ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ
(Μθ. 1, 1-25)
Μετὰ τὴν παρακοὴ τῶν πρωτοπλάστων, ὁ ἄνθρωπος ἔχασε τὸν Θεό, βγῆκε ἀπὸ τὸν Παράδεισο καὶ ὑπήχθη στὴ φθορὰ καὶ τὴν ἁμαρτία. Ὁ εὔσπλαχνος, ὅμως, Θεὸς ποτὲ δὲν ἐγκατέλειψε τὸ πλάσμα του, ἀλλὰ προσπάθησε ποικιλοτρόπως νὰ τὸ ἐπαναφέρει κοντά του: τοῦ ἔδωσε τοὺς Προφῆτες, τὸν Νόμο, τὸν παιδαγώγησε, τὸν εὐεργέτησε, τὸν ἀπείλησε, τὸν τιμώρησε, καὶ ἐν τέλει, ὅταν ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἔστειλε τὸν Υἱό του γιὰ νὰ ἀναζητήσει καὶ νὰ σώσει τό «ἀπολωλός», δηλαδὴ τὸν ἀποστάτη ἄνθρωπο. Ἔτσι ἔλαβε χώρα τὸ μέγα μυστήριο τῆς Ἐνανθρώπησης τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Ταπεινώνοντας τὸ ἀταπείνωτό του, κατέρχεται ἀπὸ τοὺς οὐρανούς, εἰσέρχεται στὴν εὐτέλεια τοῦ κόσμου, γεννᾶται καὶ γίνεται ἄνθρωπος. Γεννᾶται ὁ αἰώνιος, γράφει χαρακτηριστικὰ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, καὶ γίνεται αὐτὸ ποὺ δὲν ἦταν. Ἐνῶ ἦταν Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος, χωρίς, ὅμως, νὰ παύσει νὰ εἶναι Θεός. Δὲν ἔχασε δηλαδὴ τὶς θεῖες τοῦ ἰδιότητες, γενόμενος ἄνθρωπος. Ὁ Λόγος προσέλαβε τὴν ἀνθρωπότητα χωρὶς ἡ θεία του φύση νὰ ἀλλοιωθεῖ. Οὔτε ὅμως ἡ ἀνθρωπότητα ἄλλαξε καὶ μεταβλήθηκε σὲ Θεό.
Τοῦτο ἀποτελεῖ παράδοξο γιὰ πολλοὺς ἀνθρώπους: διαχρονικὸ σκάνδαλο γιὰ τοὺς Ἰουδαίους, διότι δὲν δέχονται ὅτι ὁ Θεὸς δύναται νὰ πάρει τὴ μορφὴ δούλου. Ἀνοησία, γιὰ τοὺς πάσης φύσεως εἰδωλολάτρες, παλαιοὺς καὶ σύγχρονους, γιὰ τὴν ταπείνωση ποὺ ἐπιδεικνύει ὁ πλάστης στὸ πλάσμα. Γιὰ ἐμᾶς, ὅμως, ἡ Ἐνανθρώπηση ἀποτελεῖ μέγιστο θαῦμα καὶ τὸ θεμέλιό τῆς πίστης μας. Ὁ Ἐνανθρωπήσας πλέον, ὡς νέος Ἀδάμ, προσφέρει τὴν ἀναγέννηση στὸ πλάσμα του καὶ ἀναιρεῖ τὰ ἀποτελέσματα τῆς ἀνυπακοῆς τοῦ πρώτου Ἀδάμ, δηλαδὴ τὴ φθορὰ καὶ τὸν θάνατο, καὶ προσφέρει τὸ φύραμα τῆς δικῆς μας ἀνάπλασης καὶ θέωσης.
Ὁ Χριστὸς γεννᾶται ἀπορρήτως καὶ ὑπὲρ τοὺς νόμους τῆς φύσεως στὸ εὐτελὲς σπήλαιο τῆς Βηθλεὲμ ἀπὸ τὴν παρθένο Μαρία. Ἀνυμνεῖται ἀπὸ τὶς στρατιὲς τῶν ἐπουρανίων δυνάμεων, θαυμάζεται ἀπὸ τοὺς ἁπλοϊκοὺς ποιμένες καὶ προσκυνεῖται ἀπὸ τοὺς μάγους.
Κατ’ ἀναλογία καὶ ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, βρισκόμενοι μπροστὰ ἀπὸ τὸ ὑπερφυὲς μυστήριο, καλούμαστε νὰ τὸ προσεγγίσουμε ὀρθά. Ἡ γέννηση τοῦ Σωτῆρα Χριστοῦ, γράφει ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, δὲν ἑορτάζεται κοσμικά, μὲ φωτάκια, στολίδια καὶ φαγοπότια, ἀλλὰ πνευματικὰ καὶ ἐκκλησιαστικά. Ἡ πνευματικὴ ἐγρήγορση ποὺ προηγεῖται, δηλαδὴ ἡ μετάνοια, ὁ ἐκκλησιασμὸς καὶ ἡ σύμμετρη νηστεία, εἶναι ἄθλημα πνευματικό, τὸ ὁποῖο μᾶς προετοιμάζει γιὰ τὴν ὑποδοχὴ τοῦ Θείου Βρέφους.
Οἱ τότε ἀλλοεθνεῖς καὶ ἀλλόφυλοι μάγοι, ἀκολουθώντας ἐξ Ἀνατολῶν τὸ παράξενο ἀστέρι, ἔφτασαν στὸν νεογέννητο Βασιλέα καὶ προσκυνώντας τον, τοῦ προσέφεραν τὰ δῶρα τους, χρυσό, λιβάνι καὶ σμύρνα. Χρυσό, ὡς Βασιλέα, λιβάνι, ὡς Θεὸ καὶ σμύρνα, ὡς θνητὸ ἄνθρωπο.
Ἐμεῖς, ἀκολουθώντας τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ ρυθμίζοντας τὴ ζωή μας σύμφωνα μὲ αὐτές, θὰ φτάσουμε στὸν Χριστό, στὸν ὁποῖο πρέπει νὰ προσφέρουμε τὰ δικά μας δῶρα: Τὸ χρυσάφι, δηλαδὴ τὴν καθαρὴ ἀπὸ κάθε πονηρὸ καὶ ἄτοπο λογισμό, καρδιά μας, τὸ λιβάνι, δηλαδὴ τὴν ἀγάπη μας πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν πλησίον, ὡς προσευχή, ταπείνωση, ἐλεημοσύνη καὶ φιλανθρωπία, καὶ τὴ σμύρνα, δηλαδὴ τὴν κατάνυξη καὶ τὴ μετάνοια.
Οἱ μάγοι, ἀφοῦ προσκύνησαν τὸ θεῖο βρέφος δὲν ἐπέστρεψαν στὴν πατρίδα τους ἀπὸ τὸν ἴδιο δρόμο, ἀλλὰ διὰ μέσου κάποιου ἄλλου. Τὸ ἴδιο ἀκριβῶς ὀφείλουμε νὰ κάνουμε καὶ ἐμεῖς. Μετὰ τὴν πνευματικὴ προετοιμασία γιὰ τὴ γέννηση τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴ συνεπακόλουθη μετοχή μας στὴν πνευματικὴ χαρὰ τῆς γιορτῆς, δὲν πρέπει νὰ ἐπιστρέψουμε στὰ ἴδια. Δηλαδὴ πρέπει νὰ ἀλλάξουμε τρόπο ζωῆς καὶ νὰ μὴν ἐμμείνουμε στὰ παλαιά μας λάθη. Ἐγκαταλείποντας τὸν δρόμο τῶν κακῶν συνηθειῶν, ἂς ἀγωνιστοῦμε ὥστε ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ νὰ ἀποτελέσει καὶ τὴ δική μας ἀναγέννηση στὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου