ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΛΟΥΚΑ
«καιρῷ δεκτῷ ἐπήκουσά σου καὶ ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας ἐβοήθησά σοι· ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας·» (Ησ. 49,8).
Την διαρκώς, μέσα απ’ το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, ανανεούμενη πρόσκληση και βοήθεια του Θεού στην εν Χριστώ σωτηρία μεταφέρει ο Απόστολος Παύλος στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα στοχεύοντας να αναδείξει:
Α) την εν τω Χριστώ «καταλλαγή» των ανθρώπων με το Θεό Πατέρα.
Β) την προσφορά της ως έργο των Αποστόλων μέσα στο Σώμα της Εκκλησίας και,
Γ) την ελεύθερη αποδοχή της από τον άνθρωπο.
Το περιεχόμενο της σωτηρίας του ανθρώπου δεν είναι παρά η, μέσα από την υπακοή τις εντολές του Χριστού, συμφιλίωση του με το Θεό Πατέρα και η εκούσια απόσπασή του από το νόμο της αμαρτίας.
Τρείς παράγοντες συμβάλλουν στο έργο της σωτηρίας, η Χάρη του Θεού, η διακονία των Αποστόλων ως κηρύκων του Ευαγγελίου και η ελεύθερη, από τον άνθρωπο, αποδοχή της αγάπης του Θεού Πατρός στο Πρόσωπο του Σαρκωμένου Υιού, του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Αποτέλεσμα της αποδοχής της αγάπης του Θεού είναι η διάσωση της ανθρώπινης ύπαρξης απ’ τη φθορά και το θάνατο. Κι αυτό γιατί ο Χριστός προσέλαβε ανεξαιρέτως όλους τους ανθρώπους στην Ύπαρξή Του. Η αποδοχή αυτής της αλήθειας συντελεί στο «άνοιγμα» της πεσμένης ανθρώπινης ύπαρξης σε τέτοια έκταση ώστε αυτή διαστελλόμενη να (συν)χωρεί μέσα της όλους τους ανθρώπους.
Ο Απόστολος Παύλος παρακαλώντας τους πιστούς «μη εις κενόν την χάριν του Θεού δέξασθαι» προσπαθεί να επιτύχει:
Α) την ανανέωση της πρόσκλησης του Θεού και την αποδοχή της απ’ τους πιστούς στο Πρόσωπο του Χριστού,
Β) την υπερνίκηση της ανθρώπινης αδιαφορίας που τον εμποδίζει να φροντίσει για τη σωτηρία του (ακηδία),
Γ) τη συναίσθηση του κενού (κενότητα) στην ανθρώπινη ύπαρξη που δημιουργεί η απουσία της Χάρης του Θεού,
Δ) την υποχρέωση του ανθρώπου να αξιολογήσει τον «νύν καιρό», να δει την αξία της πρόσκαιρης ζωής, να τη μετατρέψει με την αγάπη του Χριστού σε «καιρόν ευπρόσδεκτον» και
Ε) την προβολή της υποδειγματικής ζωής των Αποστόλων ως ορθή απάντηση στην πρόσκληση του Θεού.
Χρησιμοποιώντας ο Απόστολος το παραπάνω χωρίο του Προφήτη Ησαΐα αποδεικνύει πως η σωτηρία του ανθρώπου οφείλεται σε πρωτοβουλία του Θεού που έχει στιγματίσει την ιστορική πορεία του Ισραήλ, προετοιμάζοντας και οδηγώντας τον με την επενέργεια της «χάριτος και αληθείας» σε μια κοινωνία αγάπης.
Ο Σαρκωμένος Λόγος εκούσια προσφέρει τον Εαυτό Του. Γίνεται αδελφός με τον άνθρωπο (Εβρ. 2, 12), όμοιος αυτού «κατά πάντα» (Εβρ. 2, 17) αλλά «χωρίς αμαρτίας» (Εβρ. 3, 15). Αυτή η προσφορά αγάπης είναι «απροϋπόθετος». Δεν εξαρτάται απ’ τη θετική ανταπόκριση του ανθρώπου ή την προσωπική ύπαρξη ηθικής καλλιέργειας.
Γιατί ο άνθρωπος ανακαλύπτει το βάθος της προσωπικής αμαρτίας προσεγγίζοντας και συγκρινόμενος μόνο με το Θεό που αγαπά. Τότε καταλαβαίνει ότι δεν υπάρχει κάτι υπέρτερο απ’ την αγάπη. Ο Χριστός δε μας σώζει επειδή μας αγαπά γιατί η σωτηρία δεν είναι ανώτερη απ’ την αγάπη. Αγάπη και σωτηρία ταυτίζονται στο Θεό. Έτσι η σωτηρία είναι αποτέλεσμα κοινωνίας και προσωπικής μετοχής στη ζωή του Τριαδικού Θεού.
Ο άνθρωπος παρ’ όλες τις άστοχες και εσφαλμένες επιλογές της ζωής του, διαχρονικά δεν σταματά να απευθύνει ένα αίτημα και να αναζητά μια κοινωνία ενωμένη με την αγάπη. Αν και επιλέγει να κατευθύνει την ύπαρξή του σε λάθος μονοπάτια δεν παύει να αναζητά το, χαμένο, αληθινό νόημα της ζωής.
Ο άνθρωπος ζώντας στη σύγχρονη κοινωνία, η οποία περιθωριοποιεί, αδιαφορεί και υποτιμά το ανθρώπινο πρόσωπο, υποφέρει. Χωρίς ωστόσο να μπορεί να κατανοήσει την αιτία. Δεν κατανοεί ότι ο σκοτασμός του νου και η δυσλειτουργία της ύπαρξής του είναι αποτέλεσμα απουσίας της αληθινής αγάπης.
Ενώ αναζητά να αγαπηθεί και να αναγνωρισθεί ως ύπαρξη, ξεχνά ότι αυτό προϋποθέτει και τη δική του προσφορά. Ο άνθρωπος ικανοποιείται όταν αναγνωρίζεται ως ύπαρξη από τους άλλους. Αλλά για να γίνει κάτι τέτοιο πρέπει να υπάρχει μία σωστή «κυκλοφορία» της αγάπης.
Τέτοιο παράδειγμα αποτελεί η ανιδιοτελώς προσφερόμενη αγάπη του Χριστού. Χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτής της αγάπης είναι η γνώση και αναγνώριση της μοναδικότητας του κάθε ανθρώπινου προσώπου. «Εγώ ειμί ο ποιμήν ο καλός και γινώσκω τα εμά…» (Ιω. 10, 3 – 4) και θεμέλιος λίθος της η θυσιαστική διάθεση «… και την ψυχήν μου τίθημι υπέρ των προβάτων…» (Ιω. 10, 15 – 16).
Στο βιβλίο της Αποκάλυψης (3, 20), ο Χριστός ως «ζητιάνος» υπομονετικά καρτερεί και κρούει τη θύρα της καρδιάς μας, «Ιδού έστηκα επί την θύρα και κρούω». Αλλά ο άνθρωπος πρέπει με τη δική του θέληση, ελεύθερα, να την ανοίξει. Η σωτηρία του εξαρτάται και από τη δική του θέληση. Το χρόνο, τον τόπο και το χώρο τον επιλέγει ο Θεός
Αν ο σύγχρονος άνθρωπος αποδεχθεί ότι η δική του θεραπεία περνάει μέσα από την ύπαρξη του άλλου και ανταποκριθεί την πρόσκληση του Χριστού για μετοχή στον αγιαστικό χώρο και τρόπο (ζωής) της Εκκλησίας, τότε θα αισθανθεί ότι Αυτός αποδέχεται τον καθένα όπως είναι και τον πληρώνει με την παρουσία Του.
Για να βοηθήσει τον άνθρωπο να αποφύγει την έσχατη άρνηση και αδιαφορία στην προσφορά του Χριστού προσφέρει τον εαυτό του ως παράδειγμα. Ο Απόστολος ως διάκονος του Θεού εργάζεται για τη σωτηρία των ανθρώπων. Ως υπηρέτης των Μυστηρίων του Χριστού δεν ανήκει στον εαυτό του αλλά σ’ όλους τους ανθρώπους. Και όπως ο Κύριος έτσι κι αυτός αγκαλιάζει με αγάπη όλους τους ανθρώπους.
Ωστόσο, τόσο η προσφορά του όσο και των άλλων Αποστόλων δεν γίνεται κατανοητή απ’ το σύνολο των ανθρώπων αλλά μόνο απ’ όσους βρίσκονται σε κοινωνία με το Χριστό. Όσοι δεν αποδέχονται την κοινωνία με το Χριστό, οχυρωμένοι πίσω απ’ την αυτοαξία του εγώ και τη φιλαυτία, απορρίπτουν τη Χάρη Του και εμποδίζουν το έργο των Αποστόλων.
Τα εμπόδια αυτά αντιμετωπίζουν οι Αποστόλοι οπλισμένοι με τα όπλα του Χριστού: μεγάλη υπομονή, σύνεση και διάκριση, αγνότητα, καθαρότητα καρδίας και ανυπόκριτη αγάπη.
Αναφέρει σχετικά: «διὰ δόξης καὶ ἀτιμίας, διὰ δυσφημίας καὶ εὐφημίας, ὡς πλάνοι καὶ ἀληθεῖς, ὡς ἀγνοούμενοι καὶ ἐπιγινωσκόμενοι, ὡς ἀποθνήσκοντες καὶ ἰδοὺ ζῶμεν, ὡς παιδευόμενοι καὶ μὴ θανατούμενοι, ὡς λυπούμενοι ἀεὶ δὲ χαίροντες, ὡς πτωχοὶ πολλοὺς δὲ πλουτίζοντες, ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες.»
Με αυτό δεν επιθυμεί να παρουσιάσει ένα σύνολο αντιθέσεων αλλά μία διαλεκτικότητα προς τις εναντιώσεις, θετικές και αρνητικές, που παρουσιάζει η ανθρώπινη ζωή. Φανερώνει έτσι την ψυχική ακαταστασία της ανθρώπινης ψυχής και τον τρόπο που αυτή αντιμετωπίζεται απ’ τους Αποστόλους ώστε να προσφερθεί η αναλογούσα βοήθεια για την υπέρβαση της αμαρτίας και τη θεραπεία του τραυματισμένου ανθρώπου.
Η υπέρβαση της αμαρτίας επιτυγχάνεται με την αγάπη του Χριστού που γεφυρώνει κάθε κοινωνικό χάσμα και ενοποιεί την ανθρώπινη ύπαρξη.
Η παράκληση του Απόστολου Παύλου ανακεφαλαιώνεται στη φράση, «Εν τω ελέει του Θεού εξολοθρεύεται ο εχθρός», (Ψαλμ. 142, 12). Την αδυναμία του ανθρώπου να νικήσει την αμαρτία αναπληρώνει η Χάρη του Θεού. Αμήν
Πρωτοπρεσβύτερος Ιωάννης Κίτσιος
Εφημέριος Ιερού Ναού
Αγίου Χαραλάμπους Περάματος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου