Ἡ Πεντηκοστή
«καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρός μου ἐφ' ὑμᾶς· ὑμεῖς δὲ καθίσατε ἐν τῇ πόλει Ἱερουσαλήμ ἕως οὗ ἐνδύσησθε δύναμιν ἐξ ὕψους.» (Λουκ., 24, 49).
Ὑπήκοοι στὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου οἱ μαθητές παρέμεναν, μετά την Ανάληψή Του, συγκεντρωμένοι στὴν Ἱερουσαλήμ, μὲ ἀγαστὴ σύμπνοια, προσευχόμενοι και προσκαρτεροῦντες τὴν πραγματοποίηση τῆς ὑπόσχεσης τοῦ Κυρίου, νὰ ἐνδυθούν, δηλαδή, Δύναμη ἐξ ὕψους. Καὶ τὴν Πεντηκοστὴ ἡμέρα, μετὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, ἦχος δυνατός, μεγάλη βουὴ ἀνέμου ἱσχυροῦ, ξεκίνησε ἀπὸ τὸν οὐρανό καὶ κατέληξε καὶ πλημμύρισε τὸ σπίτι ὄπου ἦσαν συνηγμένοι οἱ μαθητές καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, διαμεριζόμενο, ὡς πύρινες γλῶσσες, ἐπικάθισε στὸ κεφάλι τοῦ κάθε ἑνὸς μαθητὴ και αὐτοὶ πεπληρωμένοι ἀπὸ τὴ δύναμή Του ξεκίνησαν νὰ κηρύττουν σὲ διάφορες γλῶσσες, καθὼς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο ἔδωσε στὸν κάθε ἕναν ἀπὸ αὐτούς.
Ἀπὸ τὴν βουή, πλῆθος μεγάλο μαζεύτηκε ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι τῶν μαθητῶν καὶ αὐτοί, Ἀπόστολοι, μεστοὶ ἀπὸ τὴν δύναμην ἐξ ὕψους, ἄρχισαν τὴν ἀποστολή τους.
Κήρυτταν μετάνοια στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ μιλοῦσαν γιὰ τὸν Ἐσταυρωμένο καὶ Ἀναστάντα ἐκ νεκρῶν Κύριο καὶ ἀνέλυαν στὸ πλῆθος τὶς Γραφές. Καὶ ὅλοι καταλάβαιναν, στὴν δική του γλῶσσα ἕκαστος, τὰ λόγια τῶν Ἀποστόλων. Πάρθοι, Μῆδοι, Ἐλαμῖτες, Μεσοποτάμιοι, Πόντιοι, Καπαδόκες, Ἀσιάτες, Ἄραβες, Αἰγύπτιοι, Λίβυοι, Κυρήνειοι, Ρωμαῖοι, Κρῆτες, Ἕλληνες, Ἰουδαῖοι, ὅλοι ἄκουγαν τὴν δική τους γλῶσσα καὶ καταλάβαιναν τοὺς Ἀποστόλους καὶ ἀναρωτιόντουσαν πῶς εἶναι δυνατὸν αὐτοὶ οἱ Γαλιλαῖοι, οἱ ἀπλοὶ ψαράδες ποὺ ἀκολουθοῦσαν τὸν Ναζωραῖο, νὰ μιλοῦν τόσες γλῶσσες. Καὶ ἄκουσαν τὸν Πέτρο καὶ τοὺς ὑπολοίπους Ἀποστόλους καὶ κατανόησαν τὸ θαυμαστὸ σημεῖο τοῦ Θεοῦ καὶ πίστεψαν, ρωτῶντας τὶ πρέπει νὰ πράξουν ὥστε νὰ σωθοῦν καὶ νὰ ἔχουν Ζωὴ Ἀληθινὴ καὶ Αἰώνια.
«Μετανοήσατε, καὶ βαπτισθήτω ἕκαστος ὑμῶν ἐπὶ τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ
Χριστοῦ εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν, καὶ λήψεσθε τὴν δωρεὰν τοῦ ἁγίου Πνεύματος.»,
κήρυξαν οἱ Ἀπόστολοι, καὶ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τρεῖς χιλιάδες πίστεψαν,
μετανόησαν και Βαπτίστηκαν. Καὶ «γεννήθηκε» τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ μας, τοῦ
Θεοῦ μας, ἡ Ἐκκλησία μας καὶ κάθε ἡμέρα πλήθαινε, καὶ πλήθαινε. Οἱ ἄνθρωποι
ἀκούγοντας τὸ κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων πίστευαν, μετανοοῦσαν καὶ
Βαπτίζονταν.
Ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σκέπαζε τοὺς Ἀποστόλους, ἡ Δύναμις ἐξ
ὕψους τοὺς καθιστοῦσε ἀτρομήτους στὶς ἐπιθέσεις τῶν Ἰουδαίων καὶ τῶν
εἰδωλολατρῶν, καὶ οἱ Ἀπόστολοι ἀρχίζοντας ἀπὸ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς,
καὶ ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ, καὶ συνεχίζοντας ἀόκνως καὶ ἀδιάκοπα κήρυτταν
μετάνοια μιλῶντας γιὰ τὸν Ἐσταυρωμένο καὶ Ἀναστάντα Χριστό, τὸν Υἱό καὶ
Λόγο τοῦ Θεοῦ, σὲ ὅλο τὸν τότε γνωστὸ κόσμο πραγματώνοντας τὴν ἐντολὴ τοῦ
Κυρίου: «εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς πάλιν· Εἰρήνη ὑμῖν. καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ
πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς.».
Πεπληρωμένοι Πνεύματος Ἁγίου, Δυνάμεως ἐξ ὕψους, οἱ Απόστολοι
Βάπτιζαν τοὺς μετανοοῦντας καὶ προσερχομένους, τοὺς διψῶντας γιὰ Ἀλήθεια
καὶ Ζωή, εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ
ἐπιθέτοντας τὰς χεῖρας των ἐπὶ τῶν κεφαλῶν τῶν Βαπτιζομένων μετέδιδαν τὴν
Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐκπληροῦντες τὴν Θείαν ἐπιταγήν: «πορευθέντες
μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ
Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην
ὑμῖν∙».
Τελοῦσαν καθημερινὰ τὸ Μέγα Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας καὶ
μετέδιδαν στοὺς πιστοὺς τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἶμα τοῦ Χριστοῦ μας, ὅπως ἀπὸ τὸν
ἴδιο τὸν Κύριο παρέλαβαν: «καὶ λαβὼν ἄρτον εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ ἔδωκεν
αὐτοῖς λέγων· Τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου τὸ ὑπὲρ ὑμῶν διδόμενον· τοῦτο ποιεῖτε εἰς
τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν. ὡσαύτως καὶ τὸ ποτήριον μετὰ τὸ δειπνῆσαι, λέγων· Τοῦτο τὸ
ποτήριον ἡ καινὴ διαθήκη ἐν τῷ αἵματί μου, τὸ ὑπὲρ ὑμῶν ἐκχυνόμενον.».
Δέχονταν κάθε μετανοοῦντα καὶ ἐξομολογούμενο τὶς ἁμαρτίες του καὶ
τὴν πτώση του, -ὅπως τὸν Παῦλο, ὁ ὁποῖος, μὲ τὴν μετάνοιά του καὶ τὴν πίστη
του, ἔγινε Πρωτοκορυφαίος, μαζὶ μὲ τὸν Πέτρο, Ἀπόστολος- καὶ συγχωροῦσαν,
ἄφηναν, τὶς ἀνθρώπινες ἁμαρτίες καὶ σήκωναν ἀπὸ τὴν πτώση, μὲ τὴν Χάρη τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος, ὑπήκοοι «μέχρι θανάτου» στὴν ἐντολὴ τοῦ Ἀναστάντος
Κυρίου: «Λάβετε Πνεῦμα ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν
τινων κρατῆτε, κεκράτηνται.».
Θεράπευαν κάθε ἀνθρώπινη ἀνάγκη ἐπικαλούμενοι τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου
καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ: «καὶ ὅ,τι ἂν αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί
μου, τοῦτο ποιήσω, ἵνα δοξασθῇ ὁ πατὴρ ἐν τῷ υἱῷ. ἐάν τι αἰτήσητέ με ἐν τῷ
ὀνόματί μου, ἐγὼ ποιήσω.».
Οἱ καρδιὲς τῶν Ἀποστόλων ξεχείλιζαν ἀπὸ ἀγάπη καὶ ὡς «Ἕνα» τηροῦσαν
τὶς Θεῖες ἐντολὲς καὶ ἀπὸ τὸ περίσσευμα τῆς ἀγάπης τους μετέδιδαν ἀγάπη
στοὺς ἀνθρώπους, ὁδηγῶντας, ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς, στὴν εὐφροσύνη, στὴν ἄφατη
χαρὰ καὶ στὴν Σωτηρία, τὸ ποίμνιό τους. Σὲ κάθε τόπο ποὺ κήρυτταν, Βάπτιζαν
καὶ ἵδρυαν τοπικὴ Ἐκκλησία, Χειροτονοῦσαν καὶ ὅριζαν Διαδόχους ἐπιλέγοντας
τοὺς πλέον ἐνεργοὺς στὴν Μετάνοια, στὴν Πίστη, στὴν Ἀγάπη.
Σήμερα, εἴκοσι αἰῶνες μετά, ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος συνέχει τὴν
Ἐκκλησία καὶ τὰ μέλη της, μένει μαζί μας καὶ μᾶς σκεπάζει καὶ μᾶς φυλᾶ καὶ
μᾶς ὁδηγεῖ ἀσφαλῶς σὲ ὁδοὺς εὐφροσύνης, ἄφατης χαρᾶς καὶ σωτηρίας, ὅπως
τοὺς πρώτους Χριστιανοὺς καὶ θὰ συνεχίσει μέχρι τῆς «συντελείας τοῦ αἰῶνος».
Σήμερα, εἰκοσι αἰῶνες μετά, ἀλλὰ καὶ πάντοτε, στὸ παρελθόν, στὸ παρόν,
στὸ μέλλον, μὲ τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, Βαπτιζόμαστε, Χριζόμαστε,
Θεραπευόμαστε, Μετανοοῦμε καὶ μὲ τὴν Ἐξομολόγηση δεχόμαστε ἄφεσιν
ἁμαρτιῶν καὶ Ἀναβαπτιζόμαστε, Κοινωνοῦμε Σῶμα καὶ Αἷμα Ἀναστάντος
Χριστοῦ καὶ μὲ Ἀγάπη, ὡς «Ἕνα», πορευόμαστε στὴν ὁδὸ τῆς Ἀλήθειας, στὸν
Χριστὸ μας, ποὺ εἶναι ἡ Ἀνάσταση καὶ ἡ Ζωὴ.
π. Ἐφραὶμ Ντέτσικας
Ἐφημέριος ἐνορίας Περιβλέπτου
Πόλεως Ἰωαννίνων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου