ΝΙΚΗ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΧΘΡΟΥ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ ́ ΛΟΥΚΑ (Λουκ. Η ́ 26-39)
Ὑπάρχουν ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ἀρνοῦνται πεισματικά τήν ὕπαρξη τοῦ διαβόλου, ὑποστηρίζοντες ὅτι μέ τόν ὅρο ''διάβολος'', ἁπλῶς προσωποποιεῖται τό κακό. Ἡ Εὐαγγελική ὅμως περικοπή, πού θά ἀναγνωστεῖ τήν Κυριακή στούς Ἱερούς μας Ναούς, καταδεικνύει τό ἐντελῶς ἀντίθετο.
Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, συνεχίζοντας τήν κοσμοσωτήρια πορεία Του, ἔφθασε καί στή χώρα τῶν Γαδαρινῶν. Ἐκεῖ γίνεται μία δραματική συνάντησις, πού τελικῶς καί νομοτελειακῶς, θριαμβεύει ὁ «Υἱός τοῦ Θεοῦ». Συναντᾶ καί θεραπεύει ἕνα δαιμονισμένο ἄνθρωπο.
Ἡ ταλαίπωρη αὐτή ψυχή, «ἐκ χρόνων ἱκανῶν», βασανιζόταν ἀπό τήν κακία τοῦ πλήθους τῶν δαιμόνων, πού εἶχαν κατασκηνώσει μέσα στήν ὕπαρξή της. Μόνον ὅποιος ἔχει συναντήσει παρόμοια περίπτωση δαιμονιζομένου ἀνθρώπου, μπορεῖ νά αἰσθανθεῖ κάπως τήν φρίκη τῆς καταστάσεως αὐτῆς.
Ἀλλά, ὅπως τό σκοτάδι ἐξαφανίζεται μπροστά στίς λαμπερές ἀκτίδες τοῦ ἡλίου, ἔτσι, καί πολύ περισσότερο, τά δαιμόνια, οἱ σκοτεινοί καί διεστραμμένοι αὐτοί ἄγγελοι, δέν μποροῦν νά ὑποφέρουν τήν λάμψη καί τήν δύναμη τῆς Θεότητας τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Καί, μέσα στόν ἀπαίσιο σπαραγμό τους, ἀναγκάζονται, ἀπό τά βάθη τῆς ταλαίπωρης ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως πού κατέχουν, νά ὁμολογήσουν καί νά προσκυνήσουν τόν Χριστό.
Εἶναι ὄντως φοβερό. Τά δαιμόνια ἀναγνωρίζουν καί ὁμολογοῦν τόν Ἰησοῦ ὡς Υἱόν Θεοῦ, δηλαδή ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ Θεός, καί συνάμα, θέλοντας καί μή, ἀναγκάζονται νά ὁμολογήσουν καί νά ἀποκαλύψουν τό τί περιμένει τά ἀκάθαρτα πνεύματα στό τέλος τῆς παγκόσμιας Ἱστορίας: «Καὶ παρεκάλει, ὁ δαίμων πού μιλοῦσε διά τοῦ δαιμονιζομένου, αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξει αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν», λέει ἡ περικοπή τοῦ Εὐαγγελίου.
Ὁ Ἰησοῦς, ὁ Κύριος καί Δημιουργός, τό Α καί τό Ω, μέ τό θεϊκό καί παντοκρατορικό Του πρόσταγμα, διατάζει τότε τήν λεγεῶνα τῶν δαιμόνων νά μποῦν στό παράνομο κοπάδι τῶν χοίρων. Ἀμέσως λοιπόν, ἐλευθερώνεται ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος, ἤρεμος καί ἥσυχος τώρα, «ἱματισμένος καὶ σωφρονῶν», κάθεται «παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ», παρακαλῶντας τον μάλιστα νά γίνει καί αὐτός μαθητής Του.
Ἔχει λεχθεῖ ἀπό τούς Ἁγίους μας, τούς ἀνθρώπους δηλαδή οἱ ὁποῖοι μεταφέρουν γνήσια τήν Εὐαγγελική ἀλήθεια καί τήν αὐθεντική ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅτι ἡ μεγαλύτερη νίκη τοῦ διαβόλου, εἶναι νά κάνει τόν ἄνθρωπο νά πιστέψει ὅτι δέν ὑπάρχει.
Πράγματι! Ὅπως, ὅταν ὁ φρουρός πιστέψει πώς δέν ὑπάρχει στήν περιοχή του ἐχθρός καί ἔτσι ἀποκοιμηθεῖ στήν σκοπιά, ἤδη ἔχει πέσει στήν παγίδα τοῦ ἐχθροῦ καί τά ἀποτελέσματα εἶναι φοβερά, τόσο γιά τόν ἴδιο, ὅσο καί γιά αὐτούς πού προστατεύει, τό ἴδιο ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ τόν ἄνθρωπο πού θά ἀπιστήσει ἤ θά στραγγαλίσει τήν συνείδησή του γιά νά δεχθεῖ ὅτι δέν ὑφίσταται ὁ διάβολος ὡς πραγματικότητα.
Στήν περίπτωση αὐτή, ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται στήν πιό φοβερή πλάνη πού θά μποροῦσε νά πέσει. Ἀλλοίμονο!
Δυστυχῶς, ὄχι μόνον αὐξάνουν τά πρόσωπα πού ἔπεσαν σ’ αὐτή τήν θανατηφόρο παγίδα, ἀλλά, κατά παράδοξο τρόπο, δέν ἀκούγονται ὅσο θά ἔπρεπε αὐτές οἱ ἀποκαλυπτικές ἀλήθειες. Ἴσως ἡ ἡμιμάθεια ὡρισμένων, ἴσως τό ὑλιστικό πνεῦμα τῆς κοινωνίας μας, πού, σέ ὡρισμένες περιπτώσεις, ἀλλοιώνει τό ἀσκητικό πνεῦμα τῆς Ὀρθοδοξίας, ἴσως τέλος ἡ ὀλιγοπιστία τινῶν, φράζει τά στόματα, μέ ἀποτέλεσμα τήν συγκάλυψη τῆς πραγματικότητας.
Παρ’ ὅλα ὅμως αὐτά, ἡ Ἐκκλησία μας, ἡ ὁποία διασφαλίζει καί ἑρμηνεύει τό Ἱερό Εὐαγγέλιο, διά τῶν Ἁγίων της διακηρύσσει τήν ἀλήθεια, ὅτι ὁ Χριστός ἦρθε γιά νά «καταργήσει τὸν τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου, τουτέστι τὸν διάβολον».
Μία ἁπλῆ ἀνάγνωση τῶν βιβλικῶν κειμένων, πιστοποιεῖ, στόν κάθε καλοπροαίρετο ἀναζητητή τῆς ἀληθείας, καί ταυτοχρόνως παρέχει τήν βεβαιότητα στούς πιστούς, ὅτι ὁ διάβολος εἶναι μία πραγματικότητα, καί μάλιστα μία σκοτεινή καί τραγική προσωπικότητα, «ἀνθρωποκτόνος» στήν κυριολεξία, μέ φοβερό καί λυσσαλέο μῖσος ἐναντίον τῆς εἰκόνας τοῦ Θεοῦ, δηλαδή τόν ἄνθρωπο, ἀλλά μέ περιορισμένη δύναμη ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου. Καί τοῦτο, γιατί ἔχασε τήν δύναμή του μέ τό Πάθος καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί ἐπειδή ὁ Χριστός περιορίζει τήν καταστροφική ἐνέργειά του ἐναντίον τῆς κτίσεως.
Βεβαίως, τά ἐμπόδια καί οἱ ἀντιξοότητες πού δημιουργεῖ ὁ ἐχθρός, ὅταν ὁ πιστός ἐργάζεται γιά τόν Θεό, δέν πρέπει νά τόν πτοοῦν καί νά τόν καταθλίβουν. Νά χαίρει θά πρέπει ἡ ἀγωνιζόμενη ψυχή καί νά δοξολογεῖ τόν Τριαδικό Θεό. Γιατί; Μά, διότι τό κακοποιό Πνεῦμα, δίχως νά τό θέλει, μᾶς ἑτοιμάζει τούς πλέον λαμπρούς στεφάνους στόν οὐρανό. Καί, ὅπως μᾶς διδάσκουν οἱ Ἅγιοι, ἡ μεγαλύτερη νίκη ἐναντίον τοῦ Διαβόλου εἶναι ἡ ἀπόλυτη περιφρόνησή του, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει τήν χάρη τοῦ Θεοῦ βοηθό.
Γράφει μεταξύ τῶν ἄλλων, ἐπί τοῦ θέματος αὐτοῦ, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης: “Ὁ Διάβολος εἶναι πνεῦμα, ἀλλά ἔχει περιορισμένη δύναμη. Μπορεῖ νά ὑποκινήσει στιγμιαῖα μέσα στήν σκέψη ἀμφιβολίες, ἀνυπομονησίες, κακίες. Ἀπό ἐκεῖ καί πέρα, ἄν θά πραγματοποιηθοῦν ἤ ὄχι οἱ σκοτεινοί σκοποί του, αὐτό ἐξαρτᾶται ἀπό τή δική μας στάση. Ἄν μείνουμε σταθεροί στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ, θά ἐξουδετερώσουμε τήν ἀπόπειρα τοῦ πονηροῦ πνεύματος. Σ ̓ αὐτές τίς περιπτώσεις, ὁ Χριστιανός πρέπει νά εἶναι ἕτοιμος καί προσεκτικός, ὅλος ὀφθαλμός, σκληρός σάν ἀδάμας, ἄτρωτος ἀπό ὅλες τίς πλευρές, ἀμετακίνητος πάνω στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀνθεκτικός σάν τό ἀμόνι, ὅπως λέγει ἕνας ἀρχαῖος Πατήρ τῆς Ἐκκλησίας.
Μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ, θά νικήσει τόν ἐχθρό. Θά τόν νικᾶ καί θά τόν κατατροπώνει ὅλες τίς ἡμέρες τῆς ζωῆς του, ἕως τήν ὥρα πού θά κληθεῖ ἀπό τόν Κύριο στήν ἄλλη, τήν αἰώνια ζωή”.
Εἴθε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ὁποῖος ἐξῆλθε «νικῶν καὶ ἵνα νικήσῃ», νά μᾶς φυλάει ἄτρωτους ἀπό τίς ποικίλες παγίδες τοῦ «ἐχθροῦ», νά μᾶς χαριτώνει μέσῳ τῶν Ἱερῶν Μυστηρίων Του, ὥστε νά τόν πολεμοῦμε, καί νά μένουμε σταθεροί στίς Εὐαγγελικές ἐπιταγές.
Καί ἄς μή λησμονοῦμε ποτέ ὅτι: Πρέπει νά εἴμαστε ἕνα πνεῦμα μέ τόν Κύριο.
Εἴμαστε ὅλοι ἕνα μέσα στήν χάρη τοῦ Θεοῦ, καί ὀφείλουμε νά ἀγαπᾶμε ὁ ἕνας τόν ἄλλο. Ἡ κλειστή καρδιά ἀπέναντι στόν πλησίον μας, εἶναι ἀποτέλεσμα τοῦ Διαβόλου καί τῶν ἐνεργειῶν του. Κάθε προσκόλληση στό ἐγώ, εἶναι ὑπακοή στόν ἐχθρό.
Ἀμήν.
Ἀρχιμ. Ἰωήλ Κωνστάνταρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου