ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ
(Μρ. 15, 43 - 16, 8)
Οἱ Μυροφόρες, δηλαδὴ ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή, ἡ Μαρία ἡ τοῦ Κλωπᾶ, ἡ Ἰωάννα, ἡ γυναίκα τοῦ Χουζᾶ, ἐπιτρόπου τοῦ Ἡρώδη, ἡ Σαλώμη, ἡ μητέρα τῶν υἱῶν Ζεβεδαίου, ἡ Σωσάννα καὶ ἡ Παναγία, μητέρα τοῦ Κυρίου, ἦταν οἱ γυναῖκες, οἱ ὁποῖες εἶχαν ἔλθει στὸν τάφο τοῦ Κυρίου, φέροντας μαζί τους μύρα γιὰ νὰ ἀλείψουν, σύμφωνα μὲ τὴν τότε συνήθεια, τὸ σῶμα τοῦ διδασκάλου. Ἦταν οἱ ἴδιες γυναῖκες ποὺ ἀκολουθοῦσαν καὶ διακονοῦσαν τὸν Κύριο, κατὰ τὸ διάστημα τῆς τριετοῦς δράσης του, παρέμεναν μαζί του καὶ τοῦ συμπαραστάθηκαν καὶ κατὰ τὸ Πάθος του.
Ἀφοῦ ὁ Ἰωσὴφ καὶ ὁ Νικόδημος ζήτησαν καὶ πῆραν ἀπὸ τὸν Πιλάτο τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τὸ ἑτοίμασαν καὶ τὸ ἐνταφίασαν, οἱ γυναῖκες ἀκόλουθοι τοῦ Κυρίου, κουβαλῶντας μαζί τους τὰ ἀνάλογα ἀρώματα «λίαν πρωῒ τῆς μιᾶς σαββάτων», ὅταν χάραζε ἡ πρώτη καὶ πανέορτος ἡμέρα, αὐτὴ ποὺ ὀνομάστηκε Κυριακή, προσῆλθαν στὸ μνημεῖο γιὰ νὰ μυρίσουν τὸ ζωηφόρο σῶμα τοῦ Διδασκάλου. Ἐνῶ ἀναρωτιόντουσαν ποιὸς θὰ μετακινοῦσε τὸν λίθο ποὺ ἔφραζε τὴν εἴσοδο τοῦ τάφου, ὥστε νὰ εἰσέλθουν σὲ αὐτόν, φτάνοντας ἐκεῖ, ὄχι μόνο βλέπουν τὸν μέγα λίθο τοῦ μνημείου «ἀποκεκυλισμένον», ἀλλὰ συναντοῦν καὶ ἀστραπόμορφο ἄγγελο, ὁ ὁποῖος τοὺς εὐαγγελίζεται τὴν Ἀνάσταση.
Σημειωτέον ὅτι ὁ λίθος ἀποκυλίσθηκε γιὰ τὶς Μυροφόρες, καὶ γιὰ τοὺς μαθητές, ποὺ λίγο ἀργότερα ἔφτασαν καὶ αὐτοὶ στὸν τάφο, καὶ ὄχι γιὰ τὸν Κύριο. Δηλαδὴ ἀποκυλίσθηκε γιὰ νὰ εἰσέλθουν οἱ Μυροφόρες καὶ οἱ μαθητὲς καὶ ὄχι γιὰ νὰ ἐξέλθει ὁ Κύριος. Ἡ Ἀνάσταση ἔγινε καὶ ὁ Κύριος ἐξῆλθε, ἥσυχα καὶ ἤρεμα, χωρὶς κανεὶς νὰ ἀντιληφθεῖ τὸ παραμικρό. Ὅπως λέει καὶ ἕνα Ἀναστάσιμο Στιχηρό: «Κύριε, ἐσφραγισμένου τοῦ τάφου ὑπὸ τῶν παρανόμων, προῆλθες ἐκ τοῦ μνήματος, καθὼς ἐτέχθης ἐκ τῆς Θεοτόκου. Οὐκ ἔγνωσαν πῶς ἐσαρκώθῃς οἱ ἀσώματοί σου Ἄγγελοι˙ οὐκ ἤσθοντο πότε ἀνέστης οἱ φυλάσσοντές σε στρατιῶται».
Ὅπως τότε στὸν Παράδεισο, πρώτη ἡ Εὔα, μετὰ τὴ δημιουργία, τὴν πλάση καὶ τὴ ζωοποίηση τοῦ Ἀδάμ, μαρτύρησε γιὰ τὸ θαῦμα, ἔτσι καὶ τώρα οἱ μυροφόρες πληροφοροῦνται ἀπὸ τὸν λαμπροφοροῦντα ἄγγελο τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου καὶ τοὺς ζητεῖται νὰ μεταφέρουν τὸ θαυμαστὸ γεγονὸς στοὺς Ἀποστόλους. Αὐτὸ ἀπὸ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας θεωρεῖται οἰκονομία Θεοῦ˙ ἔπρεπε τὸ γυναικεῖο φῦλο, τὸ ὁποῖο ἔπεσε πρῶτο στὴν ἁμαρτία καὶ εἰσήγαγε στὴν ἀνθρωπότητα τὸν θάνατο, νὰ εἶναι πρῶτο καὶ στὴ θέα τῆς Ἀναστάσεως καὶ στὴ χαρὰ τῆς ἀνόρθωσης τῆς ἀνθρωπότητας.
Παρὰ τὴν περιδεῆ της φύση ἡ γυναίκα, τελικὰ ἀποδεικνύεται πλήρης θάρρους, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο δὲν μπόρεσαν νὰ ἐπιδείξουν οἱ ἄνδρες μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ. Ἡ πίστη τῆς γυναίκας καὶ ἡ ἀφοσίωσή της στὸν Κύριο εἶναι ἀληθινή. Δὲν λογαριάζει τοὺς πολλοὺς κινδύνους ἐκείνων τῶν ἡμερῶν τῆς ἔχθρας κατὰ τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ ἀψηφῶντας κάθε δυσχέρεια σπεύδει νὰ ἀπονείμει τὴν πρέπουσα τιμὴ καὶ φροντίδα στὸν νεκρό. Ἐν τέλει, μαρτυρεῖ τὴ χαρὰ τῆς Ἀνάστασης. Τῆς ζητεῖται μάλιστα ἀπὸ τὸν ἄγγελο νὰ ἀποτελέσει τὸν πρῶτο κήρυκα τοῦ θαύματος. Ἔτσι ζεῖ τὸ ὄντως Πάσχα, τὴν κατὰ κυριολεξία μετάβαση ἀπὸ τὴ δουλεία τῆς Αἰγύπτου στὴν ἐλευθερία τῆς γῆς Χαναάν, τὸ πέρασμα ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν παλαιὰ κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου, στὴν Καινὴ ζωὴ τοῦ χριστιανισμοῦ.
Ὁ κάθε ἕνας ἀπὸ ἐμᾶς μπορεῖ νὰ βιώσει τὴ χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως, ἀλλὰ ὅπως οἱ μυροφόρες γυναῖκες πρέπει πρῶτα νὰ ἐπιδείξει ἀγάπη στὸν Σωτῆρα Χριστό, πίστη στὶς ἐντολές του καὶ ἀφοσίωση σὲ αὐτόν. Οἱ δυσχέρειες καὶ οἱ ἀπογοητεύσεις θὰ εἶναι πολλές, ὅμως, ἡ ἐπιμονὴ καὶ ἡ πίστη στὸν Χριστὸ θὰ μᾶς ἐπιτρέψουν νὰ εἰσέλθουμε στὴν ἀληθινὴ χαρὰ τοῦ Παραδείσου. Ἡ βίωση κατὰ ὀρθὸ τρόπο τοῦ Πάσχα καὶ τῆς Ἀναστάσεως εἶναι ἀνάλογη μὲ τὸν ἀγῶνα ποὺ ἐπιδεικνύουμε. Ἔτσι ἀπαιτεῖται κατ᾽ ἀρχὰς σπουδὴ καὶ ἐγρήγορση στὴν τήρηση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, καθὼς καὶ ἄγρυπνη ἀντιμετώπιση τῶν ποικίλων πειρασμῶν. Αὐτοὶ οἱ πειρασμοὶ μπορεῖ καὶ νὰ ἐπιφέρουν μεγάλη πικρία στὴ ζωή μας, ὅμως, πρέπει νὰ θυμόμαστε ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ δρόμος τοῦ Παραδείσου. Ἡ πλατεῖα καὶ ἄνετος καὶ εὐρύχωρος ὁδὸς δὲν ἀντιστοιχεῖ στοὺς Χριστιανούς. Οἱ Μυροφόρες προτοῦ λάβουν τὴν ἀγγελικὴ παρηγοριά, ἔκλαψαν καὶ πόνεσαν καὶ φοβήθηκαν. Ἐπέμειναν, ὅμως, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐν τέλει ἀξιώθηκαν τῆς χαρᾶς τῆς Ἀναστάσεως.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου