Κυριακή IZ’ Λουκά (Ασώτου), Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Λουκ. ιε’ 11 – 32 (20-02-2022)
Πρεσβ. Ανδρέα Παπαμιχαήλ
«Πάτερ Αγαθέ, εμακρύνθην από σου, μη εγκαταλίπεις με, μηδέ αχρείον δείξης της Βασιλείας Σου. Ο εχθρός ο παμπόνηρος εγύμνωσέ με και ήρε μου τον πλούτον, της ψυχής τα χαρίσματα ασώτως διεσκόρπισα…» (Δοξαστικό Αίνων Κυριακής του Ασώτου).
Βρισκόμαστε ήδη στη δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου. Από την προηγούμενη εβδομάδα έχουμε εισέλθει στην ευλογημένη αυτή περίοδο των εβδομήντα ημερών πριν από το Πάσχα, που σκοπό έχει να μας προετοιμάσει να συμπορευθούμε μαζί με το Χριστό στο Πάθος και την Ανάστασή του. Αφού την προηγούμενη Κυριακή με την παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου διδαχτήκαμε την μέγιστη αξία της ταπεινοφροσύνης, με τη σημερινή ευαγγελική περικοπή του Ασώτου Υιού ή αλλιώς του Σπλαχνικού Πατέρα διδασκόμαστε τη βαρύνουσα σημασία της μετάνοιας και τη χωρίς όρια ευσπλαχνία του Θεού.
Οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι, βλέποντας πως ο Ιησούς Χριστός δεχόταν τους αμαρτωλούς και έτρωγε μαζί τους, διαμαρτύρονταν έντονα (Λουκ. 15, 2). Έτσι ο Κύριος παίρνει την αφορμή και, αφού λέει την παραβολή του χαμένου προβάτου (Λουκ. 15, 3-7) και της χαμένης δραχμής (Λουκ. 15, 8-10), εκφωνεί τη θαυμάσια αυτή παραβολή του Ασώτου.
Τρία είναι τα κύρια πρόσωπα της παραβολής: ο φιλεύσπλαχνος πατέρας, ο νεώτερος και ο πρεσβύτερος υιός. Ο μικρός γιός πιστεύει πως θα αποκτήσει την πλήρη ελευθερία του όταν εγκαταλείψει το πατρικό σπίτι. Ζητά έτσι το μερίδιο της περιουσίας που του αναλογεί και εγκαθίσταται σε χώρα μακρινή, όπου και αναζητεί το κρασί της ευτυχίας. Εκεί διασκορπίζει την πατρική περιουσία φτάνοντας στον έσχατο ξεπεσμό, σε μια χωρίς όρια άσωτη ζωή. Έρχεται στη συνέχεια μεγάλη πείνα, αρχίζει να στερείται. Γίνεται χοιροβοσκός και επιθυμεί να χορτάσει με τα χαρούπια που τρώνε οι χοίροι. Τελικά συνέρχεται, συναισθάνεται την άθλιά του κατάσταση και παίρνει την απόφαση της επιστροφής στο πατρικό σπίτι. Ο πατέρας, που όλα τα χρόνια της αποδημίας τον περίμενε με αγωνία, μόλις τον βλέπει από μακριά τρέχει και τον χώνει στην αγκαλιά του. Τον αποκαθιστά και διοργανώνει φαγοπότι για τη χαρά της επιστροφής του γιού του.
Ο Πατέρας της παραβολής είναι ο ίδιος ο Θεός και τα δύο παιδιά του είναι οι δίκαιοι και οι αμαρτωλοί. Ο Θεός λοιπόν δίνει τα αγαθά Του, «το επιβάλλον μέρος της ουσίας», εξ ίσου στους ανθρώπους, «βρέχοντας επί δικαίους και αδίκους» (πρβλ. Ματθ. 5, 45). Τέτοια αγαθά είναι π.χ. το αυτεξούσιο, η φρόνηση, ο φυσικός νόμος της συνειδήσεως, ο γραπτός νόμος των εντολών του Θεού, ακόμα και οι φυσικές δυνάμεις του σώματος.
Ο νεώτερος όμως γιός, μακριά από το Θεό και την Εκκλησία Του, διασκορπίζει όλα αυτά τα χαρίσματα, προτιμώντας την αμαρτία. Στη συνέχεια, βιώνει έντονα την εγκατάλειψη της θείας χάριτος. Τότε ο Άσωτος, στην έσχατη κατάπτωσή του, θυμάται τη θαλπωρή του πατρικού του σπιτιού. Σκέφτεται ότι ακόμα και οι έμμισθοι υπάλληλοι του πατέρα του «περισσεύουσιν άρτων», ζουν δηλαδή ευτυχισμένοι, πλούσιοι από τα χαρίσματα και τη χάρη του Θεού. Τότε ευτυχώς δεν κατρακυλά στο βάραθρο της απόγνωσης, αλλά μετανοεί αληθινά για τις πράξεις του και παίρνει αμέσως την απόφαση της επιστροφής στο Θεό Πατέρα.
Ο Θεός, επειδή είναι πέρα για πέρα εύσπλαχνος και φιλάνθρωπος, συγχωρά αμέσως το μετανοούντα γιό Του, δίνοντάς του πλήρη άφεση αμαρτιών. Διατάζει τους δούλους Του και φορούν στον πρώην Άσωτο τη στολή του υιού, που συμβολίζει τη στολή της καθαρότητας και της αγιοσύνης.
Τί γίνεται όμως με το μεγάλο γιό, που καθώς επιστρέφει από τα χωράφια ακούει μουσικές και χορούς στο πατρικό σπίτι; Αφού ρωτά και μαθαίνει τα καθέκαστα, οργίζεται με την επιείκεια του Πατέρα και αρνείται να λάβει μέρος στο συμπόσιο. Ο Πατέρας τον παρακαλεί να συμμετάσχει στην χαρά τους, αλλά αυτός διαμαρτύρεται πως αν και πάντα εφάρμοζε το πατρικό θέλημα, ούτε καν ένα κατσίκι δεν του δόθηκε για να χαρεί με τους φίλους του.
Όπως προαναφέραμε, αφορμή της εκφώνησης της παραβολής αυτής ήταν ο γογγυσμός των Φαρισαίων και των Γραμματέων επειδή ο Ιησούς Χριστός δεχόταν τους αμαρτωλούς. Έτσι λοιπόν, ο πρεσβύτερος υιός παραβάλλεται κατά κύριο λόγο με τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους, οι οποίοι θεωρούνταν από τους ανθρώπους δίκαιοι. Αυτοί όμως ήταν υποκριτές και στερημένοι ακόμα και από τις πιο μικρές δωρεές του Θεού, που συμβολίζονται με το κατσίκι. Έτσι ο Θεάνθρωπος τους καλεί να συμμετάσχουν κι αυτοί στη Θεία Χάρη και στη χαρά της πνευματικής ανάστασης των αδελφών τους, αφήνοντας κατά μέρος τη σκληροκαρδία και τυπολατρία τους.
Η παραβολή του Ασώτου αποτελεί ένα ύμνο στη δύναμη της μετάνοιας και στο μεγαλείο της θείας αγάπης και μακροθυμίας. Ο Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ, στον «Περί Μετανοίας» λόγο του, αναφέρει: «Η μετάνοια είναι ανεκτίμητον δώρον προς την ανθρωπότητα. Η μετάνοια είναι το θείον θαύμα διά την αποκατάστασιν ημών μετά την πτώσιν. Η μετάνοια είναι έκχυσις θείας εμπνεύσεως εφ’ ημάς δυνάμει της οποίας ανυψούμεθα προς τον Θεόν, τον Πατέρα ημών, ίνα ζήσωμεν αιωνίως εν τω φωτί της αγάπης Αυτού. Διά της μετανοίας συντελείται η θέωσις ημών. Τούτο είναι γεγονός ασύλληπτου μεγαλείου…».
Όντως! Αν δεν υπήρχε η μετάνοια, τότε όλοι θα ήμασταν καταδικασμένοι! Ποιος μπορεί να πει ότι δεν αποδημεί σε «χώραν μακράν», λίγο ή πολύ, συχνά ή πιο σπάνια; Aς μιμούμαστε λοιπόν το παράδειγμα της μετάνοιας και της επιστροφής του Άσωτου υιού. Κι ας έχουμε πάντα κατά νου πως ο Θεός μας περιμένει με ανοικτές τις αγκάλες στο μυστήριο της Ιεράς Εξομολόγησης, ώστε να ενδυθούμε ξανά «την στολήν την πρώτην» και μέσα στην Εκκλησία Του να μετέχουμε αφθόνως των θείων δωρεών και κυρίως του Μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου