ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ΛΟΥΚΑ
Απόστολος: Γαλ. στ΄11-18
Ευαγγέλιο: Λουκ. η΄ 41-56
28 Οκτωβρίου 2018
«Τις ο αψάμενός μου; ήψατό μου τις… Εγώ γαρ έγνων δυνάμιν εξελθούσαν απ’ εμού» (Λουκ. η΄ 45-46)
Ασθένεια και θάνατος είναι χωρίς αμφιβολία δυο από τα σοβαρότερα προβλήματα του ανθρώπου. Μπροστά τους νιώθει ανίσχυρος ο άνθρωπος αφού, ούτε το αξίωμα ή η κοινωνική του θέση, αλλά ούτε και η οικονομική του κατάσταση μπορούν να τον βοηθήσουν για να τα ξεπεράσει. Το μαρτυρεί το σημερινό ευαγγέλιο και το επιβεβαιώνει διαχρονικά η καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Έτσι, βλέπουμε σήμερα από τη μία, τον αρχισυνάγωγο Ιάειρο να αδυνατεί να βοηθήσει τη δωδεκάχρονη κόρη του που είναι στα πρόθυρα του θανάτου. Από την άλλη βλέπουμε την αιμορροούσα γυναίκα που, ενώ για δώδεκα χρόνια ξόδεψε όλη της την περιουσία στους γιατρούς, εντούτοις κανένας δεν μπόρεσε να την κάνει καλά.
Μπροστά σ’ αυτή την αδυναμία πρόβαλε επιτακτικά το ίδιο ερώτημα:
«Υπάρχει διέξοδος;» Ένα ερώτημα στο οποίο κλήθηκαν να απαντήσουν τόσο ο Ιάειρος όσο και η αιμορροούσα γυναίκα. Ένα ερώτημα που διαχρονικά μπορεί να χρειαστεί να απαντηθεί από τον καθένα. Άρα και από μας.
Ο Ιάειρος και η αιμορροούσα γυναίκα βρήκαν σαν διέξοδο το πρόσωπο του Ιησού. Όμως, Τον πλησιάζουν με διαφορετικό σκεπτικό. Ο Ιάειρος αν και εμπιστεύεται τον Ιησού, εντούτοις πιστεύει ότι μπορεί να προσφέρει τη θεραπεία μόνο αν πάει στο σπίτι του πριν πεθάνει η κόρη του , γιατί μετά θα είναι αργά. Ο Ιησούς δε, θέλοντας να τον διαβεβαιώσει ότι γι’ Αυτόν ποτέ δεν είναι αργά και ότι, μπορεί να αντιμετωπίσει κι αυτόν ακόμα το θάνατο, φτάνει να υπάρχει πραγματική πίστη σ’ Αυτόν του είπε: «Μη φοβού∙ μόνον πίστευε, και σωθήσεται».
Εσύ μη φοβάσαι, μόνο πίστευε και θα σωθεί.
Τρείς προτροπές. 1)Μη φοβάσε. 2)Ενεργοποίησε τη θέληση σου μέσα από την πίστη σου. Και τέλος, μέσα από το «σωθήσεται» καλλιεργεί την πίστη και προσφέρει τη βεβαιότητα και την εγγύηση ότι, μέσα από αυτήν θ’ ακολουθήσει και η θεραπεία.
Σε αντίθεση με τον Ιάειρο, η αιμορροούσα γυναίκα είχε τη βεβαιότητα ότι, αν μπορούσε να αγγίξει την άκρη του ρούχου του Χριστού, τότε θα γινόταν αμέσως καλά, και θα σταματούσε η αιμορραγία. Όπως και έγινε. Παρά το ότι πολλοί είχαν στριμωχτεί κοντά Του, μόνο αυτή θεραπεύτηκε, γιατί το δικό της άγγιγμα ήταν έκφραση της πίστεως της.
Όμως, το θαύμα δεν έγινε αντιληπτό μόνο από την αιμορροούσα γυναίκα, αλλά και από τον ίδιο το Χριστό, που ρώτησε στην αρχή «τις ο αψάμενός μου;»
Ποιος με άγγιξε;
Η ερώτηση φάνηκε όχι μόνο περίεργη, αλλά και ανέλπιστη. Για τούτο, «ενώ όλοι αρνούνταν, ο Πέτρος και όσοι ήταν μαζί Του είπαν: Διδάσκαλε, οι όχλοι έχουν στριμωχτεί κοντά σου και σε πιέζουν κι εσύ λες ποιος με άγγιξε;».
Παρά την απάντηση του Πέτρου και του πλήθους ο Χριστός επιμένει λέγοντας: «Κάποιος με άγγιξε, γιατί εγώ ένιωσα να βγαίνει από μένα δύναμη».
Γεγονός το οποίο επιβεβαίωσε η γυναίκα.
Βλέποντας, λοιπόν η γυναίκα ότι δεν ξέφυγε από την προσοχή του Χριστού «τρέμοντας ήρθε κι έπεσε στα πόδια Του και Του είπε μπροστά σ’ όλο τον κόσμο για ποια αιτία τον άγγιξε και ότι είχε γιατρευτεί αμέσως». Εκείνος της είπε «θάρσει, θύγατερ, η πίστις σου σέσωκέ σε». Έχε θάρρος, κόρη μου, η πίστη σου σε έσωσε.
Μέσα από τα πιο πάνω λόγια, τόσο του Χριστού, όσο και της γυναίκας διαπιστώνουμε ότι η ερώτηση του Χριστού «Τις ο αψάμενος μου;» είχε τριπλό στόχο. Πρώτον, ότι δεν διέφυγαν της προσοχής του, ούτε ο σκοπός για τον οποίο τον άγγιξε αυτή η γυναίκα, αλλά ούτε και η θαυματουργική ενέργεια και δύναμη που βγήκαν από μέσα Του ήταν εν αγνοία Του. Δεύτερον, μέσα από την ομολογία της γυναίκας ότι «ιάθη παράχρημα», ότι γιατρεύτηκε αμέσως, ο Χριστός ήθελε να επιβεβαιώσει την άμεση θαυματουργική Του δύναμη. Τρίτον, η πράξη της γυναίκας ήταν έκφραση της πίστεώς της. Μια πίστη που εκείνη τη στιγμή ήταν απόλυτα αναγκαία καθώς και για τις δύσκολες ώρες που θα ακολουθούσαν για τον Ιάειρο. Το «θάρσει, θυγατερ, η πίστις σου σέσωκέ σε∙ πορεύου εις ειρήνην» που είπε ο Χριστός στη γυναίκα, δεν ήταν μόνον επιβράβευση της πίστεώς της, αλλά και μια προτροπή προς τον Ιάειρο για ενδυνάμωση της πίστεώς του.
Ήταν ένα προμήνυμα γι’ αυτόν καθώς και μια εγγύηση ότι το «μόνον πίστευε και σωθήσεται», θα είχε το ίδιο θετικό αποτέλεσμα. Αρκεί να παρουσίαζε σαν θετική συμβολή και τη δική του πίστη. Γεγονός που έπραξε και που επιβεβαιώθηκε στη συνέχεια με την ανάσταση της δωδεκάχρονης κόρης του.
Η ερώτηση του Χριστού «τις ο αψάμενός μου» δεν είχε σαν στόχο να αποκαλύψει μόνο τα πιο πάνω, αλλά να προβληματίσει κι εμάς για τον τρόπο με τον οποίο τον πλησιάζουμε. Για παράδειγμα στην προσευχή τον «αγγίζουμε» μόνο με τα χείλη ή ερχόμαστε σε επαφή μαζί του τόσο με το νου, όσο και με την καρδιά μας;
Η προσευχή πρέπει ν’ ανεβαίνει «ως θυμίαμα» στο θρόνο του Θεού και όχι ως απλή «πολυλογία ». Αλλά και την ώρα της κοινής προσευχής κατά τη διάρκεια της λατρείας και ειδικότερα της Θείας Λειτουργίας, πόσο συνειδητοποιούμε ότι ο Θεός είναι αοράτως παρών και ότι «καταπέμπει» το Άγιο Πνεύμα όχι μόνο για τον καθαγιασμό των τιμίων δώρων, αλλά και το δικό μας;
Αδελφοί μου, αν συνειδητοποιούμε τη μεγάλη τιμή, ότι ο Θεός δεν είναι μόνο παρών αλλά και μας αγιάζει, τότε ας το επιβεβαιώσουμε μέσα από την πίστη μας. Ας τον πλησιάσουμε μέσα από την πίστη μας, όπως η αιμορροούσα γυναίκα.
Ας τον εμπιστευτούμε, όπως ο Ιάειρος και τότε το «μη φοβού» θα μετατραπεί σε πίστη που θα έχει σαν τελική κατάληξη το «σωθήσεται». Για τούτο και ο Απόστολος Ιάκωβος μας προτρέπει: «Εγγίσατε τω Θεώ και εγγιεί υμίν» (Ιακ. δ΄8). Πλησιάστε το Θεό και θα σας πλησιάσει κι εκείνος. Ας το επιδιώξουμε, λοιπόν, μέσα από την πίστη μας μιμούμενοι τόσο την αιμορροούσα γυναίκα όσο και τον Ιάειρο. Αμήν
Θεόδωρος Αντωνιάδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου