Κυριακή Ζ΄ Λουκά (θεραπεία της γυναίκας με την αιμορραγία).
«Θάρσει, θύγατερ· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε» (Λκ. 8,48).
Όσο η πίστη αποτελεί βασικό στοιχείο της καθημερινής μας ζωής, χωρίς το οποίο βήμα δεν μπορούμε να κάνουμε, άλλο τόσο η πίστη στο Χριστό είναι απαραίτητη προκειμένου να έχουμε σχέση, κοινωνία με αυτόν, να μπορούμε να δεχόμαστε και να αξιοποιούμε τη χάρη του, να αγιαζόμαστε και έτσι να σωθούμε. Γι' αυτό και ο λόγος του Θεού δεν παύει κάθε τόσο να μας ομιλεί για το σημαντικότατο αυτό θέμα, το θέμα της πίστεως, όπως έγινε και με το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα.
Ο Κύριός μας, μετά τη θαυμαστή θεραπεία του δαιμονισμένου στη χώρα των Γαδαρηνών –για την οποία ακούσαμε την περασμένη Κυριακή- επέστρεψε στην Καπερναούμ και καθώς πήγαινε προς το σπίτι του άρχοντος της συναγωγής Ιαείρουμ για να θεραπεύσει την ετοιμοθάνατη κόρη του, κόσμος πολύς τον ακολουθούσε και τον περιέβαλε ασφυκτικά. Μέσα σ’ αυτό το πλήθος ήταν και μια γυναίκα που υπέφερε από αιμορραγία δώδεκα χρόνια. Είχε ξοδέψει όλη της την περιουσία σε πολλούς γιατρούς χωρίς να δει κανένα όφελος, αντίθετα δε έγινε πολύ χειρότερα. Όταν άκουσε για το Χριστό, ήρθε κοντά του και μέσα από τον κόσμο, από πίσω, άγγιξε το ρούχο του. Και αυτό, διότι έλεγε μέσα της· «και μόνο αν αγγίξω τα ρούχα του θα σωθώ». Αμέσως σταμάτησε η αιμορραγία και αισθάνθηκε στο σώμα της ότι θεραπεύτηκε από την αρρώστια που την βασάνιζε. Ο Χριστός μας κατάλαβε, ένοιωσε αμέσως τη δύναμη που βγήκε από απ’ αυτόν, στράφηκε στο πλήθος και είπε· «ποιος άγγιξε τα ρούχα μου»; Του είπαν δε οι μαθητές του· «βλέπεις τον κόσμο να σε συνθλίβει και ρωτάς ποιος σε άγγιξε»; Εκείνος όμως γυρνούσε να δει εκείνη που τον άγγιξε. Τότε η θεραπευμένη, με φόβο και τρόμο, ξέροντας αυτό που της συνέβη, ήλθε, έπεσε στα πόδια του και είπε όλη την αλήθεια. Και ο Κύριος της είπε· «κόρη μου, η πίστη σου σε έσωσε. Έχε ειρήνη, και να είσαι υγιής, απαλλαγμένη από την αρρώστιά σου».
Κατόρθωσε λοιπόν η αιμορροούσα, που τόσο καιρό υπέφερε από τη μάστιγά της, να αξιοποιήσει την παντοδύναμη και θεραπευτική χάρη του Κυρίου και έτσι να θεραπευθεί. Και η μέθοδός της ήταν η πίστη. «Θύγατερ ἡ πίστις σου σέσωκέ σε».
Το παράδειγμά της, η μεθοδολογία της, αποτελεί υπόδειγμα και για μας. Διότι και εμείς έχουμε ανάγκη θεραπείας.
Ίσως έχουμε κάποια σωματική αρρώστια, ίσως όμως και αρκετοί από μας να είναι σωματικά υγιείς. Όμως όλοι μας, ως απόγονοι του Αδάμ, έχουμε την πνευματική και θανατηφόρα ασθένεια της αμαρτίας. Την αρρώστια αυτή που συνίσταται στην έλλειψη επικοινωνίας της ψυχής, του νου, της καρδιάς, με τη χάρη του Θεού και της οποίας το κύριο, αν όχι το μοναδικό σύμπτωμα, είναι η φιλαυτία, ο εγωισμός. Κέντρο της ζωής και της αγάπης του καθενός είναι ο εαυτός μας και επιδίωξη συνεχής, η δική μας ευχαρίστηση και η δική μας ικανοποίηση.
Και η θεραπεία σε τι συνίσταται; Στην αποκατάσταση της κοινωνίας του νου, της καρδιάς με τη χάρη του Θεού, η οποία και θα επιφέρει την καλή αλλοίωση, την απαλλαγή από τη φιλαυτία και την απόκτηση της αγάπης που θυσιάζεται για τον Θεό και τον συνάνθρωπο.
Αλλά για να γίνουν αυτά πρέπει να μιμηθούμε την πίστη της αιμορροούσης του σημερινού ευαγγελίου, και να ακολουθήσουμε τα βήματά της τα πνευματικά.
Και πρώτον, πίστευε, γνώριζε πολύ καλά, ότι ήταν άρρωστη και δεν θεωρούσε φυσιολογική την κατάστασή της.
Και εμείς πρέπει να πιστεύουμε ότι δεν είμαστε φυσιολογικοί. Φέρουμε μέσα μας, από τη γέννησή μας, τις συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος. Ακόμα και μετά το άγιο Βάπτισμα παραμένει η ροπή προς την αμαρτία, η οποία γίνεται μεγαλύτερη καθώς από απροσεξία και αμέλεια κάνουμε τις προσωπικές καθημερινές αμαρτίες, με τις οποίες λερώνεται η κατ’ εικόνα Θεού πλασμένη ύπαρξή μας και γεμίζουμε με πολλά και διάφορα πάθη, τα οποία εκδηλώνονται με τις διάφορες αμαρτωλές πράξεις που κάνουν κόλαση τη ζωή του καθ’ ενός, αλλά και της κοινωνίας γενικότερα.
Δεύτερον, πίστευε ότι ο Χριστός δεν ήταν όπως οι άλλοι γιατροί στους οποίους ξόδεψε την περιουσία της και έμεινε αθεράπευτη, αλλά αυτός μπορούσε να τη θεραπεύσει.
Και εμείς αυτή την πίστη πρέπει να έχουμε, ότι ο Χριστός είναι ο μόνος που μπορεί να θεραπεύσει και να σώσει την προσωπικότητα, την ύπαρξή μας. Είναι ματαιοπονία και χάσιμο πολύτιμου χρόνου, το να πιστεύουμε ότι κάποιος άνθρωπος ή κάποια ανθρώπινα ή μάλλον δαιμονικά κατασκευάσματα μπορούν να μας σώσουν και να τρέχουμε σε αυτά. «Μὴ πεποίθατε ἐπὶ υἱοὺς ἀνθρώπων οἷς οὐκ ἔστι σωτηρία». Τα διάφορα φιλοσοφικά, θρησκευτικά, πολιτικά-οικονομικά συστήματα, οι διάφοροι νόμοι, η επιστήμη ή η τεχνολογία, πιθανώς να περιορίζουν το κακό που υπάρχει στη ζωή των ανθρώπων, όμως δεν είναι ικανά να θεραπεύσουν ριζικά και να χαροποιήσουν μόνιμα την ανθρώπινη ψυχή. Μόνο ο Θεός, εν Χριστώ Ιησού, δηλαδή μέσα στην Εκκλησία, την Ορθόδοξη Εκκλησία, μπορεί με το Άγιο Πνεύμα, να χαρίσει στον άνθρωπο τη δική του ζωή, την αληθινή και αιώνιο, για την οποία πλάστηκε ο άνθρωπος και η οποία είναι η μόνη που μπορεί βαθειά και τελεσίδικα να τον αναπαύσει.
Τρίτον, η πίστη της αιμορροούσης ήταν ζωντανή, δηλαδή έμπρακτη και δυνατή. Η πίστη χωρίς τα ανάλογα έργα είναι νεκρά. Της αιμορροούσης όμως η πίστη κινητοποίησε όλες της τις δυνάμεις και την έκανε να ξεπεράσει κάθε δισταγμό και φόβο, να ξεπεράσει το εμπόδιο του πλήθους που ασφυκτικά περιέβαλε τον Κύριο και να αγγίξει των ιματίων αυτού. Έτσι έγινε το θαύμα, και ἔγνω τῷ σώματι ὄτι ἴατο ἀπό τῆς μάστιγος».
Η πίστη ως άνοιγμα της υπάρξεως στο Θεό και αποδοχή του λόγου και γενικότερα της χάριτός του, είναι κατά τον άγιο Μάξιμο Ομολογητή, το μέγα και πρώτο φάρμακο της σωτηρίας, ενώ χωρίς αυτή, κατά τον απ. Παύλο, είναι ἀδύνατον να ευαρεστήσουμε στο Θεό. Όσο και αν τον πλησιάζουμε και τον συνθλίβουμε θα μείνουμε αμέτοχοι και άγευστοι της δωρεάς του.
Τέτοια ζωντανή και δυνατή πίστη είχαν όλοι οι Άγιοι, οι οποίοι «διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων… ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ…ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τοὺς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν (βασανίστηκαν μέχρι θανάτου)… ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν (πριονίστηκαν), ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον… ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι».
Αυτή η πίστη είναι δώρο του Θεού αλλά και καρπός του πόθου, της προσευχής και του αγώνος του ανθρώπου.
Αυτή είθε να αποκτήσουμε και εμείς και με αυτή να γίνουμε μέτοχοι χάριτος και ζωής αιωνίου, προς δόξαν του αγίου Τριαδικού Θεού. Αμήν.
«Θάρσει, θύγατερ· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε» (Λκ. 8,48).
Όσο η πίστη αποτελεί βασικό στοιχείο της καθημερινής μας ζωής, χωρίς το οποίο βήμα δεν μπορούμε να κάνουμε, άλλο τόσο η πίστη στο Χριστό είναι απαραίτητη προκειμένου να έχουμε σχέση, κοινωνία με αυτόν, να μπορούμε να δεχόμαστε και να αξιοποιούμε τη χάρη του, να αγιαζόμαστε και έτσι να σωθούμε. Γι' αυτό και ο λόγος του Θεού δεν παύει κάθε τόσο να μας ομιλεί για το σημαντικότατο αυτό θέμα, το θέμα της πίστεως, όπως έγινε και με το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα.
Ο Κύριός μας, μετά τη θαυμαστή θεραπεία του δαιμονισμένου στη χώρα των Γαδαρηνών –για την οποία ακούσαμε την περασμένη Κυριακή- επέστρεψε στην Καπερναούμ και καθώς πήγαινε προς το σπίτι του άρχοντος της συναγωγής Ιαείρουμ για να θεραπεύσει την ετοιμοθάνατη κόρη του, κόσμος πολύς τον ακολουθούσε και τον περιέβαλε ασφυκτικά. Μέσα σ’ αυτό το πλήθος ήταν και μια γυναίκα που υπέφερε από αιμορραγία δώδεκα χρόνια. Είχε ξοδέψει όλη της την περιουσία σε πολλούς γιατρούς χωρίς να δει κανένα όφελος, αντίθετα δε έγινε πολύ χειρότερα. Όταν άκουσε για το Χριστό, ήρθε κοντά του και μέσα από τον κόσμο, από πίσω, άγγιξε το ρούχο του. Και αυτό, διότι έλεγε μέσα της· «και μόνο αν αγγίξω τα ρούχα του θα σωθώ». Αμέσως σταμάτησε η αιμορραγία και αισθάνθηκε στο σώμα της ότι θεραπεύτηκε από την αρρώστια που την βασάνιζε. Ο Χριστός μας κατάλαβε, ένοιωσε αμέσως τη δύναμη που βγήκε από απ’ αυτόν, στράφηκε στο πλήθος και είπε· «ποιος άγγιξε τα ρούχα μου»; Του είπαν δε οι μαθητές του· «βλέπεις τον κόσμο να σε συνθλίβει και ρωτάς ποιος σε άγγιξε»; Εκείνος όμως γυρνούσε να δει εκείνη που τον άγγιξε. Τότε η θεραπευμένη, με φόβο και τρόμο, ξέροντας αυτό που της συνέβη, ήλθε, έπεσε στα πόδια του και είπε όλη την αλήθεια. Και ο Κύριος της είπε· «κόρη μου, η πίστη σου σε έσωσε. Έχε ειρήνη, και να είσαι υγιής, απαλλαγμένη από την αρρώστιά σου».
Κατόρθωσε λοιπόν η αιμορροούσα, που τόσο καιρό υπέφερε από τη μάστιγά της, να αξιοποιήσει την παντοδύναμη και θεραπευτική χάρη του Κυρίου και έτσι να θεραπευθεί. Και η μέθοδός της ήταν η πίστη. «Θύγατερ ἡ πίστις σου σέσωκέ σε».
Το παράδειγμά της, η μεθοδολογία της, αποτελεί υπόδειγμα και για μας. Διότι και εμείς έχουμε ανάγκη θεραπείας.
Ίσως έχουμε κάποια σωματική αρρώστια, ίσως όμως και αρκετοί από μας να είναι σωματικά υγιείς. Όμως όλοι μας, ως απόγονοι του Αδάμ, έχουμε την πνευματική και θανατηφόρα ασθένεια της αμαρτίας. Την αρρώστια αυτή που συνίσταται στην έλλειψη επικοινωνίας της ψυχής, του νου, της καρδιάς, με τη χάρη του Θεού και της οποίας το κύριο, αν όχι το μοναδικό σύμπτωμα, είναι η φιλαυτία, ο εγωισμός. Κέντρο της ζωής και της αγάπης του καθενός είναι ο εαυτός μας και επιδίωξη συνεχής, η δική μας ευχαρίστηση και η δική μας ικανοποίηση.
Και η θεραπεία σε τι συνίσταται; Στην αποκατάσταση της κοινωνίας του νου, της καρδιάς με τη χάρη του Θεού, η οποία και θα επιφέρει την καλή αλλοίωση, την απαλλαγή από τη φιλαυτία και την απόκτηση της αγάπης που θυσιάζεται για τον Θεό και τον συνάνθρωπο.
Αλλά για να γίνουν αυτά πρέπει να μιμηθούμε την πίστη της αιμορροούσης του σημερινού ευαγγελίου, και να ακολουθήσουμε τα βήματά της τα πνευματικά.
Και πρώτον, πίστευε, γνώριζε πολύ καλά, ότι ήταν άρρωστη και δεν θεωρούσε φυσιολογική την κατάστασή της.
Και εμείς πρέπει να πιστεύουμε ότι δεν είμαστε φυσιολογικοί. Φέρουμε μέσα μας, από τη γέννησή μας, τις συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος. Ακόμα και μετά το άγιο Βάπτισμα παραμένει η ροπή προς την αμαρτία, η οποία γίνεται μεγαλύτερη καθώς από απροσεξία και αμέλεια κάνουμε τις προσωπικές καθημερινές αμαρτίες, με τις οποίες λερώνεται η κατ’ εικόνα Θεού πλασμένη ύπαρξή μας και γεμίζουμε με πολλά και διάφορα πάθη, τα οποία εκδηλώνονται με τις διάφορες αμαρτωλές πράξεις που κάνουν κόλαση τη ζωή του καθ’ ενός, αλλά και της κοινωνίας γενικότερα.
Δεύτερον, πίστευε ότι ο Χριστός δεν ήταν όπως οι άλλοι γιατροί στους οποίους ξόδεψε την περιουσία της και έμεινε αθεράπευτη, αλλά αυτός μπορούσε να τη θεραπεύσει.
Και εμείς αυτή την πίστη πρέπει να έχουμε, ότι ο Χριστός είναι ο μόνος που μπορεί να θεραπεύσει και να σώσει την προσωπικότητα, την ύπαρξή μας. Είναι ματαιοπονία και χάσιμο πολύτιμου χρόνου, το να πιστεύουμε ότι κάποιος άνθρωπος ή κάποια ανθρώπινα ή μάλλον δαιμονικά κατασκευάσματα μπορούν να μας σώσουν και να τρέχουμε σε αυτά. «Μὴ πεποίθατε ἐπὶ υἱοὺς ἀνθρώπων οἷς οὐκ ἔστι σωτηρία». Τα διάφορα φιλοσοφικά, θρησκευτικά, πολιτικά-οικονομικά συστήματα, οι διάφοροι νόμοι, η επιστήμη ή η τεχνολογία, πιθανώς να περιορίζουν το κακό που υπάρχει στη ζωή των ανθρώπων, όμως δεν είναι ικανά να θεραπεύσουν ριζικά και να χαροποιήσουν μόνιμα την ανθρώπινη ψυχή. Μόνο ο Θεός, εν Χριστώ Ιησού, δηλαδή μέσα στην Εκκλησία, την Ορθόδοξη Εκκλησία, μπορεί με το Άγιο Πνεύμα, να χαρίσει στον άνθρωπο τη δική του ζωή, την αληθινή και αιώνιο, για την οποία πλάστηκε ο άνθρωπος και η οποία είναι η μόνη που μπορεί βαθειά και τελεσίδικα να τον αναπαύσει.
Τρίτον, η πίστη της αιμορροούσης ήταν ζωντανή, δηλαδή έμπρακτη και δυνατή. Η πίστη χωρίς τα ανάλογα έργα είναι νεκρά. Της αιμορροούσης όμως η πίστη κινητοποίησε όλες της τις δυνάμεις και την έκανε να ξεπεράσει κάθε δισταγμό και φόβο, να ξεπεράσει το εμπόδιο του πλήθους που ασφυκτικά περιέβαλε τον Κύριο και να αγγίξει των ιματίων αυτού. Έτσι έγινε το θαύμα, και ἔγνω τῷ σώματι ὄτι ἴατο ἀπό τῆς μάστιγος».
Η πίστη ως άνοιγμα της υπάρξεως στο Θεό και αποδοχή του λόγου και γενικότερα της χάριτός του, είναι κατά τον άγιο Μάξιμο Ομολογητή, το μέγα και πρώτο φάρμακο της σωτηρίας, ενώ χωρίς αυτή, κατά τον απ. Παύλο, είναι ἀδύνατον να ευαρεστήσουμε στο Θεό. Όσο και αν τον πλησιάζουμε και τον συνθλίβουμε θα μείνουμε αμέτοχοι και άγευστοι της δωρεάς του.
Τέτοια ζωντανή και δυνατή πίστη είχαν όλοι οι Άγιοι, οι οποίοι «διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων… ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ…ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τοὺς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν (βασανίστηκαν μέχρι θανάτου)… ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν (πριονίστηκαν), ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον… ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι».
Αυτή η πίστη είναι δώρο του Θεού αλλά και καρπός του πόθου, της προσευχής και του αγώνος του ανθρώπου.
Αυτή είθε να αποκτήσουμε και εμείς και με αυτή να γίνουμε μέτοχοι χάριτος και ζωής αιωνίου, προς δόξαν του αγίου Τριαδικού Θεού. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου