ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΩΤΑ
(Μθ. 4, 12-17)
Τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, παρότι μικρὸ σὲ ἔκταση, ἐν τούτοις περικλείει πολλὰ καὶ μελίρρυτα νοήματα. Τὸ κυριότερο ἐξ αὐτῶν ἀφορᾶ στὸ ὅτι στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἐπαληθεύονται οἱ προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ἡ δὲ ἐπαλήθευση τῶν προφητειῶν ἀποτελεῖ τὸ σημεῖο ἀναγνώρισης τοῦ ἀληθινοῦ Μεσσία, τὸν ὁποῖο ἀνέμενε ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαὸς γιὰ τὴν ἀπολύτρωσή του. Ἡ λύτρωση βέβαια ποὺ προσφέρθηκε ξεπερνᾶ τὰ ὅρια τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ καὶ ἐπεκτείνεται καὶ στὰ λεγόμενα ἔθνη, δηλαδὴ σὲ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος.
«Ἀκούσας δὲ ὁ Ἰησοῦς ὅτι Ἰωάννης παρεδόθη», διαβάζουμε στὴν εὐαγγελικὴ περικοπή, «ἀνεχώρησε εἰς τὴν Γαλιλαίαν». Γιὰ ποιὸ λόγο ἀναχωρεῖ ὁ Χριστὸς γιὰ τὴν Καπερναούμ; Ἐπειδὴ θέλει νὰ μᾶς διδάξει νὰ μὴν προκαλοῦμε τοὺς πειρασμούς, ἀλλὰ νὰ τοὺς ἀποφεύγουμε, ὑποχωρώντας. Ὅταν πάλι δὲν μποροῦμε νὰ τοὺς ἀποφύγουμε νὰ τοὺς ἀντιμετωπίζουμε μὲ ἀνδρεία. Ἀναχωρώντας γιὰ τὴν Καπερναοὺμ ἐκπληρώνει τὴν προφητεία τοῦ Ἠσαΐα καὶ ἑλκύει πρὸς ἑαυτὸν τοὺς ἐθνικούς. Εἶναι χαρακτηριστικό, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὅτι σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις ποὺ ὁ Χριστὸς στρέφεται στὰ ἔθνη, δηλαδὴ στοὺς μὴ Ἰουδαίους, λαμβάνει τὶς ἀφορμὲς ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς Ἰουδαίους. Μὲ αὐτὸ ἀκριβῶς τὸν τρόπο κατανοεῖ καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος τὴ στροφὴ τοῦ Χριστοῦ: «ἡ ἀπιστία τους», ἐπισημαίνει, «ἔφερε πλούσια τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ στὸν ὑπόλοιπο κόσμο, καὶ ἡ ἥττα τους πλούτισε πνευματικὰ τὰ ἔθνη».
Ἡ «γῆ Νεφθαλείμ», ἡ «πέραν τοῦ Ἰορδάνου», ποὺ ἀναφέρεται στὴν προφητεία εἶναι ἡ Γαλιλαία. Οἱ πρῶτοι κάτοικοί της προέρχονταν ἀπὸ ὁρισμένες φυλὲς τοῦ Ἰσραὴλ ποὺ ἀναμίχθηκαν μὲ ἀλλόφυλους. Ἐπειδή, ὅμως, αὐτὸ ἦταν ἀπαγορευμένο ἀπὸ τὸν Μωσαϊκὸ Νόμο προέκυψε τὸ περιφρονητικὸ ὄνομα «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν». Παρὰ ταῦτα, οἱ Γαλιλαῖοι -σὲ σχέση μὲ ἄλλους- εἶχαν ὀρθότερη ἀντίληψη περὶ τοῦ Μεσσία, ὅπως ἀποδεικνύεται καὶ ἀπὸ τὴν ἀποδοχὴ τῶν μαθητῶν του. Οἱ Γαλιλαῖοι λοιπὸν εἶναι «ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει», ὁ ὁποῖος «εἶδε φῶς μέγα». Τὸ οὐσιαστικὸ «σκότος» περιγράφει τὴν πλάνη καὶ τὴν ἀσέβεια ποὺ κυριαρχοῦσε, ἐνῶ τὸ «μέγα φῶς» ἀντιστοιχεῖ στὸν Χριστό, ἡ παρουσία τοῦ ὁποίου ἐξαφανίζει κάθε σκότος. Τὸ «φῶς» τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ διακριθεῖ ἀπὸ τὸ αἰσθητὸ φῶς, τὸ ὁποῖο εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, ὀνομάζεται ἀπὸ τὸν προφήτη «φῶς μέγα», ἐνῶ σὲ ἄλλη περίπτωση χαρακτηρίζεται ὡς τὸ «ἀληθινὸ φῶς». Γιὰ τὴν κατάσταση τοῦ σκότους, ὅμως, τὸ ὁποῖο σημειωτέον δὲν ἀποτελεῖ κάποια πραγματικότητα, παρὰ μόνο συνιστᾶ τὴν ἔλλειψη τοῦ φωτός, χρησιμοποιεῖται ἡ ἔκφραση: «χώρα καὶ σκιὰ θανάτου».
Μὲ τὴ φράση «φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς» καταδεικνύεται ἡ ἀποκάλυψη καὶ ἡ κίνηση τοῦ Θεοῦ στοὺς ἀνθρώπους. Ὁ ἄνθρωπος δὲν μποροῦσε μὲ τὶς δικές του προσπάθειες νὰ ἀναζητήσει καὶ νὰ βρεῖ τὸν Θεό, καὶ ἀντ’ αὐτοῦ κατήντησε στὴν πλάνη καὶ τὴ λατρεία τῶν εἰδώλων. Ἔτσι πορεύθηκε ἡ ἀνθρωπότητα στὸ πέρασμα τῶν αἰώνων καὶ πρὶν τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ οἱ ἄνθρωποι ἔφτασαν στὴν ἔσχατη κατάπτωση, ἦταν δηλαδὴ «καθήμενοι ἐν χώρα καὶ σκιὰ θανάτου». Αὐτὸ ἀποτελεῖ σημεῖο τοῦ ἀδιεξόδου, τῆς ἀπελπισίας ποὺ ἔφτασε ἡ ἀνθρωπότητα, ἀλλὰ καὶ συνάμα τῆς ἀναμονῆς τοῦ Μεσσία.
Ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ κλίνει μὲ τὴ φράση: «Ἀπὸ τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς κηρύσσειν καὶ λέγειν· μετανοεῖτε· ἤγγικεν γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Γιατί ὅμως ἔπρεπε νὰ φυλακιστεῖ ὁ Ἰωάννης γιὰ νὰ ἀρχίσει νὰ κηρύττει; Ἐπειδὴ τότε ὁλοκληρώθηκε τὸ ἔργο τοῦ Ἰωάννη, ἡ προετοιμασία δηλαδὴ τῶν ἀνθρώπων γιὰ νὰ δεχθοῦν τὸν Μεσσία. Ὁ ἴδιος ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, γιὰ νὰ μὴν τὸν θεωρήσουν ὡς τὸν ἀναμενόμενο Μεσσία, οὐδένα θαῦμα ἐπετέλεσε. Κήρυττε, ὅμως, μετάνοια καὶ κατέδειξε στοὺς ἀνθρώπους τὸν Μεσσία, πρᾶγμα ποὺ ὁλοκλήρωσε καὶ τὸ ἔργο του. Ἀφοῦ δηλαδὴ ἐμφανίστηκε ὁ ἥλιος καὶ φώτισε τὸν κόσμο, τὸ μικρὸ ἄστρο ἔμεινε στὴν ἀφάνεια.
Τὸ κυριότερο ἀπὸ ὅσα ἀναφέρθηκαν εἶναι ὅτι ὁ Θεὸς ἀπὸ φιλανθρωπία δὲν ἄφησε τὸ πλάσμα του νὰ παραμείνει στὸ πνευματικὸ σκοτάδι καὶ στὴν ἄγνοια τῆς ἀλήθειας, ἀλλὰ ἀνέτειλε ὁ ἴδιος, ὡς «φῶς μέγα», καὶ ἦρθε στὴ γῆ, γινόμενος ἄνθρωπος κατὰ πάντα ὅμοιος μὲ ἐμᾶς, ἔτσι ὥστε καὶ ἐμεῖς νὰ θεοποιηθοῦμε. Αὐτὸ συνιστᾶ μέγα γεγονὸς ἐλπίδας καὶ χαρᾶς, στὸ ὁποῖο ὅλοι μετέχουμε ἐν μετανοίᾳ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου