ΠΑΝΤΩΝ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΝΕΜΑΞΩ ΤΑΣ ΑΡΕΤΑΣ
π. Βασίλειος Καλλιακμάνης
α) Καθ’ ὅλο τό χρόνο, ἀλλά ἰδιαίτερα κατά τή διάρκεια τῶν ἑορτῶν οἱ χριστιανοί πλουτίζουν πνευματικά μετέχοντας στό μυστήριο τῆς πίστης, γευόμενοι τόν πλοῦτο τῆς χρηστότητας καί τῆς μέγιστης δωρεᾶς τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Ὁ Σαρκωθείς Κύριος πού προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση, γιά νά τήν ἐπαναφέρει στό ἀρχαῖο κάλλος, καταδέχθηκε νά γεννηθεῖ σέ σπήλαιο καί νά ἀνακλιθεῖ σέ φάτνη. «Συγκαταβαίνων ὁ Σωτήρ τῷ γένει τῶν ἀνθρώπων», ἀκολουθεῖ τόν τύπο τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου καί προσέρχεται σήμερα ὀκταήμερος στήν περιτομή, γινόμενος «τύπος καί ὑπογραμμός πᾶσι πρόςσωτηρίαν». Θυμίζει ἔτσι στούς χριστιανούς ὅλων τῶν αἰώνων, ὅτι γιά νά γευθοῦν τή Χάρη καί τόν ἁγιασμό, χρειάζεται νά διέλθουν ἀπό τή στενή πύλη καί τήν τεθλιμμένη ὁδό τῆς τήρησης τῶν ἁγίων Του ἐντολῶν.
β) Παράλληλα μέ τήν Περιτομή τοῦ Κυρίου ἑορτάζουμε καί τή μνήμη τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὁ ὁποῖος σύμφωνα μέ τήν ὑμνολογία συγκεντρώνει στό πρόσωπό του τίς ἀρετές ὅλων τῶν ἁγίων. Οἱ ἀγῶνες του γιά τήν πίστη, ἡ διδαχή του γιά τή χριστιανική παιδεία, ἡ κοινωνική του προσφορά καί ἡ ὑπερβολή τῆς ἀγάπης γιά τό λαό του ἦταν καί εἶναι δυσκολονόητα γιά τό σύγχρονο ἄνθρωπο τῆς κατανάλωσης, τῆς εὐμάρειας, τῆς ἀδικίας, τῆς πλεονεξίας, τῆς φιλαυτίας καί τοῦ ἀπανθρωπισμοῦ.Ὁ θεολογικός λόγος τοῦ Μ. Βασιλείου, πού βρισκόταν σέ πλήρη συμφωνία μέ τήν ἁγία του ζωή, ἐάν προσεχθεῖ μπορεῖ νά ἐμπνεύσει κληρικούς καί λαϊκούς.
γ) Χαρακτηριστική εἶναι ἡ συζήτηση πού εἶχε ὁ ἅγιος μέ τόν ἔπαρχο Μόδεστο, ὁ ὁποῖος φθάνει μέ ἐχθρικές διαθέσεις στήν Καισάρεια ὡς ἀπεσταλμένος τοῦ ἀρειόφρονα αὐτοκράτορα Οὐάλη, ἀφοῦ ἔρχεται νά καθυποτάξει στήν αἵρεση τούς Καππαδόκες.
– Θά σοῦ δημεύσω τήν περιουσία, ἀπειλεῖ τό Βασίλειο ὁ Μόδεστος. Καί παίρνει τή σθεναρή ἀπάντηση:
– Δέ μέ φοβίζει ἡ ἀπειλή σου, διότι δέ διαθέτω παρά τριμμένα παλιά ροῦχα καί μερικά βιβλία.
– Ἔχω τήν ἐξουσία νά σέ ἐξορίσω καί νά σέ βασανίσω, ἐπανέρχεται ὁ Μόδεστος. Γιά νά ἀκούσει ἀπό τό στόμα τοῦ ἀκαταμάχητου ἱεράρχη:
– Δέν φοβᾶμαι οὔτε τήν ἐξορία, οὔτε τά βασανιστήρια, οὔτε τό θάνατο ἄρχοντά μου. Τό ἀσθενικό μου σῶμα δέ θά ἀντέξει καί ἔτσι θά βρεθῶ πιό γρήγορα στήν ἀγκαλιά τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ μου. Ὁ Μόδεστος ἀπορημένος ὁμολογεῖ.
– Ποτέ δέν ἄκουσα ἐπίσκοπο νά ὁμιλεῖ μέ τέτοιο τρόπο. Καί ὁ Βασίλειος μέ παρρησία ἀπαντᾶ:
– «Ἴσως γιατί δέ γνώρισες ποτέ πραγματικό ἐπίσκοπο»!
δ) Καί μόνο ἡ παράθεση τοῦ παραπάνω διαλόγου δείχνει ὅτι, ὁ ἅγιος Βασίλειος ὁ Καππαδόκης δέν μπορεῖ νά εἶναι σύμβολο τοῦ καταναλωτισμοῦ καί τῆς πολυφαγίας, ὅπως παρουσιάζεται στή σύγχρονη κοινωνία. Εἶναι σύμβολο ἀσκητικοῦ καμάτου, κοινωνικῆς εὐθύνης καί αὐθεντικοῦ ἐπισκόπου πού ὑπερασπίζεται μέ κίνδυνο τήν ἀλήθεια καί τό δίκαιο. Γι’ αὐτό καί ἀναγνωρίσθηκε ὡς οἰκουμενικός διδάσκαλος, ἀκριβολόγος στήν πίστη, εἰρηνικός καί φιλάνθρωπος, δίκαιος καί ἑνωτικός, ἐπίσκοπος μέ ἀπαράμιλλη παρρησία ἀλλά καί σπάνια διάκριση.
ε) Ἀνάμεσα στό πλούσιο συγγραφικό ἔργο τοῦ Μ. Βασιλείου ἐξέχουσα θέση κατέχει ἡ θεία Λειτουργία. Ἡ Λειτουργία του εἶναι ἡ καρδιά, τό θειότερο καί ἱερότερο προϊόν τοῦ συγγραφικοῦ του καλάμου, ἀφοῦ σ’ αὐτή διηγεῖται τή μεγαλοσύνη τοῦ Θεοῦ ἀλλά καί τόν ὑψηλό προορισμό τοῦ ἀνθρώπου. Ἀπευθυνόμενος στό Θεό προσεύχεται: «Μνήσθητι Κύριε τῆς Ἁγίας σου Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας τῆς ἀπὸ περάτων ἕως περάτων τῆς οἰκουμένης καὶ εἰρήνευσον αὐτήν… τοὺς ἀγαθοὺς ἐν τῇ ἀγαθότητί σου διατήρησον· τοὺς πονηροὺς ἀγαθοὺς ποίησον ἐν τῇ χρηστότητί σου… τὰ νήπια ἔκθρεψον· τὴ νεότητα παιδαγώγησον· τὸ γῆρας περικράτησον· τοὺς ὀλιγοψύχους παραμύθησον· τοὺς ἐσκορπισμένους ἐπισυνάγαγε· τοὺς πεπλανημένους ἐπανάγαγε…».
στ) Μέ τά κείμενα αὐτά εὐρύνεται ἡ χριστιανική συνείδηση καί νοηματοδοτεῖται πνευματικά ὁ χρόνος. Οἱ χριστιανοί, ὡς ὑποψήφιοι πολίτες τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, δέν ἀποδίδουν στό χρόνο οἰκονομική ἀξία. Τόν θεωροῦν ὡς καιρό ἀγώνα καί ἄσκησης πνευματικῆς, καιρό μετανοίας. Στόν παρόντα χρόνο προετοιμάζεται ἡ συμμετοχή τους στόν Παράδεισο τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό καλοῦνται σέ ἐγρήγορση καί νήψη πνευματική, «μήποτε βαρηθῶσιν αἱ καρδίαι ἐν κραιπάλῃ καὶ μέθῃ καὶ μερίμναις βιωτικαῖς καὶ αἰφνίδιος ἐπιστῇ ἡ ἡμέρα ἐκείνη» (βλ Λουκ. 21, 34).
ζ) Οἱ ἅγιοι, μέ κορυφαῖο τό Βασίλειο, μποροῦν νά νοηματοδοτήσουν τό χρόνο τῆς ζωῆς μας. Διότι διψοῦν γιά τή δικαιοσύνη, προσεύχονται γιά τήν εἰρήνη, ἀσκοῦνται στήν ἀρετή καί δίνουν τήν καλή ὁμολογία τῆς πίστεως, ἐμπνέοντας τή φιλαδελφία καί τήν ἀγάπη. Κι ὅλα αὐτά ὄχι μέ τή βία, ἀλλά μέ τή θυσία, τήν ὑπομονή καί τήν ὑπερβολή τῆς ἀγάπης καί τῆς δικαιοσύνης, δηλαδή αἴροντας ἀγόγγυστα τό σταυρό τῆς προσωπικῆς καί κοινωνικῆς εὐθύνης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου