ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(Μθ. 18, 23-35)
Στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ὁ Κύριος μᾶς ὁμιλεῖ γιὰ τὴ συγχωρητικότητα, ὡς προϋπόθεση γιὰ τὴ δική μας σωτηρία. Καὶ εἶναι προϋπόθεση, διότι ἡ συγχώρεση ποὺ θὰ δώσουμε στὸν ἄλλο ἑλκύει πρὸς ἐμᾶς τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ὑπόδειγμα πρέπει νὰ ἔχουμε πάντοτε τὴν ταπεινὴ συμπεριφορὰ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος «λοιδορούμενος οὐκ ἀντελοιδόρει, πάσχων οὐχ ἠπείλει».
Ὅποιος ἑπομένως ἐπιθυμεῖ νὰ ἀγωνισθεῖ καὶ νὰ φθάσει στὴν τελειότητα, πρέπει νὰ ἀποδιώξει ἀπὸ μέσα του τὴν ὀργὴ καὶ τὸ θυμό. Διότι, στ᾽ ἀλήθεια, πῶς θὰ ἐπιτύχει κανεὶς τὴν τελείωση, πῶς θὰ μπορέσει νὰ προσευχηθεῖ, πῶς θὰ τολμήσει νὰ ζητήσει ὁτιδήποτε ἀπὸ τὸν ἀγαθὸ Θεό, ὅταν κρατᾶ καὶ καλλιεργεῖ μέσα στὴν καρδιά του τὸ μῖσος καὶ τὴ μνησικακία;
Τότε μόνο ἔχουμε δικαίωμα, νὰ ὀργιστοῦμε κατὰ τοῦ συνανθρώπου μας ὅταν αὐτὸς θέλει νὰ μᾶς χωρίσει ἀπὸ τὸν Θεό. Διαφορετικὰ ὀργιζόμαστε καὶ μνησικακοῦμε χωρὶς λόγο καὶ αἰτία, χωρὶς σκοπὸ καὶ χριστιανικὴ προοπτική, δηλαδὴ μάταια. Ὅ,τι καὶ νὰ ἔχει κάνει σὲ ἐμᾶς κάποιος, μᾶς ἀδίκησε, μᾶς ἐκμεταλλεύτηκε, μᾶς ἔκλεψε, μᾶς πλεονέκτησε, μᾶς ἔβρισε, μᾶς κτύπησε, ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ προστάζει τὴ συγχωρητικότητα, ὄχι τὴν ἀντεκδίκηση, τὴν προσπάθεια δικαίωσης, τὴν ὀργὴ καὶ τὴ μνησικακία. Ἐὰν παρ᾽ ἐλπίδα, ὀργισθοῦμε ἢ ταραχθοῦμε, ἂς ἐνεργήσουμε τάχιστα καὶ ἂς μὴν ἐπιτρέψουμε στὴ μνησικακία νὰ μᾶς καταβάλει καὶ νὰ μᾶς μετατρέψει σὲ ἀφιλάνθρωπους. Ἐπ᾽ αὐτοῦ ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς παροτρύνει καὶ μᾶς συμβουλεύει: «ὀργίζεσθε καὶ μὴ ἁμαρτάνετε· ὁ ἥλιος μὴ ἐπιδυέτω ἐπὶ τῷ παροργισμῷ ὑμῶν». Ἂς μὴν ἐπιτρέπουμε στὴν ὀργὴ νὰ καταντᾶ χρονίζουσα ἁμαρτία. Ἂς συμφιλιωνόμαστε προτοῦ δύσει ὁ ἥλιος, δηλαδὴ γρήγορα, καὶ ἂς μὴν ἐπιτρέπουμε σὲ αὐτὸ τὸ πάθος νὰ παραμένει μέσα μας καὶ νὰ καταντᾶ χρόνιο.
Δὲν εἶναι αὐτὸ ποὺ θέλει ὁ Χριστὸς ἀπὸ ἐμᾶς. Δὲν θέλει νὰ τρέφουμε μῖσος ἢ λύπη ἢ ὀργὴ ἢ μνησικακία γιὰ ὁποιονδήποτε ἄνθρωπο, ἀλλὰ θέλει νὰ ἔχουμε πρὸς αὐτὸν ἀγάπη καὶ κατανόηση. Ἐὰν δείξουμε ἐμεῖς ἀγάπη πρὸς τὸν ἄλλο καὶ τοῦ προσφέρουμε συγχώρηση στὰ σφάλματά του, θὰ μᾶς συμπεριφερθεῖ ἀναλόγως καὶ ὁ Κύριος. Αὐτὸ ἄλλωστε δὲν λέμε καθημερινά, στὴν προσευχή μας; «… καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν… ». Ζητᾶμε ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ μᾶς συγχωρέσει, ὅπως ἐμεῖς πρῶτοι συγχωροῦμε τοὺς πταίοντας πρὸς τὸ πρόσωπό μας. Συγχωροῦμε γιὰ νὰ συγχωρεθοῦμε. Δὲν μνησικακοῦμε καὶ περιμένουμε νὰ μᾶς συγχωρέσει ὁ Θεός.
Πῆγε κάποτε κάποιος μοναχὸς σὲ ἕνα μεγάλο γέροντα καὶ τοῦ λέει: «ἔχω ἀδικηθεῖ ἀπὸ τὸν τάδε καὶ θέλω νὰ τὸν ἐκδικηθῶ».
Ὁ γέροντας προσπαθοῦσε νὰ τὸν ἀποτρέψει ἀπὸ τὴν ἀντεκδίκηση, ὅμως, αὐτὸς ἐπέμενε:
«δὲν θὰ ἡσυχάσω», ἔλεγε, «ἐὰν δὲν τὸν ἐκδικηθῶ καὶ δὲν δικαιώσω τὸν ἑαυτό μου».
Τότε τοῦ εἶπε ὁ γέροντας: «καλῶς˙ ἂς προσευχηθοῦμε πρῶτα παιδί μου», καὶ στάθηκε μπρὸς στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, λέγοντας: «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς… μὴ συγχωρέσεις τὰ ἁμαρτήματά μας, ὅπως καὶ ἐμεῖς δὲν συγχωροῦμε τὰ ἁμαρτήματα τῶν ἄλλων».
-«Μὰ γέροντα», τὸν διέκοψε ὁ μοναχός, «δὲν λέει κάτι τέτοιο ἡ προσευχή».
-«Καὶ ὅμως, λέει˙ ἐφόσον ἐσὺ συνεχίζεις νὰ μνησικακεῖς ἐγὼ ἄλλη προσευχὴ γιὰ σένα δὲν κάνω».
Τότε ὁ μοναχὸς κατάλαβε τὸ σφάλμα του καὶ πέφτοντας στὰ πόδια τοῦ γέροντα, τοῦ εἶπε: «δὲν θέλω νὰ ἐκδικηθῶ πιὰ γέροντα».
(Μθ. 18, 23-35)
Στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ὁ Κύριος μᾶς ὁμιλεῖ γιὰ τὴ συγχωρητικότητα, ὡς προϋπόθεση γιὰ τὴ δική μας σωτηρία. Καὶ εἶναι προϋπόθεση, διότι ἡ συγχώρεση ποὺ θὰ δώσουμε στὸν ἄλλο ἑλκύει πρὸς ἐμᾶς τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ὑπόδειγμα πρέπει νὰ ἔχουμε πάντοτε τὴν ταπεινὴ συμπεριφορὰ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος «λοιδορούμενος οὐκ ἀντελοιδόρει, πάσχων οὐχ ἠπείλει».
Ὅποιος ἑπομένως ἐπιθυμεῖ νὰ ἀγωνισθεῖ καὶ νὰ φθάσει στὴν τελειότητα, πρέπει νὰ ἀποδιώξει ἀπὸ μέσα του τὴν ὀργὴ καὶ τὸ θυμό. Διότι, στ᾽ ἀλήθεια, πῶς θὰ ἐπιτύχει κανεὶς τὴν τελείωση, πῶς θὰ μπορέσει νὰ προσευχηθεῖ, πῶς θὰ τολμήσει νὰ ζητήσει ὁτιδήποτε ἀπὸ τὸν ἀγαθὸ Θεό, ὅταν κρατᾶ καὶ καλλιεργεῖ μέσα στὴν καρδιά του τὸ μῖσος καὶ τὴ μνησικακία;
Τότε μόνο ἔχουμε δικαίωμα, νὰ ὀργιστοῦμε κατὰ τοῦ συνανθρώπου μας ὅταν αὐτὸς θέλει νὰ μᾶς χωρίσει ἀπὸ τὸν Θεό. Διαφορετικὰ ὀργιζόμαστε καὶ μνησικακοῦμε χωρὶς λόγο καὶ αἰτία, χωρὶς σκοπὸ καὶ χριστιανικὴ προοπτική, δηλαδὴ μάταια. Ὅ,τι καὶ νὰ ἔχει κάνει σὲ ἐμᾶς κάποιος, μᾶς ἀδίκησε, μᾶς ἐκμεταλλεύτηκε, μᾶς ἔκλεψε, μᾶς πλεονέκτησε, μᾶς ἔβρισε, μᾶς κτύπησε, ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ προστάζει τὴ συγχωρητικότητα, ὄχι τὴν ἀντεκδίκηση, τὴν προσπάθεια δικαίωσης, τὴν ὀργὴ καὶ τὴ μνησικακία. Ἐὰν παρ᾽ ἐλπίδα, ὀργισθοῦμε ἢ ταραχθοῦμε, ἂς ἐνεργήσουμε τάχιστα καὶ ἂς μὴν ἐπιτρέψουμε στὴ μνησικακία νὰ μᾶς καταβάλει καὶ νὰ μᾶς μετατρέψει σὲ ἀφιλάνθρωπους. Ἐπ᾽ αὐτοῦ ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς παροτρύνει καὶ μᾶς συμβουλεύει: «ὀργίζεσθε καὶ μὴ ἁμαρτάνετε· ὁ ἥλιος μὴ ἐπιδυέτω ἐπὶ τῷ παροργισμῷ ὑμῶν». Ἂς μὴν ἐπιτρέπουμε στὴν ὀργὴ νὰ καταντᾶ χρονίζουσα ἁμαρτία. Ἂς συμφιλιωνόμαστε προτοῦ δύσει ὁ ἥλιος, δηλαδὴ γρήγορα, καὶ ἂς μὴν ἐπιτρέπουμε σὲ αὐτὸ τὸ πάθος νὰ παραμένει μέσα μας καὶ νὰ καταντᾶ χρόνιο.
Δὲν εἶναι αὐτὸ ποὺ θέλει ὁ Χριστὸς ἀπὸ ἐμᾶς. Δὲν θέλει νὰ τρέφουμε μῖσος ἢ λύπη ἢ ὀργὴ ἢ μνησικακία γιὰ ὁποιονδήποτε ἄνθρωπο, ἀλλὰ θέλει νὰ ἔχουμε πρὸς αὐτὸν ἀγάπη καὶ κατανόηση. Ἐὰν δείξουμε ἐμεῖς ἀγάπη πρὸς τὸν ἄλλο καὶ τοῦ προσφέρουμε συγχώρηση στὰ σφάλματά του, θὰ μᾶς συμπεριφερθεῖ ἀναλόγως καὶ ὁ Κύριος. Αὐτὸ ἄλλωστε δὲν λέμε καθημερινά, στὴν προσευχή μας; «… καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν… ». Ζητᾶμε ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ μᾶς συγχωρέσει, ὅπως ἐμεῖς πρῶτοι συγχωροῦμε τοὺς πταίοντας πρὸς τὸ πρόσωπό μας. Συγχωροῦμε γιὰ νὰ συγχωρεθοῦμε. Δὲν μνησικακοῦμε καὶ περιμένουμε νὰ μᾶς συγχωρέσει ὁ Θεός.
Πῆγε κάποτε κάποιος μοναχὸς σὲ ἕνα μεγάλο γέροντα καὶ τοῦ λέει: «ἔχω ἀδικηθεῖ ἀπὸ τὸν τάδε καὶ θέλω νὰ τὸν ἐκδικηθῶ».
Ὁ γέροντας προσπαθοῦσε νὰ τὸν ἀποτρέψει ἀπὸ τὴν ἀντεκδίκηση, ὅμως, αὐτὸς ἐπέμενε:
«δὲν θὰ ἡσυχάσω», ἔλεγε, «ἐὰν δὲν τὸν ἐκδικηθῶ καὶ δὲν δικαιώσω τὸν ἑαυτό μου».
Τότε τοῦ εἶπε ὁ γέροντας: «καλῶς˙ ἂς προσευχηθοῦμε πρῶτα παιδί μου», καὶ στάθηκε μπρὸς στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, λέγοντας: «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς… μὴ συγχωρέσεις τὰ ἁμαρτήματά μας, ὅπως καὶ ἐμεῖς δὲν συγχωροῦμε τὰ ἁμαρτήματα τῶν ἄλλων».
-«Μὰ γέροντα», τὸν διέκοψε ὁ μοναχός, «δὲν λέει κάτι τέτοιο ἡ προσευχή».
-«Καὶ ὅμως, λέει˙ ἐφόσον ἐσὺ συνεχίζεις νὰ μνησικακεῖς ἐγὼ ἄλλη προσευχὴ γιὰ σένα δὲν κάνω».
Τότε ὁ μοναχὸς κατάλαβε τὸ σφάλμα του καὶ πέφτοντας στὰ πόδια τοῦ γέροντα, τοῦ εἶπε: «δὲν θέλω νὰ ἐκδικηθῶ πιὰ γέροντα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου