Β ΄ΛΟΥΚΑ
Απόστολος: Β΄Κορ. θ΄6-11
Ευαγγέλιο: Λουκ. στ΄31-36
30 Σεπτεμβρίου 2018
«Πλήν αγαπάτε τους εχθρούς υμών και αγαθοποιείτε και δανείζετε μηδέν απελπίζοντες… και έσεσθε υιοί υψίστου». (Λουκ. στ΄35)
Από την στιγμή που ο άνθρωπος συνειδητοποιεί ότι διαφέρει από την υπόλοιπη άλογη (χωρίς λογική) δημιουργία, τότε θα πρέπει να απαντήσει σε καίρια ερωτήματα όπως: Σε τι διαφέρει ο άνθρωπος από την υπόλοιπη δημιουργία; Έχει σκοπό και προορισμό στη ζωή του; Αν ναι, τότε πως επιτυγχάνει αυτό το στόχο;
Απάντηση στα πιο πάνω ερωτήματα μας δίνει το σημερινό ευαγγέλιο.
Ναι, ο άνθρωπος διαφέρει από την υπόλοιπη δημιουργία γιατί αναγνωρίζει ότι, πέραν από το γεγονός ότι είναι ον κοινωνικόν, την ίδια στιγμή διαθέτει λογικό και αυτεξουσίο. Ο άνθρωπος, που επλάσθει «κατ’εικόνα Θεού» έχει σαν στόχο το «καθ’ομοίωσιν Θεού». Όπως είπε σήμερα ο Χριστός «και έσεθε υιοι υψίστου».
Αυτή δε την «υιοθεσία» θα την επιτύχει ο άνθρωπος μιμούμενος το Θεό μέσα από την ανιδιοτελή αγάπη την οποία θα προσφέρει όπως και ο Θεός, όχι μόνο στους καλούς, αλλά ακόμα και στους αχάριστους και στους κακούς.
Αυτή δε η αγάπη δε θα προβάλλεται μόνο σαν θεωρητική διδασκαλία και γνώση, αλλά ιδιαίτερα σαν πράξη στην καθημερινή ζωή. Όπως η αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο εκδηλώθηκε με την Ενανθρώπιση και κορυφώθηκε με τη Σταυρική θυσία, κατά τον ίδιο τρόπο και η αγάπη του ανθρώπου προς το συνάνθρωπο πρέπει να επιβεβαιώνεται ακόμα και με τη θυσία του εαυτού του.
Αυτή η αγάπη, σαν ηθική διδασκαλία είναι πρωτόγνωρη, γιατί ξεφεύγει από τα όρια της ως τώρα πρακτικής που, στη χειρότερη περίπτωση ξεκινούσε από το μίσος, ενώ στην καλύτερη περιοριζόταν στα όρια μιας ισοδύναμης συναλλαγής ή σε αγάπη όμοια προς τον εαυτό του. Αυτή η αγάπη, λοιπόν,
είναι πρωτόγνωρη, γιατί απορρίπτει το μίσος, ξεπερνά τη συναλλαγή και την ισοδύναμη προς τον εαυτό μας αγάπη και φτάνει στη θυσία. Είναι η αγάπη μια έμπρακτη εκδήλωση που μας κάνει να διαγράφουμε από το λεξιλόγιο μας τις λέξεις «δικό μου». Γιατί, αγάπη σημαίνει να θυσιάζεις κάθε τι που λογικά ή και νομικά θεωρείται δικό σου και να το προφέρεις χωρίς διάκριση σε κάθε άνθρωπο, ακόμα κι αν είναι εχθρός σου.
Η σημερινή διδασκαλία του Χριστού ξεπερνά τη διδασκαλία του Μωσαϊκού Νόμου που νομιμοποιούσε την εκδίκηση με το «οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος ». Ακόμα προχωρεί και πέρα από την καλύτερη εκδοχή του Μωσαϊκού Νόμου το :«αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν». Μια εκδοχή την οποία οι Ιουδαίοι εξουδετέρωσαν με την προσθήκη «και μισήσεις τον εχθρόν σου». Ακόμη, η διδασκαλία του Χριστού ξεπερνά την αγάπη, όπως εκφράστηκε στην αρχαία Ελλάδα από την Αντιγόνη, στην ομώνυμη τραγωδία του Σοφοκλή. «Δεν πλάστηκα για να μισώ αλλά για να αγαπώ», είπε η Αντιγόνη. Αυτή η αγάπη ήταν τέλεια για την εποχή της , αφού παραμέριζε την εκδίκηση. Όμως δεν έφτανε τη Χριστιανική αγάπη που συνιστά και θυσία του εαυτού μας ακόμα και για κείνον που κάνει κακό, δηλαδή τον «εχθρό μας». Η περί αγάπης διδασκαλία του Χριστού ξεκινά έχοντας σαν θεμέλιο της το σεβασμό: «Καθώς θέλετε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι, και υμείς ποιείτε αυτοίς ομοίως ». Η αγάπη ξεκινά σαν επιθυμία , αλλά αποκτά αξία όταν περάσει ελεύθερα από την επιθυμία στην πράξη. Όταν περάσει από το «θέλετε» και φτάσει στο «ποιείτε». Υπογραμμίζει ο Χριστός ότι: «Στη Βασιλεία του Θεού δε θα μπει όποιος μου λέει Κύριε» , αλλά όποιος κάνει το θέλημα του ουράνιου Πατέρα μου» (Ματθ. ζ΄21). Επίσης λέει ότι «ος … ποιήσει και διδάξει, ούτος μέγας κληθήσται εν τη βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. ε΄19).
Έτσι, η σημαντικότερη εντολή Του που προβάλλει σαν παρακαταθήκη είναι η εντολή της αγάπης: «Σας δίνω μια νέα εντολή, να αγαπάτε ο ένας τον άλλο.
Όπως σας αγάπησα εγώ , να αγαπάτε ο ένας τον άλλο. Έτσι θα σας ξεχωρίζουν όλοι πως είστε μαθητές μου, αν έχετε αγάπη ο ένας για τον άλλο» (Ιωάν. ι γ΄ 34-35).
Μοναδική, λοιπόν εντολή, η εντολή της αγάπης. Μοναδικός δε τρόπος εφαρμογής της το «όπως σας αγάπησα εγώ». Και αυτός ο τρόπος, ήταν και είναι ο τρόπος της ανιδιοτελούς προσφοράς και της θυσίας». Έτσι η Χριστιανική αγάπη είναι πάνω από τα ανθρώπινα. Είναι υπέρβαση εγωισμού και αδυναμιών. Πάνω απ’όλα η αγάπη είναι μια προσφορά, χωρίς όρους και χωρίς διακρίσεις.
Αυτός είναι ο κόσμος της αγάπης . Όμως, ποια η δική μας συμβολή στη διαμόρφωση αυτού του κόσμου; Για να μπορέσουμε να συμβάλουμε θετικά στη διαμόρφωση αυτού του κόσμου, θα πρέπει προηγουμένως να αναγνωρίσουμε, όχι μόνο ότι ο Χριστός είναι το θεμέλιο αυτού του κόσμου, αλλά και ότι θα πρέπει να χτίσουμε πάνω σ’αυτό το θεμέλιο. Και τούτο, κατά τον Απόστολο Παύλο, «Γιατί κανένας δεν μπορεί να βάλει άλλο θεμέλιο εκτός από αυτό που υπάρχει και που είναι ο Χριστός. Τώρα, αν κάποιοι χτίζουν πάνω σ’αυτό το θεμέλιο με χρυσάφι ή ασήμι ή πολύτιμα πετράδια, με ξύλα, χορτάρι ή άχυρο, η δουλειά του καθενός θα φανεί∙ θα τη φέρει στο φώς η ημέρα της κρίσεως… Αν το έργο που έχτισε κάποιος αντέξει , αυτός θα λάβει μισθό∙ αν όμως το έργο που έχτισε καταστραφεί από τη φωτιά, αυτός θα χάσει την αμοιβή του» (Α΄Κορ. γ΄ 11-15).
Αδελφοί μου, όπως δεν μπορεί να υπάρξει αγάπη με προϋποθέσεις ή ανταλλάγματα, άλλο τόσο δεν μπορεί να υπάρξει αγάπη χωρίς το Χριστό. Η αγάπη είναι η μόνη γλώσσα που μπορεί να ενώσει ανθρώπους και λαούς, όπως τους ένωσε και κατά τους πρώτους Χριστιανικούς χρόνους. Και τούτο γιατί «Όλοι όσοι πίστεψαν είχαν μια καρδιά και μια ψυχή» (Πράξ. δ΄ 32), με αποτέλεσμα να μην υπήρχε κανείς τους που να στερείται τα απαραίτητα. Ας τους μιμηθούμε. Ας υπακούσουμε και στο σημερινό «Απόστολο» που μας προτρέπει. «Ο καθένας ας δώσει ό,τι του λέει η καρδιά του χωρίς να
στενοχωριέται ή να εξαναγκάζεται», γιατί «ο Θεός αγαπάει αυτόν που δίνει με ευχαρίστηση» Αμήν.
Θεόδωρος Αντωνιάδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου