ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 10 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2021
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ
(Β΄Κορ. στ΄, 1-10)
«Λέγει γάρ: Καιρῷ δεκτῷ ἐπήκουσά σου καί ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας ἐβοήθησά σοι. Ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας».
Πρὶν μερικὰ χρόνια ἀκουγόταν πολὺ στὸν χῶρο τῆς πολιτικῆς καὶ τοῦ συνδικαλισμοῦ τὸ σύνθημα «Ἐδῶ καὶ τώρα!». Ἐδῶ καὶ τώρα νὰ ἱκανοποιηθοῦν τὰ αἰτήματά μας, νὰ λυθοῦν τὰ προβλήματά μας. Ἐδῶ καὶ τώρα, ὄχι αὔριο καὶ ἀλλοῦ! Κάτι ἀνάλογο λέγει ἐμφαντικὰ ὁ προφήτης Ἠσαΐας, ἀλλὰ γιὰ ἕνα ἀπείρως σημαντικότερο θέμα, τὸ ζήτημα τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς μας, καὶ τὸν λόγο του χρησιμοποιεῖ καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὸ σημερινὸ ἀνάγνωσμα ἀπὸ τὴν πρὸς Κορινθίους ἐπιστολή του. «Νά, τώρα εἶναι καιρὸς κατάλληλος, νά, τώρα εἶναι ἡμέρα σωτηρίας».
Στὸν ἀμέσως προηγούμενο στίχο ὁ Ἀπόστολος παρακαλεῖ τοὺς Κορινθίους νὰ δείξουν μὲ τὴν διαγωγή τους ὅτι δὲν ἐδέχθηκαν μάταια καὶ ἀνώφελα τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅτι ὁ κόπος του ὡς διδασκάλου τοῦ Εὐαγγελίου δὲν πῆγε χαμένος. Καὶ ἀληθινὰ αὐτὴ εἶναι ἡ μεγαλύτερη λύπη τοῦ Ἀποστόλου, τὸ νὰ βλέπει νὰ μὴν καρποφορεῖ τὸ ἔργο του ἐξαιτίας τῆς ἀδιαφορίας καὶ τῆς ἀμέλειας τῶν μαθητῶν του. Γι’ αὐτὸ καὶ προειδοποιεῖ τοὺς ράθυμους καὶ ἀμελεῖς ὅτι ὁ Θεὸς δὲν θὰ στέλνει πάντοτε τοὺς ἀντιπροσώπους Του, γιὰ νὰ τοὺς διδάσκουν, νὰ τοὺς νουθετοῦν καὶ νὰ τοὺς ἐνισχύουν. Οἱ εὐκαιρίες εἶναι ἐλάχιστες, ἂν ὄχι καὶ μοναδικές: «Λέγει ἡ Γραφή, (ἡ προφητεία τοῦ Ἠσαΐα): Σὲ καιρὸ κατάλληλο, στὸν ὁποῖο ὁ Θεὸς φανερώνει τὰ ἐλέη Του καὶ τὶς εὔνοιές Του, σὲ ἄκουσα καὶ σὲ ἡμέρα, κατὰ τὴν ὁποία δίδεται ἡ σωτηρία, σὲ ἐβοήθησα».Ἂς φανταστοῦμε ὅτι ἕνας βασιλιὰς δέχεται σὲ ἀκρόαση τοὺς ὑπηκόους του κάποια συγκεκριμένη ἡμέρα καὶ γιὰ περιορισμένο χρόνο. Ὅποιος θέλει νὰ πεῖ κάτι στὸν βασιλιὰ ἢ νὰ τοῦ ζητήσει μία χάρη, ἐκείνη τὴν ἡμέρα θὰ πάει στὸ παλάτι, ὄχι ὅποτε ἄλλοτε θὰ θελήσει. Τὸ πρόγραμμα τῶν ἀκροάσεων δὲν τὸ καθορίζει ὁ ὑπήκοος, ἀλλὰ ὁ βασιλιάς. Ἔτσι καὶ ὁ Θεὸς ἔχει ὁρίσει ἕναν καιρὸ «δεκτό», κατάλληλο γιὰ τὸν κάθε ἄνθρωπο, κατὰ τὸν ὁποῖο βρίσκεται σὲ ἀνοικτὴ ἐπικοινωνία μὲ αὐτὸν καὶ στέλνει τὶς εὐλογίες Του, τὴν βοήθειά Του, τὴν Θεία Χάρη. Ὁ ἄνθρωπος ὀφείλει νὰ ἔχει «πάντ’ ἀνοιχτά, πάντ’ ἄγρυπνα τὰ μάτια τῆς ψυχῆς του», ὅπως λέγει ὁ ποιητής, καὶ νὰ ἀδράχνει τὴν εὐκαιρία. Πάντοτε πρέπει νὰ εἶναι ἕτοιμος νὰ ἀντιλαμβάνεται τὴ θεϊκὴ βοήθεια, ὡς κάτι μοναδικὸ καὶ ἀνεπανάληπτο.
Ἡ ὥρα τῆς χάριτος εἶναι διαφορετικὴ γιὰ τόν καθένα μας. Μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ συνάντηση μὲ ἕναν χαριτωμένο ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος μὲ τὸν λόγο του θὰ μᾶς συμβουλεύσει, θὰ μᾶς παρηγορήσει, θὰ μᾶς ἀποκαλύψει κάποια κρυφὴ σκέψη ἢ πράξη μας, θὰ μᾶς ὠθήσει στὸ νὰ ἀλλάξουμε ἢ νὰ καλυτερεύσουμε τὴ ζωή μας. Πολλοὶ ἄθεοι καὶ ἁμαρτωλοὶ ἀλλοιώθηκαν, ἦρθαν σὲ συναίσθηση τῆς ἀθλιότητάς τους καὶ μετανόησαν, ἀφοῦ γνώρισαν ἕναν ἅγιο γέροντα σὲ μοναστήρι. Ἀλλὰ καὶ ἕνας καλὸς λόγος ποὺ θὰ πεῖ ἕνας Χριστιανὸς σὲ ὁποιονδήποτε χῶρο, στὴ δουλειά, στὸ σπίτι, στὸ δρόμο, στὸ λεωφορεῖο, μπορεῖ νὰ ἀνοίξει θύρα σωτηρίας γιὰ κάποιον ποὺ τὸν ἄκουσε. Γιὰ ἄλλους ὁ «δεκτὸς καιρὸς» μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ ἀνάγνωση ἑνὸς πνευματικοῦ βιβλίου ἢ ἡ ἀκρόαση μίας ὁμιλίας ἀπὸ φωτισμένο ἱεροκήρυκα. Μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ ἐπίσκεψη σὲ ἕναν ἱερὸ χῶρο, ὅπως στὸ Ἅγιο Ὅρος ἢ σὲ ὁποιοδήποτε μοναστήρι, ὅπου καὶ μόνη ἡ θέαση τῶν μοναχῶν, ἡ ὑποβλητικὴ ἀτμόσφαιρα τοῦ ναοῦ, οἱ εἰκόνες, τὰ ἅγια λείψανα, οἱ κατανυκτικὲς ἀκολουθίες μὲ τὴν ταπεινὴ ψαλμωδία, ὅλα αὐτὰ ἐκπέμπουν τέτοια πνευματικὴ ἀκτινοβολία, ποὺ λυγίζει καὶ τὸ πιὸ ἐπηρμένο καὶ ἄκαμπτο φρόνημα. Εἶναι ἀνεξάντλητοι καὶ ἀπίθανοι οἱ τρόποι μὲ τοὺς ὁποίους ὁ Χριστὸς κρούει τὴν θύρα τῆς καρδιᾶς, γιὰ νὰ ἀνοίξει καὶ νὰ Τὸν δεχθεῖ. Καὶ μόνο ἡ παραβολὴ τοῦ καλοῦ ποιμένα ποὺ ἀφήνει τὰ ἐνενήντα ἐννέα πρόβατα στὴ στάνη καὶ τρέχει στὰ βουνὰ καὶ στὰ λαγκάδια, γιὰ νὰ βρεῖ τὸ ἕνα, τὸ ἀπολωλός, ἀρκεῖ, γιὰ νὰ μᾶς δείξει τὴν ἀνυπέρβλητη φροντίδα τοῦ Πλάστη γιὰ τὸ πλάσμα Του.
Ἐμεῖς δὲν χρειάζεται παρὰ νὰ βρισκόμαστε σὲ διαρκῆ κατάσταση ἐγρήγορσης, γιὰ νὰ διακρίνουμε τὶς ἐπεμβάσεις τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μας καὶ νὰ μετανοοῦμε συνεχῶς. «Ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας». Σήμερα ἂς βάλουμε ἀρχὴ μετανοίας, ὄχι αὔριο. Ἐδῶ καὶ τώρα! Μόνο τὸ σήμερα ἔχουμε, τὸ χθὲς ἐξαφανίσθηκε, τὸ αὔριο δὲν ὑπάρχει ἀκόμη καὶ μπορεῖ καὶ νὰ μὴν ὑπάρξει ποτὲ γιὰ ἐμᾶς. Μπορεῖ νὰ μᾶς βρεῖ ὁ θάνατος τὴν ἀμέσως ἑπόμενη στιγμή, τίποτε δὲν εἶναι δεδομένο! Ἂς ἔχουμε μνήμη θανάτου καὶ ἂς ἐπαναλαμβάνουμε μὲ φόβο καὶ τρόμο τὰ λόγια του τροπαρίου: «Ψυχή μου, ψυχή μου, ἀνάστα, τί καθεύδεις; Τὸ τέλος ἐγγίζει καὶ μέλλεις θορυβεῖσθαι!» Ἂς ἐκμεταλλευόμαστε μὲ ἁγία ἀγωνία ἀλλὰ καὶ ἐλπίδα τὴν κάθε στιγμὴ τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας, γιατί εἶναι πολύτιμη: ἡ ἀξιοποίησή της «καθ’ ὑπερβολὴν εἰς ὑπερβολὴν αἰώνιον βάρος δόξης κατεργάζεται». Ἂς γινόμαστε σοφοὶ ἔμποροι τοῦ χρόνου τῆς μικρῆς καὶ προσωρινῆς ζωῆς μας, σύμφωνα μὲ τὴ συμβουλὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, «ἐξαγοραζόμενοι τὸν καιρόν». Καὶ ἂς παρακαλοῦμε ἀδιαλείπτως τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ νὰ μᾶς ἐλεήσει καὶ νὰ μᾶς σώσει κατὰ τὸ μέγα Αὑτοῦ ἔλεος! Ἀμήν, γένοιτο!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου