ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ 4-5-2014
«Ἠγόρασαν ἀρώµατα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτὸν»
tafὸ µυστήριο τῆς θείας Οἰκονοµίας τὸ ὑπηρέτησε ὁλόκληρη ἡ κτίση. Ὅταν Ἐκεῖνος ἅπλωσε τὰ χέρια Του πάνω στὸ Σταυρό, ἡ γῆ σείσθηκε, τὰ µνηµεῖα ἄνοιξαν, οἱ νεκροὶ διαµαρτυρήθηκαν, ὁ ἑκατόνταρχος ὁµολόγησε, ὁ ἥλιος σκοτίσθηκε, ἡ Παναγία ἔκλαψε, ὁ Ἰωσὴφ κήδευσε καὶ οἱ µυροφόρες γυναῖκες «ἠγόρασαν ἀρώµατα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτόν» (Μάρκ. 16,1). Ἐνῶ στὴν παλαιὰ ἐποχὴ ἡ γυναῖκα ἦταν αἰτία τῆς πτώσεώς µας στὴν ἀµαρτία, ἀντιθέτως σήµερα βλέπουµε στὸ εὐαγγελικὸ ἀναγνωσµα τὶς µυροφόρες γυναῖκες νὰ γίνονται ταχυδρόµοι τῆς χαρᾶς. Ὁ Εὐθύµιος Ζιγαβηνὸς τὸ σηµειώνει: «Ἐπειδὴ πάλαι γυνὴ γέγονε τῷ ἀνδρί διάκονος λύπης, νῦν γυναῖκες γίνονται τοῖς ἀνδράσι διάκονοι χαρᾶς».
Πράγµατι, εἶχαν ἀνδρικὸ φρόνηµα, γιατί τὴν ὥρα πού οἱ µαθητὲς εἶχαν σκορπισθεῖ στὰ διάφορα σηµεῖα τῆς Ἱερουσαλὴµ καὶ φοβόντουσαν νὰ πλησιάσουν τὸν τάφο τοῦ Κυρίου, οἱ τολµηρὲς µυροφόρες γυναῖκες ἀγόραζαν ἀρώµατα, γιὰ νὰ πᾶνε νὰ ἀλείψουν τὸ σῶµα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ κινητήρια δύναµη ποὺ ὠθοῦσε τὶς µυροφόρες νὰ πᾶνε στὸ Ζωοδόχο Τάφο, εἶναι ἡ ἀγάπη. Γιὰ τὴν ἀγάπη αὐτὴ, καὶ σὲ δαπάνη καὶ σὲ κόπο καὶ σὲ κίνδυνο ὑποβλήθηκαν καὶ σὲ ἀπρόβλεπτες καταστάσεις ἐξετέθησαν µέ µεγάλη προθυµία. Τὴν τελευταία στιγµὴ θυµήθηκαν «τὶς ἀποκυλίσει ἡµῖν τὸν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ µνηµείου;» (ὄπ.π. στίχ. 3). Ἕνας σύγχρονος Ἐπίσκοπος γράφει γιὰ τὴν ἀγάπη τῶν µυροφόρων: Ὁ λογισµὸς ἐρωτᾶ, ἡ γλῶσσα σιωπᾶ, ἡ ἀγάπη βαδίζει. Στὶς δύσκολες περιστάσεις τὴ λύση τὴ δίνει πάντα ὁ Θεός. «Τῶν δ’ ἀδοκήτων πόρον εὕρε Θεός», ἔλεγε ἕνας ἀρχαῖος φιλόσοφος. Στὰ ξαφνικὰ καὶ δύσκολα περιστατικὰ τῆς ζωῆς µας τὴ λύση δίνει µόνον ὁ Θεός.
Στὸ ἐρώτηµά τους, λοιπόν, ὁ Θεὸς ἀπάντησε µὲ τὸν ἄγγελο ποὺ σήκωσε τὴν πέτρα ἀπὸ τὴν εἴσοδο τοῦ µνήµατος. Μετὰ τοὺς ἀπαλλάσσει ἀπὸ τὸ φόβο ποὺ δηµιουργήθηκε µέσα τους ἐξαιτίας τῆς παρουσίας τῶν ἀγγέλων. Ἢ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι χαροποιὸ γεγονός. Ὅπου ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ἐκεῖ τὰ δεσµά τοῦ φόβου, τῆς δειλίας καὶ τῆς νευρικότητας διαλύονται. Μετὰ τοὺς µίλησε γιὰ τὸν Ἐσταυρωµένο Χριστό. Μετὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Σωτῆρος ἡ λέξη Ἐσταυρωµένος εἶναι πλέον τίτλος τιµῆς. Δὲν εἶναι βδελυρὴ καὶ ἀποτρόπαια λέξη. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου εἶναι τίµιος. Ἡ Ἀνάσταση εἶναι καρπὸς τῆς Σταυρώσεως. Σταυρὸς καὶ Ἀνάσταση δὲ χωρίζονται. Ἀκόµη εἶδαν τὸν ἄδειο τάφο νὰ εἶναι γεµάτος ἀπὸ τὸ φῶς τῆς Ἀναστάσεως ἔχοντας µέσα του τὰ σηµεῖα τῆς ἐγέρσεως τοῦ Κυρίου. Στὸ τέλος εἶδαν πρῶτες τὸν ἀναστηµένο Ἰησοῦ καὶ κράτησαν τὰ ἄχραντα πόδια Του καὶ «προσεκύνησαν αὐτῶ» (Ματθ. 28,9)
Οἱ γυναῖκες ποὺ πῆγαν νὰ ἀλείψουν τὸ σῶµα τοῦ Ἰησοῦ, εἶναι ἔλεγχος γιὰ τοὺς σηµερινοὺς χριστιανούς· γιὰ µᾶς τοὺς χριστιανοὺς ποὺ ἔχουµε µιά δειλία νὰ δείξουµε στοὺς ἄλλους πὼς οἱ σχέσεις µας µέ τὸ Χριστὸ εἶναι στενές. Ὁ ἱερὸς Χρυσοστοµος κάνει µιά παρατήρηση καὶ λέει: Μερικοὶ µακαρίζουν τὶς µυροφόρες ποὺ προσκύνησαν τὸν Κύριο ἀλλὰ προσθέτει «δύνασθε καὶ νῦν ὅσοι βούλεσθε», δηλαδὴ µπορεῖτε καὶ τώρα ὅσοι θέλετε ὄχι µόνον τοὺς πόδας καὶ τὰ χέρια, ἀλλὰ καὶ τὴν κεφαλὴ τοῦ Χριστοῦ νὰ ἀκουµπήσετε, ἐὰν «τῶν φρικτῶν ἀπολαύσητε µυστηρίων καθαρῷ συνειδότι», ἐὰν ἀπολαύσετε τὰ ἄχραντα µυστήρια, δηλαδὴ τὴ θεία Εὐχαριστία, µὲ καθαρὴ συνείδηση. Χρειάζεται τόλµη, γιὰ νὰ πλησιάσει κάποιος τὰ ἱερὰ µυστήρια. Νὰ ἔχει τὸν πόθο τῶν µυροφόρων, νὰ ἀγαπάει τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ὅπως αὐτὲς νὰ ὑπερπηδᾶ τὰ ἐµπόδια, ποὺ ἀναφύονται ἀναµεσα σ’ αὐτὸν καὶ τὸν Κύριο· νὰ παραδέχεται τὴν Ἀνάστασή Του καὶ νὰ εἶναι δεκτικὸς ἄνθρωπος, νὰ ἀκούει τὰ µηνύµατα τοῦ Εὐαγγελίου, ὅπως αὐτὲς οἱ γυναῖκες ἄκουσαν τὴ χαρµόσυνη εἴδηση τοῦ Χριστοῦ. Ἐπίσης, πρέπει νὰ µποῦµε σὲ σκέψεις γιὰ τὸ τί προσφέραµε, ἀπὸ τὴ µεριά µας στὸ Χριστό. Μήπως ὁ Χριστὸς εἶναι στὸ περιθώριο τῆς ζωῆς µας κι ὄχι στὸ κέντρο;
Ὁ Ἐσταυρωµένος Κύριος πρέπει νὰ συνέχει τὴ ζωὴ µας, νὰ τὴ σηµατοδοτεῖ, νὰ τὴ µεταβάλλει καὶ νὰ τὴν ἁγιάζει. Τὰ µύρα πού προσφέρουµε ἐµεῖς εἶναι ἡ καλή µας προαίρεση, ὁ συνεχὴς ἀγῶνας µας καὶ ἡ ἀπέραντη ἀγάπη στὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου µας. Ἀμήν.-
«Ἠγόρασαν ἀρώµατα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτὸν»
tafὸ µυστήριο τῆς θείας Οἰκονοµίας τὸ ὑπηρέτησε ὁλόκληρη ἡ κτίση. Ὅταν Ἐκεῖνος ἅπλωσε τὰ χέρια Του πάνω στὸ Σταυρό, ἡ γῆ σείσθηκε, τὰ µνηµεῖα ἄνοιξαν, οἱ νεκροὶ διαµαρτυρήθηκαν, ὁ ἑκατόνταρχος ὁµολόγησε, ὁ ἥλιος σκοτίσθηκε, ἡ Παναγία ἔκλαψε, ὁ Ἰωσὴφ κήδευσε καὶ οἱ µυροφόρες γυναῖκες «ἠγόρασαν ἀρώµατα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτόν» (Μάρκ. 16,1). Ἐνῶ στὴν παλαιὰ ἐποχὴ ἡ γυναῖκα ἦταν αἰτία τῆς πτώσεώς µας στὴν ἀµαρτία, ἀντιθέτως σήµερα βλέπουµε στὸ εὐαγγελικὸ ἀναγνωσµα τὶς µυροφόρες γυναῖκες νὰ γίνονται ταχυδρόµοι τῆς χαρᾶς. Ὁ Εὐθύµιος Ζιγαβηνὸς τὸ σηµειώνει: «Ἐπειδὴ πάλαι γυνὴ γέγονε τῷ ἀνδρί διάκονος λύπης, νῦν γυναῖκες γίνονται τοῖς ἀνδράσι διάκονοι χαρᾶς».
Πράγµατι, εἶχαν ἀνδρικὸ φρόνηµα, γιατί τὴν ὥρα πού οἱ µαθητὲς εἶχαν σκορπισθεῖ στὰ διάφορα σηµεῖα τῆς Ἱερουσαλὴµ καὶ φοβόντουσαν νὰ πλησιάσουν τὸν τάφο τοῦ Κυρίου, οἱ τολµηρὲς µυροφόρες γυναῖκες ἀγόραζαν ἀρώµατα, γιὰ νὰ πᾶνε νὰ ἀλείψουν τὸ σῶµα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ κινητήρια δύναµη ποὺ ὠθοῦσε τὶς µυροφόρες νὰ πᾶνε στὸ Ζωοδόχο Τάφο, εἶναι ἡ ἀγάπη. Γιὰ τὴν ἀγάπη αὐτὴ, καὶ σὲ δαπάνη καὶ σὲ κόπο καὶ σὲ κίνδυνο ὑποβλήθηκαν καὶ σὲ ἀπρόβλεπτες καταστάσεις ἐξετέθησαν µέ µεγάλη προθυµία. Τὴν τελευταία στιγµὴ θυµήθηκαν «τὶς ἀποκυλίσει ἡµῖν τὸν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ µνηµείου;» (ὄπ.π. στίχ. 3). Ἕνας σύγχρονος Ἐπίσκοπος γράφει γιὰ τὴν ἀγάπη τῶν µυροφόρων: Ὁ λογισµὸς ἐρωτᾶ, ἡ γλῶσσα σιωπᾶ, ἡ ἀγάπη βαδίζει. Στὶς δύσκολες περιστάσεις τὴ λύση τὴ δίνει πάντα ὁ Θεός. «Τῶν δ’ ἀδοκήτων πόρον εὕρε Θεός», ἔλεγε ἕνας ἀρχαῖος φιλόσοφος. Στὰ ξαφνικὰ καὶ δύσκολα περιστατικὰ τῆς ζωῆς µας τὴ λύση δίνει µόνον ὁ Θεός.
Στὸ ἐρώτηµά τους, λοιπόν, ὁ Θεὸς ἀπάντησε µὲ τὸν ἄγγελο ποὺ σήκωσε τὴν πέτρα ἀπὸ τὴν εἴσοδο τοῦ µνήµατος. Μετὰ τοὺς ἀπαλλάσσει ἀπὸ τὸ φόβο ποὺ δηµιουργήθηκε µέσα τους ἐξαιτίας τῆς παρουσίας τῶν ἀγγέλων. Ἢ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι χαροποιὸ γεγονός. Ὅπου ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ἐκεῖ τὰ δεσµά τοῦ φόβου, τῆς δειλίας καὶ τῆς νευρικότητας διαλύονται. Μετὰ τοὺς µίλησε γιὰ τὸν Ἐσταυρωµένο Χριστό. Μετὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Σωτῆρος ἡ λέξη Ἐσταυρωµένος εἶναι πλέον τίτλος τιµῆς. Δὲν εἶναι βδελυρὴ καὶ ἀποτρόπαια λέξη. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου εἶναι τίµιος. Ἡ Ἀνάσταση εἶναι καρπὸς τῆς Σταυρώσεως. Σταυρὸς καὶ Ἀνάσταση δὲ χωρίζονται. Ἀκόµη εἶδαν τὸν ἄδειο τάφο νὰ εἶναι γεµάτος ἀπὸ τὸ φῶς τῆς Ἀναστάσεως ἔχοντας µέσα του τὰ σηµεῖα τῆς ἐγέρσεως τοῦ Κυρίου. Στὸ τέλος εἶδαν πρῶτες τὸν ἀναστηµένο Ἰησοῦ καὶ κράτησαν τὰ ἄχραντα πόδια Του καὶ «προσεκύνησαν αὐτῶ» (Ματθ. 28,9)
Οἱ γυναῖκες ποὺ πῆγαν νὰ ἀλείψουν τὸ σῶµα τοῦ Ἰησοῦ, εἶναι ἔλεγχος γιὰ τοὺς σηµερινοὺς χριστιανούς· γιὰ µᾶς τοὺς χριστιανοὺς ποὺ ἔχουµε µιά δειλία νὰ δείξουµε στοὺς ἄλλους πὼς οἱ σχέσεις µας µέ τὸ Χριστὸ εἶναι στενές. Ὁ ἱερὸς Χρυσοστοµος κάνει µιά παρατήρηση καὶ λέει: Μερικοὶ µακαρίζουν τὶς µυροφόρες ποὺ προσκύνησαν τὸν Κύριο ἀλλὰ προσθέτει «δύνασθε καὶ νῦν ὅσοι βούλεσθε», δηλαδὴ µπορεῖτε καὶ τώρα ὅσοι θέλετε ὄχι µόνον τοὺς πόδας καὶ τὰ χέρια, ἀλλὰ καὶ τὴν κεφαλὴ τοῦ Χριστοῦ νὰ ἀκουµπήσετε, ἐὰν «τῶν φρικτῶν ἀπολαύσητε µυστηρίων καθαρῷ συνειδότι», ἐὰν ἀπολαύσετε τὰ ἄχραντα µυστήρια, δηλαδὴ τὴ θεία Εὐχαριστία, µὲ καθαρὴ συνείδηση. Χρειάζεται τόλµη, γιὰ νὰ πλησιάσει κάποιος τὰ ἱερὰ µυστήρια. Νὰ ἔχει τὸν πόθο τῶν µυροφόρων, νὰ ἀγαπάει τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ὅπως αὐτὲς νὰ ὑπερπηδᾶ τὰ ἐµπόδια, ποὺ ἀναφύονται ἀναµεσα σ’ αὐτὸν καὶ τὸν Κύριο· νὰ παραδέχεται τὴν Ἀνάστασή Του καὶ νὰ εἶναι δεκτικὸς ἄνθρωπος, νὰ ἀκούει τὰ µηνύµατα τοῦ Εὐαγγελίου, ὅπως αὐτὲς οἱ γυναῖκες ἄκουσαν τὴ χαρµόσυνη εἴδηση τοῦ Χριστοῦ. Ἐπίσης, πρέπει νὰ µποῦµε σὲ σκέψεις γιὰ τὸ τί προσφέραµε, ἀπὸ τὴ µεριά µας στὸ Χριστό. Μήπως ὁ Χριστὸς εἶναι στὸ περιθώριο τῆς ζωῆς µας κι ὄχι στὸ κέντρο;
Ὁ Ἐσταυρωµένος Κύριος πρέπει νὰ συνέχει τὴ ζωὴ µας, νὰ τὴ σηµατοδοτεῖ, νὰ τὴ µεταβάλλει καὶ νὰ τὴν ἁγιάζει. Τὰ µύρα πού προσφέρουµε ἐµεῖς εἶναι ἡ καλή µας προαίρεση, ὁ συνεχὴς ἀγῶνας µας καὶ ἡ ἀπέραντη ἀγάπη στὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου µας. Ἀμήν.-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου