Χριστός Ανέστη, αγαπητοί.
Τρίτη Κυριακή από το Πάσχα σήμερα, η Κυριακή των Μυροφόρων(Μάρκου, κεφ. ιε΄ , 43-47 ις΄,1-, και η Εκκλησία μας βρίσκει ξανά την ευκαιρία να δοξολογήσει ποιoν άλλον; Τον Αναστάντα. Και φέρνει και εορτάζει ακόμα και τη μνήμη των μαρτύρων της Ταφής και της Αναστάσεως του Κυρίου μας, για να μας βεβαιώσει, αφού μας διαβεβαίωσε και με την Κυριακή του Θωμά, για την Ανάσταση του Κυρίου, που 'ναι το θεμέλιο της πίστεώς μας και της ψυχής μας.
Εδώ, από το Ευαγγέλιο του Μάρκου, το οποίο παραθέτει η Εκκλησία σήμερα, γίνεται λόγος πρώτα για τους μάρτυρες της Ταφής του Χριστού, και ιδίως για τον άγιο Ιωσήφ τον από Αριμαθαίας, ο οποίος την αγία και Μεγάλη Παρασκευή, καθώς ήρχετο βράδυ, ετόλμησε και πήγε στον Πιλάτο και εζήτησε το σώμα του αποθαμένου Ιησού, για να το ενταφιάσει. Θαυμάζομε εδώ την τόλμη του Ιωσήφ, ο οποίος ήταν επίσημο και σπουδαίο μέλος του Μεγάλου Συνεδρίου και άνθρωπος αρετής και καλοσύνης και αγάπης και πλούτου. Είχε μεγάλη κοινωνική θέση και υπεροχή ηθική. Ομως δεν τα λογάριασε καθόλου αυτά μπροστά στην αγάπη του προς τον νεκρό Χριστό μας. Περίμενε κι αυτός, όπως λέει το Ευαγγέλιο, τη Βασιλεία του Θεού.
Και τώρα που είδε αποθαμένο τον αρχηγό της τόλμησε και ζήτησε την άδεια απ' τον Πιλάτο. Κι ο Πιλάτος την έδωκε, αφού πρώτα εβεβαιώθηκε για τον θάνατο, τον πραγματικό θάνατο του Κυρίου μας Ιησού, από τον Εκατόνταρχο. Εχουμε και ακόμα μια μαρτυρία για τον θάνατο του Ιησού από την εξουσία, απ' τον Πιλάτο, κι απ' τον άγιο Ιωσήφ, κι από τις Μυροφόρες γυναίκες,που παρακολουθούσαν από μακριά.
Κι ο Πιλάτος έδωκε, λοιπόν, το σώμα στον τολμηρό Ιωσήφ, στον Ιωσήφ που αγαπούσε τον Ιησού Χριστό και τα έκανε όλα θυσία. Κι εκείνοςαγόρασε καθαρό σεντόνι και αποκαθήλωσε τονΙησού και Τον έβαλε σε μνημείο δικό του, που'ταν σκαμμένο επάνω στην πέτρα, και στο οποίοκανείς δεν είχε μπει ποτέ. Κι αυτό είναι της Θείας Πρόνοιας σημάδι και αγάπη, γιατί οι στρατιώτες φρουρούσαν το στόμιο του μνημείου κιεπειδή απ' αλλού δεν μπορούσε να μπει κανείς,γιατί ήταν πέτρα, δεν υπήρχε περίπτωση να κλέψουν ούτε οι Απόστολοι ούτε κάποιοι άλλοι τοσώμα του Κυρίου. Εβαλαν ένα μεγάλο λιθάρι επάνω και λυπημένος και πονεμένος ο Ιωσήφ αναχώρησε.
Εκείνες όμως που αγαπούσαν πιο πολύ απ'όλους τον Ιησού, δηλαδή οι Μυροφόρες, η μητέρα Του και οι άλλες -Μαρία η Μαγδαληνή και Μαρία του Ιωσήφ είναι η Παναγία-, έβλεπαν πού ετάφη. Και περίμεναν και πέρασε όλη η μέρα του Σαββάτου, που ήτανε αργία και μεγάλη και επίσημη, και την πρώτη μέρα της εβδομάδος -τηνΚυριακή για μας-, πολύ πρωί, πήραν μύρα καιαρώματα και με τόλμη κι εκείνες και αγάπη μεγάλη έτρεξαν στο μνήμα του Κυρίου. Σκεπτόντουσαν λίγο στον δρόμο το μεγάλο λιθάρι κυρίως - τα άλλα τις άφηναν αδιάφορες: κι οι φύλακες κι ο φόβος των Ιουδαίων. Οταν κάποιος αγαπά, η αγάπη, η θεία αγάπη, έξω βάλλει τον φόβον. Κι έτρεχαν, λοιπόν, και εσκέπτοντο του λίθου την μετάθεσιν.
Αλλά όταν έφτασαν, ο λίθος είχε σηκωθεί απ' τον Αρχάγγελο. Κι εκείνος, ως νεανίσκος -διότι οι άγγελοι είναι αθάνατοι και δεν γερνάνε, όπως θα γίνουμε και μεις, άμα κοιμηθούμε κι αναστηθούμε κατά τη Δευτέρα Παρουσία - τους μίλησε για την Ανάσταση. «Σεις ήρθατε εδώ από αγάπη και με τόλμη. Και εγώ με αγάπη και με τόλμη σάς αναγγέλλω την Ανάσταση του Κυρίου. Ηγέρθη δεν είναι εδώ. Ανέστη. Σεις, όμως, να πάτε να Τον συναντήσετε. Να ειπήτε και στους Μαθητάς και Αποστόλους και στον Πέτρο» -συγκινητικό για τον Πέτρο- «ότι θα τους περιμένει στη μικρά Γαλιλαία». Κι εκείνες τότε έφυγαν. Είχαν φόβο, γιατί η Ανάστασις είναι υπερφυσικόν γεγονός. Και ό,τι είναι υπερφυσικό μάς βάνει σε φόβο και σε δέος. Είχαν όμως και έκσταση, δηλαδή χαρά μεγάλη για την Ανάσταση. Και δεν είπαν τίποτα σε κανέναν άλλον, παρά στους Μαθητάς και Αποστόλους. Κι έγιναν οι τολμηρές Μυροφόρες τα δοχεία της μεγάλης αγάπης, έγιναν οι Απόστολοι των Αποστόλων και οι Ευαγγελίστριες γυναίκες.
Και η γενναιότητα και η τόλμη του Ιωσήφ, αλλά κι η μεγάλη αγάπη των Μυροφόρων μάς διδάσκουν ένα πράγμα: να είμεθα τολμηροί στα μεγάλα και υψηλά και να τα κάνουμε με αγάπη και θυσία. Και τότε θα πετυχαίνομε. Και περισσότερο θα κερδίζομε τη Θεία Βασιλεία. Χριστός Ανέστη!
π.Ανανίας Κουστένης
Τρίτη Κυριακή από το Πάσχα σήμερα, η Κυριακή των Μυροφόρων(Μάρκου, κεφ. ιε΄ , 43-47 ις΄,1-, και η Εκκλησία μας βρίσκει ξανά την ευκαιρία να δοξολογήσει ποιoν άλλον; Τον Αναστάντα. Και φέρνει και εορτάζει ακόμα και τη μνήμη των μαρτύρων της Ταφής και της Αναστάσεως του Κυρίου μας, για να μας βεβαιώσει, αφού μας διαβεβαίωσε και με την Κυριακή του Θωμά, για την Ανάσταση του Κυρίου, που 'ναι το θεμέλιο της πίστεώς μας και της ψυχής μας.
Εδώ, από το Ευαγγέλιο του Μάρκου, το οποίο παραθέτει η Εκκλησία σήμερα, γίνεται λόγος πρώτα για τους μάρτυρες της Ταφής του Χριστού, και ιδίως για τον άγιο Ιωσήφ τον από Αριμαθαίας, ο οποίος την αγία και Μεγάλη Παρασκευή, καθώς ήρχετο βράδυ, ετόλμησε και πήγε στον Πιλάτο και εζήτησε το σώμα του αποθαμένου Ιησού, για να το ενταφιάσει. Θαυμάζομε εδώ την τόλμη του Ιωσήφ, ο οποίος ήταν επίσημο και σπουδαίο μέλος του Μεγάλου Συνεδρίου και άνθρωπος αρετής και καλοσύνης και αγάπης και πλούτου. Είχε μεγάλη κοινωνική θέση και υπεροχή ηθική. Ομως δεν τα λογάριασε καθόλου αυτά μπροστά στην αγάπη του προς τον νεκρό Χριστό μας. Περίμενε κι αυτός, όπως λέει το Ευαγγέλιο, τη Βασιλεία του Θεού.
Και τώρα που είδε αποθαμένο τον αρχηγό της τόλμησε και ζήτησε την άδεια απ' τον Πιλάτο. Κι ο Πιλάτος την έδωκε, αφού πρώτα εβεβαιώθηκε για τον θάνατο, τον πραγματικό θάνατο του Κυρίου μας Ιησού, από τον Εκατόνταρχο. Εχουμε και ακόμα μια μαρτυρία για τον θάνατο του Ιησού από την εξουσία, απ' τον Πιλάτο, κι απ' τον άγιο Ιωσήφ, κι από τις Μυροφόρες γυναίκες,που παρακολουθούσαν από μακριά.
Κι ο Πιλάτος έδωκε, λοιπόν, το σώμα στον τολμηρό Ιωσήφ, στον Ιωσήφ που αγαπούσε τον Ιησού Χριστό και τα έκανε όλα θυσία. Κι εκείνοςαγόρασε καθαρό σεντόνι και αποκαθήλωσε τονΙησού και Τον έβαλε σε μνημείο δικό του, που'ταν σκαμμένο επάνω στην πέτρα, και στο οποίοκανείς δεν είχε μπει ποτέ. Κι αυτό είναι της Θείας Πρόνοιας σημάδι και αγάπη, γιατί οι στρατιώτες φρουρούσαν το στόμιο του μνημείου κιεπειδή απ' αλλού δεν μπορούσε να μπει κανείς,γιατί ήταν πέτρα, δεν υπήρχε περίπτωση να κλέψουν ούτε οι Απόστολοι ούτε κάποιοι άλλοι τοσώμα του Κυρίου. Εβαλαν ένα μεγάλο λιθάρι επάνω και λυπημένος και πονεμένος ο Ιωσήφ αναχώρησε.
Εκείνες όμως που αγαπούσαν πιο πολύ απ'όλους τον Ιησού, δηλαδή οι Μυροφόρες, η μητέρα Του και οι άλλες -Μαρία η Μαγδαληνή και Μαρία του Ιωσήφ είναι η Παναγία-, έβλεπαν πού ετάφη. Και περίμεναν και πέρασε όλη η μέρα του Σαββάτου, που ήτανε αργία και μεγάλη και επίσημη, και την πρώτη μέρα της εβδομάδος -τηνΚυριακή για μας-, πολύ πρωί, πήραν μύρα καιαρώματα και με τόλμη κι εκείνες και αγάπη μεγάλη έτρεξαν στο μνήμα του Κυρίου. Σκεπτόντουσαν λίγο στον δρόμο το μεγάλο λιθάρι κυρίως - τα άλλα τις άφηναν αδιάφορες: κι οι φύλακες κι ο φόβος των Ιουδαίων. Οταν κάποιος αγαπά, η αγάπη, η θεία αγάπη, έξω βάλλει τον φόβον. Κι έτρεχαν, λοιπόν, και εσκέπτοντο του λίθου την μετάθεσιν.
Αλλά όταν έφτασαν, ο λίθος είχε σηκωθεί απ' τον Αρχάγγελο. Κι εκείνος, ως νεανίσκος -διότι οι άγγελοι είναι αθάνατοι και δεν γερνάνε, όπως θα γίνουμε και μεις, άμα κοιμηθούμε κι αναστηθούμε κατά τη Δευτέρα Παρουσία - τους μίλησε για την Ανάσταση. «Σεις ήρθατε εδώ από αγάπη και με τόλμη. Και εγώ με αγάπη και με τόλμη σάς αναγγέλλω την Ανάσταση του Κυρίου. Ηγέρθη δεν είναι εδώ. Ανέστη. Σεις, όμως, να πάτε να Τον συναντήσετε. Να ειπήτε και στους Μαθητάς και Αποστόλους και στον Πέτρο» -συγκινητικό για τον Πέτρο- «ότι θα τους περιμένει στη μικρά Γαλιλαία». Κι εκείνες τότε έφυγαν. Είχαν φόβο, γιατί η Ανάστασις είναι υπερφυσικόν γεγονός. Και ό,τι είναι υπερφυσικό μάς βάνει σε φόβο και σε δέος. Είχαν όμως και έκσταση, δηλαδή χαρά μεγάλη για την Ανάσταση. Και δεν είπαν τίποτα σε κανέναν άλλον, παρά στους Μαθητάς και Αποστόλους. Κι έγιναν οι τολμηρές Μυροφόρες τα δοχεία της μεγάλης αγάπης, έγιναν οι Απόστολοι των Αποστόλων και οι Ευαγγελίστριες γυναίκες.
Και η γενναιότητα και η τόλμη του Ιωσήφ, αλλά κι η μεγάλη αγάπη των Μυροφόρων μάς διδάσκουν ένα πράγμα: να είμεθα τολμηροί στα μεγάλα και υψηλά και να τα κάνουμε με αγάπη και θυσία. Και τότε θα πετυχαίνομε. Και περισσότερο θα κερδίζομε τη Θεία Βασιλεία. Χριστός Ανέστη!
π.Ανανίας Κουστένης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου