ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΛΟΥΚΑ
Απόστολος Β΄ Κορ. στ΄ 1 - 10
Ευαγγέλιο: Λουκ. ζ΄ 11-16
10 Οκτωβρίου 2021
«Μη κλαίε˙ και προσελθών ήψατο της σορού… και είπε νεανίσκε, σοι λέγω, εγέρθητι» (Λουκ. ζ΄ 13-14)
Ο θάνατος είναι το αποκορύφωμα της τραγωδίας του ανθρώπου, σαν αποτέλεσμα της παρακοής των πρωτοπλάστων. «Δια τούτο, κατά τον Απόστολο Παύλο, ώσπερ δι’ ενός ανθρώπου η αμαρτία εις τον κόσμον εισήλθε και δια της αμαρτίας ο θάνατος, και ούτως εις πάντας ανθρώπους ο θάνατος διήλθεν, εφ’ ω πάντες ήμαρτον» (Ρωμ. ε΄ 12). Εις το εξής ο θάνατος είναι συνδεδεμένος με όλους τους ανθρώπους. Η ζωή και ο θάνατος είναι οι καταστάσεις που παρουσιάζονται στην καθημερινότητα του ανθρώπου και που εναλλάσσονται «εν ριπή οφθαλμού».
Ιδιαίτερα αυτή η απροσδόκητη διακοπή της ζωής και μάλιστα νέων ανθρώπων συγκλονίζει τον καθένα. Παρά το ότι ο θάνατος είναι γεγονός αναπόφευκτο, εντούτοις, ο απροσδόκητος θάνατος, και μάλιστα νέων ανθρώπων, προκαλεί θρήνους και οδυρμό πολύ. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να συμβιβαστεί με το φαινόμενο του θανάτου. Εναγώνιο το ερώτημα «γιατί;»
Σε τέτοιες στιγμές δεν χρειάζεται να κρίνουμε με βάση τη λογική τις πράξεις ή τα λόγια των ανθρώπων. Εκείνο που χρειάζεται είναι η στήριξη των ανθρώπων, είτε αυτοί είναι ξένοι, είτε συγγενείς, είτε και ο εαυτός μας ακόμα. Και αυτή τη στήριξη έρχεται να μας την προσφέρει το σημερινό ευαγγέλιο μέσα από αυτά που διαδραματίζονται στην πόλη της Ναΐν. Ιδιαίτερα δε από τα παρήγορα λόγια του Ιησού προς την μητέρα: «μη κλαίε» και προς τον νεκρό νεανίσκο «σοι λέγω εγέρθητι».
Παρήγορο κι ελπιδοφόρο το μήνυμα προς την διπλά πονεμένη μάνα.
Παρήγορο κι ελπιδοφόρο όμως το μήνυμα και για τους κατοίκους της Ναΐν και κατ’ επέκταση σε όλους τους ανθρώπους διά μέσου των αιώνων. Στη σημερινή συνάντηση ζωής και θανάτου νικητής προβάλλει η ζωή η οποία εκπροσωπείται διά του Ιησού και κατά την οποία επιβεβαιώνεται ότι αυτός είναι «η ανάστασις και η ζωή» (Ιωάν. ια΄ 25) και ότι όποιος πιστεύει σ’ αυτόν κι αν ακόμα πέθανε, θα ζήσει. Αν, το «μη κλαίε», ήταν το παρήγορο μήνυμα, τότε το «εγέρθητι» ήταν η επαλήθευση της ελπίδας, η οποία, κατά τον Απόστολο Παύλο, «τελικά δεν απογοητεύει». «Η δε ελπίς ου καταισχύνει» (Ρωμ. ε΄5). Και πραγματικά δεν απογοήτευσε τη μητέρα, όπως και δεν θα απογοητεύσει κανένα. Γιατί, συνεχίζει ο Απόστολος Παύλος, ο Χριστός παρ’ όλο που ήμασταν ακόμη ανίκανοι να κάνουμε το καλό, πέθανε για μας τους ασεβείς… Ο Θεός… έδειξε την αγάπη του για μας, γιατί ενώ εμείς ζούσαμε ακόμα στην αμαρτία, ο Χριστός έδωσε τη ζωή του για μας. Τώρα, λοιπόν, αφού ο Θεός μάς απάλλαξε από την καταδίκη, με τη μεσολάβηση του σταυρικού θανάτου του Χριστού, πολύ περισσότερο ο ίδιος θα μας σώσει κι από τη μέλλουσα οργή» (Ρωμ. ε΄ 6-9).
Κατά συνέπεια, το «μη κλαίε» σαν προτροπή ιδιαίτερα δε σαν μήνυμα ελπίδας και παρηγοριάς, απευθύνεται και σε μας σήμερα. «Μη κλαίε» γιατί τώρα μέσα από τη σταυρική θυσία του Χριστού προσφέρεται στον καθένα μας η δυνατότητα υπέρβασης του θανάτου, ο οποίος κατά τον υμνωδό, ναι μεν «βασιλεύει, αλλ’ ουκ αιωνίζει».
Ο θάνατος εις το εξής αποκτά προσωρινό χαρακτήρα ως την ώρα της κοινής αναστάσεως, κατά την Δευτέρα παρουσία του Κυρίου. Και τούτο γιατί ο Ανάσταση του Χριστού συνέβαλε στη νίκη κατά του θανάτου και έγινε η απαρχή της ανάστασης όλων των νεκρών. Κατά συνέπεια, αν κι εμείς πιστεύουμε ότι ο Χριστός πέθανε και αναστήθηκε, τότε και ο Θεός «τους κοιμηθέντας διά του Ιησού άξει συν αυτώ» (Α΄ Θες. Δ΄ 14). Έτσι και ο Θεός αυτούς που πέθαναν πιστεύοντας στον Ιησού θα τους αναστήσει για να ζήσουν μαζί του.
Αυτή η θέση και ιδιαίτερα αυτή η πίστη είναι πολύ σημαντική για τον καθένα από μας. Διαφορετικά, κατά τον Απόστολο Παύλο, «ει, εν τη ζωή ταύτη ηλπικότες εσμέν εν Χριστώ μόνον, ελεεινότεροι πάντων ανθρώπων εσμέν» (Α΄ Κορ. ιε΄ 19).
Δηλαδή, αν η Χριστιανική μας ελπίδα περιορίζεται μόνο σ’ αυτή τη ζωή, τότε είμαστε οι πιο αξιοθρήνητοι απ’ όλους τους ανθρώπους. «Η αλήθεια όμως είναι πως ο Χριστός έχει αναστηθεί, κάνοντας την αρχή για την ανάσταση όλων των νεκρών» (Α΄ Κορ. ιε΄ 20).
Αυτή η τελευταία επισήμανση του Απόστολου Παύλου είναι ιδιαίτερα σημαντική για όλους. Γιατί τώρα το κέντρο βάρους της ζωής βρίσκεται στο χώρο της αιώνιας και όχι της τωρινής ζωής. Όμως, παρά το ότι ο Χριστός δημιούργησε την κατάσταση της αιωνιότητας, εν τούτοις δεν περιφρόνησε την τωρινή ζωή. Απόδειξη η σημερινή ανάσταση του γιού της χήρας της Ναϊν. Απόδειξη η ανάσταση της κόρης του Ιάειρου, καθώς και του Λαζάρου. Και στις τρεις περιπτώσεις ο Ιησούς δεν εφανέρωσε μόνον ότι είναι ο Κύριος της ζωής και του θανάτου, αλλά και μέσα στα πλαίσια της φιλανθρωπίας του παρέδωσε και τους τρεις στις οικογένειες τους. Σε καμιά περίπτωση δεν αξίωσε να τον ακολουθήσουν, ή να τον υπηρετούν. Ιδιαίτερα δε, δεν θέλησε να τους χρησιμοποιήσει σαν αποδεικτικό στοιχείο του θριάμβου του πάνω στον θάνατο.
Ο Ιησούς δε φέρεται εγωιστικά. Φέρεται μόνο ως Θεός νικητής του θανάτου, αλλά και ως φιλάνθρωπος. Μέσα από την προστακτική εντολή «Νεανίσκε σοι λέγω εγέρθητι», νεαρέ σε διατάζω να σηκωθείς, ήταν κατά βάθος μια διαταγή της ζωής προς τον θάνατο. Ήταν μια πρόκληση του νικητή της ζωής προς τον ηττημένο από τον θάνατο άνθρωπο και την ίδια στιγμή είναι ένα δυνατό μήνυμα ελπίδας για όλους τους ανθρώπους διά μέσου των αιώνων. Όποιος αποδέχεται αυτή τη διδασκαλία και βρίσκεται κοντά στον Χριστό, ζώντας την παρουσία του μέσα στην Εκκλησία, τότε αυτός δεν αγωνιά για τον θάνατο, αλλά έχει σαν στόχο την «εν Χριστώ ζωή» και άρα την αιώνια σύνδεση μαζί του.
Αδελφοί μου, είμαστε θνητοί σε σχέση με την τωρινή ζωή. Όμως την ίδια στιγμή είμαστε πλασμένοι για την αιωνιότητα. Αυτό σημαίνει πως στη ζωή δεν ενεργούμε σαν «μελλοθάνατοι», αλλά σαν άνθρωποι, που προσδοκούν και περιμένουν «ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος». Αυτή η σκέψη, αυτή η πίστη, θα μας οδηγήσει σε μια καλύτερη συμπεριφορά έναντι των συνανθρώπων μας, αλλά και έναντι της ζωής και των αγαθών της. Ακόμα και έναντι του θανάτου, που όταν επιτρέπει ο Θεός να μας επισκέπτεται, θα γίνεται αφορμή για στενότερη σύνδεση μαζί Του, αναγνωρίζοντας ότι «η ζωή ημών κέκρυπται συν των Χριστώ εν τω Θεώ» (Κολ. γ΄ 3).
Θεόδωρος Αντωνιάδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου