Σάββατο, 8 Οκτωβρίου 2011
Κυριακή Γ΄Λουκά. Αναστάσιμες ανταύγειες. Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος
«Νεανίσκε, σοι λέγω, εγέρθητι»
Αναστάσιμα μηνύματα ελπίδας και χαράς, πηγάζουν από το θαύμα που ξεδιπλώνει μπροστά μας η σημερινή ευαγγελική περικοπή. Πρόκειται για το θαύμα της ανάστασης του γιου της χήρας Ναϊν, το οποίο φανερώνει ότι ο Ιησούς Χριστός νικά το θάνατο με τη δύναμη της αγάπης.
Η τραγικότητα του θανάτου
Το γεγονός της ανάστασης του παιδιού της χήρας γυναίκας, δεν προσφέρεται μόνο ως ένα εντυπωσιακό γεγονός που αποσπά το θαυμασμό μας, αλλά μας παρακινεί να αντικρίσουμε εν Χριστώ το βαθύτερο νόημα του μυστηρίου του θανάτου.
Πραγματικά, σε ένα πρώτο στάδιο μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι ο Χριστός φανερώνει το θάνατο ως «παρά φύσιν» κατάσταση που εισήλθε στη ζωή του ανθρώπου με αιτία την αμαρτία.
Ο βιολογικός θάνατος που σηματοδοτεί το τέλος της παρούσας ζωής, δεν μπορεί να θεωρείται ως μια φυσική κατάσταση. Ο Θεός δεν δημιούργησε τον άνθρωπο για να καταλήξει στον τάφο, αλλά «μένειν ηθέλησεν εν αφθαρσία».
Η Παλαιά Διαθήκη διαβεβαιώνει: «Ο Θεός έκτισε τον άνθρωπον επ’ αφθαρσία και εικόνα της ιδίας αϊδιότητος, φθόνω δε διαβόλου εισήλθεν θάνατος εις τον κόσμον». Και ο Απόστολος Παύλος τονίζει: «διά της αμαρτίας εισήλθεν ο θάνατος εις τον κόσμον».
Ο άνθρωπος θα μπορούσε να δεχθεί την κοινωνία της αγάπης του Θεού στην προοπτική της αθανασίας, έξω από την οποία κυριαρχεί ο θάνατος. Δυστυχώς όμως κινήθηκε προς την κατεύθυνση της εκτροπής της κυκλοφορίας της θεϊκής αγάπης, με την παράδοση του εαυτού του στην αμαρτία. Έτσι, κλείστηκε ερμητικά στον εαυτό του, με εμφανή τα συμπτώματα του εγωισμού και της φιλαυτίας, και εξοβέλισε τον Θεό από τη ζωή του. Στην κορυφαία έκφραση της τραγικότητάς του, στηρίχθηκε αποκλειστικά στις φυσικές και βιολογικές του δυνάμεις που από τη φύση τους καταλήγουν στην φθορά και στον θάνατο. Προηγήθηκε, λοιπόν, ο «πνευματικός θάνατος», που επέρχεται από το χωρισμό του ανθρώπου από τον Θεό και ακολούθησε ως τραγική συνέπεια ο «φυσικός θάνατος» που συνιστά το χωρισμό της ψυχής από το σώμα.
Η υπέρβαση του θανάτου
Ο Ευαγγελιστής Λουκάς στην περικοπή που ξεδιπλώνει ενώπιον μας η Εκκλησία ονομάζει τον Ιησού «Κύριον». Είναι πράγματι ο Εξουσιαστής της ζωής και του θανάτου. Η αναγκαιότητα να συνδέσει ο άνθρωπος τη ζωή του με την παρουσία του Κυρίου και ειδικότερα με το Σώμα Του που παρατείνεται στον αιώνα, πηγάζει και από την έμφυτη επιθυμία του για να εγκολπωθεί την αιώνια ζωή. Σ’ αυτήν ακριβώς την προοπτική, η ζωή του καταξιώνεται και αποκτά νόημα, πέραν της τραγικότητας του θανάτου.
Αγαπητοί αδελφοί, η σημερινή ευαγγελική περικοπή που ξεδιπλώνει τη θαυματουργή ανάσταση του παιδιού από τον Χριστό, μας καλεί ν’ αντικρίσουμε τη δυναμική της αιώνιας ζωής που αποκαλύπτεται στο παρόν ως κοινωνία αγάπης με τον Θεό. Στην κορύφωση αυτής της κοινωνίας στην πιο εμπειρική της μορφή, ο Χριστός μας προσκαλεί στο Ευχαριστιακό Δείπνο, στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Η συμμετοχή στο Δείπνο αυτό, μάς καθιστά από τώρα κοινωνούς της αιώνιας ζωής και δέκτες των πιο αναστάσιμων και ελπιδοφόρων μηνυμάτων.
Άς ανταποκριθούμε, λοιπόν, στη μεγάλη αυτή προσφορά της αγάπης του Κυρίου μας, μέσα από τη δυναμική της οποίας ο άνθρωπος καταξιώνεται σε σωτήριες και αναστάσιμες προοπτικές, όπως ο νέος της περικοπής, ο οποίος άκουσε το «νεανίσκε, σοί λέγω, εγέρθητι».
Κυριακή Γ΄Λουκά. Αναστάσιμες ανταύγειες. Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος
«Νεανίσκε, σοι λέγω, εγέρθητι»
Αναστάσιμα μηνύματα ελπίδας και χαράς, πηγάζουν από το θαύμα που ξεδιπλώνει μπροστά μας η σημερινή ευαγγελική περικοπή. Πρόκειται για το θαύμα της ανάστασης του γιου της χήρας Ναϊν, το οποίο φανερώνει ότι ο Ιησούς Χριστός νικά το θάνατο με τη δύναμη της αγάπης.
Η τραγικότητα του θανάτου
Το γεγονός της ανάστασης του παιδιού της χήρας γυναίκας, δεν προσφέρεται μόνο ως ένα εντυπωσιακό γεγονός που αποσπά το θαυμασμό μας, αλλά μας παρακινεί να αντικρίσουμε εν Χριστώ το βαθύτερο νόημα του μυστηρίου του θανάτου.
Πραγματικά, σε ένα πρώτο στάδιο μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι ο Χριστός φανερώνει το θάνατο ως «παρά φύσιν» κατάσταση που εισήλθε στη ζωή του ανθρώπου με αιτία την αμαρτία.
Ο βιολογικός θάνατος που σηματοδοτεί το τέλος της παρούσας ζωής, δεν μπορεί να θεωρείται ως μια φυσική κατάσταση. Ο Θεός δεν δημιούργησε τον άνθρωπο για να καταλήξει στον τάφο, αλλά «μένειν ηθέλησεν εν αφθαρσία».
Η Παλαιά Διαθήκη διαβεβαιώνει: «Ο Θεός έκτισε τον άνθρωπον επ’ αφθαρσία και εικόνα της ιδίας αϊδιότητος, φθόνω δε διαβόλου εισήλθεν θάνατος εις τον κόσμον». Και ο Απόστολος Παύλος τονίζει: «διά της αμαρτίας εισήλθεν ο θάνατος εις τον κόσμον».
Ο άνθρωπος θα μπορούσε να δεχθεί την κοινωνία της αγάπης του Θεού στην προοπτική της αθανασίας, έξω από την οποία κυριαρχεί ο θάνατος. Δυστυχώς όμως κινήθηκε προς την κατεύθυνση της εκτροπής της κυκλοφορίας της θεϊκής αγάπης, με την παράδοση του εαυτού του στην αμαρτία. Έτσι, κλείστηκε ερμητικά στον εαυτό του, με εμφανή τα συμπτώματα του εγωισμού και της φιλαυτίας, και εξοβέλισε τον Θεό από τη ζωή του. Στην κορυφαία έκφραση της τραγικότητάς του, στηρίχθηκε αποκλειστικά στις φυσικές και βιολογικές του δυνάμεις που από τη φύση τους καταλήγουν στην φθορά και στον θάνατο. Προηγήθηκε, λοιπόν, ο «πνευματικός θάνατος», που επέρχεται από το χωρισμό του ανθρώπου από τον Θεό και ακολούθησε ως τραγική συνέπεια ο «φυσικός θάνατος» που συνιστά το χωρισμό της ψυχής από το σώμα.
Η υπέρβαση του θανάτου
Ο Ευαγγελιστής Λουκάς στην περικοπή που ξεδιπλώνει ενώπιον μας η Εκκλησία ονομάζει τον Ιησού «Κύριον». Είναι πράγματι ο Εξουσιαστής της ζωής και του θανάτου. Η αναγκαιότητα να συνδέσει ο άνθρωπος τη ζωή του με την παρουσία του Κυρίου και ειδικότερα με το Σώμα Του που παρατείνεται στον αιώνα, πηγάζει και από την έμφυτη επιθυμία του για να εγκολπωθεί την αιώνια ζωή. Σ’ αυτήν ακριβώς την προοπτική, η ζωή του καταξιώνεται και αποκτά νόημα, πέραν της τραγικότητας του θανάτου.
Αγαπητοί αδελφοί, η σημερινή ευαγγελική περικοπή που ξεδιπλώνει τη θαυματουργή ανάσταση του παιδιού από τον Χριστό, μας καλεί ν’ αντικρίσουμε τη δυναμική της αιώνιας ζωής που αποκαλύπτεται στο παρόν ως κοινωνία αγάπης με τον Θεό. Στην κορύφωση αυτής της κοινωνίας στην πιο εμπειρική της μορφή, ο Χριστός μας προσκαλεί στο Ευχαριστιακό Δείπνο, στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Η συμμετοχή στο Δείπνο αυτό, μάς καθιστά από τώρα κοινωνούς της αιώνιας ζωής και δέκτες των πιο αναστάσιμων και ελπιδοφόρων μηνυμάτων.
Άς ανταποκριθούμε, λοιπόν, στη μεγάλη αυτή προσφορά της αγάπης του Κυρίου μας, μέσα από τη δυναμική της οποίας ο άνθρωπος καταξιώνεται σε σωτήριες και αναστάσιμες προοπτικές, όπως ο νέος της περικοπής, ο οποίος άκουσε το «νεανίσκε, σοί λέγω, εγέρθητι».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου