Κήρυγμα Κυριακῆς 30.11.2014
Ἀποστόλου Ἀνδρέου Α΄ Κορ. δ΄ 9-16
Ὁ Πνευματικός μας Πατέρας
«Ἐάν γάρ μυρίους παιδαγωγούς ἔχητε ἐν Χριτῷ ἀλλ’ οὐ πολλούς Πατέρας»
Ὅταν ὁ «ἄρχων τῶν Ἰουδαίων» Νικόδημος ἐπισκέφθηκε νύκτα τόν Χριστό, Ἐκεῖνος τοῦ μίλησε γιά μία γέννηση πέρα ἀπό τήν σωματική –βιολογική. Τοῦ ἀπεκάλυψε τήν πνευματική ἀνα-γέννηση τοῦ πιστοῦ «ἐξ ὕδατος καί πνεύματος» μέ τήν ὁποία εἰσέρχεται κανείς στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτήν τήν γέννηση ὁμιλεῖ ἡ αὐριανή περικοπή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ὑπογραμμίζοντας τήν παρουσία ὁρισμένων προσώπων στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ,
πού μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ ἀξιώνονται νά γίνουν οἱ κατά ἄνθρωπον συντελεστές της. Καί τά πρόσωπα αὐτά εἶναι οἱ πατέρες, ἕνα μέγεθος οὐσιαστικότατο στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος κάνει διάκριση μεταξύ τῶν Πατέρων καί τῶν Παιδαγωγῶν- Διδασκάλων τῶν πιστῶν. Οἱ πρῶτοι εἶναι λίγοι σέ σύγκριση μέ τούς δεύτερους. Οἱ Πατέρες εἶναι ἐκεῖνοι, πού γεννοῦν τέκνα πνευματικά. Οἱ Παιδαγωγοί συντελοῦν στήν περαιτέρω ἀνάπτυξη καί καλλιέργειά τους. Οἱ Πατέρες φέρνουν στήν πνευματική ὕπαρξη, οἱ Παιδαγωγοί συμπληρώνουν τό ἔργο ἐκείνων μέ τήν «ἐποικοδομή τους». Ὅταν λέγει αὐτά ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἔχει ὑπ’ ὄψιν του τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό. Τό λέγει ἄλλωστε καθαρά στούς Κορινθίους, ὅτι εἶναι πνευματικός Πατέρας. Γι’ αὐτό μπορεῖ ἁπλά καί συγκεκριμένα νά περιγράψει τό ἔργο του σ’ αὐτούς σ’ ἀντιδιαστολή μέ τό ἔργο τῶν πολλῶν διδασκάλων πού εἶχαν. Αὐτός «ἐφύτευσε», ἐνῶ ὁ Ἀπολλώς μετά ἀπ’ αὐτόν μόνο «ἐπότισε». Αὐτός «ἔθηκε θεμέλιον», ὅσοι ἦλθαν μετά ἀπ’ αὐτόν ἁπλῶς «ἐποικοδόμησαν». Ὑπάρχει μία ἀναλογία ἀνάμεσα στούς πνευματικούς καί τούς σαρκικούς πατέρες. Εἶναι καί οἱ δύο μοναδικοί καί ἀναντικατάστατοι. Γιατί καί οἱ δύο ὁδηγοῦν στήν ὕπαρξη, βιολογική ἤ πνευματική. Κι αὐτό γίνεται μία φορά στήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Ὑπαρξιακό καί ἀνεπανάληπτο γεγονός δέν εἶναι μόνο ἡ γέννηση, ἀλλά καί ἡ ἀναγέννηση. Ὑπάρχει βέβαια μία οὐσιαστική διαφορά. Οἱ σαρκικοί πατέρες γεννοῦν γιά τόν κόσμο, οἱ πνευματικοί πατέρες γεννοῦν γιά τόν Χριστό. Προσδιορίζοντας τήν δεύτερη αὐτή γέννηση ὁ Ἀπόστολος τήν ὀνομάζει «ἐν Χριστῷ καί διά τοῦ Εὐαγγελίου», χαράσσοντας ἔτσι καί τίς συντεταγμένες τῆς πνευματικῆς πατρότητας στήν Ἐκκλησία. Οἱ Πατέρες τῶν πιστῶν εἶναι «ἐν Χριστῷ » πατέρες καί τά πνευματικά τους τέκνα γίνονται μέσῳ αὐτῶν, ὄχι δικά τους ἀλλά οὐσιαστικά καί κύρια «τοῦ Χριστοῦ τέκνα». Αὐτό σημαίνει ὅτι γιά νά ἀξιωθεῖ ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, νά γίνει κανείς στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ πατέρας, πρέπει νά εἶναι ὁ ἴδιος πρῶτα «ἐν Χριστῷ» δηλαδή ἀναγεννημένος, ἀληθινό τέκνο τοῦ Θεοῦ τοῦ μόνου κατ’ οὐσίαν Πατρός (Ἐφεσ. γ΄ 15). Ἄν δέν ὑπάρχει αὐτή ἡ προϋπόθεση, δέν μπορεῖ νά ὁδηγήσει κανείς στήν ἐν Χριστῷ ἀναγέννηση. Δέν γεννᾶ πνευματικά. Δέν ὁδηγεῖ στήν σωτηρία.
Ὅπως ὑπῆρχαν ψευδοπροφῆτες στήν Παλαιά Διαθήκη, πού σφετερίζονταν τό ἔργο τῶν γνησίων προφητῶν ἔτσι μπορεῖ νά ὑπάρξουν καί ψευδο-πατέρες πού δέν μποροῦν νά ὁδηγήσουν στήν ἀναγέννηση τοῦ ἀνθρώπου, ἀφοῦ δέν εἶναι οἱ ἴδιοι ἀναγεννημένοι. Μή μπορώντας νά ἀναγεννήσουν «διά τοῦ Εὐαγγελίου, δέν γεννοῦν» «ἐν Χριστῷ» ἀλλά «ἐν πλάνῃ καί ἁμαρτίᾳ». Προσφέρουν δηλαδή μία γέννηση, πού ἰσοδυναμεῖ μέ θάνατο. Καί αὐτό συμβαίνει μέ τούς αἱρετικούς, ἀλλά καί μέ ὅσους ἀναλάμβάνουν τό ἔργο τοῦ «πατρός». Χωρίς νά εἶναι ἀναγεννημένοι ἐν Χριστῷ οἱ ἴδιοι.
Ἡ Ὀρθοδοξία, ὡς ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀδιανόητη χωρίς Παύλους, χωρίς Πατέρες καί Μητέρες ἐν Χριστῷ, πού ὁδηγοῦν στήν ἐν Χριστῷ ἀναγέννησή του πνευματικά τους παιδιά. Οἱ ἅγιοι Πατέρες καί Μητέρες ὅλων τῶν αἰώνων συνιστοῦν τήν εὐθεία καί ἀδιάσπαστη γραμμή τῆς Ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως. Δηλαδή τήν συνέχεια τῆς εἰσαχθείσης στόν κόσμο γιά τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ -Λόγου νέας ζωῆς τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Οἱ Πατέρες εἶναι οἱ διάδοχοι τοῦ Παύλου καί τῶν λοιπῶν Ἀποστόλων. Στήν Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας αὐτή ἡ σχέση τοῦ πνευματικοῦ πατρός – πνευματικοῦ τέκνου μένει ἀκατάλυτη. Κοντά στούς Ἁγίους Πατέρες γεννιοῦνται οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος κοντά στόν Μέγα Ἀντώνιο, ὁ Μέγας Βασίλειος κοντά στούς γέροντες τοῦ Πόντου. Ἔτσι νοοῦμε τήν φαινομενική ἀπολυτότητα ἀλλά καί τίς ἀληθινές διαστάσεις τῆς ἀκόλουθης φράσεως τῶν Ἀποστολικῶν Διαταγῶν, βιβλίου τοῦ τετάρτου αἰῶνος: «Οὕτος διδάσκαλος εὐσεβείας, οὕτος μετά Θεόν Πατήρ ἡμῶν δι’ ὕδατος καί πνεύματος ἀναγεννήσας ἡμᾶς» (Η΄ 26).
Τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας στόν κόσμο εἶναι μία συνεχής (ἀνα)γέννησις, ἡ ὁποία εἶναι ἀδύνατη, ἐάν δέν ὑπάρχουν πνευματικοί Πατέρες.
Ἀποστόλου Ἀνδρέου Α΄ Κορ. δ΄ 9-16
Ὁ Πνευματικός μας Πατέρας
«Ἐάν γάρ μυρίους παιδαγωγούς ἔχητε ἐν Χριτῷ ἀλλ’ οὐ πολλούς Πατέρας»
Ὅταν ὁ «ἄρχων τῶν Ἰουδαίων» Νικόδημος ἐπισκέφθηκε νύκτα τόν Χριστό, Ἐκεῖνος τοῦ μίλησε γιά μία γέννηση πέρα ἀπό τήν σωματική –βιολογική. Τοῦ ἀπεκάλυψε τήν πνευματική ἀνα-γέννηση τοῦ πιστοῦ «ἐξ ὕδατος καί πνεύματος» μέ τήν ὁποία εἰσέρχεται κανείς στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτήν τήν γέννηση ὁμιλεῖ ἡ αὐριανή περικοπή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ὑπογραμμίζοντας τήν παρουσία ὁρισμένων προσώπων στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ,
πού μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ ἀξιώνονται νά γίνουν οἱ κατά ἄνθρωπον συντελεστές της. Καί τά πρόσωπα αὐτά εἶναι οἱ πατέρες, ἕνα μέγεθος οὐσιαστικότατο στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος κάνει διάκριση μεταξύ τῶν Πατέρων καί τῶν Παιδαγωγῶν- Διδασκάλων τῶν πιστῶν. Οἱ πρῶτοι εἶναι λίγοι σέ σύγκριση μέ τούς δεύτερους. Οἱ Πατέρες εἶναι ἐκεῖνοι, πού γεννοῦν τέκνα πνευματικά. Οἱ Παιδαγωγοί συντελοῦν στήν περαιτέρω ἀνάπτυξη καί καλλιέργειά τους. Οἱ Πατέρες φέρνουν στήν πνευματική ὕπαρξη, οἱ Παιδαγωγοί συμπληρώνουν τό ἔργο ἐκείνων μέ τήν «ἐποικοδομή τους». Ὅταν λέγει αὐτά ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἔχει ὑπ’ ὄψιν του τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό. Τό λέγει ἄλλωστε καθαρά στούς Κορινθίους, ὅτι εἶναι πνευματικός Πατέρας. Γι’ αὐτό μπορεῖ ἁπλά καί συγκεκριμένα νά περιγράψει τό ἔργο του σ’ αὐτούς σ’ ἀντιδιαστολή μέ τό ἔργο τῶν πολλῶν διδασκάλων πού εἶχαν. Αὐτός «ἐφύτευσε», ἐνῶ ὁ Ἀπολλώς μετά ἀπ’ αὐτόν μόνο «ἐπότισε». Αὐτός «ἔθηκε θεμέλιον», ὅσοι ἦλθαν μετά ἀπ’ αὐτόν ἁπλῶς «ἐποικοδόμησαν». Ὑπάρχει μία ἀναλογία ἀνάμεσα στούς πνευματικούς καί τούς σαρκικούς πατέρες. Εἶναι καί οἱ δύο μοναδικοί καί ἀναντικατάστατοι. Γιατί καί οἱ δύο ὁδηγοῦν στήν ὕπαρξη, βιολογική ἤ πνευματική. Κι αὐτό γίνεται μία φορά στήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Ὑπαρξιακό καί ἀνεπανάληπτο γεγονός δέν εἶναι μόνο ἡ γέννηση, ἀλλά καί ἡ ἀναγέννηση. Ὑπάρχει βέβαια μία οὐσιαστική διαφορά. Οἱ σαρκικοί πατέρες γεννοῦν γιά τόν κόσμο, οἱ πνευματικοί πατέρες γεννοῦν γιά τόν Χριστό. Προσδιορίζοντας τήν δεύτερη αὐτή γέννηση ὁ Ἀπόστολος τήν ὀνομάζει «ἐν Χριστῷ καί διά τοῦ Εὐαγγελίου», χαράσσοντας ἔτσι καί τίς συντεταγμένες τῆς πνευματικῆς πατρότητας στήν Ἐκκλησία. Οἱ Πατέρες τῶν πιστῶν εἶναι «ἐν Χριστῷ » πατέρες καί τά πνευματικά τους τέκνα γίνονται μέσῳ αὐτῶν, ὄχι δικά τους ἀλλά οὐσιαστικά καί κύρια «τοῦ Χριστοῦ τέκνα». Αὐτό σημαίνει ὅτι γιά νά ἀξιωθεῖ ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, νά γίνει κανείς στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ πατέρας, πρέπει νά εἶναι ὁ ἴδιος πρῶτα «ἐν Χριστῷ» δηλαδή ἀναγεννημένος, ἀληθινό τέκνο τοῦ Θεοῦ τοῦ μόνου κατ’ οὐσίαν Πατρός (Ἐφεσ. γ΄ 15). Ἄν δέν ὑπάρχει αὐτή ἡ προϋπόθεση, δέν μπορεῖ νά ὁδηγήσει κανείς στήν ἐν Χριστῷ ἀναγέννηση. Δέν γεννᾶ πνευματικά. Δέν ὁδηγεῖ στήν σωτηρία.
Ὅπως ὑπῆρχαν ψευδοπροφῆτες στήν Παλαιά Διαθήκη, πού σφετερίζονταν τό ἔργο τῶν γνησίων προφητῶν ἔτσι μπορεῖ νά ὑπάρξουν καί ψευδο-πατέρες πού δέν μποροῦν νά ὁδηγήσουν στήν ἀναγέννηση τοῦ ἀνθρώπου, ἀφοῦ δέν εἶναι οἱ ἴδιοι ἀναγεννημένοι. Μή μπορώντας νά ἀναγεννήσουν «διά τοῦ Εὐαγγελίου, δέν γεννοῦν» «ἐν Χριστῷ» ἀλλά «ἐν πλάνῃ καί ἁμαρτίᾳ». Προσφέρουν δηλαδή μία γέννηση, πού ἰσοδυναμεῖ μέ θάνατο. Καί αὐτό συμβαίνει μέ τούς αἱρετικούς, ἀλλά καί μέ ὅσους ἀναλάμβάνουν τό ἔργο τοῦ «πατρός». Χωρίς νά εἶναι ἀναγεννημένοι ἐν Χριστῷ οἱ ἴδιοι.
Ἡ Ὀρθοδοξία, ὡς ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀδιανόητη χωρίς Παύλους, χωρίς Πατέρες καί Μητέρες ἐν Χριστῷ, πού ὁδηγοῦν στήν ἐν Χριστῷ ἀναγέννησή του πνευματικά τους παιδιά. Οἱ ἅγιοι Πατέρες καί Μητέρες ὅλων τῶν αἰώνων συνιστοῦν τήν εὐθεία καί ἀδιάσπαστη γραμμή τῆς Ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως. Δηλαδή τήν συνέχεια τῆς εἰσαχθείσης στόν κόσμο γιά τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ -Λόγου νέας ζωῆς τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Οἱ Πατέρες εἶναι οἱ διάδοχοι τοῦ Παύλου καί τῶν λοιπῶν Ἀποστόλων. Στήν Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας αὐτή ἡ σχέση τοῦ πνευματικοῦ πατρός – πνευματικοῦ τέκνου μένει ἀκατάλυτη. Κοντά στούς Ἁγίους Πατέρες γεννιοῦνται οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος κοντά στόν Μέγα Ἀντώνιο, ὁ Μέγας Βασίλειος κοντά στούς γέροντες τοῦ Πόντου. Ἔτσι νοοῦμε τήν φαινομενική ἀπολυτότητα ἀλλά καί τίς ἀληθινές διαστάσεις τῆς ἀκόλουθης φράσεως τῶν Ἀποστολικῶν Διαταγῶν, βιβλίου τοῦ τετάρτου αἰῶνος: «Οὕτος διδάσκαλος εὐσεβείας, οὕτος μετά Θεόν Πατήρ ἡμῶν δι’ ὕδατος καί πνεύματος ἀναγεννήσας ἡμᾶς» (Η΄ 26).
Τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας στόν κόσμο εἶναι μία συνεχής (ἀνα)γέννησις, ἡ ὁποία εἶναι ἀδύνατη, ἐάν δέν ὑπάρχουν πνευματικοί Πατέρες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου