29 Ἀπριλίου 2018.
Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Παραλύτου.
Ἰω. 5, 1 - 15
«Ἄνθρωπον οὐκ ἔχω...» (Ἰω. 5, 7).
Μέ τόν πλέον ἀπόλυτο καί ἀδυσώπητο τρόπο θέτει σήμερα ὁ παράλυτος ἕνα πολύ μεγάλο καί δύσκολο θέμα, τό θέμα τῆς μοναξιᾶς. Ἡ μοναξιά ἔχει ἀπασχολήσει τούς ἀνθρώπους ὅλων τῶν ἐποχῶν.
Φοβᾶται τή μοναξιά ὁ ἄνθρωπος, τήν ταυτίζει μέ τή δυστυχία καί προσπαθεῖ μέ κάθε τρόπο νά τήν ἀποφύγει. Τή μελετάει μέσα ἀπό πολλά πρίσματα, ὅπως αὐτό τῆς κοινωνιολογίας, τῆς ψυχολογίας, τῆς σωματικῆς παθολογίας καί ἄλλα. Προσπαθεῖ νά βρεῖ τίς αἰτίες της, γιά νά τίς διορθώσει καί νά μή βιώνει αὐτή τή δυσάρεστη γιά ὅλους κατάσταση τῆς μοναξιᾶς.
Ὁ παράλυτος μᾶς δίνει σήμερα τήν ἀφορμή νά μελετήσουμε τή μοναξιά μέσα ἀπό τό πρίσμα τῆς πίστεως καί τῆς θεολογίας. Βλέποντας, λοιπόν, αὐτό τό ζήτημα μέσα ἀπό τήν προοπτική τοῦ Εὐαγγελίου θά λέγαμε ὅτι ἡ μοναξιά εἶναι ἕνα πρόβλημα καθαρά πνευματικό. Πνευματικά εἶναι τά αἴτια τῆς μοναξιᾶς καί πνευματική εἶναι καί ἡ λύση αὐτοῦ τοῦ προβλήματος.
Ἐξ ἀπόψεως λοιπόν πνευματικῆς ἡ μοναξιά ὀφείλεται σέ τρεῖς κυρίως λόγους. Πρῶτον, στήν ἀποξένωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τό Θεό. Δεύτερον, στήν ἀποξένωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τό συνάνθρωπό του καί τρίτον, στήν ἀποξένωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του.
Κατ’ ἀρχήν εἶναι μία δυσάρεστη ἀλήθεια ὅτι ὁ ἄνθρωπος, καί μάλιστα ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος, ἄφησε τό Θεό στόν οὐρανό. Ἀπομάκρυνε τό Θεό ἀπό τή δική του πραγματικότητα. Τόν τοποθέτησε μέσα στά σύννεφα. Τοῦ ἔβαλε καί μία συγκεκριμένη ἡλικία πολλῶν αἰώνων καί Τόν ἄφησε ἐκεῖ ψηλά νά ἀπολαμβάνει τά γηρατειά Του. Ὁ ἄνθρωπος πίστεψε ὅτι μέσ’ ἀπό τά πολλά ἐπιτεύγματά του δέν ἔχει ἀνάγκη πλέον τό Θεό. Μπορεῖ νά τά καταφέρει μόνος του. Θεώρησε ὅτι ὁ ἴδιος εἶναι τώρα πιά ἕνας μικρός θεός, πού κρατάει στά χέρια του τή φύση ὁλόκληρη καί τή γνώση καί τή δύναμη νά διαχειρίζεται τήν πορεία τή δική του καί τῶν συνανθρώπων του. Μετά, ὅμως, ἀπό αὐτή τήν ἀποξένωση ἀπό τό Θεό ἔρχεται πάντοτε ἡ μοναξιά, διότι ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου δέν γεμίζει ἀπό τά ὑποκατάστατα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος προσπάθησε νά βρεῖ πολλά τέτοια ὑποκατάστατα. Τή χαρά τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ προσπαθεῖ νά τήν ἀντικαταστήσει μέ τήν ἐφήμερη χαρά τῆς ἀτέλειωτης διασκέδασης. Τό ποτό, τά ναρκωτικά, τά ὁλονύκτια γλέντια, τά φαιδρά καί πρόστυχα ἀναγνώσματα, ἡ μουσική σέ τρελούς καί φρενήρεις ρυθμούς, ἡ ἡδονή τοῦ ἄφθονου καί ἄψογου φαγητοῦ, ἡ μονήρης προσοχή στά ἀξεσουάρ καί στό ντύσιμο δείχνουν αὐτή τή δίψα τοῦ ἀνθρώπου γιά Θεό. Μία δίψα πού δέν τήν ἱκανοποιεῖ μέ τήν παρουσία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, ἀλλά προσπαθεῖ νά τήν ἱκανοποιήσει μέ ὅλ’ αὐτά τά ὑποκατάστατα τοῦ Θεοῦ. Ἐπειδή ὅμως ἡ ψυχή μένει ἄδεια καί διψασμένη, γεννιέται μέσα της τό φρικτό αἴσθημα τῆς μοναξιᾶς. Αὐτή ἡ ἐμπειρία τῆς μοναξιᾶς γεμίζει τήν ἀνθρώπινη ψυχή μέ θλίψη. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος μένει μακριά ἀπό τό Θεό, τόσο αὐξάνει καί ἡ μοναξιά του. Ὅσο αὐξάνει ἡ μοναξιά του, τόσο προσπαθεῖ νά τήν ἀποφύγει δοκιμάζοντας ἄλλα ψεύτικα ὑποκατάστατα, μέ ἀποτέλεσμα νά πέφτει ὅλο καί πιό χαμηλά καί ὄχι λίγες φορές νά φτάνει στά ὅρια τῆς καταθλίψεως καί τῆς ἀπελπισίας.
Τό δεύτερο μεγάλο πνευματικό αἴτιο τῆς
μοναξιᾶς εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό
τό συνάνθρωπό του. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι
οἰκοδομοῦν μεταξύ τους σχέσεις συμφέροντος. Τό
πολύπλοκο κοινωνικό σύστημα, μέσα στό ὁποῖο με-
γαλώνει ὁ ἄνθρωπος, διαθέτει ἀμέτρητους ἀνούσιους
κανόνες, στούς ὁποίους μαθαίνει νά προσαρμόζεται
αὐτός καί τά παιδιά του. Καλλιεργεῖται ἔτσι μία
ἐπίπλαστη κοινωνικότητα. Αὐτή ἡ κοινωνικοποίηση
οὐσιαστικά εἶναι γεμάτη ψέμα καί ὑποκρισία. Οἱ
ἄνθρωποι σήμερα δέν ἀγαποῦν αὐτούς πού θέλουν.
Περισσότερο ἀπό ἄλλες ἐποχές σήμερα οἱ ἄνθρωποι
ἀγαποῦν αὐτούς πού πρέπει. Ὁ σύγχρονος
ἄνθρωπος ἔχει σηκώσει τεράστια τείχη γύρω του καί
ἔχει περιχαρακωθεῖ στόν ἑαυτό του. Δέν ἐπικοινωνεῖ
μέ τούς ἄλλους, δέν κάνει διάλογο, δέν ξέρει νά
ἀκούει. Ὁ ἀνθρώπινος ἐγωισμός ἔχει κάνει τούς
ἀνθρώπους ἀνάπηρους στό νά δίνουν.
Ποτέ οἱ ἄνθρωποι δέν κατοίκησαν τόσο κοντά ὅσο στίς ἡμέρες μας καί ποτέ δέν ἔνιωσαν τόσο μακριά ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλον ὅσο σήμερα. Οἱ σύγχρονες πολυπληθεῖς πολιτεῖες μοιάζουν μέ ἀπέραντες
ἐρήμους. Ἐρήμους, στίς ὁποῖες ὁ καθένας πορεύεται
μόνος του, καί μάλιστα μέ ἐλάχιστες ἐλπίδες νά βρεῖ
κάποια ὄαση ἀνθρωπιᾶς καί ἐπικοινωνίας. Εἶναι
τραγική ἡ αἴσθηση τῆς μοναξιᾶς, ὅταν συναγελαζόμαστε ὅλοι μαζί καί ὅμως νιώθουμε μόνοι. Εἶναι
τραγικό νά ἐπιβιβαζόμαστε στόν ἴδιο ἀνελκυστήρα
καί νά μήν ἀνταλλάσσουμε μεταξύ μας οὔτε ἕνα
χαιρετισμό. Εἶναι τραγικό νά στοιβαζόμαστε στά
ἴδια μαζικά μέσα μεταφορᾶς καί ὅμως νά ταξιδεύουμε μόνοι. Εἶναι τραγικό νά τά κάνουμε ὅλα μαζικά καί τίποτε νά μή γίνεται προσωπικά. Μαζικά
ἐνημερωνόμαστε, μαζικά τρῶμε, μαζικά διασκεδάζουμε καί ὅμως μέσα στή μάζα παραμένουμε τραγικές μονάδες.
Τό τρίτο πνευματικό αἴτιο τῆς μοναξιᾶς εἶναι ἡ
ἀποξένωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν ἑαυτό του. Ὁ
σύγχρονος ἄνθρωπος φοβᾶται νά μείνει μόνος μέ τόν
ἑαυτό του. Βάζει μουσική ἤ βάζει τήν τηλεόραση νά παίζουν, ὅταν παραμένει μόνος στό σπίτι, καί μάλιστα χωρίς νά τά προσέχει. Θέλει νά ἀκούγεται κάτι,
γιατί φοβᾶται τή σιωπή. Ἡ σιωπή θά τόν ὁδηγήσει
σ’ ἕνα διάλογο μέ τόν ἑαυτό του. Αὐτό τό διάλογο
δέν τόν ἐπιθυμεῖ, ἐπειδή ὁ ἑαυτός του εἶναι ὁ μεγάλος ἄγνωστος. Στήν ἐποχή μας οἱ ἄνθρωποι ἔμαθαν
νά συμπεριφέρονται ἀντίθετα πρός τίς ἐπιταγές τῆς
συνειδήσεώς τους. Βολεύτηκαν μέσα στήν ἁμαρτία.
Βάφτισαν τό ἀνήθικο ὡς σωστό καί φυσιολογικό καί
τό ἠθικό ὡς ἀδυναμία ἤ ὡς ἀνοησία. Ὁ σύγχρονος
ἄνθρωπος ξεπέρασε σέ πολλά θέματα τά ὅρια τῆς
φύσεώς του. Ζεῖ πάρα πολλές φορές μέσα σέ μία
διαρκή σύγκρουση μέ τά γνωρίσματα τοῦ χαρακτήρα
του καί σέ μία ἀντιπαλότητα μέ τή συνείδησή του.
Ἀκολουθεῖ τυφλά τίς ἐπιθυμίες του καί καταπνίγει
τή λογική του ἤ ὑποτάσσεται στούς κανόνες τῆς
λογικῆς καί λησμονεῖ τά συναισθήματά του.
Ἀποξενώνεται ἀπό τόν ἑαυτό του καί αἰσθάνεται
μόνος. Κινεῖται μέσα σέ μία ἐξωστρέφεια χωρίς
οὐσία ἤ σέ μία θολή ἐσωστρέφεια χωρίς χαρά. Δέν
θέλει νά γνωρίσει τόν ἑαυτό του, διότι φοβᾶται πώς,
ἄν τόν γνωρίσει, θά συγκρουσθεῖ μαζί του. Ἔχει μάθει ὁ ἄνθρωπος σήμερα νά ἀπωθεῖ στό
ὑποσυνείδητό του ὅ,τι τόν ἐνοχλεῖ. Ὁ μεγαλύτερος
ἄγνωστος τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου εἶναι ὁ ἑαυτός
του. Αὐτή ἡ μοναξιά ἔχει ὀλέθρια ἀποτελέσματα,
ὅταν τό ὑποσυνείδητο γεμίσει καί ἀρχίσει νά βγάζει
στήν ἐπιφάνεια ὅλα ἐκεῖνα πού γιά πολλά χρόνια ὁ
ἄνθρωπος προσπαθοῦσε νά ἀποφύγει ἤ νά ξεχάσει.
Ἡ λύση καί ἡ ὑπέρβαση τῆς μοναξιᾶς εἶναι
πνευματική, ὅπως πνευματικά εἶναι καί τά γενεσιουργά αἴτιά της. Ἡ λύση τῆς μοναξιᾶς βρίσκεται
στόν πνευματικό ἀγώνα πού ἔχει νά καταβάλει ὁ
ἄνθρωπος, γιά νά ἑνωθεῖ μέ τό Θεό, γιά νά διατηρεῖ
τήν ἐπαφή του μέ τό συνάνθρωπό του μέσα στά
πλαίσια τῆς πραγματικῆς ἀγάπης καί γιά νά προχωρήσει σέ σχέση μέ τόν ἑαυτό του σέ μία γενναία
προσπάθεια αὐτογνωσίας. Μέ τό Θεό θά ἑνωθεῖ διά
τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας. Δέν ὑπάρχει
ἄλλη οὐσιαστική ἕνωση μέ τό Θεό. Ἡ συνειδητή
συμμετοχή στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μέ
ἐπίγνωση, ταπείνωση καί μετάνοια ἀνοίγει τά παράθυρα τῆς ψυχῆς, γιά νά φωτίσει ὁ Θεός μέ τήν παρουσία Του τό περιεχόμενό της. Μέ τό συνάνθρωπο θά ἑνωθεῖ, ὅταν δραπετεύσει ἀπό τόν ἐγωισμό του
καί μάθει περισσότερο νά δίνει παρά νά παίρνει. Ἡ
μοναξιά διαλύεται, ὅταν θυσιαζόμαστε γιά τόν ἄλλον
καί δέν περιμένουμε τίποτα ὡς ἀνταπόδοση. Μέ τόν
ἑαυτό του θά ἐπικοινωνήσει, ὅταν ἀγαπήσει τήν
ἡσυχία καί στραφεῖ πρός τόν ἐσωτερικό του κόσμο.
Ὅταν παραδεχθεῖ τά λάθη του καί ἐπωμισθεῖ τίς
εὐθύνες του γιά τά σφάλματά του, τότε θά
συμφιλιωθεῖ μέ τόν ἑαυτό του, θά ἰσορροπήσει
ἐσωτερικά, θά γνωρίσει τίς ἀδυναμίες του καί θά
μάθει νά τίς πολεμάει. Ὅσο πιό συχνά
ἐπαναλαμβάνει αὐτή τήν κίνηση τῆς αὐτογνωσίας,
τόσο πιό πολύ θά ἀπαλλάσσεται ἀπό τή μοναξιά του.
« Ἄνθρωπον οὐκ ἔχω», φωνάζει σήμερα ὁ παράλυτος καί θέτει τό θέμα τῆς μοναξιᾶς. Ἡ αἰτία
τοῦ προβλήματος εἶναι κατά βάσιν πνευματική καί
οὐσιαστική αἰτία τοῦ προβλήματος τῆς μοναξιᾶς
εἶναι ἡ ἁμαρτία. Ἡ λύση τοῦ προβλήματος εἶναι καί
αὐτή πνευματική καί βεβαίως λύση τοῦ προβλήματος
εἶναι ἡ ἀπαλλαγή μας ἀπό τήν ἁμαρτία. Ἄς ἀντισταθοῦμε στήν ἁμαρτία, γιά νά λυτρωθοῦμε ἀπό τή μοναξιά μας καί νά βιώσουμε τή χαρά τοῦ Παρα-
δείσου, πού ἔχει ἑτοιμάσει ὁ Θεός γιά ὅσους Τόν
ἀγαποῦν. Μία χαρά πού ξεκινάει ἀπό τώρα καί δέν
τελειώνει ποτέ. Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου