11 Φεβρουαρίου 2018.
Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Ἀπόκρεω.
Ματθ. 25, 31 – 46.
«...δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τήν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπό καταβολῆς κόσμου» (Ματθ. 25, 34).
Δέος καί συστολή προκαλεῖ ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή. Αὐτό ὅμως εἶναι λάθος καί ἡ πορεία τοῦ λόγου θά δείξει τό γιατί.
Μία καί μοναδική φορά μίλησε ὁ Κύριος τόσο ξεκάθαρα γιά τή Δευτέρα Παρουσία Του καί γιά τήν κρίση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς βάζει σήμερα ν’ ἀκούσουμε αὐτά τά λόγια τοῦ Χριστοῦ μας λίγο πρίν ξεκινήσουμε τό μεγάλο ἀγώνα τῆς Ἁγίας Τεσσαρακοστῆς, γιά νά δοῦμε τί θέλει ἀπό μᾶς ὁ Θεός, τί πρέπει νά πετύχουμε καί ποῦ πρέπει νά φτάσουμε μέ τήν ὅλη πνευματική μας προσπάθεια.
Δύο εἶναι τά μεγάλα συνθήματα τῆς σημερινῆς περικοπῆς. Ἡ πρώτη μεγάλη ἀλήθεια τῆς ἡμέρας εἶναι ὅτι ἡ μέλλουσα κρίση εἶναι ἕνα γεγονός σίγουρο καί ἀδιαμφισβήτητο. Τό μόνο σίγουρο γεγονός
τῆς παρούσης ζωῆς μας εἶναι ὅτι θά πεθάνουμε. Τό μόνο σίγουρο γεγονός τῆς μελλούσης ζωῆς μας εἶναι ὅτι θά κριθοῦμε. Ὅσο σίγουρο γιά τή ζωή μας εἶναι τό περιστατικό τοῦ θανάτου, πού μᾶς περιμένει ὅλους χωρίς ἐξαίρεση, τόσο σίγουρο καί μετά τό θάνατό μας εἶναι τό γεγονός τῆς κρίσεώς, μας πού θά γίνει γιά ὅλους ἀνεξαιρέτως τούς ἀνθρώπους. Γιά τό γεγονός τοῦ θανάτου οὐδείς ἀμφιβάλλει καί ἀπιστεῖ.
Πῶς θά μποροῦσε ἄλλωστε νά ἀμφισβητήσει κάποιος τό θάνατο, ἀπό τόν ὁποῖο σ’ ὁλόκληρη τήν ἀνθρώπινη ἱστορία δέν ὑπῆρξε οὔτε ὑπάρχει οὔτε θά ὑπάρξει ἔστω καί ἕνας δραπέτης; Μᾶς φοβίζει ὁ θάνατος καί μᾶς θλίβει, ἀλλά ὅλοι πιστεύουμε στήν ὕπαρξή του, ἀφοῦ στό θάνατο δέν ὑπάρχει ἐξαίρεση.
Μετά τό θάνατο ὅμως; Ἐκεῖ οἱ ἀπόψεις διίστανται καί ἀντικρούονται. Ἄλλοι νομίζουν πώς ὅλα τελειώνουν στόν τάφο. Ἄλλοι νομίζουν πώς ὁ
ἄνθρωπος ξανάρχεται στή ζωή μέ ἄλλη μορφή.
Ἄλλοι θεωροῦν πώς μετά τό θάνατο ὁ ἄνθρωπος
περνάει σέ μία κατάσταση χαώδη καί μηδενιστική.
Ἐλάχιστα εἶναι τά ἡρωϊκά πνεύματα πού πίστεψαν στή μετά τό θάνατο ζωή. Ἀκόμη πιό ἐλάχιστοι εἶναι
ἐκεῖνοι πού πιστεύουν στή μετά τό θάνατο κρίση.
Καί ὅμως, ὁ Κύριός μας σήμερα μᾶς ὁμιλεῖ γι’ αὐτή
τή μεγάλη ἀλήθεια τῆς κρίσεως. Ὅσο σίγουρο εἶναι
ὅτι θά πεθάνουμε, τόσο σίγουρο εἶναι πώς, ἀφοῦ πε-
θάνουμε, θά κριθοῦμε. Ἡ διδασκαλία περί τῆς Δευ-
τέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ μας καί περί τῆς μελ-
λούσης κρίσεως δέν εἶναι ἀνθρώπινο κατασκεύασμα
καί ἐφεύρημα. Εἶναι ξεκάθαρη διδαχή, πού τήν
ἀκούσαμε σήμερα μέ κάθε λεπτομέρεια ἀπό τό
ἀδιάψευστο στόμα τοῦ Θεανθρώπου. Ἤ πιστεύουμε
στή μέλλουσα κρίση, ὅπως καί σ’ Αὐτόν πού τή δίδαξε, ἤ ἀπορρίπτουμε τή διδασκαλία περί μελλούσης κρίσεως καί μαζί ἀπορρίπτουμε καί Αὐτόν πού
τή δίδαξε, δηλαδή τό Χριστό. Ὁ θάνατός μας, λοιπόν, δέν εἶναι μόνιμη κατάσταση. Εἶναι κάτι προσωρινό, ἀπό τό ὁποῖο θά διαφύγουμε τήν ἡμέρα τῆς
ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν καί τῆς μελλούσης κρίσεως.
Ἑπομένως τό πρῶτο σύνθημα τῆς σημερινῆς ἡμέρας
εἶναι χαρούμενο καί ἡ πρώτη ἀλήθεια εἶναι γεμάτη
αἰσιοδοξία. Πεθαίνουμε, ἀλλά γιά λίγο, καί μετά τό θάνατό μας θά ἀναστηθοῦμε, γιά νά κριθοῦμε καί νάζήσουμε γιά πάντα. Κάθε μέρα φτύνουμε τό θάνατο
κατά πρόσωπον, διότι τοῦ φωνάζουμε μέσ’ ἀπό τό
Σύμβολο τῆς πίστεώς μας: «προσδοκῶ ἀνάστασιν
νεκρῶν καί ζωήν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Ἀμήν».
Ἡ δεύτερη μεγάλη ἀλήθεια τῆς ἡμέρας ἔχει νά
κάνει μέ τήν ἴδια τή διαδικασία τῆς κρίσεως. Πῶς θά
μᾶς κρίνει ὁ Θεός; Κάθε δικαστής δικάζει μέ βάση
κάποια νομολογία. Οἱ νόμοι τοῦ κράτους εἶναι γνω-
στό πώς καθορίζουν τήν κρίση καί τήν ἀπόφαση τῶν
δικαστῶν. Μέ τόν οὐράνιο δικαστή μας, λοιπόν, τί
θά γίνει; Μέ βάση ποιά νομολογία θά μᾶς κρίνει
Ἐκεῖνος πού στέκει πάνω ἀπό τούς ἀνθρώπινους
νόμους;
Μία πρόχειρη, ἀλλά πολύ λογική ἀπάντηση
εἶναι ὅτι ὁ Κύριος θά μᾶς κρίνει μέ βάση τό δικό
Του νόμο. Εἶναι ἀλήθεια πώς ὁ Θεός ἔδωσε τό νόμο
Του στούς ἀνθρώπους. Μία σειρά ἀπό ἐντολές στήν
Παλαιά Διαθήκη καί μία σειρά ἀπό παρακαταθῆκες
στήν Καινή Διαθήκη θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι
δίνουν τό πλαίσιο τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός μᾶς
ἔχει δώσει συγκεκριμένες ἐντολές, τίς ὁποῖες ἄλλοι
ἀπό μᾶς τηροῦμε καί ἄλλοι παραβιάζουμε. Τό πιό λογικό, λοιπόν, θά ἦταν νά κριθοῦμε μέ βάση αὐτές
τίς ἐντολές καί τίς διατάξεις τοῦ Θεοῦ. Ἔρχεται,
ὅμως, ὁ ἴδιος ὁ Χριστός νά διαφωνήσει μ’ αὐτή τήν
ἄποψη.
Ὁ νόμος πού θά καθορίσει τήν κρίση τοῦ Θεοῦ
γιά μᾶς εἶναι ὁ νόμος τῆς ἀγάπης. Αὐτό μᾶς λέει ὁ
Κύριος σήμερα. Ὁ Θεός ἐκείνη τή στιγμή τῆς κρί-
σεως δέν θά μᾶς πεῖ ὅτι παραβιάσαμε τήν τάδε ἤ
τήν τάδε ἐντολή. Δέν θά κρίνει οὔτε θ’ ἀξιολογήσει ὁ
Θεός τίς ἁμαρτίες μας. Δέν ἐνδιαφέρεται ὁ Θεός γιά
τό πόσο ἁμαρτήσαμε οὔτε τί εἴδους ἁμαρτίες δια-
πράξαμε. Τό μόνο πού θά ἐξετάσει ὁ Θεός εἶναι τό
πόσο ἀγαπήσαμε. Ὁ Θεός δέν θ’ ἀξιολογήσει τήν
ἁμαρτία μας. Ὁ Θεός θ’ ἀξιολογήσει τήν ποιότητα
τῆς ἀγάπης μας. Αὐτό εἶναι τό δεύτερο αἰσιόδοξο
μήνυμα τῆς ἡμέρας. Ἄς μή φοβηθοῦμε τά λάθη μας.
Δέν θά μᾶς καταδικάσουν αὐτά. Ἄς μάθουμε ν’
ἀγαπᾶμε. Εἶναι τόσο ὄμορφο, τόσο εὐχάριστο καί
πολύ εὔκολο.
Πόσο ἀγαπήσαμε λοιπόν; Μάλιστα πόσο
ἀγαπήσαμε τούς ἄλλους; Μήπως μάθαμε ν’
ἀγαποῦμε μόνο τόν ἑαυτό μας; Τό σύνθημα τῆς ἡμέρας εἶναι ξεκάθαρο. Ὅσο πιό πολύ ἀγαπήσουμε
τούς ἄλλους, καί μάλιστα τούς περιφρονημένους
αὐτῆς τῆς ζωῆς, τόσο πιό κοντά καί πιό σίγουρα θά
βρεθοῦμε στή σωτηρία μας καί τόσο πιό βέβαια θ’
ἀκούσουμε τή φωνή τοῦ ἀδεκάστου κριτοῦ μας:
«...δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τήν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπό
καταβολῆς κόσμου». Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου