Κυριακή των Μυροφόρων
«Ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτόν. καὶ λίαν πρωΐ τῆς μιᾶς σαββάτων ἔρχονται ἐπὶ τὸ μνημεῖον»(Μρ 16,1-2).
Σήμερα, δεύτερη Κυριακή μετά το Πάσχα και η Εκκλησία μας τιμά τη μνή-μη των Μυροφόρων γυναικών, καθώς και του Ιωσήφ του από Αριμαθαίας και του νυκτερινού μαθητού Νικοδήμου.
Μυροφόρες ήταν οι γυναίκες που α-κολουθούσαν τον Κύριο μαζί με τη Μητέ-ρα του, και έμειναν μαζί της κατά την ώρα του σταυρικού πάθους, και μετά, ό-ταν ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος ζήτησαν και πήραν από τον Πιλάτο το δεσποτικό Σώμα, το τύλιξαν με νεκρικά σεντόνια, και με εκλεκτά αρώματα το τοποθέτησαν στον λαξευτό τάφο. Ο τάφος αυτός κλεί-στηκε με «λίθον μέγαν», την επομένη δε οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι τον ασφάλι-σαν με σφραγίδες και φρουρά. Τα όσα ακολούθησαν μας τα εξιστορούν και οι τέσσερις ευαγγελιστές, των οποίων τις διηγήσεις συνθέτοντας, θα προσπαθή-σουμε να παρουσιάσουμε με τη βοήθεια του αγίου Γρηγορίου Παλαμά.
Πέρασε το Σάββατο. Το Σάββατο που ήταν μεγάλη μέρα για τους Ιουδαίους διότι ήταν το Πάσχα τους. Πέρασε λοιπόν το Σάββατο, άρχισε η πρώτη ημέρα της εβδομάδος και συνέβη το κοσμοσωτήριο και κοσμοχαρμόσυνο γεγονός της Ανα-στάσεως. Πότε ακριβώς και πως συνέβη είναι άγνωστο. Κανείς δεν την είδε. Το Σώμα του Χριστού, μετά την Ανάστασή του, έγινε από φθαρτό άφθαρτο και από παχύ λεπτό, γι' αυτό και βγήκε από τον τάφο χωρίς κανείς να τον ανοίξει. Οι πα-ραστάσεις που δείχνουν τον Χριστό να ανέρχεται από ένα ανοιγμένο μνήμα με ένα λάβαρο στο χέρι και τους στρατιώτες να προσπαθούν να προφυλαχθούν από ένα εκτυφλωτικό φως δεν είναι ορθόδο-ξες και δεν έχουν σχέση με την πραγμα-τικότητα. Οι ορθόδοξες παραστάσεις της Αναστάσεως, όπως η θαυμάσια εκείνη της Μονής της Χώρας στην Κωνσταντι-νούπολη, παρουσιάζουν τον ζωοδότη Χριστό στον Άδη, να καταπατεί τις δια-λυμένες πύλες του και με στιβαρά χέρια να ανασύρει τον Αδάμ και την Εύα από τους τάφους τους υπό τα βλέμματα των δικαίων της Π. Διαθήκης.
Πρωί-πρωί, μόλις άρχισε να χαράζει και μετά την Ανάσταση, κατέφθασαν οι μυροφόρες γυναίκες στο μνημείο για να αλείψουν τον Χριστό με τα μύρα που εί-χαν αγοράσει. Πρώτη ήλθε η Θεοτόκος συνοδευόμενη από την Μαγδαληνή Μα-ρία. Οι Ευαγγελιστές αναφέρουν την Πα-ναγίας κάπως συνεσκιασμένα, ως άλλη Μαρία ή Μαρία του Ιακώβου και του Ιω-σή, παιδιών του Μνήστορος, μη θέλοντας να φέρουν ως μάρτυρα την μητέρα για να μη δώσουν αφορμή υποψίας στους απί-στους. Τότε, έγινε «σεισμός μέγας». Άγ-γελος Κυρίου με μορφή λαμπρή σαν α-στραπή και ένδυμα λευκό σαν το χιόνι, αποκύλησε τη μεγάλη πέτρα από το ά-νοιγμα του τάφου. Οι φύλακες έντρομοι έφυγαν και ο αρχάγγελος Γαβριήλ, αυτός προφανώς ήταν, αυτός που παλαιότερα είχε ευαγγελιστεί την σάρκωση του Θεού Λόγου στην Μαριάμ, αυτός τώρα ευαγ-γελίστηκε την Ανάσταση του Υιού της. «Ἰησοῦν τὸν ἐσταυρωμένον ζητεῖτε· οὐκ ἔστιν ὧδε· ἠγέρθη γὰρ καθὼς εἶπε. δεῦτε ἴδετε τὸν τόπον ὅπου ἔκειτο ὁ Κύριος». Εί-δαν τον άδειο τάφο, και η Μαγδαληνή ως να μη άκουσε ή να μη κατάλαβε τον άγ-γελο, άφησε την Θεοτόκο και έτρεξε στους Πέτρο και Ιωάννη για να τους πει, όχι ότι αναστήθηκε ο Κύριος, αλλ’ ότι με-ταφέρθηκε από τον τάφο.
Εν τω μεταξύ, μετά τη φυγή των στρατιωτών, έφτασαν και οι άλλες μυρο-φόρες γυναίκες, είδαν τον άδειο τάφο και με την προτροπή του αγγέλου αναχώρη-σαν. Άλλες μεν με φόβο και έκσταση και σε κανένα δεν είπαν τίποτε, διότι φοβού-νταν, άλλες δε ακολούθησαν τη Μητέρα του Κυρίου, και καθ’ οδόν «Ἰησοῦς ἀπήν-τησεν (συνάντησε) αὐταῖς λέγων· χαίρε-τε». Όπως δε, όταν η Θεοτόκος άκουσε από τον άγγελο το ευαγγέλιο της Ανα-στάσεως μαζί με την Μαγδαληνή Μαρία, μόνη αυτή κατάλαβε τη σημασία των λό-γων εκείνων, έτσι και τώρα, πρώτη αυτή από όλες τις άλλες γυναίκες είδε και α-ναγνώρισε τον Αναστάντα Υιό της και προσπίπτοντας έπιασε τα πόδια του και έγινε απόστολός του προς τους Αποστό-λους.
Κατόπιν έφτασαν και είδαν τον κενό τάφο ο Πέτρος και ο Ιωάννης, και μετά ήλθε για δεύτερη φορά, μόνη της η Μα-γδαληνή Μαρία και τότε μόνο είδε τον Χριστό και μίλησε μαζί του.
Οι Μυροφόρες λοιπόν, πρώτες αυτές άκουσαν το χαρούμενο μήνυμα της Ανα-στάσεως, αλλά και πρώτες αυτές είδαν τον Αναστημένο Κύριο. Αλήθεια τι μεγά-λη τιμή, τι μεγάλη ευλογία! Πώς όμως αξιώθηκαν αυτής της μεγάλης τιμής;
Υπάρχει μια πατερική ερμηνεία που σχετίζει τις Μυροφόρες με την Εύα. Στον παράδεισο η Εύα αφού συνομίλησε με τον διάβολο έπεσε, αμάρτησε και έφερε το δυσάρεστο μήνυμα στον Αδάμ. Τώρα οι Μυροφόρες γυναίκες αφού συνομίλη-σαν με τον άγγελο και κατόπιν είδαν τον Χριστό, έφεραν το χαρμόσυνο μήνυμα στους άνδρες, στους μαθητές. Έτσι έχου-με αποκατάσταση της γυναικείας φύσε-ως.
Αλλά και για έναν άλλο λόγο φαίνε-ται αξιώθηκαν πρώτες αυτές να δουν και να ακούσουν τον Αναστάντα Κύριο. Διότι έδειξαν ανδρεία, αφοβία, γενναιότητα, ηρωισμό. Ανδρεία όχι σωματική αλλά ψυχής. Αψήφησαν την νύκτα, την έχθρα του λαού, την δύναμη των στρατιωτών. Έκαναν μια ηρωική θα λέγαμε έξοδο και πήγαν στο μνημείο για να εκδηλώσουν την αγάπη τους.
Η ανδρεία που δεν είναι μόνο για τους άνδρες αλλά εξ ίσου και για τις γυ-ναίκες, προέρχεται από την πίστη, την ελπίδα και την αγάπη, κατ’ εξοχήν δε από τη χάρη του Θεού. Η αρετή αυτή εί-ναι απαραίτητη στην πνευματική μας ζωή και εκδηλώνεται κυρίως ως υπομο-νή. Υπομονή που πρέπει να κάνουμε προκειμένου να εφαρμόσουμε τις εντολές του Θεού, αλλά και υπομονή στα δυσά-ρεστα και λυπηρά που επιτρέπει ο Θεός να έλθουν στη ζωή μας. Εκδηλώνεται ε-πίσης και ως αφοβία που πηγάζει από την εμπιστοσύνη μας στην δύναμη, τη σοφία και την αγάπη, την φροντίδα του Θεού για μας.
Εορτάζει λοιπόν σήμερα η Εκκλησία μας τη μνήμη των αγίων μυροφόρων γυ-ναικών. Των γυναικών που έφεραν στα χέρια τους τα μύρα τα αισθητά, στις ψυ-χές τους δε το μύρο της αγάπης προς τον Χριστό.
Αλλά μυροφόροι μπορούμε να γίνου-με και εμείς, ή μάλλον είμαστε και εμείς. Διότι έχουμε μέσα μας το μύρο το πνευ-ματικό, το ακένωτο, το άκτιστο που το πήραμε με το άγιο Βάπτισμα και είναι η χάρη του Αγίου Πνεύματος. Μόνο που αυτό το μύρο καλύπτεται από τη δυσωδία των παθών, της αμαρτίας. Και εκείνο που χρειάζεται είναι η κάθαρση. Να καθαρι-στούν οι ψυχές μας από τα πάθη της φι-ληδονίας, της φιλαργυρίας, της φιλοδοξί-ας, δηλαδή από την πολύμορφη ιδιοτέ-λεια και έτσι να αποπνέουν το άρωμα της ταπεινώσεως και της αγάπης.
Είθε με τη χάρη του Θεού, αλλά και τον δικό μας κόπο, να γίνουμε δοχεία καθαρά του Αγίου Πνεύματος που θα εί-ναι και θα σκορπίζουν ευωδία Χριστού. Αμήν.
«Ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτόν. καὶ λίαν πρωΐ τῆς μιᾶς σαββάτων ἔρχονται ἐπὶ τὸ μνημεῖον»(Μρ 16,1-2).
Σήμερα, δεύτερη Κυριακή μετά το Πάσχα και η Εκκλησία μας τιμά τη μνή-μη των Μυροφόρων γυναικών, καθώς και του Ιωσήφ του από Αριμαθαίας και του νυκτερινού μαθητού Νικοδήμου.
Μυροφόρες ήταν οι γυναίκες που α-κολουθούσαν τον Κύριο μαζί με τη Μητέ-ρα του, και έμειναν μαζί της κατά την ώρα του σταυρικού πάθους, και μετά, ό-ταν ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος ζήτησαν και πήραν από τον Πιλάτο το δεσποτικό Σώμα, το τύλιξαν με νεκρικά σεντόνια, και με εκλεκτά αρώματα το τοποθέτησαν στον λαξευτό τάφο. Ο τάφος αυτός κλεί-στηκε με «λίθον μέγαν», την επομένη δε οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι τον ασφάλι-σαν με σφραγίδες και φρουρά. Τα όσα ακολούθησαν μας τα εξιστορούν και οι τέσσερις ευαγγελιστές, των οποίων τις διηγήσεις συνθέτοντας, θα προσπαθή-σουμε να παρουσιάσουμε με τη βοήθεια του αγίου Γρηγορίου Παλαμά.
Πέρασε το Σάββατο. Το Σάββατο που ήταν μεγάλη μέρα για τους Ιουδαίους διότι ήταν το Πάσχα τους. Πέρασε λοιπόν το Σάββατο, άρχισε η πρώτη ημέρα της εβδομάδος και συνέβη το κοσμοσωτήριο και κοσμοχαρμόσυνο γεγονός της Ανα-στάσεως. Πότε ακριβώς και πως συνέβη είναι άγνωστο. Κανείς δεν την είδε. Το Σώμα του Χριστού, μετά την Ανάστασή του, έγινε από φθαρτό άφθαρτο και από παχύ λεπτό, γι' αυτό και βγήκε από τον τάφο χωρίς κανείς να τον ανοίξει. Οι πα-ραστάσεις που δείχνουν τον Χριστό να ανέρχεται από ένα ανοιγμένο μνήμα με ένα λάβαρο στο χέρι και τους στρατιώτες να προσπαθούν να προφυλαχθούν από ένα εκτυφλωτικό φως δεν είναι ορθόδο-ξες και δεν έχουν σχέση με την πραγμα-τικότητα. Οι ορθόδοξες παραστάσεις της Αναστάσεως, όπως η θαυμάσια εκείνη της Μονής της Χώρας στην Κωνσταντι-νούπολη, παρουσιάζουν τον ζωοδότη Χριστό στον Άδη, να καταπατεί τις δια-λυμένες πύλες του και με στιβαρά χέρια να ανασύρει τον Αδάμ και την Εύα από τους τάφους τους υπό τα βλέμματα των δικαίων της Π. Διαθήκης.
Πρωί-πρωί, μόλις άρχισε να χαράζει και μετά την Ανάσταση, κατέφθασαν οι μυροφόρες γυναίκες στο μνημείο για να αλείψουν τον Χριστό με τα μύρα που εί-χαν αγοράσει. Πρώτη ήλθε η Θεοτόκος συνοδευόμενη από την Μαγδαληνή Μα-ρία. Οι Ευαγγελιστές αναφέρουν την Πα-ναγίας κάπως συνεσκιασμένα, ως άλλη Μαρία ή Μαρία του Ιακώβου και του Ιω-σή, παιδιών του Μνήστορος, μη θέλοντας να φέρουν ως μάρτυρα την μητέρα για να μη δώσουν αφορμή υποψίας στους απί-στους. Τότε, έγινε «σεισμός μέγας». Άγ-γελος Κυρίου με μορφή λαμπρή σαν α-στραπή και ένδυμα λευκό σαν το χιόνι, αποκύλησε τη μεγάλη πέτρα από το ά-νοιγμα του τάφου. Οι φύλακες έντρομοι έφυγαν και ο αρχάγγελος Γαβριήλ, αυτός προφανώς ήταν, αυτός που παλαιότερα είχε ευαγγελιστεί την σάρκωση του Θεού Λόγου στην Μαριάμ, αυτός τώρα ευαγ-γελίστηκε την Ανάσταση του Υιού της. «Ἰησοῦν τὸν ἐσταυρωμένον ζητεῖτε· οὐκ ἔστιν ὧδε· ἠγέρθη γὰρ καθὼς εἶπε. δεῦτε ἴδετε τὸν τόπον ὅπου ἔκειτο ὁ Κύριος». Εί-δαν τον άδειο τάφο, και η Μαγδαληνή ως να μη άκουσε ή να μη κατάλαβε τον άγ-γελο, άφησε την Θεοτόκο και έτρεξε στους Πέτρο και Ιωάννη για να τους πει, όχι ότι αναστήθηκε ο Κύριος, αλλ’ ότι με-ταφέρθηκε από τον τάφο.
Εν τω μεταξύ, μετά τη φυγή των στρατιωτών, έφτασαν και οι άλλες μυρο-φόρες γυναίκες, είδαν τον άδειο τάφο και με την προτροπή του αγγέλου αναχώρη-σαν. Άλλες μεν με φόβο και έκσταση και σε κανένα δεν είπαν τίποτε, διότι φοβού-νταν, άλλες δε ακολούθησαν τη Μητέρα του Κυρίου, και καθ’ οδόν «Ἰησοῦς ἀπήν-τησεν (συνάντησε) αὐταῖς λέγων· χαίρε-τε». Όπως δε, όταν η Θεοτόκος άκουσε από τον άγγελο το ευαγγέλιο της Ανα-στάσεως μαζί με την Μαγδαληνή Μαρία, μόνη αυτή κατάλαβε τη σημασία των λό-γων εκείνων, έτσι και τώρα, πρώτη αυτή από όλες τις άλλες γυναίκες είδε και α-ναγνώρισε τον Αναστάντα Υιό της και προσπίπτοντας έπιασε τα πόδια του και έγινε απόστολός του προς τους Αποστό-λους.
Κατόπιν έφτασαν και είδαν τον κενό τάφο ο Πέτρος και ο Ιωάννης, και μετά ήλθε για δεύτερη φορά, μόνη της η Μα-γδαληνή Μαρία και τότε μόνο είδε τον Χριστό και μίλησε μαζί του.
Οι Μυροφόρες λοιπόν, πρώτες αυτές άκουσαν το χαρούμενο μήνυμα της Ανα-στάσεως, αλλά και πρώτες αυτές είδαν τον Αναστημένο Κύριο. Αλήθεια τι μεγά-λη τιμή, τι μεγάλη ευλογία! Πώς όμως αξιώθηκαν αυτής της μεγάλης τιμής;
Υπάρχει μια πατερική ερμηνεία που σχετίζει τις Μυροφόρες με την Εύα. Στον παράδεισο η Εύα αφού συνομίλησε με τον διάβολο έπεσε, αμάρτησε και έφερε το δυσάρεστο μήνυμα στον Αδάμ. Τώρα οι Μυροφόρες γυναίκες αφού συνομίλη-σαν με τον άγγελο και κατόπιν είδαν τον Χριστό, έφεραν το χαρμόσυνο μήνυμα στους άνδρες, στους μαθητές. Έτσι έχου-με αποκατάσταση της γυναικείας φύσε-ως.
Αλλά και για έναν άλλο λόγο φαίνε-ται αξιώθηκαν πρώτες αυτές να δουν και να ακούσουν τον Αναστάντα Κύριο. Διότι έδειξαν ανδρεία, αφοβία, γενναιότητα, ηρωισμό. Ανδρεία όχι σωματική αλλά ψυχής. Αψήφησαν την νύκτα, την έχθρα του λαού, την δύναμη των στρατιωτών. Έκαναν μια ηρωική θα λέγαμε έξοδο και πήγαν στο μνημείο για να εκδηλώσουν την αγάπη τους.
Η ανδρεία που δεν είναι μόνο για τους άνδρες αλλά εξ ίσου και για τις γυ-ναίκες, προέρχεται από την πίστη, την ελπίδα και την αγάπη, κατ’ εξοχήν δε από τη χάρη του Θεού. Η αρετή αυτή εί-ναι απαραίτητη στην πνευματική μας ζωή και εκδηλώνεται κυρίως ως υπομο-νή. Υπομονή που πρέπει να κάνουμε προκειμένου να εφαρμόσουμε τις εντολές του Θεού, αλλά και υπομονή στα δυσά-ρεστα και λυπηρά που επιτρέπει ο Θεός να έλθουν στη ζωή μας. Εκδηλώνεται ε-πίσης και ως αφοβία που πηγάζει από την εμπιστοσύνη μας στην δύναμη, τη σοφία και την αγάπη, την φροντίδα του Θεού για μας.
Εορτάζει λοιπόν σήμερα η Εκκλησία μας τη μνήμη των αγίων μυροφόρων γυ-ναικών. Των γυναικών που έφεραν στα χέρια τους τα μύρα τα αισθητά, στις ψυ-χές τους δε το μύρο της αγάπης προς τον Χριστό.
Αλλά μυροφόροι μπορούμε να γίνου-με και εμείς, ή μάλλον είμαστε και εμείς. Διότι έχουμε μέσα μας το μύρο το πνευ-ματικό, το ακένωτο, το άκτιστο που το πήραμε με το άγιο Βάπτισμα και είναι η χάρη του Αγίου Πνεύματος. Μόνο που αυτό το μύρο καλύπτεται από τη δυσωδία των παθών, της αμαρτίας. Και εκείνο που χρειάζεται είναι η κάθαρση. Να καθαρι-στούν οι ψυχές μας από τα πάθη της φι-ληδονίας, της φιλαργυρίας, της φιλοδοξί-ας, δηλαδή από την πολύμορφη ιδιοτέ-λεια και έτσι να αποπνέουν το άρωμα της ταπεινώσεως και της αγάπης.
Είθε με τη χάρη του Θεού, αλλά και τον δικό μας κόπο, να γίνουμε δοχεία καθαρά του Αγίου Πνεύματος που θα εί-ναι και θα σκορπίζουν ευωδία Χριστού. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου