειώνει τη λευκότητα, μοιάζει δε με κρύσταλλο καθαρό. Το κόκκινο βρίσκεται στην άκρη, εκεί που αναβλύζει το δάκρυ, ώστε να δίνει χάρη στο λευκό και στο μαύρο. Επίσης, είναι εσωτερικά τόσο λείος και διαφανής και ομοιογενής ως προς την πυκνότητα, ώστε να δημιουργεί είδωλα των μορφών που βρίσκονται εμπρός του και να αποτυπώνει σαν ακριβής καθρέπτης τα χαρακτηριστικά των συνομιλητών. Γι’ αυτό και ο κεντρικός κύκλος ονομάζεται κόρη, αφού στο μάτι που βλέπει τον απέναντί του σχηματίζεται ανθρωπινή μορφή. Όπως δεν είναι δυνατόν σ’ αυτόν που βλέπει σε καθρέπτη να μην δει μέσα στο υλικό τα δικά του χαρακτηριστικά, έτσι και σ’ εκείνον που βλέπει κατά πρόσωπο έναν άνθρωπο είναι αδύνατον να μη σχηματίσει στο μάτι τη μορφή του. Οι άνθρωποι λοιπόν καθώς βλέπονται μεταξύ τους γίνονται ο ένας καθρέπτης του άλλου.
Αξιοθαύμαστο κτίσμα λοιπόν το μάτι· αυτό μου αποκαλύπτει το Θεό, εξετάζοντας με ακρίβεια όλη την κτίση και υποδεικνύοντας από τα έργα τον τεχνίτη. Αυτό από τα ορατά εξηγεί τα αόρατα. Με αυτό γνώρισα τον ήλιο και έμαθα τη διακόσμηση του ουρανού, ζωγράφισα την ομορφιά των αστέρων, την υπόσταση της γης, τη φύση της θάλασσας· των σπόρων τη διαφορά, των φυτών την ποικιλία και των χρωμάτων τη διαφορετική χροιά· του σκότους την κατήφεια και του φωτός τήν λαμπρότητα, και όλα γενικώς όσα ο Θεός έκτισε επαινώντας τα ως «καλά λίαν». Ώστε, εάν δεν υπήρχε το μάτι, η κτίση θα γήρασκε χωρίς να έχει αυτόπτες μάρτυρες, αφού κανείς δεν θα έβλεπε τη σοφία και τη δύναμη του Θεού που υπάρχει μέσα της.
Εξαιτίας λοιπόν αυτής της θαυμαστής λειτουργίας της οράσεως κτίστηκαν και τώρα αυτοσχέδιοι οφθαλμοί, ώστε να απομακρύνουμε εμείς τις μικροπρεπείς έννοιες που μας προξενεί η σάρκα του Μονογενούς, αποβάλλοντας από τη ψυχή με τη μεγαλειώδη αυτή ενέργεια κάθε ταπεινή και γήινη υπόληψη περί αυτού και να μάθουμε ότι το μακάριο φως και κάλλος της θεότητας το δέχθηκε ένα πήλινο σκεύος, διακονώντας όπως ο λύχνος διακονεί το φώς.
Πραγματοποιεί δε με τα ίδια του τα χέρια τη θεραπεία ο Κύριος και δεν χρησιμοποιεί το λόγο μόνο για να ενεργήσει, αυτός που με πρόσταγμα μόνο δημιούργησε όλο τον κόσμο και με δύο μικρές λέξεις θεράπευσε τον παράλυτο. Αλλά και με το στόμα και με τα χέρια και με πολλή φροντίδα θεραπεύει την τυφλότητα, ώστε από τις ενέργειές του να προξενήσει στους άπιστους τη βεβαία πίστη. Έφτυσσε στο έδαφος και με τον τρόπο αυτό έφτιαξε λάσπη, χρησιμοποιώντας και τη γη για την θεραπεία, ώστε να δείξει πως με εκείνο το χώμα από το οποίο είχε πλασθεί αρχικά ολόκληρο το σώμα δημιουργείται αυτή τη στιγμή και το μέρος αυτό που του λείπει. Το αναμιγνύει δε με σάλιο και κολλά έτσι τους διάχυτους κόκκους, ώστε να έχουν συνοχή, για να μας δείξει φανερά ότι με τη δύναμη του στόματός του ο Λόγος κατόρθωσε τα πάντα. Επειδή «τω λόγω Κυρίου οι ουρανοί εστερεώθησαν και τω πνεύματι του στόματος αυτού πάσα η δύναμις αυτών». Αλλά και για έναν άλλο λόγο θεραπεύει με σάλιο: για να συνεφέρει προς κατάνυξη και φόβο αυτούς που λίγο αργότερα πρόκειται να τον βρίζουν φτύνοντάς τον. Και όμως δεν μείωσε το θράσος των μαινόμενων, αλλά υπέμεινε εμπτυσμούς πολλούς εκείνος που τα κατόρθωσε όλα αυτά με το πτύσμα.
Με την πρώτη αυτή λοιπόν ενέργεια φανερώνει τη δημιουργική του δύναμη και προστάζοντας τον τυφλό να πλυθεί στου Σιλωάμ την κολυμβήθρα μας δείχνει την διά του ύδατος σωτηρία, την οποία χάρισε ο απεσταλμένος Σιλωάμ (Σιλωάμ ερμηνεύεται απεσταλμένος). Διότι τότε βλέπουμε αληθινά, όταν εξέλθουμε από το μυστικό νερό του βαπτίσματος· τότε μας λαμπρύνει το φως της χάριτος, όταν η δύναμη αυτού του μυστηρίου αποπλύνει την ακαθαρσία και τις κηλίδες των αμαρτιών. Και όλοι όσοι με την εντολή του Σιλωάμ λουζόμαστε, βλέπουμε το πνευματικό φως «το φωτίζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον». Ω του θαύματος και της μεγάλης ευεργεσίας! Έφυγε από την κολυμβήθρα ο προ ολίγου τυφλός, στολισμένος στο πρόσωπο με την προσθήκη των οφθαλμών και βλέποντας καθαρά τις ηλιακές ακτίνες. Με έκπληξη είδαν οι γείτονες και οι γνωστοί το γεγονός· θορυβήθηκαν από τον πρωτοφανή τρόπο της θεραπείας· περιεφερόταν στη πόλη ο άνθρωπος βλέποντας, για να βλέπεται από όλους το πρωτάκουστο και παράδοξο έργο εκείνου που γεννήθηκε στην Βηθλεέμ, του μικρού βρέφους το οποίο στη φάτνη τυλίχθηκε με σπάργανα. Επειδή αυτά είναι που έκαναν τους Ιουδαίους να απιστούν στη θεότητα.
Ω, σεις, λοιπόν, ανόητοι και παχυκάρδιοι, βάλετε στον νου σας όλους τους ανθρώπους των αιώνων. Αρχίστε απ’ τον Αδάμ και ερευνήστε όλους τους μεταγενεστέρους· βρίσκετε να έγινε σε κάποιον άλλο αυτό που συνέβη τώρα; Υπάρχει στο κόσμο παράδειγμα παρόμοιας θεραπείας; Αλλά σεις επιμένετε να διασύρετε τον Κύριο μου και τον αποκαλείτε τέκνο του ξυλουργού – «ουχ ούτος έστιν ο του τέκτονος υιός»; – του οποίου γνωρίζετε τους αδελφούς και την κατοικία. Απαριθμείστε όλα τα ταπεινά, φιλονικείστε, υποτιμείστε τον, όσο θέλετε. Αν όμως τίποτε παρόμοιο δεν έγινε ποτέ από άνθρωπο, ούτε ο κόσμος γνώρισε άλλο περιστατικό, τότε ανοίξτε τα μάτια σας και αντικρίστε την αλήθεια, κατακρίνοντας την άγνοιά σας. Νιφτείτε και σεις στον Σιλωάμ για να μην πεθάνετε τυφλοί.
Αλλά από ό,τι φαίνεται, καθόλου δεν συνήλθαν. Ούτε με τα λόγια θέλησαν να μάθουν, ούτε η πράξη τους δίδαξε, ούτε τα θαύματα τους προξένησαν σεβασμό· αντιθέτως, από την περήφανη αχαριστία τους επιχειρούσαν με μύριους τρόπους όλα να τα εξαφανίσουν και να τα διασύρουν. Αλλά η κακουργία στρεφόταν εναντίον τους· διότι όσο απιστούσαν και με τις ερωτήσεις τους προσπαθούσαν να ανατρέψουν τα γεγονότα, τόσο περισσότερο βεβαιωνόταν η αλήθεια. Έπαθαν ό,τι και τα θηρία εκείνα τα οποία πληγώθηκαν από κάποιον, αλλά επειδή δεν έχει εισχωρήσει βαθειά στα σπλάγχνα τους το μαχαίρι, ορμούν εξαγριωμένα στον άνθρωπο εκείνον αποτελειώνοντας μόνα τους τη σφαγή.
Την εριστικότητά τους την έδειξαν κατ’ αρχήν ψάχνοντας εάν τους παρουσιάσθηκε ο ίδιος ο τυφλός ή άλλος αντί για εκείνον. Γι’ αυτό σαφώς τους διαβεβαίωνε ο άνθρωπος αναγγέλλοντάς τους και τη διαδικασία της θεραπείας, ότι δηλαδή το φάρμακο της τυφλώσεως ήταν ο πηλός, με τον οποίο τον έχρισε ο Ιησούς- και όταν ξέπλυνε το πηλό στη κολυμβήθρα, βρήκε το φως του. Αυτά περιεργάζονταν οι γείτονες και τα έμαθαν· τα αναζητούσαν και οι Φαρισαίοι και δεν πείθονταν.
Δεύτερο τέχνασμα με το οποίο αποπειράθηκαν να διαστρεβλώσουν το γεγονός ήταν η προσπάθειά τους να αποδείξουν ότι δεν ήταν ο Χριστός εκείνος που τον θεράπευσε. Επειδή δε ο άνθρωπος ανακήρυττε το Σωτήρα και με την ομολογία του κηρύγματος ανταπέδιδε τη χάρη διαφημίζοντας τον ευεργέτη, εκείνοι του έκλειναν το στόμα και με το μυαλό ζαλισμένο, επειδή δεν είχαν τί να κάνουν, επανέρχονται πάλι στην ίδια συζήτηση. Περιεργάζονται εάν ήταν τυφλός εκ γενετής, αναζητούν τους γονείς του ανθρώπου και εξετάζουν το κάθε τι με ακρίβεια, όχι για να βεβαιώσουν το γεγονός, αλλά για να βρουν κάποια αφορμή να διαψεύσουν το θαύμα και κατασκευάζοντας κάποια ψεύτικη σκευωρία να ανατρέψουν την ορμητικότητα του πλήθους που πίστευσε.
Τί υπερβολή κακίας! Να πολεμούν την αλήθεια και να διασύρουν, αντί να προσκυνούν, τον ευεργέτη· αντί να θαυμάζουν τη δύναμή του, προσπαθούν να τα παρουσιάσουν σαν ασήμαντα γεγονότα. Πεισθείτε και από τους γονείς, Φαρισαίοι, για το ότι ο άνθρωπος γεννήθηκε μαζί με την τύφλωση· τρέξτε πάλι στον τυφλό και δεύτερη και τρίτη φορά, για να σας αποκαλύψει εκείνος την κακία και την επιβουλή που κρύβουν αυτά τα επιχειρήματα. Αλλά σεις όταν δοκιμάσετε την πρώτη απογοήτευση, προχωρείτε στη δεύτερη· όταν δοκιμάσετε τη δεύτερη, στη τρίτη, και ούτω καθεξής. Ακολουθείτε τη πορεία της κακούργας αλεπούς. Είστε από παντού περικυκλωμένοι με τα δίκτυα της αλήθειας· αδυνατείτε να αρνηθείτε το θαύμα, δεν υπάρχει άλλη διέξοδος. Παρ’ όλα αυτά δεν αμελείτε με κάθε τρόπο να περιπλέκετε το πράγμα, υφαίνοντας τον ιστό της αράχνης με όλη σας τη τέχνη· ανίσχυρη όμως και ανώφελη είναι η επιβουλή σας. Προγονική η αρρώστια σας. Άπιστων πατέρων όμοια τέκνα. Έτσι αντιμετώπιζαν κι εκείνοι τα θαύματα της Αιγύπτου. Εσώζοντο από πολέμους παραδόξα και ανέλπιστα και απιστούσαν σ’ αυτόν που χάριζε τη σωτηρία· τρέφονταν με τροφές που υπερέβαιναν τη φύση και ήσαν πιο αχάριστοι κι από αυτούς που λιμοκτονούν· υποδέχονταν το μάννα που τους αποστέλλονταν από τον ουρανό και ποθούσαν τη δυσωδία των σκόρδων και των κρεμμυδιών της Αιγύπτου. Με στήλη νεφέλης σκεπάζονταν την ημέρα για να μη ταλαιπωρούνται από το κάψιμο του ήλιου και με στήλη φωτεινή φωτίζονταν τη νύχτα, απολαμβάνοντας άλλο, νέο φωστήρα έκτος από τη σελήνη· και σαν να μην είχαν ευεργετηθεί με καμία θεϊκή ενέργεια, όταν ο Μωυσής είχε ανεβεί στο όρος για να του δοθεί ο νόμος και καθυστερούσε να επιστρέψει, αυτοί ζητούσαν και εύρισκαν νέους και ανύπαρκτους θεούς. Είστε όντως κληρονόμοι της αχαριστίας τους· και τον νόμο δεν αγαπήσατε, και τη χάρη μισείτε· σας χρειάζεται ράβδος, φτιαγμένη όχι από καρυδιά, για επιστασία, άλλα από σίδηρο.
Βλέπετε έναν άνθρωπο που αν και τον είδε το φως, αυτός βρίσκεται στο σκοτάδι μέχρι τέτοια ηλικία. Δεν ξέρει τί είναι η όραση και οδηγείται από ξένους οφθαλμούς. Κάθε ήμερα κάθεται μπροστά στο ναό φανερώνοντας τη συμφορά του, για να προσελκύσει πολλούς σε ελεημοσύνη και έχει όλη τη πόλη μάρτυρα του πάθους του. Σε μία στιγμή τον βλέπετε να θεραπεύεται και να αναβλέπει, όχι με συνδυασμό διαφόρων φαρμάκων, ούτε με χρήση χειρουργικών εργαλείων, αλλά μόνο με λάσπη κι αυτή από πτύσμα· και πώς δεν θαμβώνεστε, δεν εκπλήττεσθε, δεν πέφτετε στη γη να προσκυνήσετε αυτόν που από τη γη έπλασε τα μάτια, σεβόμενοι την θεϊκή ενέργεια; Αντιθέτως, σεις κινδυνεύετε να σκάσετε από το φθόνο και ζηλεύετε το Θεό σαν αντίζηλο, σαν δημιουργοί το Δημιουργό, σαν κοινό άνθρωπο το Θεάνθρωπο; Και διαβάζετε μεν της Παλαιάς Διαθήκης τα βιβλία, όσα γράφτηκαν εκεί για να οικονομήσουν το λαό, και όσα διδάσκουν περί των βασιλέων και της ιστορίας τους, πείθεστε δε και παραδέχεστε όσα γράφουν για τον καθένα. Ότι τον Μωυσή λίγο έλειψε να τον εκλάβουν ως Θεό και τον Ελισαίο τον υπερθαύμαζαν και τον διδάσκαλό του τον Ηλία πολύ τον εξυμνούσαν και όλους τους αγίους κάθε γενεάς, οι οποίοι έλαβαν τις ενέργειες του Θεού και πραγματοποίησαν τα μεγάλα και πασίγνωστα, τους τιμάτε ως αγγέλους. Σε τίποτε δεν αμφισβητείτε τους αρχαίους, ούτε απιστείτε στις διηγήσεις των πατέρων σας, μολονότι οι άνθρωποι εκ φύσεως δίνουν λιγότερη πίστη στην ακοή. Αυτό όμως που συνέβη στις ήμερες σας με τα μάτια εκείνου, το είδατε με τα δικά σας μάτια . Μπορείτε δε και με τα δάκτυλα να το ψηλαφήσετε και να ακούσετε με ακρίβεια την εξιστόρησή του, αυτό με τόση απιστία και αχαριστία κακοτρόπως το επιβουλεύεσθε, καταπατώντας τις προφητείες και προσπαθώντας να διαψεύσετε την εκπλήρωσή τους. Αφού όσα βλέπουμε τώρα να πραγματοποιούνται, είχε προφθάσει ο Ησαΐας να μας τα διδάξει λέγοντας: «Ιδού ο Θεός ημών κρίσιν (δικαιοσύνη) ανταποδίδωσι, και ανταποδώσει, αυτός ήξει και σώσει ημάς. Τότε ανοιγήσονται οφθαλμοί τυφλών, και ώτα κωφών ακούσονται, τότε αλείται ως έλαφος ο χωλός, τρανή δε έσται γλώσσα μογιλάλων (τότε θα πηδά σαν ελάφι ο κουτσός και δυνατή θα γίνει η γλώσσα των κωφαλάλων). Αυτά δεν είναι λόγια του Πέτρου και του Ιωάννη, ούτε κάποιου από τα πρόσωπα που υποπτεύεσθε, ώστε να απιστήσετε στην αλήθεια υποθέτοντας ότι χαρίζονται στον Κύριο και κάνουν διαφήμιση· είναι λόγια της δικής σας προφητείας, εάν βέβαια αναγνωρίζετε τους Προφήτες σας, και μάλιστα τον μεγαλύτερο από τους Προφήτες και διδασκάλους του Νόμου.
«Τω δε Θεώ δόξα, κράτος, τιμή νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου